Χρειάστηκε να κάνετε κάποιου είδους υπέρβαση για ν’ αναλάβετε τη θέση του διευθυντή της Λυρικής; Ρωτώ γιατί, τους τελευταίους μήνες, στην προηγούμενη θέση, στη διεύθυνση της Κρατικής Ορχήστρας Θεσσαλονίκης, ζήσατε από πρώτο χέρι τι σημαίνει να εξαφανίζεται το υπουργείο Πολιτισμού, ν’ αφήνει ακέφαλους οργανισμούς για ικανό διάστημα κι οι διευθυντές τους, μετά τη λήξη της θητείας τους, ν’ αγνοούν για μήνες αν θ’ ανανεωθεί ή όχι…
Για μένα το ζήτημα αυτό λύθηκε από τη στιγμή που αποφάσισα να επιστρέψω στην Ελλάδα απ’ τη Γερμανία, αφήνοντας μια καλή, μόνιμη θέση εκεί. Η απόφαση της επιστροφής μου είχε μια διάσταση ιδεαλιστική. Σκεφτόμουν «αν δεν επιστρέψω τώρα, που μπορώ να τρέχω όλη μέρα, για να δουλέψω στην πατρίδα μου, όπου υπάρχουν τόσα που πρέπει να γίνουν, πότε θα το κάνω; Στα 70 μου;». Γενικά, ήμουν πολύ ευχαριστημένος στη Γερμανία, πέρασα καλά, ενσωματώθηκα. Αλλά, μετά από 13 χρόνια, άρχισα να νιώθω όλο και πιο έντονα ότι μου έλειπε η Ελλάδα.
Τ’ αρνητικά στοιχεία που σας προκάλεσαν τη νοσταλγία ποια ήταν;
Καταρχάς, ο καιρός, η μαυρίλα, το σκοτάδι, το κρύο τον χειμώνα. Και η ζωή των Γερμανών - απ’ το απόγευμα όλοι κλείνονταν στα σπίτια τους. Κάθε φορά που βρισκόμουν τον Απρίλιο στη Ελλάδα, όταν στη Γερμανία είχε ακόμη χιόνι, κι έβλεπα τους ανθρώπους στους δρόμους κι αυτή την ανάταση που προκαλεί η γλυκύτητα του καιρού αισθανόμουν διαφορετικά.
Δεν είναι λίγοι αυτοί που μιλούν για φθόνο των Βορειοευρωπαίων για τον μεσογειακό Νότο. Πρόσφατα, ο Αμερικανός οικονομολόγος και συγγραφέας Todd Buchholz έκανε λόγο στους «Νew York Times» για φθόνο των Γερμανών προς τους μεσογειακούς λαούς, που εκδηλώνεται με αφορισμούς τύπου «αυτοί πίνουν και χορεύουν όλη μέρα».
Η αλήθεια είναι ότι κι εμείς δεν έχουμε κάνει σπουδαία πράγματα για να «βοηθήσουμε» τους Βόρειους να μας καταλάβουν καλύτερα. Τι ξέρουν στην Ευρώπη για τον σύγχρονο ελληνικό πολιτισμό; Θα μπορούσαμε να κάνουμε πολλά, όχι αναγκαστικά πολύ δαπανηρά, για να δείξουμε προς τα έξω την άλλη Ελλάδα που εν πολλοίς οι Ευρωπαίοι αγνοούν. Στην κατεύθυνση αυτή δείτε πόσο καλά λειτούργησε η έξοδος των καλλιτεχνών της Λυρικής στην πόλη με το λυρικό λεωφορείο. Δεν στοίχισε τίποτε σπουδαίο, κι όμως αυτή η ευχάριστη παρένθεση σε μια πόλη που πολλά υπομένει και συνήθως μοιάζει εχθρική σαν να έδωσε την αφορμή για μια άλλη σχέση της Λυρικής με τον κόσμο. Κι ήταν καλό γιατί και οι καλλιτέχνες της Λυρικής το αντιμετώπισαν με μεγάλο κέφι. Σαν να έσπασε κάτι κι άρχισε ν' απελευθερώνεται η δημιουργικότητά τους. Θα το ξαναπώ: η Λυρική Σκηνή αυτήν τη στιγμή δεν έχει συνειδητοποιήσει τη δυναμική που έχει. Και είναι τεράστια.
