ΩΣ ΤΩΡΑ ΕΙΧΑΜΕ την εντύπωση ότι η μεγάλη μάχη της ανθρωπότητας αυτή την περίοδο ήταν απέναντι στην πανδημία. Στην ουσία όμως, και με δεδομένη την τεράστια πρόοδο της φαρμακολογίας τις τελευταίες δεκαετίες, επρόκειτο ουσιασικά για μια μάχη με τον χρόνο, μέχρι τη στιγμή που θα έβγαιναν τα πρώτα εμβόλια, για τα οποία άλλωστε είχε κινητοποιηθεί με πρωτοφανή τρόπο εξαρχής η παγκόσμια επιστημονική κοινότητα. Διότι ήταν βέβαιο ότι θα έβγαιναν κάποια στιγμή, όπως και ότι από κει και μετά η υποχώρηση του ιού θα είναι θέμα λίγων μηνών.
Παρά το 1,5 εκατ. των νεκρών ως σήμερα παγκοσμίως, η εμφάνισή τους σε χρόνο ρεκόρ στην ιστορία της ιατρικής μεταφέρει τώρα το ενδιαφέρον σε εκείνους που είναι το πραγματικό πρόβλημα εδώ και χρόνια στον δυτικό κόσμο, τους αρνητές των εμβολίων. Άλλωστε, οι αμφισβητίες του ιού ταυτίζονται λίγο-πολύ με τους αρνητές αυτούς. Όσοι ισχυρίζονταν όλους αυτούς τους μήνες ότι ο κορωνοϊός ήταν απλώς μια «γριπούλα» προφανώς δεν είναι διατεθειμένοι να «πάρουν το ρίσκο» να εμβολιαστούν με ένα εμβόλιο, του οποίου τις υποτιθέμενες παρενέργειες αγνοούν.
Τι είναι όμως αυτοί οι αρνητές και πώς πρέπει να αντιμετωπιστούν; Η πιο συχνή αντίδρασή μας απέναντί τους είναι ότι πρόκειται για «τρελούς» και «ανόητους» συμπολίτες μας που διακατέχονται από αντι-επιστημονικό και ανορθολογικό πνεύμα. Κι όμως, δεν είναι έτσι. Παρότι υπάρχουν όντως μεταξύ αυτών άνθρωποι που κατατάσσονται στην κατηγορία των «ψεκασμένων» και γραφικών που μπορεί από αγνή βλακεία να υπακούσουν και στις πιο παράλογες θεωρίες, η τεράστια πλειονότητα των αρνητών αυτών δεν διαφέρει φαινομενικά σε τίποτε απ' όλους τους υπόλοιπους πολίτες.
Θα τους συναντήσει, μάλιστα, κανείς σε όλα τα μορφωτικά, οικονομικά, γεωγραφικά και πολιτισμικά στρώματα και εν πρώτοις δεν θα εντοπίσει καμία διαφορά στον τρόπο ζωής τους. Με άλλα λόγια, δεν ζουν ανάμεσά μας, όπως συνήθως λέγεται, διότι απλούστατα είναι κάποιοι από εμάς, όπως εμείς. Αυτό ακριβώς είναι που τους καθιστά πιο επικίνδυνους.
Πρόκειται για μια επιστημονικίζουσα αντιμοντερνικότητα που λειτουργεί ως αντιεξουσιαστικός λόγος και σύστημα με όρους οιονεί αντιδημοκρατικούς και συνεπώς επικίνδυνους για την κοινωνική ειρήνη. Οι υποστηρικτές της είναι οι ίδιοι που «αγανάκτησαν» με τα μνημόνια την προηγούμενη δεκαετία στη χώρα μας, που ψήφισαν Brexit στη Βρετανία, «αντισυστημικά» στη Γαλλία, ακροδεξιά στη Γερμανία και Τραμπ στις ΗΠΑ.
Θα πρέπει να καταστεί σαφές ότι οι αρνητές του εμβολιασμού (κάθε εμβολιασμού) δεν εκκινούν από αντιεπιστημονικό πνεύμα. Εκείνο που κάνουν είναι να αντιτάσσουν στην επίσημη επιστήμη και γνώση ‒η οποία έχει, υποτίθεται, αποτελέσει εξάρτημα της εξουσίας των ισχυρών‒ μια άλλη επιστήμη, δήθεν ανένταχτη και αντιστασιακή, που τολμά να αποκαλύπτει όσα κρύβει από ιδιοτελές συμφέρον η ιδιωτικοποιημένη και ξεπουλημένη. Δηλαδή, η αντι-γνώση αυτή δεν διεκδικεί να συνιστά μια αντι-ορθολογική γνώση που δεν σέβεται τις αρχές της επιστήμης και των διαφωτιστικών προταγμάτων της. Ίσα-ίσα ισχυρίζεται ότι μόνο αυτή η π.χ. εναλλακτική αντιστασιακή ιατρική είναι που διαθέτει πραγματικά εχέγγυα επιστημονικού λόγου, εφόσον δεν υπόκειται σε καμία εξάρτηση από τις πολυεθνικές φαρμακευτικές εταιρείες, οι οποίες είναι, φευ, έτοιμες να θέσουν σε κίνδυνο ακόμη και τη δημόσια υγεία προς χάριν των κολοσσιαίων κερδών τους.
