Το ραντεβού μας είχε οριστεί για τον σταθμό του τρένου στο Λιανοκλάδι, παραμονή Χριστουγέννων του 2017, την περασμένη Κυριακή. Με παρέλαβε με το τζιπ του και σε λίγη ώρα καταλήξαμε στην κωμόπολη της Στυλίδας, όπου εκτελεί χρέη δημάρχου.
Στη διαδρομή ακούγαμε Μητροπάνο στα τραγούδια του Άκη Πάνου. «Εκεί ήμουν εγώ μια ζωή» μου εξήγησε, θυμίζοντάς μου πως χορεύει καλό ζεϊμπέκικο. Το κινητό του χτυπούσε συνεχώς και τον άκουγα να δίνει οδηγίες σε συνεργάτες του από τον δήμο που ζητούσαν τα φώτα του. Όση ώρα περάσαμε μαζί, δεν ήταν λίγοι οι άνθρωποι της Στυλίδας, οι δημότες του, μικροί και μεγάλοι, που του χάριζαν το πιο πλατύ τους χαμόγελο.
Στην εκπνοή του 2017, ο ηθοποιός και «πολιτικός της τοπικής αυτοδιοίκησης», όπως αυτοχαρακτηρίζεται, Απόστολος Γκλέτσος μίλησε για όλους και για όλα αποκλειστικά στο LIFO.gr.
— Κύριε Γκλέτσο, ομολογώ ότι συνήθως δεν αγχώνομαι με τις συνεντεύξεις, αλλά μ' εσάς το είχα ένα άγχος...
Εγώ αγχώνομαι με κάθε συνέντευξη.
— Αλήθεια, ε; Για φαντάσου! Το δικό μου άγχος έχει να κάνει με το ότι είστε ένα πρόσωπο με μεγάλη προβολή και απεριόριστη δοτικότητα στα λόγια σας.
Την οποία δοτικότητα πληρώνω όμως, λέγοντας κάποια πράγματα που ο άλλος παρερμηνεύει όταν κάθεται να τα απομαγνητοφωνήσει. Φταίει ο τρόπος του εκάστοτε δημοσιογράφου, που δεν το κάνει ηθελημένα, αλλά εγώ σκέφτομαι να το μετριάσω στο εξής όλο αυτό.
— Πώς είναι για έναν σταρ να ζει μόνιμα πλέον σε μια μικροκοινωνία;
Κριθάρ να λες, όχι σταρ (γέλια). Δεν το 'χω αναλύσει, πίστεψέ με, κι εγώ το σκέφτομαι όπως κι εσύ. Λέω «πώς μπορείς να το κάνεις και το ένα και το άλλο», αλλά δεν ξέρω, ίσως το 'χει ανάγκη η ψυχή μου.
— Μήπως μπουχτίσατε το σταριλίκι;
Ναι, αλλά μπορεί να είναι και ανασφάλεια. Έχω δει και την άλλη φάση, πώς το σταριλίκι παίρνει ανθρώπους, τους ξεζουμίζει, αλλά και πώς τους φέρεται μετά. Άρα δεν είναι μόνο μπούχτισμα, εδώ βρήκα το αποκούμπι μου, την πολιτική.
— Εσείς είστε πολιτικός με την κλασική έννοια ή νιώθετε κάπως διαφορετικά;
Καταρχάς, εγώ είμαι της τοπικής αυτοδιοίκησης, έχει διαφορά! Δεν ξέρω τι είναι καλύτερο και τι χειρότερο, αλλά εμένα εδώ μ' αρέσει και θα παραμείνω. Ελπίζω, βέβαια, με τη βοήθεια του Θεού και των ανθρώπων να μπω στον δεύτερο πια βαθμό, δηλαδή στην περιφέρεια.
Πάρα φύσιν είναι η παιδεραστία, γιατί ένας μικρός ηλικιακά άνθρωπος δεν συναινεί. Ακόμα κι αν του δώσεις καραμέλες, δεν έχει τον νου να καταλάβει. Αυτό είναι έγκλημα, είναι κακούργημα ειδεχθές! Όταν όμως είμαστε δύο ενήλικες και συναινούμε και γουστάρουμε, θα έρθεις τώρα εσύ να μου πεις ότι είμαστε πάρα φύσιν;
— Πάντα βάζατε πρώτη τη βοήθεια του Θεού ή το λέτε έτσι τώρα;
Πάντα. Μη με βάλεις τώρα να σ' το αναλύσω, αλλά είναι αυτή η ανωτέρα δύναμη, όπως την έχει ο καθένας μες στο κεφάλι του. Οι σχέσεις μου με την Εκκλησία είναι καλές. Δεν είναι κάτι κακό οι θρησκείες, δεν πρέπει να τις πολεμάμε ούτε να τις έχουμε έξω απ' τη ζωή μας. Φυσικά, δεν θα διαφωνήσω με κάποιον που λέει «εγώ δεν το θέλω αυτό». Εντάξει...
— Με ποιους ηθοποιούς έχετε κρατήσει επαφές;
Γνώρισα πάρα πολλούς μέσα απ' αυτό το σινάφι και τους αγαπώ, αλλά έχω μόνο δύο που μπορώ να τους εμπιστευτώ και να τους ανοίξω την ψυχή μου για όλα τα θέματά μου, τον Μποσταντζόγλου και τον Παρτσαλάκη. Αυτοί μπορώ να σου πω ότι είναι οι κολλητοί μου.
— Να υποθέσω ότι το τάξιμο σε έναν σκοπό, της τοπικής αυτοδιοίκησης συγκεκριμένα, έχει να κάνει με τον πατέρα στρατιωτικό που είχατε;
Σίγουρα. Αυτό συμβαίνει στις οικογένειες των στρατιωτικών. Ναι μεν δεν είχα αυστηρό πατέρα, αλλά ήταν στρατιωτικός. Αυτό επηρέαζε τη δική του ζωή, όπως και τις ζωές ολωνών μας. Τον έχασα, έφυγε φέτος. Ήταν μια συντριβή και δεν το περίμενα κιόλας να φύγει έτσι, γιατί βασανιζόταν τα τελευταία πέντε-έξι χρόνια.