Πώς την αντιλαμβάνεστε ακριβώς αυτήν τη δυναμική;
Η Λυρική Σκηνή έχει ένα πολλών και διαφορετικών ειδικοτήτων προσωπικό και τομείς με εν πολλοίς αναξιοποίητο δυναμικό. Αν γίνει κατορθωτό όλοι οι εργαζόμενοι να αισθάνονται χρήσιμοι και δημιουργικοί και καταργηθεί το στεγανό ότι «οι καλλιτέχνες της όπερας υπηρετούμε τη μεγάλη τέχνη», τότε μπορεί ν’ αλλάξουν το πνεύμα κι ο τρόπος που λειτουργεί ως σύνολο. Και δεν είναι μόνο το λυρικό λεωφορείο. Και το μπαλέτο της Λυρικής έχει ήδη χορέψει (σ’ εξέδρα που στήσαμε επί τούτου) στο Γκάζι, στον Κολωνό και θα πάει και αλλού. Η ανταπόκριση του κοινού είναι πολύ ενθαρρυντική για να συνεχίσουμε προς αυτή την κατεύθυνση. Όλο αυτό ξεκίνησε ως εξής: ήδη, από την περασμένη άνοιξη οι νέοι χορευτές κλήθηκαν ν’ αναπτύξουν τη δημιουργικότητά τους. Έτσι κι έγινε. Δοκίμασαν τις δυνάμεις τους και παρουσίασαν τη δουλειά τους σε μια ανοιχτή πρόβα-παρουσίαση. Τ’ αποτελέσματα μας ενθουσίασαν. Αυτή η προσπάθεια δεν πρέπει να μείνει κλεισμένη στο θέατρο, γι' αυτό και θα την «εκθέσουμε» στον δημόσιο χώρο. Από τέτοιες πρωτοβουλίες τα οφέλη είναι πολλά. Διαφωνώ καθέτως με τη λογική που λέει ότι η υψηλή τέχνη παίζεται στα χρυσοποίκιλτα θέατρα και τα σαλόνια. Η τέχνη μπορεί να υπάρξει σε οποιονδήποτε χώρο.
Κάπου διάβασα ότι σας θεωρούν αυστηρό. Τώρα που μιλάμε, ωστόσο, αυτό που μεταφέρετε δεν είναι αυστηρότητα, αλλά πίστη σ’ αυτό που υπηρετείτε και μια υγιή αισιοδοξία, που είναι σαφώς ευχάριστη αυτές τις δύσκολες μέρες.
Αυστηρός είμαι πρώτα με τον εαυτό μου. Έχω μάθει να δουλεύω με τρόπο πειθαρχημένο και οργανωτικό. Θέλω να γίνονται τα πράγματα σωστά κι επιμένω σ’ αυτό. Όταν δεν γίνονται, επιμένω ξανά. Ε, αν και πάλι δεν γίνουν, τότε δεν πρέπει να είμαι αυστηρός; Πόσο πια; Αλλά, κοιτάξτε, αυτό που πιστεύω είναι ότι η Λυρική έχει πολύ καλό προσωπικό που μπορεί ν’ αξιοποιηθεί πολύ καλύτερα.
