Είναι νωπές οι μνήμες από το εναρκτήριο ματς του Μουντιάλ στη Ρωσία ανάμεσα στους οικοδεσπότες και την Σαουδική Αραβία όπου η κάμερα στρεφόταν κάθε τόσο στην εξέδρα των επισήμων επιχειρώντας κοντινό πλάνο στον πρίγκηπα διάδοχο Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν ενώ παρακολουθούσε πλάι στον Πρόεδρο Πούτιν τη συντριβή της ομάδας του την ώρα που οι σχολιαστές ανά τον κόσμο σημείωναν την συμβολή του στην άρση της απαγόρευσης της εισόδου γυναικών στα στάδια της χώρα του.
Κάποιοι όμως διατηρούσαν τις επιφυλάξεις τους, για να δικαιωθούν πικρά με τις δραματικές εξελίξεις γύρω από την υπόθεση του αδικοχαμένου δημοσιογράφου Τζαμάλ Κασόγκι που βρίσκεται στην κορυφή της διεθνούς επικαιρότητας. Ένας από αυτούς είναι και ο πολυγραφότατος Ινδός συγγραφέας (μεταξύ άλλων του βιβλίου «Ο ψυχρός πόλεμος του ισλαμικού κόσμου: Σαουδική Αραβία, Ιράν και η πάλη για την κυριαρχία») και αναλυτής ζητημάτων Μέσης Ανατολής, Ντίλιπ Χίρο, το ακόλουθο άρθρο του οποίου δημοσιεύτηκε χθες στον Guardian με σκοπό να διαλύσει όσες ψευδαισθήσεις έχουν απομείνει για την μεταρρυθμιστική φύση του 33χρονου πρίγκηπα και διαδόχου του θρόνου...
― Δ.Π.
«Τον περασμένο Ιούνιο, όταν έληξε επιτέλους η απαγόρευση της «γυναικείας οδήγησης», το γεγονός χαιρετίστηκε ανά τον κόσμο ως μέρος της εκσυγχρονιστικής ατζέντας του διαδόχου Σαουδάραβα πρίγκηπα Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν. Μολαταύτα, οι αρχές της χώρας διέταξαν τις γυναικείες ακτιβιστικές οργανώσεις να μην κάνουν δηλώσεις σχετικά με την άρση της απαγόρευσης.
Το μήνυμα ήταν ότι επρόκειτο για ένα μεγαλόψυχο δώρο του Βασιλιά Σαλμάν και του γιου του και όχι για το αποτέλεσμα πολυετούς καμπάνιας από τις οργανώσεις αυτές, έντεκα μέλη των οποίων είχαν συλληφθεί μόλις πριν από έναν μήνα. Παρότι τέσσερις από αυτές απελευθερώθηκαν τελικά, οι υπόλοιπες επτά υπέβαλαν αίτημα κατάργησης του ισχύοντος συστήματος κράτησης, το οποίο μεταχειρίζεται τις γυναίκες ως ανηλίκους. Ακόμα παραμένουν υπό κράτηση χωρίς να τους έχουν απαγγελθεί κατηγορίες και αντιμετωπίζουν ποινή 25ετούς φυλάκισης.
Είναι προφανές ότι δεν επρόκειτο τελικά για πολιτική μεταρρυθμίσεων αλλά για συντήρηση του ίδιου αυταρχικού καθεστώτος. Είναι μάλιστα τόσες πολλές οι ενδείξεις που φανερώνουν ότι ο πρίγκηπας έχει ήδη υπάρξει πιο δεσποτικός από τους προκατόχους του ώστε οι σκοτεινές περιστάσεις σχετικά με την «εξαφάνιση» του Τζαμάλ Κασόγκι στο προξενείο της Σαουδικής Αραβίας στην Κωνσταντινούπολη δεν θα έπρεπε να σοκάρουν και τόσο πολύ.
Πριν από λίγους μήνες, 30 κληρικοί, συγγραφείς και διανοούμενοι φυλακίστηκαν επειδή εξέφρασαν δημόσια την αντίθεσή τους στην πολιτική του Βασιλικού Οίκου του Μπιν Σαλμάν. Ήταν τότε ακριβώς που ο Κασόγκι, φοβούμενος δικαίως την άμεση σύλληψή του, διέφυγε στην Ουάσιγκτον.
