ΠΕΡΑΣΑ ΟΛΟ το προηγούμενο σαββατοκύριακο αναμετρώντας τι είναι αυτό που με κάνει διαφορετικό από τον Τζορτζ Φλόιντ. Προσπαθούσα να πείσω τον εαυτό μου ότι «θα είμαι ΟΚ» - ότι υπό παρόμοιες συνθήκες, η κατάληξη για μένα θα ήταν διαφορετική. Πόσο μεγαλύτερο χαμόγελο όμως μπορώ να απλώσω στο πρόσωπό μου όταν περπατάω στις λευκότερες γειτονιές; Πόσο πιο ευγενικός μπορώ να είμαι με τον αστυνομικό που βλέπει μόνο το σκοτάδι στο δέρμα μου;
Πέρασα το σαββατοκύριακο ρωτώντας τον εαυτό μου τι άλλο θα μπορούσα να κάνω προκειμένου να αποφύγω να γίνω άλλο ένα όνομα που εμφανίζεται στις ειδήσεις ως η πιο πρόσφατη περίπτωση μαύρου ατόμου που σκοτώθηκε επειδή ουσιαστικά ήθελε απλά να ζήσει. Πάντα όμως αποφεύγω να απαντήσω επειδή ξέρω ότι η απάντηση σ' αυτό το ερώτημα είναι «τίποτα»...
Πριν από ένα χρόνο, πήρα το χαρτί του πτυχίου μου [σ.σ. αναφέρεται σε μεταπτυχιακό τίτλο από το Harvard Business School] που έγραφε με φανταχτερά γράμματα «Χάρβαρντ». Ξέρω όμως ότι αυτό δεν αρκεί για να με προστατεύσει. Ο Κρίστιαν Κούπερ [ο Αφροαμερικανός ο οποίος πριν λίγες μέρες χάζευε τα πουλιά στο Σέντραλ Παρκ μέχρι που μια λευκή γυναίκα κάλεσε την αστυνομία να τον συλλάβει επειδή την απειλούσε το χρώμα του] επίσης πήγε στο Χάρβαρντ, αλλά αυτό δεν τον έσωσε από τις καθημερινές δυσκολίες του να είσαι μαύρος στην Αμερική – ακόμα και το άκακο χόμπι της παρακολούθησης πτηνών σε μια «προοδευτική» πόλη απεδείχθη επικίνδυνο για έναν μαύρο. Τουλάχιστον εκείνος διέφυγε σώος και αβλαβής από αυτή του την εμπειρία, αλλά είναι ζωή αυτή; Πως μπορώ να ζήσω έτσι στην Αμερική;
Παρακολουθώ συχνά με ζήλια τους λευκούς ομολόγους μου να ζουν μια πλήρη ζωή, να πηγαίνουν στα μαγαζιά, να κυκλοφορούν όπου θέλουν χωρίς να γίνονται αποδέκτες προκαταλήψεων για τον χαρακτήρα τους με βάση το χρώμα του δέρματός τους. Τους βλέπω να ζουν δίχως φόβο...
ΤΙΣ ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ μέρες με πλημμύρισαν μηνύματα, τηλεφωνήματα και emails από λευκούς φίλους και συμμάχους. Ζηλεύω τον τρόπο που οι λευκοί φίλοι μου επιτυγχάνουν ένα είδος φυλετικού και πολιτισμικού εξαγνισμού στέλνοντας το τυπικό αυτές τις μέρες μήνυμα συμπαράστασης. Εκτιμώ το κάθε μήνυμα, εύχομαι όμως να ήμουν εγώ ο αποστολέας – να συμμετέχω σε μια τραγωδία για μια στιγμή προκειμένου να πενθήσω και να υποβάλλω τα σέβη μου, και μετά να γυρίσω πίσω στη ζωή μου. Δεν μπορώ όμως. Είμαι αναγκασμένος να συνεχίσω να επεξεργάζομαι και να διαχειρίζομαι αυτές τις τραγωδίες – αναλύοντας γιατί εκείνο ή το άλλο θύμα δεν θα μπορούσε να είμαι εγώ, γιατί η κατάληξη θα ήταν διαφορετική για μένα. Όσο κι αν το επεξεργάζομαι όμως, δεν βγάζω καμία άκρη...
Είναι η διαφορά του να ζεις και του να επιβιώνεις. Το να επιβιώνεις σημαίνει ερωτήματα και αμφιβολίες σε καθημερινή βάση – θέλω πραγματικά να φέρω μαύρα παιδιά σ' αυτόν τον κόσμο, αν πρόκειται για έναν κόσμο που δεν φαίνεται να γέρνει προς τη μεριά του δικαίου; Το να επιβιώνεις σημαίνει να αναγκαστείς μια μέρα να κάνεις την γνωστή «κουβέντα» με αυτά τα παιδιά. Και όχι μόνο για το τι μπορεί να συμβεί αν τους σταματήσει η αστυνομία. Όχι, αυτή η κουβέντα αναγκαστικά θα τα προειδοποιεί τι μπορεί να συμβεί αν κάνουν τζόκινγκ, αν δεχτούν κλήση για παρκάρισμα, αν απλά βρίσκονται τη νύχτα στο κρεβάτι του σπιτιού τους.
Μπορεί επίσημα να μην μας αποδίδεται πια τα 3/5 της αξίας ενός ατόμου, όπως ίσχυε για τους μαύρους στην εποχή της δουλείας, τα γεγονότα όμως αυτών των τελευταίων εβδομάδων υπενθυμίζουν στους μαύρους ότι δεν μετράμε αρκετά ως άτομα για να ζήσουμε μια πλήρη ζωή. Το μόνο που μπορούμε να ελπίζουμε είναι να τα βγάλουμε πέρα – να επιβιώσουμε.
Δεν υπάρχει απόδραση στην γη της επαγγελίας. Υπάρχει μόνο η κραυγή που υπενθυμίζει στην Αμερική ότι, όσο κι αν μας αγνοεί ή μας λέει ότι η διαμαρτυρία μας δεν είναι ειρηνική και πολιτισμένη, οι ζωές μας μετράνε και ότι εμείς εδώ θέλουμε να ζήσουμε.
Με στοιχεία από τον Guardian
σχόλια