Δεν ισχύει αυτό που κυκλοφορεί, ότι υπάρχει στη Λυρική πλεονάζον προσωπικό;
Δεν έχει πλεονάζον προσωπικό. Έχει, μάλιστα, υποστεί μείωση τα τελευταία δύο χρόνια που κυμαίνεται γύρω στο 40%. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι, για να μπορέσει η Λυρική ν’ ανταποκριθεί στις απαιτήσεις μιας σύγχρονης όπερας, θα πρέπει να δούμε τι θα χρειάζεται σε λίγα χρόνια, όταν θα εγκατασταθεί στο καινούργιο κτίριο του Ιδρύματος «Σταύρος Νιάρχος», που θα είναι έτοιμο στις αρχές του 2016. Το προσωπικό που θα χρειαστεί δεν γίνεται να εμφανιστεί ξαφνικά, σαν από παρθενογένεση. Πρέπει να είναι ήδη έτοιμο, δηλαδή εκπαιδευμένο. Είμαστε ήδη σε στενή συνεργασία με το Ίδρυμα. Η Λυρική λειτουργεί αυτήν τη στιγμή σ’ ένα θέατρο 650 θέσεων, το οποίο είναι σχεδόν πάντα γεμάτο. Αν είχε ένα θέατρο 1.400 θέσεων, όπως θα είναι το καινούργιο στο Φάληρο, η δυναμική της θα υπερδιπλασιαζόταν, γιατί τα έσοδά της απ’ τα εισιτήρια θα ήταν πολύ μεγαλύτερα. Ε, ας μην ευνουχίσουμε αυτό που θα είναι το μεγαλύτερο αναπτυξιακό έργο στην Ελλάδα μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες!
Προφανώς, αναφέρεστε στην ένταξη της Λυρικής Σκηνής και των κρατικών θεάτρων στη λίστα των ΔΕΚΟ...
Είναι δυνατόν να ζητάμε τη συρρίκνωση του μοναδικού λυρικού θεάτρου της Ελλάδας, ενός οργανισμού που συμμετέχει καίρια στη σύγχρονη πολιτιστική ζωή της χώρας και θα μπορούσε να συμβάλλει και στη διεθνή εικόνα της; Πιστεύω ότι θα βγούμε απ’ τη λίστα των ΔΕΚΟ, πρέπει να γίνει εξαίρεση, γιατί ούτε η Λυρική ούτε τα κρατικά θέατρα μπορούν να λειτουργήσουν σαν ΔΕΚΟ - αυτή η υπόθεση έχει σημεία που είναι, ειλικρινά, πολύ αταίριαστα… Αντίθετα, αυτό που πρέπει να γίνει είναι να ευνοήσουμε το καλλιτεχνικό laissez-faire, laissez passer, να δείξουμε πίστη στα ελληνικά σύνολα και να επενδύσουμε στην οργάνωσή τους και στη δημιουργικότητά τους.
Κάτω τα χέρια απ’ τη Λυρική, λοιπόν!
Αυτό ακριβώς. Χρειάζεται ψυχραιμία απ’ όλους. Και από μας εδώ στη Λυρική, γιατί η χώρα μας έχει μπει σε στενωπό. Αλλά σε οποιοδήποτε δίλημμα «μείωσης» της Λυρικής και της λειτουργίας της εμείς απαντάμε ότι θα συνεχίσουμε πεισματικά να παράγουμε έργο γιατί αγαπάμε τη Λυρική και θέλουμε να συνεχίσει να λειτουργεί όπως της αξίζει!
Ο φετινός προγραμματισμός επιφυλάσσει ευχάριστες εκπλήξεις. Σαν έτοιμος από καιρό, προχωρήσατε σ’ ένα ρεπερτόριο, κατά τη γνώμη μου, πολύ ελκυστικό.
Ο προγραμματισμός δεν ήθελα να έχει χαρακτήρα φωτοβολίδας, αλλά να καταφέρει να εδραιώσει από τη μια τη σχέση της Λυρικής με το παραδοσιακό κοινό της κι απ’ την άλλη να το διευρύνει, προσεγγίζοντας το κοινό του μέλλοντός της. Θελήσαμε ν’ αντιμετωπίσουμε τον κορεσμό του κοινού από τις 3-4 όπερες που ανεβαίνουν συνέχεια και να φέρουμε σκηνοθέτες αναγνωρισμένης αξίας, που δεν έχουν συνεργαστεί ξανά με τη Λυρική (ή έχουν συνεργαστεί ελάχιστα).