Κάπου έλεγα: «Θεέ μου, ξεκούρασέ τον». Δεν περίμενα να μου κοστίσει πάρα πολύ, γιατί ποτέ δεν ήμασταν οι κολλητοί και πάντα είχαμε κόντρες, τα κλασικά. Μου κόστισε, όμως, τόσο πολύ, που ό,τι και να πω είναι λίγο.
— Γεννηθήκατε στον Βόλο. Σε ποια ηλικία έρχεστε στην Αθήνα;
Κοίταξε, ο πατέρας μου κάθε δυο-τρία χρόνια έπαιρνε μεταθέσεις. Αλλάζαμε πόλεις συνέχεια. Έχουμε κάνει πολλή Κρήτη, πολλή Αθήνα, Βόλο, μέχρι και Σκύρο, όπου πήγε ο πατέρας μου, αλλά δεν πήγαμε εμείς.
— Και πώς μπλέξατε με τα θεατρικά-καλλιτεχνικά;
Τυχαία έγινε αυτό, δεν το ήξερα. Προέκυψε.
— Θέλω να μου μιλήσετε γι' αυτό.
Πώς προέκυψε; Έχω φύγει απ' τα Χανιά, είμαι στην Αθήνα κι έχω περάσει εξετάσεις για να γίνω αστυνομικός. Βρίσκομαι στο Σύνταγμα, εμφανίζεται μια κοπέλα εξαιρετικά καλλίπυγος κι αρχίζω να τη φλερτάρω, στο καμάκι δηλαδή.
Στο μεταξύ, κάποιοι φίλοι μου που υπηρετούσαμε μαζί εδώ (σ.σ. μου δείχνει ένα μπρελόκ της σχολής αλεξιπτωτιστών) με είχαν πείσει να δώσω εξετάσεις στην αστυνομία και να παρατήσω μια στρωμένη δουλειά στα Χανιά.
Ακολούθησα, λοιπόν, αυτή την κοπέλα και την είδα να μπαίνει κάπου όπου απ' έξω έγραφε «Δραματική Σχολή Αθηνών», του Θεοδοσιάδη. Μέχρι τότε ούτε ήξερα τι σήμαινε αυτό.
Μπαίνω μέσα, λέω «γεια σας, τι κάνετε εδώ;» και πέφτω πάνω σ' έναν καλό άνθρωπο, καθηγητή στη σχολή. «Τι θες, ρε βλαχάκο;» μου λέει, έτσι ακριβώς, με χιούμορ, όχι με κακία, εξηγώντας μου ότι σε λίγο θα έδιναν εξετάσεις νέοι για ηθοποιοί και τώρα ζητούσαν πληροφορίες.
«Εγώ μπορώ να δώσω εξετάσεις;» ρωτάω και μου απαντάει: «Ξέρω γω, τι να σου πω... Ξέρεις κάνα κείμενο;». Τελικά, μου έδωσε δύο κείμενα με τη συμβουλή απλώς να τα πω χωρίς στόμφο, όπως μιλάω δηλαδή, όχι σαν να τα παίζω: έναν Ορέστη και την «Ιστορία του σκύλου» του Άλμπι. Αυτή ήταν η πρώτη και η τελευταία μεγαλύτερη διδαχή περί θεάτρου.
— Εμένα μου κάνει εντύπωση πώς ένας υποψήφιος μπάτσος έκατσε κι έμαθε απ' έξω Έντουαρντ Άλμπι.
Έτσι έγινα ηθοποιός. Ε, μετά μπήκα στη σχολή, όπου με αγαπούσε πολύ ο δάσκαλός μου ο Κοντογιάννης. Δεν ξέρω, ρε φίλε, τι να σου πω, έτσι μου 'κατσε! Ούτε μπορούμε να προγραμματίζουμε για περισσότερο από μία βδομάδα.
— Πιστεύετε ότι η καλή εξωτερική εμφάνιση σας βοήθησε, ανεξαρτήτως του όποιου ταλέντου; Μιλάω σαφώς για εκείνα τα χρόνια.
Όλα βοηθάνε. Καμιά φορά και η εμφάνιση βοηθάει. Το θέμα είναι να έχεις μέτρο και να ξέρεις πώς θα την εκμεταλλευτείς. Διότι μόνο η εμφάνιση, δεν ξέρω, μπορεί να σου γυρίσει και μπούμερανγκ.
Άκου, για να μην περιαυτολογώ και για να καταλάβεις, θα σου πω τι λένε οι φίλοι μου για μένα. Έχεις ακούσει να λένε για κάποιον ότι έχει το κοκαλάκι της νυχτερίδας; Εγώ έχω όλη τη νυχτερίδα πάνω μου! Εντάξει; Για να μην το παίζουμε τώρα σπουδαίοι, αναλυτές κ.λπ.
Εγώ, λοιπόν, για κάποιον λόγο που δεν ξέρω, έχω εδώ, στον ώμο μου, ολόκληρη τη νυχτερίδα, όχι μόνο το κοκαλάκι της! Με πάει, ρε παιδάκι μου, πώς έναν άλλον δεν τον πάει με τίποτα;
— Ήταν μια έκπληξη όλο αυτό για το οικογενειακό περιβάλλον σας;
Κοίταξε, η οικογένεια τότε με έβλεπε αραιά και πού, γιατί έτρεχα για τα προς το ζην. Δεν τους είχα πει τίποτα για να μη σαλτάρουν. Είχα μια καλή δουλειά, δούλευα πωλητής στα Χανιά σε κάτι μεγάλα σούπερ-μάρκετ κι έβγαζα πάρα πολλά λεφτά, καθώς συνεργαζόμουν με έναν αντιπρόσωπο μεγάλων εταιρειών.
