Ένα παλιό ραδιόφωνο κι ένα τηλέφωνο που χτυπά και ισοπεδώνει τις προσδοκίες. Ένα ψυγείο σε παστέλ σομόν χρώμα, ποτήρια από τα οποία πέρασε ό,τι αλκοόλ κυκλοφορούσε στο σπίτι. Άδεια κουτιά τσιγάρων, μια ξεσκισμένη lemon pie, όργανα γυμναστικής για άλλοθι, αντικαταθλιπτικά χάπια εύκαιρα παντού και μπροστά τέσσερα μικροσκοπικά δεντράκια που δημιουργούν την ψευδαίσθηση αληθινής ζωής. Τέσσερις γυναίκες στριμώχνουν τα όνειρά τους σε ένα σπίτι της Κηφισιάς, αλλά προσδοκούν να ταξιδέψουν ως την Ταϊλάνδη, μπας και μακριά από την πραγματικότητα βρουν έστω μια στάλα δύναμης. Ζωές εξαρτημένες από κάτι. Ενδιαφέροντα που χαϊδεύουν τα πιο χαμηλά τους ένστικτα. Αυτοεκτίμηση που αγγίζει το πάτωμα. Κάθε σπιθαμή στο σκηνικό αποτυπώνει την απελπισία και τη νεύρωση.
H Αλέκα (Λυδία Φωτοπούλου) είναι ιδιοκτήτρια μπουτίκ κι έχει μια κόρη, την Ηλέκτρα (Ευδοξία Ανδρουλιδάκη), που βολοδέρνει στο σινεμά, η Φωτεινή (Έμιλυ Κολιανδρή) είναι τραπεζική υπάλληλος, η Μάρω (Γαλήνη Χατζηπασχάλη) σχεδιάζει κοσμήματα. Είναι οι τέσσερις πρωταγωνίστριες του Δημήτρη Καραντζά στην παράσταση Με δύναμη από την Κηφισιά των Δημήτρη Κεχαΐδη-Ελένης Χαβιαρά, που κάνει πρεμιέρα την Πέμπτη (5/10) στο Θέατρο του Νέου Κόσμου. «Ολόιδιες είναι και οι τέσσερις. Αναζητούν έναν άντρα για να καθρεφτίσουν πάνω του το ενδιαφέρον της ύπαρξής τους. Της δικιάς μου το βάσανο είναι ένας τενόρος που την εγκατέλειψε και πήγε στη Γερμανία. Έχουν όλες μπει σε ένα βαγόνι και τρέχουν να προλάβουν αυτό που νομίζουν ότι θα τις κάνει ευτυχισμένες. Aναζητούν τη ματιά κάποιου άλλου για να ζήσουν. Αυτή η παράσταση είναι σαν να παρακολουθείς ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο κρυφής δυστυχίας» λέει η Λυδία Φωτοπούλου, που μετά από πολλά χιλιόμετρα στο θέατρο απολαμβάνει φέτος τον χειρουργικό τρόπο με τον οποίο οι δυο συγγραφείς του έργου καταγράφουν τα απόκρυφα της γυναικείας ψυχής.
Δεν υπάρχει άνθρωπος που δεν έχει βρεθεί στη θέση αυτών των γυναικών. Αλίμονο αν δεν σε έχει αγγίξει η τραγωδία της απελπισίας και η αναμονή του έρωτα.
Ο δικός της ιδανικός προορισμός είναι η Ισλανδία και το απωθημένο της ότι δεν έγινε βιολίστρια. Θεωρεί το μέτρο το απόλυτο ζητούμενο στη ζωή και το Facebook μια «γειτονιά» στην οποία άντεξε μόλις τρεις μήνες, γιατί κατατρόμαξε από τη μοναξιά. Τους μεγάλους ρόλους δεν τους αναζητά γιατί τους χόρτασε, αλλά τους συνεργάτες θέλει να τους νιώθει δικούς της.
Πιάσαμε θέση στην πρώτη σειρά του θεάτρου μαζί με τον κούκλο σκύλο της, τον Ραχάτ, και την περιμέναμε να τελειώσει, κατάκοπη, την πρόβα για να αναλύσουμε καρέ-καρέ την ιστορία.
