Τον πρωτοείδα το 2001 στην εμβληματική παράσταση του έργου «Καθαροί Πια» της Σάρας Κέιν σε σκηνοθεσία Λευτέρη Βογιατζή και μαγεύτηκα – δεν ήταν τυχαία υποψήφιος για το βραβείο Χορν. Ηθοποιός με λαμπρές σπουδές (design, καλές τέχνες, αρχιτεκτονική, υποκριτική στο Royal Academy of Dramatic Art), υπήρξε επίσης υποψήφιος α΄ πρώτου ανδρικού στις ταινίες Valse Sentimentale της Κωνσταντίνας Βούλγαρη (2008) και Χώρα Προέλευσης του Σύλλα Τζουμέρκα (2010). Ανήσυχος, επιδέξιος, πολυτάλαντος, δεν περιορίζεται στην ηθοποιία. Καταπιάνεται επίσης με το art direction, τις κούκλες, τις κομμώσεις, τη φωτογραφία (τελευταία του σημαντική δουλειά, η φωτογράφηση της καμπάνιας της Στέγης το περασμένο φθινόπωρο), την επεξεργασία εικόνας, τις κατασκευές, σκοπεύει δε να δοκιμαστεί και στη σκηνοθεσία – δεξιότητες που συνδέει ο ίδιος κοινός παρονομαστής, «η κατασκευή πλαστών κόσμων». Πλαστών πλην εντελώς ρεαλιστικών αφού «δεν υπάρχει πιο θεραπευτικό, πιο πραγματικό μέρος από την τέχνη», με βεβαιώνει. Τον Θάνο Σαμαρά δεν διακρίνουν μόνο η αξιοσύνη, η επιμονή κι ένας έμφυτος θαρρείς αισθητισμός αλλά επίσης η σεμνότητα, η διακριτικότητα και μια ανυπόκριτη ευαισθησία. Μεθοδικός αλλά ταυτόχρονα αυθόρμητος, κοσμοπολίτης και «δικτυωμένος» αλλά συνάμα μονήρης, ήρεμων τόνων μα με ταμπεραμέντο εκρηκτικό, πιστός όσο και... εκδικητικός, πήρε, καθώς λέει, όλες του τις αποφάσεις για το μέλλον του – «από τις πιο σύνθετες ως τις πιο διακριτικές» ήδη από παιδί, όταν ακόμα «μιλούσε με το φεγγάρι» και με βάση αυτές πορεύεται. Δεν διατηρεί πολλούς στενούς φίλους, δεν έχει ακόμα ερωτευθεί παράφορα, δεν θεωρεί καν εαυτόν ελκυστικό αλλά απλά «μια κατασκευή», δεν θα γευόταν ποτέ κρέας παρά μόνο για λόγους επιβίωσης. Θα επιθυμούσε να παίξει κάποτε τη «Μήδεια» του Ευριπίδη, φτάνει να τον εμπνέει ο σκηνοθέτης, θα υποκρινόταν επίσης ευχαρίστως «έναν κωλόγερο». Έχει μπουχτίσει με τις ατέλειωτες κι ανούσιες πολιτικολογίες, προτιμά μια πολιτική της καθημερινότητας που συνίσταται στο να καταφέρνει, ξεχνώντας το «κάθαρμα» μέσα του, να ξεβολεύεται λίγο για χάρη των άλλων, να συμπάσχει μαζί τους, να μην αφήνει τρίτους να αποφασίζουν για εκείνον. Δεν αισιοδοξεί για το αύριο, είναι όμως ευπροσάρμοστος και προτιμά τα λιγότερα γιατί είχε, λέει, κακομάθει στα περισσότερα. Λατρεύει τη δημιουργικότητα, την αγάπη, τη θυσία, τη συνέπεια κι εύχεται να βρει το θάρρος να εκπληρώσει τις προσδοκίες που έχει από τον εαυτό του, έστω κι αν αυτές τον οδηγήσουν σε μια απόλυτη σιωπή.