Μέχρι που ξαφνικά με έπιασε ο ιδεαλισμός να κυνηγάω τους κακούς, το έγκλημα κ.λπ., χαζομάρες παιδικές δηλαδή. Έλα όμως που μου βγήκε αντίθετα εντελώς κι έφτασα να ψάχνομαι με τον Αισχύλο! Απ' το πουθενά, κυριολεκτικά! Άντε να 'χα δει τρία θέατρα στη ζωή μου, και σε κινηματοθέατρο, όχι σε κανονικό θέατρο, μια και ζούσα στην επαρχία!
Το πώς το έμαθαν οι γονείς μου, όμως, έχει πλάκα: γύριζε ένα σίριαλ ο Μανουσάκης με πρωταγωνιστή τον Βαλτινό, κι είχε περάσει απ' τη σχολή για κάστινγκ ο βοηθός του. «Έλα να σε δει ο Μανουσάκης» μου λέει.
Πάω και μου προτείνει ο ίδιος ο Μανουσάκης να κάνω στην αρχή έναν βουβό ρόλο, τον σωματοφύλακα του Βαλτινού. Άνοιγα κι έκλεινα πόρτες, τέτοια πράγματα.
Έχεις ακούσει να λένε για κάποιον ότι έχει το κοκαλάκι της νυχτερίδας; Εγώ έχω όλη τη νυχτερίδα πάνω μου!
Στο τρίτο επεισόδιο με ρωτάει: «Θες να σου δώσω και μερικές ατάκες;». «Τι μου λέτε, κ. Μανουσάκη», του απαντάω, «ποιος τυφλός δεν θέλει το φως του;». Κατέληξα να γίνω συμπρωταγωνιστής του Βαλτινού!
Βέβαια, εκεί χρωστάω πολλά στους τεχνικούς. Αυτοί με έμαθαν να παίζω. Με πιάνει μια μέρα ο διευθυντής φωτογραφίας: «Εσύ κάνεις θέατρο, μεγάλα πράγματα, αλλά εδώ τα πράγματα είναι μικρά, όλα γίνονται μέσα σ' ένα κουτάκι».
Μου ζήτησε να καταπιώ κανονικά όλη την κινησιολογία ή την τοποθέτηση της φωνής που είχα μάθει από το θέατρο! Δεν μπορώ να πω, μου έκατσαν στη συνέχεια και καλοί ηθοποιοί συνάδελφοι δίπλα μου, ο Βαλτινός, η Νάντια Μουρούζη...
— Σε αυτό το σίριαλ σας πρωτοείδαν ηθοποιό οι δικοί σας;
Ακριβώς! Με παίρνουν τηλέφωνο: «Εσύ είσαι, ρε;».
— Σας παρατηρούσα να μιλάτε μες στο αυτοκίνητό σας με διάφορους τοπικούς παράγοντες από το κινητό και σκεφτόμουν ότι είστε ο άνθρωπος με όλες τις λύσεις.
Δεν ξέρω αν θα τις βρω τις λύσεις, πάντως θα τις ψάξω.
— Εννοώ πως δεν υπάρχουν παρατρεχάμενοι, οι άμεσα ενδιαφερόμενοι θα μιλήσουν μ' εσάς απευθείας.
Δεν έχω παρατρεχάμενους, έχω ομάδα! Είμαι πρώτος μεταξύ ίσων: σύμβουλοι, συνεργάτες ή και φίλοι μου, που μπορεί να τους έχω δώσει κάποιο αντικείμενο, λέγοντάς τους: «Αυτό θα το αναλάβεις εσύ, γιατί εγώ δεν αδειάζω».
— Τόση ώρα, πάντως, δεν ξαναχτύπησε το κινητό σας.
Πιστεύω ότι δεν υπάρχει σπίτι εδώ πέρα που να μην έχει το νούμερό μου, αφού όλοι με έχουν πάρει κάποια φορά. Τους έχω κάνει, όμως, εξήγηση: «Δεν θα με παίρνετε τηλέφωνο για ψύλλου πήδημα, γιατί στο τέλος θα με τρελάνετε και δεν θα μπορέσω να κάνω τίποτα».
— Εν είδει άτυπης συμφωνίας ή όπως ακριβώς μου τα λέτε εμένα τώρα;
Όπως σ' τα λέω εσένα τώρα, κανονικά, έτσι ακριβώς! Έχει τύχει να με πάρουν και στις 2 το βράδυ, αλλά έχοντας εξαντλήσει όποια άλλη λύση μπορούσε να υπάρξει στο πρόβλημά τους.
— Πείτε μου ένα τέτοιο περιστατικό.
Ένας άνθρωπος εδώ, 53 ετών, πάθαινε συνέχεια ανακοπές κι έπρεπε να φύγει επειγόντως για Αθήνα, αλλά δεν έβρισκαν νοσοκομειακό. Βρήκαμε ένα με τα χίλια ζόρια, αλλά όχι και γιατρό για να τον συνοδεύσει.
Ξυπνάω μια γιατρό μέσα στη νύχτα, «θα πας εσύ» της λέω και μου απαντάει: «Δεν μπορώ να το αναλάβω». «Θα το αναλάβεις» της είπα, «γιατί αλλιώς έχεις τελειώσει. Σήκω και πήγαινε και μετά πες στον εισαγγελέα ότι σε απείλησα!».
Πήγε, σώσαμε έναν άνθρωπο νέο, φυσικά δεν πήγε μετά στον εισαγγελέα, αλλά ακόμα δεν μου μιλάει κι έχουν περάσει ήδη δύο χρόνια. Ειρήσθω εν παρόδω, ο αδερφός του ασθενή ήταν ένας από τους πολιτικούς μου αντιπάλους.
