Το πιο γοητευτικό σε ένα επάγγελμα που περιλαμβάνει συναναστροφή με αρκούδες, λύκους και μεγάλες δασικές, ορεινές εκτάσεις είναι ότι καμία μέρα δεν είναι ίδια με την προηγούμενη. Τα τελευταία πεντέμισι χρόνια, άφησα πίσω μου μια για πάντα την πόλη όπου γεννήθηκα και μεγάλωσα, την Αθήνα, και πλέον ζω και εργάζομαι στο καταφύγιο της αρκούδας του Αρκτούρου, στο Νυμφαίο Φλώρινας. Η δουλειά μου περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, ξεναγήσεις των επισκεπτών στον χώρο του καταφυγίου, τάισμα των αρκούδων, καθημερινή φροντίδα και μέριμνα για τον χώρο και τις εγκαταστάσεις.
Είναι συναρπαστικό που δεν υπάρχει καμιά αίσθηση ρουτίνας, καμιά πλήξη, απλούστατα γιατί κάθε πρωί μπορεί να αντιμετωπίσω και ένα καινούργιο απρόοπτο. Ίχνη κάποιας ελεύθερης αρκούδας γύρω από το καταφύγιο, ένα ζαρκάδι να κάνει βόλτα κοντά στον δρόμο καθώς ανεβαίνω με το αυτοκίνητο, ή μια πέρδικα με τα μικρά της να τρέχουν πανικόβλητα για να ξεφύγουν από την επίθεση της πονηρής γερακίνας. Η άγρια ζωή, σε όλο της το μεγαλείο!
Η φροντίδα αυτών των άγριων ζώων που βασανίστηκαν και εξευτελίστηκαν κάνοντας φθηνά κόλπα σε τσίρκο, ζωολογικούς κήπους ή στους δρόμους και στις πλατείες έχει δώσει ουσιαστικό νόημα στη ζωή μου. Βλέπω στα μάτια τους την ευγνωμοσύνη και την ηρεμία που νιώθουν, ζώντας σε ένα προστατευμένο δάσος οξιάς. Δεν λέω πως δεν υπάρχουν δυσκολίες. Είναι σκληρό να ζεις σε μια περιοχή που οι εποχές, αντί για τέσσερις, είναι δυο, που το χιόνι και το συνεχόμενο κρύο μπορεί να σου τρυπάνε τα κόκαλα, που η κοντινότερη παραλία που μπορείς να αποδράσεις είναι τουλάχιστον δυο ώρες μακριά, και η σωματική και ψυχολογική κούραση πολλές φορές μπορεί να είναι εξαντλητική - παρ' όλα αυτά, οι εμπειρίες κοντά σε αυτά τα μεγαλειώδη και σπάνια ζώα αποζημιώνουν οποιαδήποτε άλλη απώλεια.
Η Βέσνα ήρθε σε μας το '99, όταν ήταν ήδη δύο ετών. Βρισκόταν στον ζωολογικό κήπο του Βελιγραδίου και με τους βομβαρδισμούς στην πόλη, λόγω του πολέμου, κινδύνευε η ζωή της. Είχαμε ακούσει ακόμα και για κανιβαλισμούς μεταξύ των ζώων. Καταφέραμε και σώσαμε τη Βέσνα μαζί με την Μπάρμπαρα και τον Μίσα τότε. Για αρκετό καιρό αφότου ήρθε στο καταφύγιο την έβλεπα να αγχώνεται με τους θορύβους και με τους καβγάδες που έπαιζαν ανάμεσα στις αρκούδες. Ενώ οι άλλες δύο αρκούδες προσαρμόστηκαν πιο εύκολα, η Βέσνα ήταν πιο κλειστός χαρακτήρας. Μια αποκάλυψη που συμβαίνει σε όλους όσοι παρακολουθούν τη συμπεριφορά των άγριων ζώων είναι η διαπίστωση ότι το κάθε ζώο έχει τον δικό ξεχωριστό του χαρακτήρα. Ξαφνικά παύει να είναι το είδος «αρκούδα» και γίνεται
η όμορφη Τασούλα, η ζωηρή Ειρήνη, η πεισματάρα Κατερίνα, ο σοφός Μήτσος, ο νεαρός Κυριάκος, το πειραχτήρι ο Μανώλης, ο δειλός και προσεκτικός Γιωργάκης, ο δυνατός Μίσα, ο μαύρος και ήρεμος Γιώργος, η απόμακρη Μπάρμπαρα, η μοναχική και γλυκιά Βέσνα και ο παππούς ο Ανδρέας.
Επειδή είμαι υπεύθυνη και για το τάισμά τους, ανακάλυψα ότι έχουν προσωπικό γούστο και στο φαγητό. Επίσης, είναι μύθος ότι αρέσει σε όλες το μέλι.
Την αμέσως επόμενη άνοιξη, από τη στιγμή που ήρθε στο καταφύγιο, η Βέσνα άρχισε να πλησιάζει την Μπάρμπαρα και από εκεί που δεν «μιλιόντουσαν» άρχισαν να τρώνε παρέα, μάγουλο με μάγουλο, και κατά τη διάρκεια της χειμερίας νάρκης κοιμήθηκαν αγκαλιασμένες. Την επόμενη άνοιξη δεν πλησίασε η μια την άλλη, αλλά βρήκαν και οι δύο την αυτοπεποίθησή τους. Έτσι είναι οι αρκούδες και έχει πλάκα κάθε άνοιξη γιατί πάντα αγωνιούμε να δούμε ποια θα τα πάει καλά με ποια. Η μεγαλύτερή μας αγωνία, βέβαια, είναι εάν θα ξυπνήσει ο παππούς ο Ανδρέας, η γηραιότερη καφέ αρκούδα της Ευρώπης, που φέτος έκλεισε τα 45 του χρόνια.
σχόλια