Από τον Δεκέμβριο του 2016 του είχαν απαγορευτεί οι δημόσιες και τηλεοπτικές εμφανίσεις μετά την κριτική που είχε ασκήσει στον μόλις εκλεγμένο Πρόεδρο Τραμπ ενώ ακολούθως στα άρθρα γνώμης του που δημοσιεύονταν στην Ουάσιγκτον Ποστ κατέκρινε έντονα τον εμπορικό αποκλεισμό του Κατάρ από την κυβέρνηση του Ριάντ, τον εξαναγκασμό σε παραίτηση (που αργότερα ανακλήθηκε) του πρωθυπουργού του Λιβάνου Σαάντ Χαρίρι και την καταστολή των αντιφρονούντων και των media.
Πριν από λίγους μήνες, 30 κληρικοί, συγγραφείς και διανοούμενοι φυλακίστηκαν επειδή εξέφρασαν δημόσια την αντίθεσή τους στην πολιτική του Βασιλικού Οίκου του Μπιν Σαλμάν. Ήταν τότε ακριβώς που ο Κασόγκι, φοβούμενος δικαίως την άμεση σύλληψή του, διέφυγε στην Ουάσιγκτον.
Πριν από την άνοδο του Σαλμάν στο θρόνο, η μοναρχία της χώρας επέτρεπε κάποιο ζωτικό χώρο στους μη καθεστωτικούς κληρικούς Γουάχαμπι ενώ φρόντιζε να φιμώνει τους αντιφρονούντες πιο πολύ μέσω απειλών ή εναλλακτικά δωροδοκίας παρά μέσω της άμεσης καταστολής. Αυτή η «ήπια» συγκριτικά πολιτική εγκαταλείφτηκε καθώς ο Βασιλιάς Σαλμάν πήρε στα χέρια του όλα τα κέντρα εξουσίας, όχι μόνο στην κυβέρνηση – Άμυνα, Εθνοφρουρά, Υπουργείο Εσωτερικών, υπηρεσίες πληροφοριών – αλλά και εταιρείες όπως η Saudi Aramco, η μεγαλύτερη πολυεθνική πετρελαίου στον κόσμο, καθώς και διάφορους κατασκευαστικούς ομίλους αλλά και την ραδιοφωνία και τηλεόραση. Για να στηρίξει αυτές τις κινήσεις, ο Μπιν Σαλμάν (καθ' υπόδειξη του πατέρα του) προκήρυξε το Νοέμβριο του 2017 μια φαινομενικά δημοφιλή εκστρατεία ενάντια στη διαφθορά θέτοντας υπό κράτηση και υποχρεώνοντάς τους να φοράνε στο πόδι βραχιόλια παρακολούθησης 326 επιχειρηματίες και πρίγκηπες στο ξενοδοχείο Ritz–Carlton του Ριάντ με την αιτιολογία ότι είχαν καταχραστεί περιουσιακά στοιχεία του κράτους.
Όσο για τις προφυλακισμένες ακτιβίστριες, λοιδορήθηκαν αλύπητα από τις κυβερνητικές εφημερίδες και η καμπάνια τους κατηγορήθηκε ως πράξη προδοσίας χρηματοδοτημένη από το Κατάρ. Τουλάχιστον ο αγώνας τους, χάρη στις επαφές τους με παγκόσμιους οργανισμούς για τα ανθρώπινα δικαιώματα, παρέμεινε στη διεθνή επικαιρότητα.
Αντιθέτως, ουδείς γνωρίζει την τύχη των αμέτρητων κληρικών, συγγραφέων και διανοουμένων που κρατούνται επ' αόριστο χωρίς δίκη. Εξίσου άγνωστη είναι η μοίρα των 56 από τους κρατούμενους στο Ritz-Carlton που είχαν τη γενναιότητα να μην υποκύψουν στις απειλές και τους εκβιασμούς των κρατούντων και έχουν ήδη μεταφερθεί σε φυλακές υψηλής ασφάλειας, θύματα κι αυτοί ενός ολοκληρωτικού καθεστώτος υπό την ηγεσία του 33χρονου Μπιν Σαλμάν.
Η ιστορία όμως έχει συχνά δείξει ότι η άγρια καταπίεση αντιφρονούντων οδηγεί αναπόφευκτα στη λαϊκή δυσαρέσκεια με δραματικές συχνά συνέπειες. Ο Βασιλιάς Σαλμάν είναι αρκετά μεγάλος για να θυμάται τι συνέβη στον Σάχη της Περσίας. Θα πρέπει ίσως να μοιραστεί τις μνήμες αυτές με τον πιο αγαπημένο από τους γιους του».
Επιμέλεια: Δημήτρης Πολιτάκης
σχόλια