Μπορεί και να έμπαινα φυλακή με τη συμπεριφορά που είχα εκείνες τις στιγμές, είχα όμως τον τοπικό μας γιατρό να μου λέει ότι ο άνθρωπος έκανε συνέχεια ανακοπές κι έπρεπε να πάει επειγόντως στην Αθήνα.
Έβλεπα φίλους μου να παίρνουν τρελά μηνιάτικα και μεροκάματα και να 'ρχονται στις πέντε μέρες να ζητάνε δανεικά. Ακριβώς επειδή ήμουν «βλαχάκος», όπως με είχε πει ο Κοντογιάννης, διαφύλαξα τον εαυτό μου και απ' το ένα και από το άλλο, δεν έτρωγα τα λεφτά μου σε βλακείες.
— Κάτι που αναγκαστήκατε να κάνετε εσείς ο ίδιος για έναν δημότη σας;
Κάθε μέρα κάνω, ρε φίλε, όπως τώρα με τα χιόνια που εγώ, ένας αλπινιστής του Κολωνακίου, βρέθηκα σε αδιέξοδο. Μπροστά το δικό μας γκρέιντερ άνοιγε τον δρόμο κι εγώ είχα στο όχημα τους νεφροπαθείς και τους πήγαινα για την απαραίτητη αιμοκάθαρση.
— Ελαττώματα δεν έχετε; Όλα αυτά ακούγονται κάπως υπόπτως εξιδανικευμένα.
Είμαι εμμονικός. Κουράζω τους συνεργάτες μου, που μπορεί κάποια στιγμή να εγκαταλείψουν και να προτιμήσουν να αράξουν στα σπίτια τους.
— Με τι θα έπληττε ο Απόστολος Γκλέτσος;
Με το να ήμουν σπίτι μου, εισοδηματίας, να μην έκανα τίποτα, να μην είχα καμία ευθύνη, καμία αγωνία, καμία φοβία.
— Το να υπηρετείς έναν δήμο προϋποθέτει κι έναν αλτρουισμό.
Δεν γνωρίζω αν είναι αλτρουισμός ή ανάγκη. Αν είναι ανάγκη, αυτομάτως δεν είναι αλτρουισμός. Αν έχεις ανάγκη να 'σαι αλτρουιστής, τελικά δεν είσαι. Αλτρουιστής είναι αυτός που συσσωρεύει πλούτη, ας πούμε, και πάει κόντρα στην ανάγκη του, δίνοντάς τα στους άλλους. Εγώ έχω μια άλλη ανάγκη, σε κομπλεξικό σημείο, πίστεψέ με, άρα δεν είμαι αλτρουιστής.
— Έχοντας ζήσει τη χρυσή περίοδο της ιδιωτικής τηλεόρασης, για να ξαναπάμε στα καλλιτεχνικά, θα ήθελα ένα σχόλιό σας.
Αυτή μας έφτιαξε όλους της γενιάς μου! Έφερε και πολλή σαβούρα, αλλά ήταν και πολλές οι αντιγραφές από το εξωτερικό. Θα μπορούσε να γινόταν κι αλλιώς, αλλά κάποιοι διάλεξαν τον εύκολο δρόμο μάλλον.
Γιατί να μην έμενε η ιδιωτική τηλεόραση στα ωραία σίριαλ, στις μυθοπλασίες, και προχώρησε στο φτηνό ξεκατίνιασμα και σε εκπομπές όπου έβγαινε ο άλλος και βριζόταν on camera με τη γυναίκα του;
Κι έγιναν καλές κωμωδίες τότε, που ακόμη παίζονται και εκτιμούνται. Ας κατέβαζαν τα μπάτζετ, δεν υπήρχε λόγος να παίρνουμε τέτοια τρελά λεφτά!
— Τρελά λεφτά, sex and drugs με ή άνευ rock and roll, να φανταστώ, έτσι;
Έφτανε τα όρια της αρρώστιας όλο αυτό! Είναι άρρωστο να έχεις τη δυνατότητα να απλώνεις το χέρι και να παίρνεις ό,τι θέλεις! Κακό πράγμα! Θα γίνει μία, θα γίνει δύο, μετά όμως αρρωσταίνει η ψυχή σου.
Έβλεπα φίλους μου να παίρνουν τρελά μηνιάτικα και μεροκάματα και να 'ρχονται στις πέντε μέρες να ζητάνε δανεικά. Ακριβώς επειδή ήμουν «βλαχάκος», όπως με είχε πει ο Κοντογιάννης, διαφύλαξα τον εαυτό μου και απ' το ένα και από το άλλο, δεν έτρωγα τα λεφτά μου σε βλακείες.
Δεν μπορώ να μη σου πω ότι και μένα δεν με μάζεψαν μετά από άγρια μεθύσια, αλλά μέχρι εκεί, ποτέ κόκες και τέτοια πράγματα. Έβλεπα τα αποτελέσματα, έλεγα γιατί να πάω να χαλάσω τα ωραία μου χρηματάκια;
Για να γίνω αυτό που βλέπω γύρω μου; Έβλεπα έναν να μιλάει κανονικά και ξαφνικά να σηκώνεται σπινταριστός, να νομίζει ότι κάτι είναι και να γίνεται μαλάκας! Δεν θέλω να πω ονόματα τώρα...
— Βέβαια, με την απόσταση των χρόνων τα περιγράφετε τώρα, από μια απόσταση ασφαλείας, σαν σοφός παππούς μόνο 50 ετών που είστε.
Έχει να κάνει με την καταγωγή μου αυτό. Με το ένστικτό μου και, το ξαναλέω, με ολόκληρη τη νυχτερίδα! Έχω φτάσει σε σημείο να φοβάμαι την τύχη μου, να λέω ότι δεν μπορεί, κάποια στιγμή θα γυρίσει. Σε σένα τα λέω πρώτη φορά αυτά τώρα... Φοβάμαι την γκέλα που μπορεί να μου συμβεί.