— Στιγμές ευτυχίας έχουν αυτές οι γυναίκες;
Βεβαίως, αλλά είναι πάντα στιγμές δίπλα σε έναν άντρα. Η ευτυχία δεν περνά ποτέ από εκείνες. Είναι τόσο τραγική η άγνοιά τους. Δεν έμαθαν να αναζητούν στη ζωή το μεγάλο συναίσθημα που θα τις δονήσει ή την αληθινή διάσταση των πραγμάτων. Έτσι, συγκινούνται με την πιο ασήμαντη λεπτομέρεια του μικρόκοσμού τους. Το πώς βρέθηκε ένα τριαντάφυλλο ή το πώς χτύπησε μια συγκεκριμένη στιγμή το τηλέφωνο μεγεθύνεται και γίνεται λόγος για να υπάρξουν για ώρες ατελείωτες. Είναι αυτό που πολύ ωραία λέει ο σκηνοθέτης μας: μια πελώρια τιποτολογία. Εκεί κρύβεται το μεγαλείο του κειμένου: καταφέρνει με τον λόγο να σου δείχνει πώς χτυπάει η καρδιά τους.
— Στην κανονική ζωή έχετε υπάρξει ηρωίδα του Κεχαΐδη;
Δεν υπάρχει άνθρωπος που δεν έχει βρεθεί στη θέση αυτών των γυναικών. Αλίμονο αν δεν σε έχει αγγίξει η τραγωδία της απελπισίας και η αναμονή του έρωτα. Η απελπισία τού περίμενε, του τηλεφώνου που δεν χτυπά μου είναι γνώριμη. Άλλωστε, αυτό είναι που κάνει συγκινητικές τις ηρωίδες, το ότι αποκλείεται να μην ανασύρεις από τη μνήμη σου μια δική σου ανάλογη στιγμή. Είναι αδύνατο να μη θυμηθείς τη δική σου τραγικότητα.
— Πόσο έχουν αλλάξει οι γυναίκες σε σχέση με τις αρχές του '90 που γράφτηκε το έργο;
Δεν νομίζω ότι αλλάζουν δραματικά τα πράγματα σε τόσο λίγα χρόνια. Κατά τη γνώμη μου, η μεγάλη αλλαγή στις γυναίκες επήλθε όταν άρχισαν να χωρίζουν. Θυμηθείτε ότι τα παλιά χρόνια οι χήρες ζούσαν περισσότερο από τους χήρους, διότι ο θάνατος του συντρόφου τις απελευθέρωνε και άνθιζαν μετά την απώλεια. Σήμερα, θέλω να πιστεύω πως όλο και λιγότερες γυναίκες επιτρέπουν σε έναν άνδρα να ορίζει την ύπαρξή τους. Από την άλλη, φορτώσαμε τις ζωές μας με δεκάδες άλλες εξαρτήσεις. Σκεφτείτε πως αυτές οι τέσσερις ηρωίδες είναι βουτηγμένες στην απελπισία χωρίς να έχουν κινητό τηλέφωνο και social media. Κουβεντιάζουν όλη μέρα για ένα τυχαίο τριαντάφυλλο με τον ίδιο τρόπο που στις μέρες μας αναλύουμε επί ώρες ένα like. Έχουν μια διαρκή ανάγκη να συνυπάρχουν, όπως σήμερα αδυνατούμε να απεξαρτηθούμε από το Facebook.
— Η λέξη «Κηφισιά» στον τίτλο του έργου είναι ταξικός υπαινιγμός;
Η αλήθεια είναι ότι για να ασχολείσαι όλη μέρα με τα ζητήματα που τις απασχολούν θα πρέπει να έχεις λύσει τα βιοποριστικά σου προβλήματα. Και νομίζω ότι οι συγγραφείς επέλεξαν αυτού του τύπου γυναίκες γιατί, αφήνοντας στην άκρη το βιοποριστικό κομμάτι, μπορούν να "κεντήσουν" τους υπόλοιπους προβληματισμούς τους. Αυτό βέβαια που δεν μπορούσε να προβλέψει ένα κείμενο γραμμένο το 1991 είναι ότι γυναίκες σαν αυτές του έργου σήμερα, με την παρούσα οικονομική συγκυρία, υποφέρουν πολύ περισσότερο. Προσγειώθηκαν με σφοδρό κι επώδυνο τρόπο σε μια πραγματικότητα που οι υπόλοιποι ζούσαμε από καιρό.
