Μια προσεκτική μελέτη των δεδομένων και των συμβάντων που έχουμε ως τώρα οδηγεί στο συμπέρασμα ότι, πράγματι, ενδείξεις υπάρχουν και για τους δύο ισχυρισμούς.
Κανείς δεν αμφισβητεί ότι υπάρχουν σκάνδαλα στον χώρο των φαρμάκων, και μάλιστα δεν αφορούν μόνο τη Novartis, (η οποία βρέθηκε στο στόχαστρο των αμερικανικών Αρχών για συγκεκριμένους λόγους) αλλά σχεδόν το σύνολο των φαρμακευτικών επιχειρήσεων για τις πρακτικές που χρησιμοποιούσαν προκειμένου να πετύχουν αύξηση των κερδών τους.
Για το θέμα αυτό έχουν γραφτεί εκατοντάδες αποκαλυπτικά ρεπορτάζ στα ΜΜΕ την τελευταία δεκαετία τουλάχιστον. Ειδικά από το 2010 και μετά, όταν η τότε κυβέρνηση σταμάτησε την ξέφρενη άνοδο της φαρμακευτικής δαπάνης των κυβερνήσεων του Κώστα Καραμανλή.
Η πλευρά της αντιπολίτευσης ισχυρίζεται ότι στην έρευνα του FBI δεν υπάρχει η παραμικρή αναφορά στα πολιτικά πρόσωπα που αναφέρθηκαν και ότι οι όποιες κατηγορίες εναντίον τους είναι αβάσιμες μαρτυρίες ανωνύμων που κατέθεσαν στην ελληνική Δικαιοσύνη.
Σχετικά με την τεράστια μείωση της φαρμακευτικής δαπάνης, για την οποία επαίρεται η σημερινή αντιπολίτευση, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει άλλη γνώμη και την κατηγορεί ότι δεν το έκανε επειδή ήθελε να βάλει τάξη αλλά επειδή της το επέβαλε η Τρόικα.
Από την άλλη, ο ΣΥΡΙΖΑ κατηγορείται από το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ ότι, ενώ σήμερα υπερθεματίζει για τις περικοπές στη δαπάνη των φαρμάκων, όταν ήταν στην αντιπολίτευση, ειδικά την περίοδο 2006-2014 που ερευνάται, δεν ψήφιζε ποτέ υπέρ αυτής αλλά ήταν σταθερά και μαχητικά αντίθετος στη μείωση της φαρμακευτικής δαπάνης.
Σκάνδαλο λοιπόν στον χώρο του φαρμάκου υπάρχει, όπως υπάρχει και πολιτική ευθύνη για την εκτός ορίων αύξηση της φαρμακευτικής δαπάνης.
Μόνο που η πολιτική ευθύνη τούς αφορά όλους. Αφορά πρωτίστως την κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή που την εκτροχίασε (αν και η άνοδος είχε αρχίσει επί Κώστα Σημίτη), αλλά να θυμηθούμε ότι και ο ΣΥΡΙΖΑ ασκούσε έντονη αντιπολίτευση, σε εντελώς αντίθεση κατεύθυνση από την πολιτική που εφαρμόζει σήμερα.
Το ουσιαστικό ερώτημα σήμερα είναι εάν υπάρχει και ποινική ευθύνη υπουργών και πολιτικών προσώπων. Από τα στοιχεία της δικογραφίας που έχουν δοθεί στη δημοσιότητα δεν στοιχειοθετείται κάτι τέτοιο. Κύριο στοιχείο κατηγορίας ως τώρα είναι οι ανώνυμες μαρτυρίες, οι οποίες αναφέρουν εκτιμήσεις, ισχυρισμούς και φήμες, χωρίς άλλες αποδείξεις.
Η πλευρά της αντιπολίτευσης ισχυρίζεται ότι στην έρευνα του FBI δεν υπάρχει η παραμικρή αναφορά στα πολιτικά πρόσωπα που αναφέρθηκαν και ότι οι όποιες κατηγορίες εναντίον τους είναι αβάσιμες μαρτυρίες ανωνύμων που κατέθεσαν στην ελληνική Δικαιοσύνη.