— Πίσω από μια άνοδο κρύβεται η πτώση μέχρι την Αναγέννηση έλεγαν οι αρχαίοι ημών πρόγονοι. Τι ήταν, ας πούμε, οι περιπέτειες που είχατε με την υγεία σας;
Έχω κάνει τρεις εγχειρήσεις καρδιάς. Κολπική μαρμαρυγή. Είναι πολύ επώδυνο, γιατί δεν σε κοιμίζουν. Εννιά ώρες το πρώτο χειρουργείο, έξι ώρες το δεύτερο... Να σου καυτηριάζουν την καρδιά επί εννιά ώρες, χωρίς καν μέθη!
Στα 35 μού συνέβη κι έκλαιγα! Αναρωτιόμουν μήπως ήμουν η μετεμψύχωση του Χίτλερ και γι' αυτό τα τραβούσα όλα αυτά. Ε μετά πέρασα κι ένα καρκινάκι...
— Είδατε, όμως, πως τελικά η νυχτερίδα ολόκληρη πάνω σας μπορεί να ήταν βαμπίρ;
Ε, ναι, αλλά το ότι τα ξεπερνάω όλα μπαμ-μπαμ κάτι δεν είναι κι αυτό; Πόσοι πεθαίνουν γύρω μας, δίπλα μας;
— Έπρεπε απαραιτήτως να μπείτε σε δοκιμασίες; Εδώ μιλάμε για πόνο και αγωνία.
Θα μπορούσα να μάζευα ελιές, καλά το λες! Για το μεροκάματο κι εγώ, για 30 ευρώ την ημέρα!
— Νομίζω, επομένως, πως έχετε ισοφαρίσει.
Όχι, χρωστάω!
— Μαρτυρικά το λέτε.
Χρωστάω στην τύχη μου, ρε φίλε, τι να κάνω;
— Και τώρα το λέτε ψυχαναγκαστικά.
Μπορεί. Όλοι έχουμε από μια πατερίτσα. Εμένα η δική μου μπορεί να είναι αυτό.
— Έχετε κρατήσει εκτός δημοσιότητας την οικογένεια που φτιάξατε. Συνειδητή επιλογή ήταν ή προέκυψε;
Ήταν συνειδητή επιλογή, αλλά έχει να κάνει πολύ και με τη Μαρία, τη γυναίκα της ζωής μου. Κάναμε μαζί την κόρη μας και για μένα εξακολουθεί να είναι θεότητα μέσα μου, ένα πλάσμα μοναδικό. Με αγαπάει, την αγαπάω, αλληλοστηριζόμαστε.
Και να ήμουν ο τύπος που θα ήθελε να τους προβάλει προς τα έξω, η Μαρία δεν μασάει απ' αυτά. Και το παιδί μας έτσι το 'χει κάνει. Να πήγαινα δηλαδή και να τους έλεγα «ελάτε να βγάλουμε μια φωτογραφία ή να δώσουμε όλοι μαζί, μπροστά στο τζάκι μας, μια συνέντευξη»; Θα μου λέγανε: «Μαλάκα, μάζεψ' τα και φύγε τώρα!».
Κι ας μην είμαστε σήμερα μαζί με τη Μαρία. Έχουμε χωρίσει εδώ και 15 χρόνια σχεδόν, όταν η μικρή ήταν δύο ετών. Δεν φαντάζεσαι πόσο άριστη σχέση έχουμε κρατήσει. Τώρα μένω με τη μάνα μου, εδώ, στο πατρικό της. Εκείνη απάνω κι εγώ από κάτω, στο υπόγειο.
— Πλάκα έχει λίγο αυτό.
Είναι τέλεια, φίλε, τέλεια. Με φροντίζει σαν να είμαι πέντε ετών, όχι δεκαπέντε, που θεωρείται μεγάλη ηλικία. Μόνο κρεμούλα δεν με ταΐζει στο στόμα. Δεν ήμουν μαμάκιας, αυτό συνέβη στα 45 μου, την τελευταία πενταετία που μένω εδώ μόνιμα.
— Το να μιλάς φόρα παρτίδα, χωρίς δεύτερη σκέψη, δεν είναι λίγο επιβλαβές;
Έχει το τίμημά του, απ' την άλλη όμως σ' το αναγνωρίζουν κάποιοι και είσαι σημείο αναφοράς.
— Όπως και με εκείνη τη δήλωση με το «ψάρι που ψήνεται και απ' τις δυο μεριές». Αλήθεια, τη μετανιώσατε;
Όχι, ρε, τι να μετανιώσω, είσαι καλά;
— Κάπως πρέπει να σας το ρωτούσα κι αυτό. Την περιμένατε μια τέτοια ερώτηση από τον Κωστόπουλο;
Λοιπόν, άκου, για να μη ρίχνουμε τις ευθύνες στους άλλους, ο Κωστόπουλος σ' εκείνη τη συνέντευξη μου φέρθηκε καλύτερα και από αδερφός. Εγώ τον πήγα προς τα κει, από μόνος μου την έκανα τη δήλωση και ξέρεις γιατί;
Υπήρχε μια περιρρέουσα ατμόσφαιρα με όλα αυτά που γράφονται με το σύμφωνο συμβίωσης. Η κοινή γνώμη δεν είχε τρομοκρατηθεί τόσο απ' αυτούς που δεν το ήθελαν, όσο από κάποιους επαγγελματίες πούστηδες.
— Ποιοι είναι οι «επαγγελματίες πούστηδες»;
Αυτοί που στηρίζουν τους γκέι για να τα αρπάζουν! Δεν μου αρέσουν οι «επαγγελματίες» που δημιουργούν κάτι κάθε λίγο και λιγάκι για να 'χουν αυτοί κέρδος, αυτό σου λέω! Έτσι λειτουργεί το σύστημα. Αυτοί κάνουν τη δουλίτσα τους, κάποιοι άλλοι τσιμπάνε και βγαίνουν και βρίζουν.