— Τι συζητάτε με τον Κώστα Κουτσολέλο και τη Νάνσυ Μπούκλη περιμένοντας την πανσέληνο να ανατείλει στο «Περί Φύσεως»;
Είναι ένα έργο για την ενσυνείδηση. Τον φόβο για το άγνωστο. Και για την τρωτή φύση του ανθρώπου. Μάλλον. Η αλήθεια είναι ότι οι σύγχρονοι ρυθμοί ζωής έχουν κάνει την ονειροπόληση και τον στοχασμό πολυτέλειες δυσεύρετες...
Ο λόγος για τον οποίο έληξα την παραμονή μου στη Νέα Υόρκη ήταν ακριβώς αυτός. Η καταναγκαστική, χωρίς λόγο, βιασύνη. Αν δεν μπορώ να κάτσω σε μια άκρη και να αφουγκραστώ, είμαι δυστυχισμένος. Ο περιττός θόρυβος και η χαζή βιασύνη με μπλοκάρουν, γίνομαι ανάπηρος. Αυτό, και η υπερβολική ευημερία που μασκάρει τα σημαντικά.
Ζήλεψα τον ρόλο του Μουστάκη στο «Φαέθων». Θέλω να παίξω έναν κωλόγερο. Θα ήθελα πολύ να δουλέψω σε αρχαία τραγωδία.
— Αλλά για πες, σου συμβαίνει και στην πραγματική ζωή να «σεληνιάζεσαι»;
Μικρός μιλούσα στο φεγγάρι και κάναμε σχέδια. Όταν θα σε ξαναδώ, θα είμαι εκεί. Δε θα σε ξανακοιτάξω, μέχρι να καταφέρω αυτό. Κρατά μου παρέα, μέχρι να φτάσουμε σε εκείνο το μέρος.
— Είναι όμως πιστεύεις η φύση μια οντότητα στατική, δεδομένη ή κάτι που αναδιαμορφώνεται συνέχεια;
Όλα αλλάζουν συνεχώς. Από την προηγούμενη βδομάδα, τα γένια μου είναι πιο μακριά.
— Το σημαντικότερο εφόδιο για έναν ηθοποιό; Η μεγαλύτερη "παγίδα";
Το ένστικτο, μόνο το ένστικτο. Καμία ορθολογιστική ανάλυση κείμενου, καμία ακαδημαϊκή γνώση της γλώσσας, κανένα επιχείρημα λογικό, δεν μπορεί να δώσει απάντηση σε κάτι για τον ρόλο ή για κάποια φράση, αν το ένστικτο δεν είναι σύμφωνο. Αν δεν είναι, τότε το ακολουθείς πάση θυσία και με πείσμα μέχρι να φανερωθεί η αλήθεια σου/του. Η παγίδα, μία, και πέφτουμε σε αυτή καθημερινά άπαντες του σιναφιού: Ο ναρκισσισμός.
— Ηθοποιός και καλλιτέχνης μαζί... όχι συχνός συνδυασμός. Πώς σου προέκυψε και πόσο γίνεται αποδεκτός σε καιρούς όπου η εξειδίκευση είναι το πρωτεύον; Αν έπρεπε να διαλέξεις, προς τα πού θα έτεινες;
Με ενδιαφέρει η συνολική εικόνα, ακόμα κι όταν είμαι σε κάτι απλώς ως ηθοποιός. Μήπως όμως ένας σπάνιος συνδυασμός, είναι και αυτό μια εξειδίκευση; Δεν βρίσκω πάντως κάτι σπάνιο σ' αυτό, όλοι οι άνθρωποι που εκτιμώ δεν έχουν μόνο μια ιδιότητα, παρότι η δουλειά τους έχει απόλυτη συνοχή στο σύνολό της. Ο Serges Lutens φτιάχνει τα πιο διαβολικά αρώματα αλλά είναι κι από τους αγαπημένους μου σκηνοθέτες κινηματογράφου και φωτογράφους. Ο Jean Cocteau έγραφε, ζωγράφιζε, έπαιζε, σκηνοθετούσε. Ο Guy Bourdin ήταν ένας μοναδικός σκηνοθέτης αλλά δούλευε με απαίδευτα, ανυποψίαστα μοντέλα. Αν έπρεπε να διαλέξω, θα διάλεγα να μην είμαι αδρανής.