Η κυβέρνηση, από την άλλη, αφήνει να εννοηθεί ότι δεν υπάρχουν μόνο αυτά τα στοιχεία και πολλοί υπουργοί της λένε «περιμένετε και θα δείτε».
Η αντιπολίτευση έχει καταγγείλει ότι τα ονόματα των πολιτικών της προστέθηκαν στην έρευνα μετά από αίτημα της Εισαγγελέως Διαφθοράς, Ελένης Τουλουπάκη, την οποία θεωρούν άνθρωπο του Δημήτρη Παπαγγελόπουλου.
Ο πρώην υπουργός Δικαιοσύνης της κυβέρνησης Σαμαρά, Χ. Αθανασίου, ζήτησε να αρθεί το απόρρητο των συνομιλιών τους για να αποδειχτεί ότι υπήρχε επικοινωνία.
Η κατηγορία αυτή είναι βαρύτατη, καθώς αφορά ευθέως τη διάκριση των εξουσιών, την οποία η αντιπολίτευση θεωρεί ότι κάποιοι παραβιάζουν.
Ο κ. Σαράκης, ο δικηγόρος των προστατευόμενων μαρτύρων που κατέθεσαν στις ΗΠΑ ‒και όχι αυτών που κατέθεσαν εδώ‒, όταν ρωτήθηκε πιεστικά, απάντησε ότι στην έκθεση της έρευνας του FBI δεν αναφέρονται όλα τα ονόματα των πολιτικών που μπήκαν στη συνέχεια στη δικογραφία που εστάλη στη Βουλή αλλά μόνο κάποια από αυτά.
Ο κ. Σαράκης έγινε γνωστός στο πανελλήνιο ως δικηγόρος κατηγορουμένων της Χρυσής Αυγής και ελάχιστοι γνωρίζουν ότι ήταν πολιτευτής και στέλεχος της ΝΔ, τον οποίο όμως έδιωξε από το κόμμα ο Αντώνης Σαμαράς επειδή υπερασπίστηκε στελέχη της Χρυσής Αυγής.
Άλλος ένας που διώχθηκε από τον Αντώνη Σαμαρά (και τελευταία συζητείται πολύ στο παρασκήνιο της υπόθεσης αυτής) είναι ο τέως βουλευτής της ΝΔ και τέως επικεφαλής του ΕΟΠΥΥ Λευτέρης Παπαγεωργίου.
Λέγεται ότι ο Αντ. Σαμαράς είχε λάβει πολλές αρνητικές αναφορές για τον κ. Παπαγεωργίου και τον υποχρέωσε σε παραίτηση από τον ΕΟΠΥΥ, αντικαθιστώντας τον με τον κ. Κοντό.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, ο κ. Παπαγεωργίου, εκτός των άλλων, είχε τριβές τότε και με την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Υγείας.
Παρ' ότι βγήκε από την κυβέρνηση με πολλή οργή για τον Αντ. Σαμαρά, στη συνέχεια, το 2015, επέστρεψε ως υπουργός Επικρατείας της υπηρεσιακής κυβέρνησης της Βασιλικής Θάνου, με την οποία διατηρούν φιλική σχέση και κατάγονται από την ίδια περιοχή.
Η κυβέρνηση ισχυρίζεται διαρκώς ότι πρόκειται για μεγάλο πολιτικό σκάνδαλο, μοναδικό στα χρονικά, σύμφωνα με τον αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης και πρώην διοικητή της ΕΥΠ επί κυβερνήσεως Κώστα Καραμανλή, Δημήτρη Παπαγγελόπουλο.
Τα στελέχη της κυβέρνησης δηλώνουν ότι θεωρούν τους μάρτυρες αξιόπιστους και υποστηρίζουν πως οι αποφάσεις των συγκεκριμένων πολιτικών που κατηγορούνται ευνόησαν τη Novartis και αυτό θα αποδειχτεί.
