Για την υπόθεση της σύλληψης από την πολιτοφυλακή του ΕΛΑΣ Πατησίων και τη δολοφονία της Ελένης άκουσα πρώτη φορά από την ανιψιά της και γιαγιά μου Μαρία. Δεν γνωρίζω επακριβώς τον βαθμό συγγένειάς της με την Ελένη ούτε μπήκα ποτέ στη διαδικασία να ψάξω περισσότερο. Η μάνα της γιαγιάς μου λεγόταν Παπαδάκη. Η γιαγιά μου έτρεφε μεγάλη αγάπη για το σόι της μάνας της. Τους θαύμαζε που καταγίνονταν με τα γράμματα και τις τέχνες (σε αντίθεση με το σόι του πατέρα της που ήταν πιο πρωτόγονο). Και στενοχωριόταν που οι περισσότεροι χάθηκαν στην κατοχή και τον εμφύλιο, αρχής γενομένης από τους δύο γιατρούς θείους και νονούς της που βγήκαν στο βουνό με τον ΕΛΑΣ. Γνωρίζω πως μετά τον πόλεμο η γιαγιά μου κράτησε επαφές με έναν δύο εναπομείναντες συγγενείς της (του Μιχάλη-αδελφού της Ελένης συμπεριλαμβανομένου). Τους επισκεπτόταν μία στο τόσο μόνη της.
Το μόνο που θυμάμαι αμυδρά είναι μια κυριακάτικη βόλτα που με είχε πάρει μαζί της στο σπίτι μιας καλοβαλμένης «θείας Παπαδάκη». Αργότερα έμαθα πως επρόκειτο για κάποια ξαδέρφη της Ελένης. Ήταν και ένας άνδρας σε εκείνη τη συνάντηση, νομίζω ο Μιχάλης. Θα ‘μουν δεν θα ‘μουν επτά ετών. Μου είχε κάνει εντύπωση που μιλούσαν χαμηλόφωνα –μην ακούει το παιδί, δηλαδή εγώ- και που ήταν συγκινημένοι αλλά για ευνόητους λόγους την προσοχή μου είχε κερδίσει το τεράστιο κωκ που με σέρβιραν.
Την ιστορία της Ελένης η γιαγιά μου, μου την αφηγήθηκε μερικά χρόνια αργότερα όταν πια ήμουν στην εφηβεία όχι σαν ένα τραγικό περιστατικό του εμφυλίου όμως. Η εξιστόρηση της επικέντρωνε στο ταλέντο, τη φιλομάθεια, την εργατικότητα και την ικανότητα της Ελένης να στέκεται μόνη της στα πόδια της σε έναν ανδροκρατούμενο κόσμο.
Το τραγικό της τέλος δεν ήταν παρά μια διδαχή σύμφωνα με τη γιαγιά μου για το πού μπορεί να φθάσει ο φθόνος και η μικρότητα των ανθρώπων. Στα χρόνια που ακολούθησαν τη δολοφονία η οικογένεια της Ελένης κινήθηκε με την ευγένεια και την αξιοπρέπεια που τη διέκρινε πάντοτε, αποφεύγοντας ρεβανσιστικές πρακτικές. Διαχειρίστηκε το βάρος μιας τόσο οδυνηρής κληρονομιάς με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, πετυχαίνοντας να αφήσει πίσω της την πίκρα και το μίσος, φυσικά επακόλουθα μιας τέτοιας αγριότητας και αδικίας.
Πολλές δεκαετίες αργότερα ο Μάνος Ελευθερίου αποκατέστησε εν πολλοίς τα πράγματα με την έρευνα και το τεκμηριωμένο του βιβλίο. Σε μια συζήτηση που έτυχε να κάνουμε επ’ αυτού ο γλυκός και σοφός εκείνος άνθρωπος με ρώτησε αν πιστεύω ότι η Ελένη υπήρξε πρωτίστως θύμα του φύλου της (κάτι που υποστήριζε με σθένος η γιαγια μου) και ακολούθως του φθόνου των συναδέλφων της (με σημερινούς όρους θα χαρακτηρίζαμε την εκτέλεση της «γυναικοκτονία»). Του απάντησα ότι ο Εμφύλιος στην Ελλάδα δεν με πείθει σαν ιδεολογική αντιπαράθεση έτσι κι αλλιώς. «Μάλλον συμφωνείς με τη γιαγιά σου…» μου είπε χαμογελώντας. «Όχι απολύτως, στο περίπου… και για να το πάω ένα βήμα παραπέρα, την Ελένη δεν την έστειλαν στον τάφο σαν προδότρια -που δεν ήταν- αλλά σαν «πουτάνα». Και αυτό τα λέει όλα». Κούνησε το κεφάλι καταφατικά «είσαι έξυπνο κορίτσι αλλά αυτά που λες δεν θα αρέσουν σε κανέναν…».
Την Ελένη τη θυμήθηκα πριν κανα χρόνο όταν η ρωσική καλλιτεχνική κολεκτίβα που συνεργαζόμασταν στο πλαίσιο του fast forward festival της Στέγης ζήτησε να συμπεριλάβει στην εγκατάσταση που ετοίμαζε στο Πεδίον του Άρεως φράσεις από το απολογητικό γράμμα που έστειλε η Ελένη στους κατηγόρους της –ένα αναπάντεχο αίτημα που με εντυπωσίασε και με συγκίνησε παραδόξως.
Αυτές τις μέρες με αφορμή την απόφαση του νέου διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου Dimitris Lignadis να δοθεί το όνομα της Ελένης σε σκηνή έχει ξεσπάσει μια ασύλληπτα γελοία αντιπαράθεση μεταξύ υπερασπιστών και επικριτών της απόφασης.
Η Ελένη Παπαδάκη υπήρξε ένα υποκριτικό φαινόμενο και μία από τις σημαντικότερες ηθοποιούς του 20ου αιώνα –να μην τα ξαναλέμε. 75 χρόνια μετά τη δολοφονία της είναι το λιγότερο απάνθρωπο να μην αφήνεται στην ησυχία της και να ζυγίζεται με φτηνούς όρους κομματικού φεϊσμπουκικού πολέμου. Λυπάμαι για όσους ανακυκλώνουν σήμερα με προφανή μικροπολιτική στόχευση την επιχειρηματολογία της προ 70ετίας εμφυλιακής προπαγάνδας.
Δεν είχα καμιά διάθεση να εμπλακώ σε αυτή τη δημόσια συζήτηση επιπέδου δάπεδο, ούτε με αφορά προσωπικά (να το ξεκαθαρίσω αυτό) η απόφαση Λιγνάδη. Έπειτα όμως από την τόση παράλογη επιθετικότητα θεωρώ την εφαρμογή της επιβεβλημένη σαν πράξη αναγνώρισης του σπάνιου ταλέντου, της αξιοσύνης και της προσφοράς στη θεατρική ιστορία του τόπου αλλά και σαν μια ουσιαστική υπόμνηση της τραγωδίας που κρύβει ένας αιματηρός εμφύλιος πόλεμος. Κάποια στιγμή θα πρέπει να καταλάβουμε ότι υπάρχουν και πράγματα που δεν μπορούμε να τα κάνουμε τσίρκο. (περιττό να πω ότι υβριστικά-επιθετικά σχόλια θα διαγράφονται)
__________
Από το fb της Μαρίας Σαμπατακάκη
σχόλια