Τι θα δούμε, λοιπόν, φέτος στο «Ολύμπια»;
Ξεκινάμε στις 14 Οκτωβρίου με το «Ελιξίριο του έρωτα», μια ωραία ιστορία αγάπης, μια δροσερή, αισιόδοξη όπερα. Κάλεσα τον Σταμάτη Φασουλή να σκηνοθετήσει, έναν σκηνοθέτη του θεάτρου με μεγάλες επιτυχίες στο ιστορικό του, που δεν έχει σκηνοθετήσει ποτέ για τη Λυρική. Οι τραγουδιστές κι οι χορωδοί είναι ενθουσιασμένοι μαζί του και τα σχόλια που φτάνουν στ’ αυτιά μου μιλάνε για μια πολύ όμορφη παράσταση, που ξεκινάει ασπρόμαυρη και τελειώνει μέσ’ στο χρώμα. Πιστεύω ότι θα σημειώσει μεγάλη επιτυχία. Στη συνέχεια θα παρουσιάσουμε τη κωμική όπερα «Κρητικοπούλα» του Σπύρου Σαμάρα, ενός από τους πιο σημαντικούς συνθέτες του 20ού αιώνα. Θα είναι η πρώτη φορά από το 1917 που ανεβαίνει ολόκληρη. Γιατί ο Σαμάρας πέθανε λίγο μετά την ολοκλήρωσή της και δεν πρόλαβε να την προωθήσει στα λυρικά θέατρα. Είναι ένα αριστούργημα που θα σκηνοθετήσει ο Πέτρος Ζούλιας. Ο «Χορός των μεταμφιεσμένων», που ακολουθεί, θα παρουσιαστεί στην αυθεντική εκδοχή του, που είχε απαγορευθεί την εποχή της πρώτης παρουσίασής του, γιατί μιλούσε για τη δολοφονία του Σουηδού βασιλιά και τέτοια θέματα δεν ήταν αρεστά τότε. Αυλικό περιβάλλον, ραδιουργίες, σασπένς, πιστεύω ότι είναι καλό υλικό για μια εντυπωσιακή παράσταση απ’ τον Δημήτρη Μαυρίκιο, που επιστρέφει έπειτα από 25 χρόνια στη Λυρική. Ο Θωμάς Μοσχόπουλος σκηνοθετεί την παράσταση της Λυρικής για το παιδικό κοινό, τον «Παπουτσωμένο Γάτο» του Ρώσου συνθέτη του 19ου αιώνα, Τσέζαρ Κούι. Ο Θωμάς επιδιώκει να κάνει μια παράσταση και για παιδιά, γι’ αυτό η πρεμιέρα του έχει οριστεί να είναι βραδινή ώρα και στη συνέχεια θα τρέξει με το σύνηθες πρωινό πρόγραμμα. Τέλος, στο φετινό πρόγραμμα περιλαμβάνεται και η όπερα «Φάουστ» του Γκουνό, μια γκραν οπερά που θ’ ανέβει σε συμπαραγωγή με το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Τη σκηνοθεσία έχει αναλάβει ο Ρενάτο Τζανέλλα, ο νέος διευθυντής του Μπαλέτου της Λυρικής, που είναι και σκηνοθέτης. Και να μην ξεχάσω ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα που θα φέρει τη Λυρική και στην εκτός Αθηνών Ελλάδα, για το οποίο έχουμε πάρει ΕΣΠΑ (η όπερα διαδραστικά στα σχολεία). Με αντικείμενο τον «Κουρέα της Σεβίλλης», οι μαθητές των σχολείων θα συμμετέχουν τόσο στο στήσιμο της παράστασης (στην κατασκευή του σκηνικού) όσο και στην ερμηνεία της, αφού θα τραγουδήσουν στο φινάλε, με στόχο να νιώσουν την όπερα σαν κάτι που είναι οικείο, δικό τους.
Τι θ’ απαντούσατε σ’ αυτούς που υποστηρίζουν ότι η όπερα είναι ένα είδος που έχει ξεπεραστεί;
H όπερα δεν είναι μουσείο. Όπως βλέπουμε την Ακρόπολη κάθε μέρα και δεν τη βαριόμαστε, έτσι συμβαίνει και με τα μουσικά αριστουργήματα: δεν εξαντλείται η επιθυμία να τα απολαμβάνουμε και να τα θαυμάζουμε.
σχόλια