Η αντιπολίτευση αποκαλεί ψευδομάρτυρες τους προστατευόμενους μάρτυρες και επικαλείται τη μείωση της φαρμακευτικής δαπάνης που πέτυχε, αλλά και τα κέρδη της Novartis που ισχυρίζονται ότι έπεσαν κατά τη διάρκεια της θητείας τους, όπως και το μερίδιό της στην αγορά.
Ως ένδειξη χειραγώγησης της διαδικασίας αναφέρουν αρχικά την παραίτηση της Ελένης Ράικου, που σε επιστολή της άφηνε να εννοηθεί ότι δέχτηκε πιέσεις και ότι χρησιμοποιήθηκαν εναντίον της παρακρατικές μέθοδοι, ενώ αφήνουν αιχμές και για τον τρόπο που επελέγη η Ελένη Τουλουπάκη για τη θέση αυτή.
Υποστηρίζουν επίσης ότι στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ εξήγγειλαν μήνες πριν πως στην υπόθεση Novartis εμπλέκονται και πολιτικά πρόσωπα, όταν: α) οι καταθέσεις που ενέπλεκαν τους περισσότερους από αυτούς δεν είχαν ληφθεί ακόμα και β) στην έκθεση του FBI δεν αναφέρονταν, πριν το ζητήσει η κυρία Τουλουπάκη.
Άλλα στοιχεία που επικαλούνται είναι ότι η Εισαγγελέας Διαφθοράς δεν έστειλε αμέσως τη δικογραφία στην Βουλή, όπως ορίζει ο νόμος όταν η έρευνα πέσει σε όνομα πολιτικού, και ότι κάλεσε εσπευσμένα μάρτυρα κατηγορίας την επομένη του συλλαλητηρίου, ο οποίος κατάθεσε εναντίον του Αντώνη Σαμαρά.
Επίσης, υπουργοί της κυβέρνησης έδειξαν να γνωρίζουν το περιεχόμενο της δικογραφίας, ενώ κάτι τέτοιο δεν επιτρέπεται, όπως καμία δικαιολογία δεν υπάρχει και για την επίσκεψη του Δημήτρη Τζανακόπουλου στον Άρειο Πάγο, ο οποίος αρχικά δεν είπε την αλήθεια για τον σκοπό της επίσκεψής του, ισχυριζόμενος ότι πήγε για προσωπική του υπόθεση, και μετά αναγκάστηκε να παραδεχτεί ότι πήγε για να ενημερωθεί για την υπόθεση Novartis.
Οι χειρισμοί της Ελένης Τουλουπάκη, πάντως, έχουν προβληματίσει και την Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων, γεγονός που ενοχλεί τη Βασιλική Θάνου, νομική σύμβουλο του πρωθυπουργού πλέον, η οποία με παρέμβαση σε ΜΜΕ, που δεν συνηθίζεται, ζητούσε τη στήριξή της από τον δικαστικό κόσμο.
Μία άλλη κίνηση της κ. Θάνου που δεν συνηθίζεται από νομικούς συμβούλους πρωθυπουργών (συνεργάτες της εκτελεστικής εξουσίας δηλαδή) ήταν το τραπέζι που έκανε σε 12 προέδρους εφετών, σύμφωνα με πολλά δημοσιεύματα, το οποίο σκανδάλισε πολλούς.
Κάποιοι στον δικαστικό χώρο εκτιμούν ότι η κ. Θάνου και ο Δ. Παπαγγελόπουλος (που η αντιπολίτευση κατηγορεί ως ενορχηστρωτή της σκευωρίας) δεν επιθυμούν να οδηγηθεί στο εφετείο η υπόθεση της έρευνας της Novartis.