— Βρήκα κάτι ενδιαφέροντα βιντεάκια στην προσωπική σου σελίδα στο youtube... Θα σε δούμε και σκηνοθέτη κάποια μέρα;
Δεν ξέρω· και αν ναι, με τι τρόπο. Είναι κάτι χαρακτήρες, σκηνικά και μουσικές σκαλωμένα στο μυαλό μου αλλά δεν ξέρω σε τι φόρματ ανήκουν. Σε αποτυπωμένο, ή ζωντανό.
— Ποιες ιδέες, πρόσωπα και πράγματα σε καθόρισαν, πώς στοιχειοθετείται η προσωπική σου κουλτούρα; Υπάρχει κάτι που ακολουθείς σαν οδηγό ζωής, που λένε, ή προτιμάς να αυτοσχεδιάζεις;
Πάντα σκεφτόμουν πώς θα ήταν να είχα έναν μέντορα να με προφυλάσσει από τις κακοτοπιές. Αλλά παραείμαι πείσμων, εγωιστής και μη-πρακτικός για να άφηνα κάποιον άλλο να παίρνει αποφάσεις. Έτσι έχω κάνει πολλά και πολύ άκομψα λάθη και ας πούμε πως έμαθα από αυτά. Όλες μου οι αποφάσεις, από τις πιο σύνθετες ως τις πιο διακριτικές, πάρθηκαν όταν ήμουν ακόμα παιδί. Σα να είχα αποφασίσει τι θα επακολουθούσε στη ζωή μου και με ποιο τρόπο, και τράβηξα τις γραμμές ανάμεσα στους αριθμούς. Ακόμα ζω τη ζωή μου με το ίδιο μότο που είχα ανακαλύψει τότε σε ένα βιβλίο, είχα κόψει και κρατήσει. Δεν λέω ποιό είναι, ήδη είπα πολλά. Από πρόσωπα, ανέφερα ήδη πριν τους Serge Lutens, Jean Cocteau, Guy Bourdin. Άλλοι άνθρωποι που με εμπνέουν είναι η art director Natacha Rambova, ο παραγωγός της RKO Val Lewton, η τραβεστί Barbette, η ηθοποιός πορνό Jeanna Fine, η σκηνοθέτης Doris Wishman, ο φωτογράφος Christer Strömholm με το Les Amies de Place Blanche του.
— Αληθεύει ότι οι περισσότεροι καλλιτέχνες είναι «λοξοί», «ψώνια» (με την καλή ή την κακή έννοια), «βαρεμένοι» και είναι άραγε αυτό κάτι σαν προαπαιτούμενο;
Όταν κάνεις αυτή τη δουλειά -να την ονομάσουμε τέχνη;- με ειλικρινή πρόθεση και πίστη, αναπόφευκτα βρίσκεσαι σε μια κατάσταση πολύ ευάλωτη, όση σκληρότητα και δόντια κι αν χρειαστεί να δείξεις για να πορευτείς. Ένα ατσάλινο κέλυφος που περιέχει κάτι τελείως μαλακό. Αυτό είναι ένα πρίσμα που βγάζει περίεργα χρώματα. Αν οι πληβείοι το βρίσκουν λοξό, μια μερίδα παντεσπάνι στο 4 παρακαλώ.
— Η παράλληλη με την υποκριτική ενασχόλησή σου με τις κούκλες θυμίζει εκείνη την ταινία όπου ο Τζον Μάλκοβιτς εγκαταλείπει την ηθοποιία και γίνεται διάσημος μαριονετίστας. Προσωπικά βρίσκω συναρπαστικό να παρατάει κάποιος μια πετυχημένη ζωή/δουλειά/καριέρα για να δοκιμαστεί σε κάτι εντελώς καινούργιο...