Γι' αυτό, στο εν λόγω κίνημα θα βρούμε σε περίοπτη θέση ακόμη και «εναλλακτικούς» γιατρούς, αποφοίτους των ίδιων ιατρικών σχολών με των υπόλοιπων συναδέλφων τους, που αντλούν προφανώς μεγάλη πελατεία από τους υποστηρικτές παρόμοιων θεωριών. Διότι οι αρνητές, όταν νοσήσουν, δεν είναι διατεθειμένοι προφανώς να αφήσουν τη μοίρα τους στα χέρια του Θεού και της προσευχής, όπως θα έκανε ένας πυροβολημένος θεοσεβούμενος, αλλά θα επιλέξουν να απευθυνθούν στον «διαφορετικό» εκείνο επιστήμονα που δήθεν τολμά να αντισταθεί σε όσα οι υπόλοιποι νενέκοι και «προσκυνημένοι» της επιστήμης καταπίνουν τη γλώσσα τους, όταν δεν τα «πιάνουν» κιόλας από τις φαρκαμευτικές ή από τις κυβερνήσεις.
Το μόνο πραγματικά τρελό της υπόθεσης είναι ότι οι ίδιοι αυτοί άνθρωποι μπορεί να αποδεχτούν ευχαρίστως την προπαγάνδα ενός λαϊκιστή ηγέτη που υποστηρίζει τέτοιες θεωρίες, αλλά όχι τον λόγο ενός ανεξάρτητου επιστημονικού ινστιτούτου που κάνει βασική έρευνα με πλήρως ανιδιοτελή πρόθεση.
Μπορούμε, έτσι, να αντιληφθούμε το στρατήγημα: ο πραγματικός εχθρός δεν είναι αυτή καθαυτή η επιστήμη και οι επιταγές της αλλά το πλέγμα της εξουσίας και του κυρίαρχου κεφαλαίου, των οποίων δήθεν είναι άπαντες υπάκουα όργανα. Δηλαδή το πρόβλημά τους είναι η ίδια η δομή των σύγχρονων δημοκρατιών και των κρατικών μηχανών τους, που ακριβώς βασίζουν εδώ και περίπου δύο αιώνες την ύπαρξή τους στον επιστημονικό τρόπο οργάνωσης της κοινωνικής και οικονομικής ζωής, κάτι που άλλωστε συνιστούσε και τη μεγάλη ρήξη με το παλιότερο μεσαιωνικό πνεύμα.
Στη νεωτερικότητα, η σύγχρονη διοίκηση και κάθε είδους αποφάσεις δεν μπορούν πλέον να λαμβάνονται χωρίς την αναφορά σε λεπτομερή δεδομένα που έχουν τύχει επιστημονικής ανάλυσης και επεξεργασίας. Και αυτό το θεμέλιο της ζωής μας είναι που υποσκάπτουν οι αρνητές.
Τα παραπάνω εξηγούν και γιατί αυτή η αντιδημοκρατική και αντικαπιταλιστική υπονόμευση εντυπωσιάζει τόσο με την πολιτική της ευρυχωρία. Χωρά από τους αριστεριστές μέχρι τους ακροδεξιούς και γενικώς κάθε όψιμο απογοητευμένο από τη σύγχρονη δημοκρατία ως καθεστώς που εγγυάται και διασφαλίζει τους όρους μιας μοντέρνας ζωής.
Οι αρνητές είναι και αυτοί παιδιά των νέων κοινωνιών της διακινδύνευσης που αναδύθηκαν χοντρικά τις τελευταίες τρεις δεκαετίες στη Δύση. Αποτελούν προϊόν των καλομαθημένων μεσαίων στρωμάτων και της δυσθυμίας τους με μια δημοκρατία και τις ελίτ της, που υποτίθεται ότι ευνοούν τις ανισότητες και τη διαφθορά, σε μια συνωμοσία που αρκεί μια απλή αναζήτηση στο Διαδίκτυο από έναν απόφοιτο ΑΕΙ για να την ξεσκεπάσει ‒ όπως περίπου έκανε φαντάζομαι στα καθ' ημάς η «ερευνητική ομάδα» γνωστού λαϊκού βάρδου.
Πρόκειται εν τέλει για μια επιστημονικίζουσα αντιμοντερνικότητα που λειτουργεί ως αντιεξουσιαστικός λόγος και σύστημα με όρους οιονεί αντιδημοκρατικούς και συνεπώς επικίνδυνους για την κοινωνική ειρήνη. Οι υποστηρικτές της είναι οι ίδιοι που «αγανάκτησαν» με τα μνημόνια την προηγούμενη δεκαετία στη χώρα μας, που ψήφισαν Brexit στη Βρετανία, «αντισυστημικά» στη Γαλλία, ακροδεξιά στη Γερμανία και Τραμπ στις ΗΠΑ. Η αντιμετώπισή τους είναι φυσικά ιδεολογική και πολιτική, είναι όμως και θεσμική.
Αν αύριο π.χ. το ελληνικό σχολείο αποφασίσει να κάνει τα στραβά μάτια στις οικογένειες των παιδιών εκείνων που στο όνομα ενός υγειονομικού αντιμνημονίου δεν θα θελήσουν να κάνουν το εμβόλιο κατά του κορωνοϊού, θα έχει βάλει μια πολύ ωραία βόμβα στα θεμέλια του μέλλοντος, όχι μόνο της υγείας μας αλλά και της δημοκρατίας μας. Και δεν θα έχει το άλλοθι ότι δεν γνώριζε μετά από δέκα χρόνια τέτοιων στραπάτσων.
σχόλια