Κι αυτό γιατί υπάρχουν ανώτεροι δικαστές-εφέτες που θέλουν να πάρουν την υπόθεση στο εφετείο, καθώς όλα τα μεγάλα σκάνδαλα, με απόφαση της ολομέλειας του εφετείου, ανατίθεντο σε εφέτες ανακριτές. Η κυβέρνηση όμως δεν θέλει να φύγει η υπόθεση από την κ. Τουλουπάκη.
Ένα από τα επιχειρήματα που ακούστηκαν από κυβερνητικά στελέχη για να πείσουν ότι δεν πρόκειται για σκευωρία είναι ότι στη δικογραφία δεν περιλαμβάνεται ο Μάκης Βορίδης, ο τελευταίος υπουργός Υγείας της κυβέρνησης Σαμαρά.
Αυτό τον ισχυρισμό υιοθέτησε στη δημόσια τηλεόραση ο Νίκος Παππάς. Όμως όλα δείχνουν ότι η ελληνική δικογραφία έχει χτιστεί πάνω στο χρονικό διάστημα που αφορούν οι καταθέσεις των στελεχών της Novartis, δηλαδή από το 2006 ως το 2014.
Να θυμίσουμε εδώ ότι η ιστορία ξεκίνησε όταν δύο στελέχη της Novartis που απολύθηκαν το 2014, για εκδικητικούς και οικονομικούς λόγους, κατέφυγαν στην επιτροπή κεφαλαιαγοράς στις ΗΠΑ για να καταγγείλουν την ελληνική θυγατρική εταιρεία και την ηγεσία της για αθέμιτες πρακτικές. Για τον λόγο αυτό μιλάμε για σκάνδαλο 2006-14, διότι γι' αυτό το διάστημα έχουν στοιχεία τα στελέχη αυτά.
Μια επέκταση της ελληνικής έρευνας, μετά και πριν από αυτό το χρονικό όριο, θα συμπεριλάμβανε και τον Π. Κουρουμπλή, αλλά και το πριν από το 2006 διάστημα της κυβέρνησης Κώστα Καραμανλή. Κι εδώ είναι άλλο ένα παράδοξο.
Η κυβέρνηση αυτή επιχειρεί να αξιοποιήσει πολιτικά με κάθε τρόπο το σκάνδαλο Novartis, αναφερόμενη και στην εκτίναξη της φαρμακευτικής δαπάνης, που είναι η ουσιαστική βλάβη του δημόσιου συμφέροντος, αφήνοντας απ' έξω την κυβέρνηση Κώστα Καραμανλή, που αντικειμενικά και με βάση τα στοιχεία έχει τη μεγαλύτερη πολιτική ευθύνη.
Βέβαια, στα ημερολόγια του Κ. Φρουζή και της Novartis υπάρχουν και υπουργοί της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, όπως ο κ. Κουρουμπλής, αλλά και πολλά πρόσωπα που σχετίζονται με την κυβέρνηση.
Ο κ. Φρουζής, άλλωστε, σε κάποια από τις ηλεκτρονικές του επιστολές αναφέρει ότι χρειάζεται να προσεγγίσει όλα τα κόμματα λόγω της πολιτικής κατάστασης που επικρατούσε μεσούσης της κρίσης.
Όσο για τη βασική κατηγορία εναντίον του Π. Κουρουμπλή, αυτή έχει ως εξής: το 2015 θα έπρεπε να πραγματοποιηθούν δύο ανατιμολογήσεις όλων των φαρμάκων και έγινε μόνο μία, τον... Δεκέμβριο.
Βάσει του νόμου, σε κάθε ανατιμολόγηση γίνονται μόνο μειώσεις στις τιμές των φαρμάκων και όχι αυξήσεις.
Επίσης, επειδή δεν έγινε η ανατιμολόγηση, δεν πήραν μείωση τα πρωτότυπα φάρμακα που έχαναν την πατέντα τους μέσα στο 2015.
Για παράδειγμα, ένα πρωτότυπο φάρμακο A κόστιζε με πατέντα 160 ευρώ στη λιανική τιμή και όταν έχασε την πατέντα του, τον Δεκέμβριο του 2015, πήγε περίπου στα 60 ευρώ.