Δεν ήταν ακριβώς καινούργιο· οι παραστάσεις κι οι ταινίες στις οποίες παίζω, το art direction, οι φωτογραφίες με κούκλες σε σκηνικά κλίμακας, τα εργαλεία της μεταμόρφωσης ένδυμα-πρόσωπο-μαλλιά, η οργάνωση του φωτός και η επεξεργασία εικόνας στη φωτογραφία μόδας ή καμπάνιας, είναι όλα κατασκευή πλαστών κόσμων. Είναι δηλαδή ένα πράγμα.
Προσαρμόζομαι καλά σε δύσκολες καταστάσεις και μου αρέσει να έχω λιγότερα γιατί έχω καλομάθει στη ζωή μου, κάτι που μου έκανε και κακό.
— Γιατί έγινες χορτοφάγος και πόσο «αυστηρός» είσαι; Δεν βρίσκεις λίγο τραβηγμένη, ακόμα κι υποκριτική την αποκλειστική χορτοφαγία, δεδομένου ότι έχει διαπιστωθεί πως και τα φυτά διαθέτουν αισθήσεις;
Αρνούμαι να ζω στερώντας τη ζωή σε ένα ον που δεν είναι καθόλου διαφορετικό από μένα στον τρόπο που αντιλαμβάνεται την αξία της ζωής του, που βιώνει τον φόβο και την απώλεια των δικών του και τα λοιπά και τα λοιπά για να βλαχομπουκώσω εγώ κοψίδια, επειδή έτσι μου έμαθαν αδαείς γεννήτορες. Εφόσον δεν ζούμε πια στη ζούγκλα και καμαρώνουμε για την εξέλιξη μας ως είδος, έχουμε στη διάθεση μας καλύτερες επιλογές. Το κρέας κι ο τρόπος παραγωγής του αποτελεί μια παλιά κακή συνήθεια που είναι λάθος από όπου και να την πιάσεις. Αν βρεθώ στο δάσος και πρέπει να μείνω ζωντανός, θα σκοτώσω ένα λαγό -αν τα καταφέρω, κι εδώ έγκειται η κεφαλαιώδης διαφορά, πρέπει να το κάνεις με τα χέρια σου φίλε- γιατί πρέπει να επιβιώσω και αυτό είναι φύση. Μέχρι τότε, ένα κινόα με πορτσίνι και λάδι τρούφας στο 5 παρακαλώ.
— Τι σου λείπει περισσότερο από τη Νέα Υόρκη; Υπάρχει αντίστοιχα κάτι που θα είχε πραγματικά να ζηλέψει το «Μεγάλο Μήλο» από την Αθήνα, εκτός βέβαια από τα μνημεία της;
Η Νέα Υόρκη είναι μια πόλη από θλιμμένα ρομπότ. Η ζωή είναι φαινομενικά τέλεια κι έτσι ξεγελιούνται και τα ρομπότ, και οι θεατές των. Αλλά οι ανθρώπινοι χυμοί της πόλης έχουν στερέψει πολλά χρόνια τώρα. Δε μου λείπει τίποτα από τα μέρη στα οποία έζησα. Τα φέρω μαζί μου. Στην Αθήνα συνάντησα αγριότητα και κακούς τρόπους. Υπάρχουν ακόμα ευγενείς άνθρωποι στην πόλη, λίγοι όμως. Δεν είναι ζήτημα χρημάτων αυτό. Είναι φύση και θέση.
— Ποιο θεωρείς το σημαντικότερο πράγμα που έκανες στον έως τώρα βίο σου;
Δε μου έρχεται κάτι στο μυαλό. Αυτά που θέλω να κάνω στο μέλλον είναι που έχω κατά νου.