Υπάρχουν όμως και κάτι απώλειες που όλοι αυτοί δεν τις πολυσκέφτονται. Μιλάω για κάτι 14χρονα, 15χρονα, όχι τον συνειδητοποιημένο που έχει βρει τον δρόμο του και που από το '85 και μετά δεν τους ακούει καθόλου αυτούς και τους έχει πάρει χαμπάρι.
Εγώ αναφέρομαι στα παιδάκια στην επαρχία κυρίως, που όλη μέρα η τηλεόραση αναπαράγει τον κουρνιαχτό των «επαγγελματιών» και των ρατσιστών και δεν το 'χουν τίποτα να πάνε να δέσουν μια θηλιά στον λαιμό τους.
Υπάρχουν κάτι μανάδες που υποψιάζονται και τρέμει το φυλλοκάρδι τους, όπως και κάτι πατεράδες που αρχίζουν τις αγριάδες μες στο σπίτι τους. Υπάρχει, λοιπόν, ένα bullying τόσο γαμημένο, που ξεκινάει από κάποιους που θέλουν να κάνουν τη δουλίτσα τους.
Άρα, εγώ τι είπα στην ουσία; «Μάγκες, επειδή σας βλέπω και πολύ άντρακλες, προχωράω στο παρασύνθημα»! Το θεώρησα ιερή υποχρέωση λόγω του ότι είμαι πατέρας!
— Είχατε κι ένα πολιτικό κόστος, μικρό έστω. Την επομένη κιόλας σας εγκατέλειψαν τρεις συνεργάτες σας.
Δεν τους κατηγορώ, αφού κάνανε κάτι που πίστευαν. Είμαι μαζί τους, αν θες, για τη μαγκιά τους. Άσχετα, βέβαια, αν οι δύο απ' τους τρεις μετά το κατάλαβαν και μου τηλεφωνούσαν να ζητήσουν συγγνώμη. Δεν με χάλασε καθόλου όλο αυτό!
Άκουσε, ο άντρας με την έννοια του ανθρώπου που κρατάει τον λόγο του και που μπορείς να τον εμπιστευτείς, εκείνος που πάντα θα διάλεγα δίπλα μου για μια ειδική αποστολή, είναι γκέι! Τους άλλους τους ματσό με τα αντριλίκια τους, να τους χέσω, που μπορεί την επόμενη στιγμή να σε προδώσουν για ενάμισι αργύριο.
Τα μεγαλύτερα αρχίδια που έχω γνωρίσει τα είχε γκέι άντρας! Ποιος μπορεί να βγει, λόγου χάριν, και να πει ότι «με έριξε ο Χατζιδάκις»; Για όλους τους άλλους, τους άντρακλες, θα βγουν δεκαπέντε και θα το πουν! Εντάξει;
Για να τελειώνουμε με την κουβέντα αυτή, κανονικά δεν θα έπρεπε να συζητάμε γι' αυτά τα πράγματα εν έτει 2017. Τι σημαίνει γκέι; Γιατί τους κάνουμε το χατίρι, γαμώ την πουτάνα μου; Γιατί κάποιοι, που σου είπα, ζουν απ' αυτό!
— Και γιατί ζούμε και σε μια φοβική κοινωνία επίσης.
Δεν χρειάζεται καθόλου να το χαρακτηρίσουμε όλο αυτό. Θα πρέπει να είναι ποινικό αδίκημα όταν κάποιος λέει το παραμικρό για ενηλίκους. Δηλαδή είπες τίποτα για τη σεξουαλική ζωή ενός ενήλικα;
— Το κάνει ο αντιρατσιστικός νόμος αυτό, υποτίθεται.
Ναι, αλλά να γίνεται! Έλεος πια, έλεος! Τους κάνουμε το χατίρι να συζητάμε για τα αυτονόητα, γιατί έχουμε δύο χέρια και δύο πόδια; Τι σημαίνει πάρα φύσιν;
Πάρα φύσιν είναι η παιδεραστία, γιατί ένας μικρός ηλικιακά άνθρωπος δεν συναινεί. Ακόμα κι αν του δώσεις καραμέλες, δεν έχει τον νου να καταλάβει. Αυτό είναι έγκλημα, είναι κακούργημα ειδεχθές!
Όταν όμως είμαστε δύο ενήλικες και συναινούμε και γουστάρουμε, θα έρθεις τώρα εσύ να μου πεις ότι είμαστε πάρα φύσιν;
— Με πάτε τώρα πάλι στην ιδιωτική τηλεόραση και στον απόλυτο εκχυδαϊσμό της. Πόσων και πόσων ανθρώπων δεν καταστράφηκε η ζωή από αποκαλύψεις για τον ιδιωτικό τους βίο;
Όντως! Πω, πω, πω, ε ρε Παναγία μου, σου μιλάω ειλικρινά, όταν ξέσπασε το σκάνδαλο με τον Κορκολή, έκλαψα με μαύρο δάκρυ (σ.σ. σωπαίνει, δακρύζει).
— Σας βλέπω και τώρα.
Δεν του άξιζε αυτό το πράγμα του ανθρώπου.
— Ήσασταν φίλοι;
Τον ξέρω, μωρέ, τον Στέφανο, τον ξέρω. Μιλάμε για το πιο γλυκό πλάσμα.
— Ή και ο άλλος, ο Ασλάνης, ομολογουμένως αξιαγάπητη παρουσία.
Άλλη ψυχούλα αυτός! Τερατωδίες είχαν γίνει τότε! Κατάλαβες τώρα γιατί έκανα τη δήλωση αυτή; Για να βουλώσω το στόμα σε όλα αυτά τα καρκατσόλια!
Θέλω να μιλάνε για μένα οι απόγονοί μου. Όχι για το θέατρο... Ποιος το γαμεί το θέατρο; Ένας μέτριος ηθοποιάκος είμαι που τα 'λεγα και που έκανα ένα-δυο πράγματα. Είμαι χρήσιμος, όμως, απ' τη μία δουλειά στην άλλη!