— Η δύναμη των νιάτων ή η εμπειρία υπήρξε για σας πιο ισχυρό καύσιμο;
Την τωρινή μου κατάσταση δεν την αλλάζω. Μικρότερη, πράγματι είχα μεγάλη φόρα. Αλλά σήμερα μπορώ να διατηρήσω μια ορμή και συγχρόνως να έχω την εμπειρία που με βοηθά να παραμένω ήρεμη. Δεν μου άρεσε η νεανική αιχμή που με έβγαζε εκτός εαυτού, που δεν με άφηνε να κοιμηθώ τα βράδια, που δεν ήξερα πώς να τη χειραγωγήσω. Αυτό που ακόμα μπορεί πραγματικά να με εξιτάρει τρομερά είναι να βλέπω νέους ανθρώπους που δεν έχουν μεν εμπειρία, αλλά ξεχειλίζουν από αυτή την "κυτταρική" δύναμη που εγώ ονομάζω ταλέντο.
— Ποια φράση από την παράσταση τριγυρίζει συνεχώς στο μυαλό σας;
Κάποια στιγμή στο έργο η Γαλήνη (σ.σ. Χατζηπασχάλη) είναι σε έξαλλη κατάσταση κι εγώ τη συμβουλεύω: "Λίγο κοντρόλ!". Eκείνη μου απαντά: "Κοντρόλ, Αλέκα μου, στα χωρίσματα, κοντρόλ και στα γνωρίσματα;". Εγώ, αντιθέτως, πιστεύω ότι η αλήθεια κρύβεται στον τρόπο που χωρίζουμε. Τότε μόνο είμαστε γυμνοί και αληθινοί. Τη γνωριμία πάντα τη στολίζεις με διάφορα.
— Τι άλλο σας έμαθε ο ρόλος της Αλέκας;
Με ξανάφερε σε επαφή με τη θηλυκότητα. Επειδή όσο περνούσαν τα χρόνια την εγκατέλειπα, έχει γούστο που ξαφνικά μπλέκομαι σε έναν κόσμο γεμάτο λούσα και συνήθειες ξεχασμένες. Επίσης, συγκινούμαι που θυμάμαι ότι κάποτε, αρκετά νεότερη, πνιγόμουν κι εγώ σαν κι αυτές τις γυναίκες σε μια σταγόνα απελπισίας. Δεν σας κρύβω, τέλος, ότι με καταθλίβει που ξαναδιαπιστώνω πως όσο κι αν προσπαθήσουμε, τελικά κληροδοτούμε στα παιδιά μας τα πάντα. Να, σαν τη θεατρική μου κόρη, που στην αρχή στέκεται κριτικά απέναντι στις τρεις μας και με τον καιρό μεταμορφώνεται στην τέταρτη της παρέας.
— Εσείς χάσατε τη μητέρα σας νωρίς.
Ναι, κι έτσι δεν πρόλαβα να τη γνωρίσω ως γυναίκα. Την ήξερα μόνο ως μαμά κι έτσι δυσκολεύομαι να αναγνωρίσω ποια γυναικεία στοιχεία της κληρονόμησα. Κάποιος φίλος μού είπε κάποτε: "Φεύγοντας, η μητέρα σου άφησε την πόρτα ανοιχτή". Όντως, όλες οι επιλογές ήταν δικές μου. Δεν μπορούσα να φορτώσω σε κανέναν τίποτα. Αλλά, μη νομίζετε, κι αυτό είναι μεγάλο βάσανο.
Info:
«Με δύναμη από την Κηφισιά»
Δημήτρη Κεχαΐδη-Ελένης Χαβιαρά
Σκηνοθεσία: Δημήτρης Καραντζάς
Πρωταγωνιστούν: Λυδία Φωτοπούλου, Έμιλυ Κολιανδρή, Γαλήνη Χατζηπασχάλη, Ευδοξία Ανδρουλιδάκη
Θέατρο του Νέου Κόσμου - Κεντρική Σκηνή
Αντισθένους 7 & Θαρύπου, Φιξ, 210 9212900
Aπό 5/10
σχόλια