— H ομορφιά, η προσωπική γοητεία είναι σίγουρα χάρισμα που ανοίγει καρδιές και πόρτες σφαλιστές. Μήπως όμως μπορεί κάποτε να αποδειχθεί και χίμαιρα; Αν ναι, γιατί; Πόσο βοήθησε στη δική σου περίπτωση;
Αποτελεί μια ασπίδα προστασίας, όταν οι άνθρωποι σε βρίσκουν γοητευτικό, ή όμορφο, ή θέλουν να σε φιλήσουν στο στόμα με γλώσσα. Εμένα δεν ξέρω με ποιό τρόπο να με βοήθησε, δεν είμαι ωραίος, είμαι μια κατασκευή.
— Το ότι όλη η Αθήνα πια κάνει ή βλέπει θέατρο (1500 τόσες παραστάσεις πέρσι σε κάπου 300 σκηνές) πώς το κρίνεις; Νέοι συνάδελφοι και σκηνοθέτες που θα ξεχώριζες;
Σούπερ. Δεν υπάρχει πιο θεραπευτικό ή πιο πραγματικό μέρος από την τέχνη. Ας γίνουν και 3.000 οι παραστάσεις. Είμαι καταγοητευμένος με την Μαρία Κίτσου, την Ελίνα Ρίζου, την Ιωάννα Πιατά, την Θεανώ Βασιλείου. Νέοι σκηνοθέτες, η Ρούλα Πατεράκη (πάντα, μόνο νέα), η Αργυρώ Χιώτη, ο Δημήτρης Καραντζάς, η Έφη Μπίρμπα, η Γεωργία Μαυραγάνη, η Κατερίνα Ευαγγελάτου, η Σύλβια Λιούλιου. Έχοντας λείψει για αρκετά μεγάλο διάστημα, υπάρχουν κι άλλοι νέοι σκηνοθέτες που μου έχουν κεντρίσει το ενδιαφέρον αλλά ακόμα δεν έχω δει από κοντά τη δουλειά τους. Επίσης δεν μου αρέσουν οι λίστες ανθρώπων.
— Ποιος κλασικός ρόλος θα σου ταίριαζε λες περισσότερο; Μπορούν άραγε να υπάρξουν σήμερα τέτοια έργα και τέτοιοι ρόλοι (ο Άμλετ π.χ.) ή μήπως ήδη γράφτηκαν/γράφονται αλλά ακόμα δεν τα έχουμε ανακαλύψει;
Ζήλεψα τον ρόλο του Μουστάκη στο «Φαέθων». Θέλω να παίξω έναν κωλόγερο. Θα ήθελα πολύ να δουλέψω σε αρχαία τραγωδία. Επειδή σπούδασα υποκριτική στο Λονδίνο, όχι στην Ελλάδα, είναι ένα πεδίο που μου είναι τελείως άγνωστο, παρότι εντελώς οικείο στο μέγεθος των συναισθημάτων και της δραματικότητας, από την προσωπική μου ζωή. Με έλκει αυτή η κλίμακα. Κλασικός ρόλος; Η Μήδεια. Είναι όμως πάντα ο σκηνοθέτης που θα αποτελέσει λόγο να θέλω να παίξω έναν ρόλο, όχι ο ίδιος ο ρόλος.
— Έχεις μια ντελικάτη παρουσία στα κοινωνικά δίκτυα. Πόσο ευχαριστημένος είσαι από την εμπλοκή σου σε αυτά αλλά κι από το κοσμοείδωλο που αντικατοπτρίζουν, προωθούν ή προτείνουν;
Με νοιάζει όλο και λιγότερο αν είμαι ενδιαφέρων ή αρεστός. Κρατάω ένα online ημερολόγιο από το 2000 στο site μου. Μοιράζομαι κι εκθέτω προσωπικά μου ζητήματα και σκέψεις, πολύ πριν δημιουργηθούν τα κοινωνικά δίκτυα. Δε ξέρω τι με ώθησε σε αυτό, ίσως ο ίδιος λόγος που και τώρα κάπως συμμετέχω, η μοναξιά. Με ενδιαφέρει επίσης πολύ να παρατηρώ την καθημερινή συμπεριφορά ανθρώπων που με γοητεύουν. Έστω και με τον τρόπο που την καλλιεργούν δημοσίως. Μπορείς να διακρίνεις κρυμμένα πράγματα. Όσο πάντως περνάει ο καιρός, νιώθω την ανάγκη για περισσότερη ιδιωτικότητα και λιγότερη έκθεση.
