Ο Αλέξης Τσίπρας πραγματοποίησε τον αναμενόμενο ανασχηματισμό της κυβέρνησής του, σχηματίζοντας, σύμφωνα με την αφήγηση του Μεγάρου Μαξίμου, την πρώτη «μεταμνημονιακή κυβέρνηση». Πλην όμως, με «μνημονιακούς» υπουργούς όλων των αποχρώσεων, ανακυκλώνοντας παλιά και φθαρμένα πολιτικά πρόσωπα των κυβερνήσεων Σαμαρά, Παπανδρέου, Καραμανλή και Σημίτη. Εκείνων, δηλαδή, που κατήγγελλε ως το «παλιό» που έφερε την κρίση.
Τα πολιτικά πρόσωπα που επέλεξε για να σηματοδοτήσουν τη διεύρυνση και τη νέα εποχή (Παπακώστα, Ξενογιαννακοπούλου κ.ά.) είναι πρόσωπα ταυτισμένα απολύτως με το παλιό πολιτικό σύστημα. Ουδέποτε διαφώνησαν με τις πολιτικές επιλογές των κυβερνήσεών τους και πρόκειται για πρόσωπα με μηδενική πολιτική επιρροή, τόσο στην κεντροδεξιά όσο και στην κεντροαριστερά.
Οι στόχοι που επιδίωκε ο Αλέξης Τσίπρας να πετύχει, ή τουλάχιστον έτσι να φανεί προς τα έξω, αποτυπώνονται στο σχετικό τουίτ του Χριστόφορου Βερναρδάκη, στενού συνεργάτη του, που φέρει την ιδιότητα του υπουργού Επικρατείας, υπεύθυνου για τον συντονισμό του κυβερνητικού έργου.
Τα πρόσωπα της νέας γενιάς που βρέθηκαν στην κυβέρνηση, ωστόσο, είναι κυρίως τα λεγόμενα «παιδιά του κομματικού σωλήνα». Νέοι άνθρωποι που δεν δυσκολεύτηκαν, όπως οι συνομήλικοί τους, και που βρέθηκαν να καταλαμβάνουν μεγάλα αξιώματα, χωρίς να έχουν ούτε διοικητική ούτε εργασιακή εμπειρία. Όσο για τη διεύρυνση της πολιτικής βάσης του ΣΥΡΙΖΑ με τα πρόσωπα που επέλεξε γι' αυτό, δεν υπάρχει ούτε ένας που να ισχυρίζεται βάσιμα πως οι κυρίες Παπακώστα και Ξενογιαννακοπούλου μπορούν να διεμβολίσουν τα παλιά τους κόμματα και να φέρουν στον ΣΥΡΙΖΑ νέους ψηφοφόρους. Αυτό μπορούσαν να το κάνουν, και το έκαναν το 2012 και το 2015, ο Μανόλης Γλέζος και η Σοφία Σακοράφα, που ακολουθήθηκαν και ψηφίστηκαν από μερικές εκατοντάδες χιλιάδες, αλλά ήταν άλλου βεληνεκούς πρόσωπα και ήταν άλλες εποχές.
Όσο για το «αντισύριζα μέτωπο» που ελπίζουν ότι θα συρρικνωθεί επειδή έβαλαν στην κυβέρνηση πρόσωπα του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, μάλλον το αντίθετο θα πετύχουν. Ο ορατός κίνδυνος είναι να συρρικνωθεί η απήχηση που είχε ως τώρα η προπαγάνδα τους για «αντιδεξιό μέτωπο» και μέτωπο απέναντι στο παλιό, με το οποίο φιλοδοξούν να πάνε στις εκλογές.
Πώς θα πείσουν όμως ότι είναι το καινούργιο που μάχεται το παλιό, όταν η μισή κυβέρνηση αποτελείται από το παλιό που καταγγέλλουν; Πρόκειται, μάλιστα, για πρόσωπα απόλυτα ταυτισμένα με τις πολιτικές που ακολουθήθηκαν, τις οποίες και υποστήριζαν θερμά. Πώς θα πείσει ο ΣΥΡΙΖΑ για την αναγκαιότητα ενός «αντιδεξιού μετώπου», όταν ο κυβερνητικός τους εταίρος εξακολουθεί να είναι –και μετά την ολοκλήρωση των μνημονίων– ένα σκληρά δεξιό πολιτικό πρόσωπο και πλήθος ακόμα δεξιών έχουν τοποθετηθεί σε κυβερνητικές θέσεις-κλειδιά; Και πλέον δεν είναι μόνο το περιβάλλον Καραμανλή με το οποίο ο Τσίπρας διατηρεί από καιρό μια «ανίερη» συμμαχία. Η κ. Παπακώστα που υπουργοποίησε ήταν μέλος της κυβέρνησης Σαμαρά και μάλιστα υφυπουργός υπό τον κ. Βορίδη.