— Σας λείπει το θέατρο σήμερα;
Δεν μου λείπει, γιατί πηγαίνω στην Αθήνα και βλέπω. Δεν θα μπορούσα να παίξω θέατρο ξανά, είναι πολύ καταπιεστικό. Δεν παλεύεται αυτή η καταπίεση, ότι τη συγκεκριμένη ώρα πρέπει να 'σαι στο συγκεκριμένο μέρος!
Μεγαλώσαμε όλοι οι ηθοποιοί με το δόγμα «η παράσταση θα γίνει» κι ας είχες 40 πυρετό. Δεν το μπορώ, σε καμία άλλη δουλειά δεν υπάρχει αυτό, πουθενά! Είναι και λίγο ψώνια οι ηθοποιοί, με την καλή έννοια. Κι εγώ είμαι ψώνιο που είμαι δήμαρχος, sorry, είμαι ψωνάρα!
— Παίζετε ξανά όμως σε ένα σίριαλ αυτό τον καιρό!
Μόνο και μόνο για να με βοηθήσει να γίνω περιφερειάρχης. Νομίζεις πως έχω καμιά καούρα να παίξω σε σίριαλ;
— Αφοπλιστική η ειλικρίνειά σας...
Είμαι ψώνιο, τέλος! Είμαι ψώνιο! Εμένα μου αρέσει να φοράω τα άρβυλα το πρωί και να τρέχω σαν αφιονισμένο άλογο με τις δουλειές του δήμου.
— Το έχουν καταλάβει αυτό οι συντελεστές του τωρινού σας σίριαλ;
Τους το 'χω πει, το ξέρουν. «Παιδιά, εγώ θα κάνω αυτό, εσείς θα με βοηθήσετε σ' αυτό». Πώς θα με βοηθήσουν; Τους είπα να με βάλουν να κάνω τον καλό, να μην είμαι ο κακός ή κάνας μαλάκας ξέρω γω... (σ.σ. έχω σκάσει στα γέλια).
Μα, ξέρεις τι γίνεται; Μια γιαγιά ταυτίζεται με τον θετικό ρόλο, δεν μπορεί να βλέπει δηλαδή ο κόσμος να υποφέρουν από μένα οι άλλοι. Μου λέει η σεναριογράφος, που είναι μετρ, «άσ' το πάνω μου».
— Είναι κι ένας επιπλέον τρόπος, όμως, να αμείβεστε.
Δεν παίρνω λεφτά. Τα παίρνω δηλαδή, αλλά από μένα πάνε αλλού. Τα παίρνω λίγα - λίγα, όχι μαζεμένα, αλλά στο τέλος θα βγουν οι αποδείξεις και θα τους πω ''Πάρτε τα, ορίστε''. Όταν δηλαδή βγουν καλοθελητές και πουν ''Έλα, μωρέ, αφού τα παίρνεις τώρα'', εγώ θα δημοσιεύσω στο ''Διαύγεια'' πού δόθηκαν τα χρήματα, κυρίως σε πετρέλαιο που χρειάζονται διάφορα ιδρύματα. Όλα, με αποδείξεις, τίτλους και ονόματα.
— Είχατε κάνει και κάτι άλλο που δεν γνωρίζει πολύς κόσμος, έναν σύλλογο, να τον πω έτσι, υπέρ αδύναμων συμπολιτών μας με υψηλά χρέη.
Σου λένε πως αν γίνει μια «σεισάχθεια» για την πρώτη κατοικία, αυτομάτως θα γίνει κούρεμα καταθέσεων. Κι έρχεται ο άλλος και σου λέει «αυτός πήρε δάνειο κι έφτιαξε σπίτι. Ο άλλος δεν πήρε σπίτι και τις λίγες οικονομίες του τις έβαλε στην τράπεζα. Γιατί να θες να κάψεις τον έναν εις βάρος του άλλου;». Και σε βάζουν σ' αυτό το ηθικό δίλημμα.
Έχει αδρανοποιηθεί η όλη κατάσταση που προσπάθησα να στήσω στην Αθήνα με κάποιους δικηγόρους, ακριβώς γιατί μπήκε αυτό το δίλημμα. Δεν μπορείς να είσαι αυτός που είσαι και να θες να χτίσεις μεζονέτα. Τι να κάνουμε, την πάτησες!
Ο άλλος ήταν στο νοίκι και μάζεψε 150.000, όλη του την περιουσία δηλαδή, δεν έχει κάτι άλλο. Μπορεί να ήθελε cash για να σπουδάσει το παιδί του και όχι να φτιάχνει σπίτια. Άμα, λοιπόν, του κάνεις 70 αυτά τα 150 χιλιάρικα, του πήρες το κεφάλι. Ό,τι έγινε και στην Κύπρο!
— Είστε πάντα επιφυλακτικός με τους ανθρώπους του πλούτου;
Τους συμμερίζομαι. Είναι άνθρωποι ειδικών περιστάσεων που δεν θα ήθελα να είμαι στη θέση τους. Το έχω ζήσει κι εγώ εν μέρει, όχι με τον πλούτο αλλά με τη δόξα. Να μην ξέρεις αν ο άνθρωπος που βρίσκεται ή κοιμάται δίπλα σου είναι για τον Αποστόλη ή για έναν μαλάκα που βλέπει στην τηλεόραση.
Ξέρεις πόσο άσχημα πέρασα απ' αυτό; Να μην ξέρω τους φίλους μου ή την κοπέλα που ξύπναγα δίπλα της; Πόσοι απ' αυτούς θα μου λέγανε «καλημέρα» αν μου καθόταν μία στραβή;
— Έχετε άγχος για τον κόσμο στον οποίο μεγαλώνει το παιδί σας;
Όχι, όπως τα άλλα παιδιά, έτσι κι αυτή. Σκέψου πως όταν έκανα τη δήλωση για το ψάρι, αν δεν ήξερα τι παιδί έχω στο σπίτι, δεν θα την είχα κάνει ποτέ. Όταν γύρισα σπίτι, μου είπε: «Μπράβο, ρε πατέρα, είμαι περήφανη για σένα».