— Για την πολιτική, για τα «κοινά» που λέμε ενδιαφέρθηκες ποτέ; Θα συμφωνούσες με την άποψη ότι το προσωπικό είναι επίσης πολιτικό; Αν ναι, την εφαρμόζεις;
Δεν με ενδιαφέρουν οι πολιτικές συζητήσεις πια. Βαριέμαι να ακούσω και να πω πάλι τα ίδια. Πολιτική συνείδηση είναι πώς ζεις την κάθε σου μέρα. Να βοηθάς με τον τρόπο σου, με το να είσαι λιγότερο κάθαρμα από όσο έχεις φυσική ροπή στο να είσαι, να έχεις καλούς τρόπους, να μην γίνεσαι σκληρός, να ξεβολεύεσαι λίγο για χάρη άλλων, με το να μην αφήνεις άλλους να αποφασίζουν για σένα.
— Όλο αυτό που συμβαίνει τα τελευταία χρόνια στην κοινωνική, πολιτική και οικονομική ζωή της χώρας πώς το εκλαμβάνεις και πόσο σε επηρεάζει προσωπικά;
Φυσικά και το παρατηρώ και προσπαθώ να καταλάβω την πορεία του. Προσαρμόζομαι καλά σε δύσκολες καταστάσεις και μου αρέσει να έχω λιγότερα γιατί έχω καλομάθει στη ζωή μου, κάτι που μου έκανε και κακό. Όχι, καθόλου δεν αισιοδοξώ. Δεν έχω καμιά πίστη στην πειθαρχία του Έλληνα.
— Είπες κάποτε πως προτιμάς να πουληθεί η Ελλάδα στους ξένους. Το πιστεύεις ακόμα και γιατί; Τις έννοιες Ελλάδα, ελληνικότητα πώς θα τις όριζες όντας πολυταξιδεμένος και κοσμοπολίτης;
ΟΚ, ατυχής διατύπωση για την οποία έχω ακούσει πολλά. Μια εναλλακτική διατύπωση θα ήταν πως η Ελλάδα τρώει τα παιδιά της και δε θέλω καμία τεμπέλα, γοφού, λοβοτομημένη χώρα να με φάει και να με ρευτεί. Ας με πιάσει πρώτα.
— Διανύοντας πια την τέταρτη δεκαετία της ζωής σου εκτιμάς ότι με τον εαυτό σου τα έχεις βρει ή ακόμα βρίσκεστε σε διαπραγματεύσεις; Είναι λες θέμα ηλικίας, εμπειριών ή χαρακτήρα η ωριμότητα και πώς νοείται;
Ένα αντικρουόμενο σύστημα όπου καταλαβαίνω μεν καλύτερα μηχανισμούς μου που δεν είχα αντιληφθεί, όπου με απογοητεύει ο εαυτός μου, όπου όμως δεν πειράζει κιόλας, όπου πέφτω και σηκώνομαι πιο εύκολα, γιατί έχω δει την ιστορία πώς επαναλαμβάνεται και ξέρω να μη πανικοβληθώ.
