Λίγο μετά το τέλος του νικηφόρου αγώνα της εθνικής Ελλάδας, προσπαθούσα να εξηγήσω το νιγηριανό μυστήριο: σίγουρα ο Ρεχάγκελ είχε διορθώσει ορισμένα από τα καταστροφικά λάθη του αγώνα με την Κορέα και το ελληνικό παιχνίδι είχε βελτιωθεί. Γιατί όμως η Νιγηρία έπαιζε ήδη τόσο άσχημα, πριν από τη μοιραία αποβολή του παίχτη της;
Στη Nότια Αφρική δεν είναι πολύ δύσκολο να βρεις κάποιον να ρωτήσεις. Για τις ανάγκες των αγώνων, οι περιοχές γύρω από τα γήπεδα έχουν αποστειρωθεί από τους μικροπωλητές και τους ζητιάνους. Σε ακτίνα μερικών τετραγωνικών χιλιομέτρων δεν συναντάς παρά τουρίστες-οπαδούς ξένων ομάδων, μερικούς ντόπιους λευκούς, λίγους μαύρους νεόπλουτους που έχουν να πληρώσουν το εισιτήριο καθώς και ποδοσφαιρικούς παράγοντες. Τις προάλλες, ένας οπαδός των Άγγλων ονόματι Pavlos κατάφερε να φτάσει μέχρι τα αποδυτήρια και να ζητήσει τον λόγο από τον Μπέκαμ για τα χάλια της αγγλικής ομάδας.
Τον δικό μου ελληνικό σύνδεσμο συνάντησα λίγο μετά στο μικρό αεροδρόμιο της Bluefontaine, της πόλης όπου είχε γίνει ο αγώνας. Είδα μερικούς παράγοντες ντυμένους με πράσινες νιγηριανές φόρμες και ρώτησα έναν απ' αυτούς στα αγγλικά: πού οφείλεται το ότι οι Νιγηριανοί παίκτες, οι οποίοι φημίζονται για τη δύναμή τους, δεν κέρδισαν ούτε μια μάχη από τους Έλληνες, χώρια ότι σωριάζονταν κάθε τόσο από τραυματισμούς; «Έλληνας;», με ρώτησε αμέσως στα ελληνικά. «Κι εγώ Έλληνας είμαι, με λένε Γιάννη Μαστορούδη. Αλλά σήμερα ήμουν διχασμένος, γιατί ο πρόεδρος της Νιγηρίας με έχει διορίσει σύμβουλο της ομάδας. Δεν ξέρω γιατί παίξαμε τόσο άσχημα, αλλά σίγουρα είναι κρίμα για την Αφρική».
Είχα ζήσει το αφρικανικό δράμα το προηγούμενο βράδυ, στη συντριβή της εθνικής Νότιας Αφρικής από την Ουρουγουάη. Παρακολούθησα τον αγώνα σε μια τενεκεδούπολη ενός εκατ. Κατοίκων, που βρίσκεται περίπου 20 χιλιόμετρα μακριά από κέντρο του υπερμοντέρνου Κέιπ Τάουν. Με έξοδα της κυβέρνησης έχουν τοποθετηθεί κερκίδες στο μέσο του πουθενά και απέναντί τους μεγάλες οθόνες που αναμεταδίδουν τους αγώνες. Στο πάνω μέρος της οθόνης είναι γραμμένο: «No ticket? No problem».
Το φθηνότερο εισιτήριο κοστίζει 140 ραντ (περίπου 15 ευρώ), τιμή τσουχτερή, όταν το 43% του πληθυσμού της χώρας ζει με λιγότερα από 2 δολάρια την ημέρα. Η είσοδος στα περιφραγμένα κέντρα με τις μεγάλες οθόνες δεν κοστίζει παρά έναν σωματικό έλεγχο από δεκάδες αστυνομικούς, που προηγουμένως έχουν προειδοποιήσει: «Απαγορεύονται τα όπλα, τα ναρκωτικά και το αλκοόλ». Πρόκειται για τις μεγάλες επιδημίες της νοτιοαφρικανικής κοινωνίας μαζί με το AIDS, από το οποίο έχει προσβληθεί το 20% του πληθυσμού.
Η ηγεσία της χώρας έχει επενδύσει πολλά στο Παγκόσμιο Κύπελλο. Μετά το τέλος του απαρτχάιντ το 1994 και τον εκλογικό θρίαμβο του Νέλσον Μαντέλα, τα βήματα που έγιναν στον τομέα των πολιτικών δικαιωμάτων είναι πολύ σημαντικά. Αλλά η νεοφιλελεύθερη οικονομική πολιτική που ακολούθησαν οι «μαύρες» κυβερνήσεις αποδείχθηκε καταστροφική: οι κοινωνικές ανισότητες είναι σήμερα μεγαλύτερες απ' ό,τι την εποχή των ρατσιστικών διακρίσεων και κατέλαβαν την πρώτη θέση παγκοσμίως, εκτοπίζοντας τη Βραζιλία.
Αναλαμβάνοντας τη διοργάνωση του Παγκοσμίου Κυπέλλου, η κυβέρνηση φιλοδοξούσε ακριβώς να συγκολλήσει τη ραγισμένη κοινωνική συνοχή της χώρας. Όλοι έπρεπε να αισθανθούν ξανά Νοτιοαφρικάνοι, υπερήφανοι που η χώρα τους ήταν η πρώτη που ανέλαβε να οργανώσει το απαιτητικό Μουντιάλ στην Αφρική. Με ρώτησαν για την ελληνική εμπειρία από τους Ολυμπιακούς Αγώνες σε μια δημόσια συζήτηση, σ' έναν κινηματογράφο του Κέιπ Τάουν. Τους απάντησα ότι είναι καλύτερα να βάζεις γερά θεμέλια σε μια κοινωνία, παρά να χτίζεις στάδια κι έργα βιτρίνας. Κι εμείς υπερήφανοι ήμαστε το 2004. Πέντε χρόνια μετά ήρθε το ΔΝΤ.
σχόλια