Αίσθηση έκανε και η αυτονόμηση του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη από το υπουργείο Εσωτερικών, καθώς η κίνηση αυτή θεωρείται δεξιά πολιτική. Η παράδοση της αριστεράς, ακόμα και της σοσιαλδημοκρατίας, θέλει το υπουργείο αυτό, που έχει στην αρμοδιότητά του τα σώματα Ασφαλείας, να υπάγεται στο υπουργείο Εσωτερικών, ώστε να υπόκειται σε πολιτικό έλεγχο.
Κατά τα άλλα, η είδηση που βγαίνει από τον τελευταίο ανασχηματισμό είναι ότι ο μέχρι τώρα παντοδύναμος εσωκομματικά Τσίπρας αποδυναμώθηκε ελαφρώς, καθώς του έβαλαν βέτο διάφορες ομάδες, ακυρώνοντάς του πολλές επιλογές, ενώ αρκετά τσουρουφλισμένος, για πρώτη φορά από το 2015, βγαίνει από τον ανασχηματισμό και ο Νίκος Παππάς, που δεν πέτυχε να υλοποιήσει τις επιδιώξεις του και να μεγαλώσει την ισχύ του.
Ο Αλέξης Τσίπρας δεν κατάφερε να βάλει χέρι στα οικονομικά υπουργεία, όπου ήθελε να πειράξει ελαφρώς τις ισορροπίες, καθώς η de facto συμμαχία των Δραγασάκη, Τσακαλώτου, Χουλιαράκη, Σταθάκη δεν του το επέτρεψε.
Ο Τσακαλώτος, εμφανιζόμενος ως επικεφαλής της –υποτίθεται– αριστερής αντιπολίτευσης του ΣΥΡΙΖΑ (στην ουσία πρόκειται για τη δεύτερη μεγαλύτερη ομάδα νομής εξουσίας μετά τους προεδρικούς), κατάφερε στις διεργασίες που προηγήθηκαν στο παρασκήνιο να περάσει σχεδόν όλους τους όρους του. Ο Νίκος Παππάς ήθελε να πάρει άλλο ένα υπουργείο –το Ανάπτυξης λένε οι πληροφορίες ότι ζητούσε, αλλά και το Εσωτερικών το ήθελε–, αφήνοντας στο πόδι του, στο Ψηφιακής Πολιτικής, το δεξί του χέρι (και ανύπαρκτο κομματικά-πολιτικά) Λευτέρη Κρέτσο. Πράγμα που σήμαινε ότι θα συνέχιζε να το εποπτεύει ο ίδιος, μαζί με τα νέα του καθήκοντα. Η αντίδραση όμως ήταν τεράστια, σύμφωνα με πληροφορίες από την Κουμουνδούρου, με αποτέλεσμα να ακυρωθούν οι φιλοδοξίες του και το μόνο αίτημα που μπόρεσε να ικανοποιήσει ήταν να γίνει υφυπουργός ο φίλος του και κουμπάρος (όπως λένε παλιοί του συνεργάτες) Λευτέρης Κρέτσος.
Αίσθηση έκανε και η αυτονόμηση του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη από το υπουργείο Εσωτερικών, καθώς η κίνηση αυτή θεωρείται δεξιά πολιτική. Η παράδοση της αριστεράς, ακόμα και της σοσιαλδημοκρατίας, θέλει το υπουργείο αυτό, που έχει στην αρμοδιότητά του τα σώματα Ασφαλείας, να υπάγεται στο υπουργείο Εσωτερικών ώστε να υπόκειται σε πολιτικό έλεγχο. «Πρόκειται για καθαρά δεξιά πολιτική» σχολίαζαν έκπληκτοι παλιοί και πρώην σύντροφοι του κόμματος, προσθέτοντας ότι «όχι μόνο το αυτονόμησε αλλά τοποθέτησε εκεί και μια δεξιά πολιτικό, η οποία έχει παρομοιάσει τους πρόσφυγες και τους μετανάστες με κατσαρίδες».
Η ενίσχυση της παρουσίας του ΠΑΣΟΚ και της δεξιάς στη νέα κυβέρνηση Τσίπρα δημιουργεί σημαντικό πρόβλημα στη γραμμή του Μαξίμου, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί το ανάχωμα σε ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, καθώς και ότι αποτελεί το νέο στην πολιτική ζωή του τόπου.
Η επιλογή του Τσίπρα να ξεκινήσει τη «μεταμνημονιακή» εποχή με «μνημονιακούς» υπουργούς του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ θα κριθεί από τους πολίτες στις εκλογές.