— Υπάρχει κάτι για το οποίο θα μπορούσες να ρισκάρεις τα πάντα; Σκέφτηκες ποτέ την προοπτική να άλλαζες τελείως ζωή, συνήθειες και περσόνα ή το θεωρείς αδύνατο ακόμα κι αν υπήρχε η ευκαιρία;
Σκέφτομαι συνέχεια να εξαφανιστώ, χωρίς ίχνος, και να ζήσω μια τελείως σιωπηλή ζωή. Κυριολεκτικά σιωπηλή, να μην ξαναπώ λέξη. Κάπου τελείως απλά, χωρίς να έχω καμία προσδοκία από τον εαυτό μου. Να παρατηρώ τις μέρες να έρχονται και να φεύγουν, τον αέρα, τον ήλιο, την σκόνη.
— Τι σε «φτιάχνει» περισσότερο στη ζωή, πέρα από την τέχνη; Ποια είναι για σένα η ιδανική διασκέδαση; Για τους έρωτες, για τις φιλίες περισσεύει διάθεση και χρόνος; Πόσο επιτυχημένο θα σε έβρισκες σε αυτούς τους τομείς;
Μου είναι μαρτύριο το μπαρ ή το κλαμπ. Κατεβάζω ρολά και μετρώ τα δευτερόλεπτα πότε θα τελειώσει. Πάντα προτιμούσα την ήσυχη εγγύτητα με καλή παρέα, ή τετ α τετ, με απαλό φως και ιδιωτικότητα. Για φιλίες, ναι, χρόνος και διάθεση υπάρχουν, αλλά ή δε με κάνει εμένα κανείς παρέα, ή δεν κάνει ο κόσμος πια πολλή παρέα, γενικά. Ούτως ειπείν, δεν έχω πολλούς φίλους. Όσο για έρωτες, δεν έχει βρεθεί ο κατάλληλος ακόμα. Μέχρι τότε, στο ράφι, στο συρτάρι, στο παραθύρι, στον πάγκο του χασάπη.
Ζω μόνο όταν δουλεύω κι όταν είμαι ερωτευμένος. Και τα δύο αστάθμητα στη συχνότητα και στην ποιότητα τους.
— Με τη φωτογραφία και τις κατασκευές ασχολείσαι ακόμα εντατικά; Κάποια επόμενη έκθεση;
Είμαι στην Ελλάδα μόλις δυο μήνες. Τώρα που ανέβηκε η παράσταση κι έχω παραπάνω χρόνο για μένα, σπάω το κεφάλι μου πώς να υλοποιήσω κάποια ιδέα μου για μια σειρά φωτογραφιών με μια συγκεκριμένη ηθοποιό. Ακόμα όμως δεν έχω βρει καν σπίτι και κοιμάμαι σε καναπέδες, πράγμα που με δυσκολεύει αφού δεν διαθέτω το στούντιο και τα εργαλεία μου.
— Πόση σημασία δίνεις στον έρωτα και τι αναζητάς σε αυτόν καταρχήν; Είσαι «λύκος μοναχικός» για «σχεσάκιας», γυρεύεις αποκλειστικότητα ή ελεύθερη συμβίωση;
Δεν έχω «τύπο». Μπορεί να είναι ο οποιοσδήποτε. Αυτό που με διεγείρει, είναι το πνεύμα. Αυτό θα σηκώσει το πουλί μου, αυτό θα το κρατήσει σηκωμένο, αυτό θα με κρατήσει εκεί. Βαριέμαι πολύ τις σκέτες σαρκικές λαγνείες, αλλά όσο και να το ήθελα, δε βρίσκω πως η μονογαμία είναι κάτι απολύτως εφικτό. Παρ'όλα αυτά, πρέπει κανείς να προστατεύει τον σύντροφό του από τα σχόλια των άλλων με το να είναι πολύ διακριτικός και προσεκτικός με ό,τι κάνει. Η συμβίωση είναι ο μόνος τρόπος που αντιλαμβάνομαι μια σχέση. Μου δίνει χαρά να πλένω τις κάλτσες του, να του φτιάχνω να φάει και να του βάζω την καλή μερίδα. Υπάρχει καλύτερο πράγμα από ένα κράμα λαγνείας, φροντίδας, τρυφερότητας κι επιθετικής κτητικότητας;
— Θα χαρακτηριζόσουν άνθρωπος του μέτρου ή των άκρων; Απόλυτος ή μετριοπαθής, εσωστρεφής ή εξωστρεφής, ήρεμος ή «νευρόσπαστο», ισχυρογνώμων ή διαλλακτικός;
Κάτι ανάμεικτο, όπως όλοι φαντάζομαι. Είμαι πουριτανός αλλά με πολύ χυδαία αίσθηση του χιούμορ. Είμαι πολύ πειθαρχημένος αλλά τελείως αναρχικός με τις ορμές μου στη δουλειά και στη ζωή μου. Είμαι συντηρητικός αλλά δεν διστάζω να κάνω τεράστιες αλλαγές στη στιγμή, αν το ένστικτό μου φωτίσει έναν δρόμο. Είμαι υπεράνθρωπα πιστός στους ανθρώπους που προτιμώ και ο χειρότερος εχθρός σου για πάντα αν με αδικήσεις.