— Δηλαδή δεν είχατε κάνει καμία προηγούμενη κατ' οίκον συζήτηση;
Σου είπα, ξέρω τι παιδί έχω, αν δεν ήξερα πώς έχει μεγαλώσει και πώς την έχουμε κάνει να σκέφτεται και να αισθάνεται...
— Ξέρετε, όμως, είναι άλλο να γαλουχείς το παιδί σου με όλα αυτά τα σωστά και τα ωραία και άλλο να του λες ευθαρσώς: «Εγώ, ο πατέρας σου, είχα εμπειρία σεξουαλική με άλλον άντρα».
Αν είσαι σωστός γονιός, πρέπει να 'χεις χτίσει σωστά και όλο το οικοδόμημα για να μπορέσει το παιδί να το ακούσει αυτό. Δεν του το κοπανάς μια ωραία πρωία στα μούτρα!
Εγώ τη βλέπω να αρθρογραφεί στο Ίντερνετ ‒και έχει και καλή πένα‒ και να τα χώνει σε διάφορους πολιτικούς για τον ρατσισμό τους απέναντι στους γκέι και στους μετανάστες. Θέλω να πω ότι από την ηλικία των μηδέν ετών μεγάλωσε σωστά.
— Το ίδιο το κορίτσι δέχτηκε bullying για τη διαβόητη δική σας δήλωση;
(χαμογελάει) Όχι, όχι, ούτε κατά διάνοια. Το φοβόμασταν αυτό με τη μάνα της. Δυο-τρία πιτσιρίκια πήγαν και της είπαν: «Ρε μαλάκα, ο πατέρας σου τα σπάει». Κι αγόρια, έτσι; Δεκαπέντε και 16 ετών, που μπορεί να μην έχουν καταλάβει ακόμα τι είναι και τι θέλουν μέσα τους.
— Όπως το είπατε πριν, φτάνουμε στο σημείο να επιβραβεύονται τα αυτονόητα.
Τώρα με έβαλες στην πρίζα και θα σου πω κι αυτό: ήρθαν κάποιοι δημοσιογράφοι από την Αθήνα στη Στυλίδα, την επόμενη της δήλωσης, για να μου ρίξουν τα κατηγορώ τους. Με κάμερες κιόλας!
Πέφτουν, λοιπόν, πάνω σε μια παρέα ανθρώπων που δεν με είχαν ψηφίσει. Σημειωτέον, εγώ εδώ τη δεύτερη φορά βγήκα με 68%. Τους ήξερα, έτυχε απλώς οι συγκεκριμένοι άνθρωποι να είναι υποψήφιοι με τον απέναντι.
Ξέρεις τι απάντησαν στους δημοσιογράφους όταν τους ζήτησαν δυο λόγια για τη δήλωσή μου; «Βέβαια, εμείς, εδώ, το πρώτο πράγμα που μαθαίνουμε είναι πώς ψήνεται το ψάρι και απ' τις δύο μεριές! Δεν το ξέρατε;» Με υπερασπίστηκαν δηλαδή!
— Θα το θεωρούσατε τοπικιστικό το εν λόγω συμβάν;
Κοίταξε, εκτιμούν μία κατάσταση εδώ.
— Θα γινόταν το ίδιο στη Μάνη, ας πούμε;
Ναι. Είναι μάγκες εκεί. Σαφώς και είναι λίγο τοπικιστικό, αλλά κι εγώ ξέχασα την επομένη των εκλογών ποιοι δεν με ψήφισαν. Παίζω μπάλα για όλους.
— Τι σας κάνει χαρούμενο στη ζωή αυτή;
Πολλά πράγματα. Πάρα πολλά. Μου αρέσει που με σταματάνε οι άνθρωποι τώρα, που με βλέπουν μαζί σου και μου χαρίζουν το πιο πλατύ τους χαμόγελο. Με συναρπάζει!
— Για εδώ είστε ό,τι και η βασίλισσα της Ολλανδίας που κυκλοφορεί με ποδήλατο στο Άμστερνταμ και την επευφημούν.
Εντάξει, παράπονα θ' ακούσω κι εγώ εδώ, αλλά υπάρχει αλληλεγγύη.
— Ποιο θα ήταν το ιδανικό όραμά σας;
Να λένε για μένα τα παιδιά και τα εγγόνια μου: «Σώπα, ρε! Αυτόν τον αγαπάμε ακόμα». Και τα δισέγγονά μου να το λένε χωρίς ένα «αλλά», να μην υπάρχει δηλαδή κανένα σκοτεινό σημείο γύρω απ' αυτό που υπήρξα.
— Εξιδανικεύετε την υστεροφημία σας.
Ναι, είμαι ψώνιο και μ' αυτό.
— Ειλικρινές ψώνιο, αφού δεν θα ζείτε για να το ακούτε.
Θέλω να μιλάνε για μένα οι απόγονοί μου. Όχι για το θέατρο... Ποιος το γαμεί το θέατρο; Ένας μέτριος ηθοποιάκος είμαι που τα 'λεγα και που έκανα ένα-δυο πράγματα. Είμαι χρήσιμος, όμως, απ' τη μία δουλειά στην άλλη!
— Εύχομαι να έχετε πάνω απ' όλα την υγεία σας και τη μαχητικότητά σας.
Σ' ευχαριστώ για όλη αυτή την κουβέντα. Ας ευχηθούμε σ' αυτούς που θα διαβάσουν τη συνέντευξη, και όχι μόνο, μια πραγματικά καλή καινούργια χρονιά.