— Ποια συνήθεια θα επιθυμούσες να αποκτήσεις;
Θα ήθελα να λέω μόνο ψέματα. Μόνο. Οι άνθρωποι θέλουν να ακούσουν μόνο αυτό που θα ήθελαν να ακούσουν.
— Ένιωσες ποτέ να συντρίβεσαι υπαρξιακά; Πώς το αντιμετώπισες; Ένιωσες ποτέ αντίστοιχα το της πληρότητας Υπήρξαν αντίστοιχα στιγμές ή περίοδοι που αισθάνθηκες πλήρης κι απόλυτα ευτυχής;
Ζω μόνο όταν δουλεύω κι όταν είμαι ερωτευμένος. Και τα δύο αστάθμητα στη συχνότητα και στην ποιότητα τους. Δε θέλω να μιλάω για τις στιγμές που ένιωσα ότι καταστράφηκα, ήταν ψευδαισθήσεις τελικά. Θυμάμαι συχνά τη στιγμή που ένιωσα πλήρης κι απόλυτα ευτυχής· ένα βράδυ, μέσα σε μια αγκαλιά και καθώς αποκοιμιόμουν, νόμιζα πως μας κάλυπταν σιγά σιγά απαλές νιφάδες χιονιού κάτω από το γκρίζο φως του φεγγαριού. Δεν έχω κοιμηθεί πιο γλυκά.
— Διαβάζεις καθόλου; Τι προτιμάς; Ποια ταινία, παράσταση ή συναυλία είδες τελευταία;
Δεν μπορώ να διαβάσω, δεν καταλαβαίνω από λέξεις. Πρέπει να έχει και φωτογραφίες ή σχήματα για να καταλαβαίνω, είτε να μου το πει κάποιος. Είδα πρόσφατα Τα Κύματα, που λάτρεψα. Κι έβλεπα πάλι σήμερα το La Βaie des Αnges (1963) για πολλοστή φορά.
— Αν σου ζητούσα να μου ιεραρχήσεις τις αξίες και τις προτεραιότητές σου αφενός, τις φοβίες και τις ανασφάλειές σου αφετέρου;
Κάπως παρατάσσονται ανάμεικτα αυτά, χάνοντας το αρνητικό ή θετικό πρόσημο τους. Δημιουργικότητα. Αγάπη. Θυσία. Συνέπεια στον τρόπο με τον οποίο ζω. Το αναγκαίο κακό που είναι οι άνθρωποι. Να μην είμαι λίγος. Να έχω θάρρος. Να εκπληρώσω τις προσδοκίες που έχω από τον εαυτό μου. Να μη μιλάω πολύ.
Info:
«Περί Φύσεως» του Bijoux De Kant σε σκηνοθεσία Μιχάλη Βιρβιδάκη, πολυχώρος Bios, Πειραιώς 84 τηλ. 210 3425335, παραστάσεις μέχρι 10/4