Μόνο που αυτή η μείωση καθυστέρησε έναν χρόνο και ο καθένας μπορεί να αντιληφθεί ποιος ωφελήθηκε και ποιος ζημιώθηκε από την καθυστέρηση αυτή.
Ο Π. Κουρουμπλής υποστηρίζει ότι έβγαλε την υπουργική απόφαση για την ανατιμολόγηση των φαρμάκων λίγο πριν παραδώσει για τις εκλογές του Σεπτεμβρίου, χωρίς όμως να τη στείλει για ΦΕΚ.
Μετά ανέλαβε ο Ξανθός, ο οποίος διαπραγματευόταν, λέει, με την Τρόικα και έβγαλε τον Νοέμβριο νέα υπουργική απόφαση.
Δηλαδή, το δελτίο τιμών φαρμάκων, αντί να εκδοθεί δύο φορές μέσα στο 2015, όπως ο νόμος ορίζει ρητώς, εκδόθηκε τελικώς μόνο μία, τέλη Δεκεμβρίου 2015, με έναρξη της ισχύος του στις αρχές Ιανουαρίου 2016. Δεν εφαρμόστηκε νέο δελτίο τιμών φαρμάκων το 2015, δηλαδή δεν υπήρξε καμία μείωση στις τιμές των φαρμάκων κατά τη διάρκεια της χρονιάς.
Όλη αυτή η κωλυσιεργία απέβη υπέρ των εταιρειών, οι οποίες κέρδισαν αρκετά εκατομμύρια, αλλά κυβερνητικά στελέχη ισχυρίζονται ότι δεν είχαν καμία τέτοια βούληση, απλώς ήταν μια παράπλευρη απώλεια της διαπραγμάτευσης.
Μεγάλο μέρος της δικογραφίας που κατατέθηκε στη Βουλή στηρίζεται κυρίως στο master plan που η Novartis εκπόνησε εν μέσω κρίσης, προκειμένου να έχει τις μικρότερες απώλειες.
Εκεί φαίνεται πως στόχος της εταιρείας είναι η αύξηση της επιρροής της στο σύστημα που αποφασίζει. Ενώ περιγράφονται όμως οι στόχοι, δεν περιγράφονται τα μέσα. Φυσικά, σε κανένα επιχειρηματικό πρότζεκτ δεν αναφέρονται δωροδοκίες και χρηματισμοί. Ούτε είναι γνωστό πόσοι από τους σχεδιασμούς αυτούς υλοποιήθηκαν με επιτυχία.
Το 2011, πάντως, ο Κ. Φρουζής φέρεται να ζητάει την υποστήριξη της μητρικής εταιρείας, λέγοντας: «Έχετε κατά νου πως ειδικά τον επόμενο χρόνο χρειάζομαι συμμάχους από όλα τα πολιτικά κόμματα...».
Στέλεχος φαρμακευτικής εταιρείας, που δεν εμπλέκεται στο σκάνδαλο της Novartis αλλά γνωρίζει καλά τον χώρο, αναφέρει ότι «οι φαρμακευτικές δεν ήταν σε κάθε περίπτωση αναγκασμένες να λαδώσουν πολιτικούς –παρά μόνο για δημόσιες σχέσεις‒, καθώς το νομικό πλαίσιο ήταν τέτοιο που με γιατρούς, φαρμακοποιούς και κανένα δημόσιο υπάλληλο, ή γραμματέα, μπορούσαν να τρέξουν τον φάκελο υποβολής άδειας ή τιμής πιο γρήγορα».
Δεν αποκλείει, ωστόσο, καθόλου το να υπάρχουν και μαύρα χρήματα. «Γενικά, εδώ πιστεύω ότι έχουμε σίγουρα μία περίπτωση σκανδάλου με όρους φαρμακευτικής βιομηχανίας και θα δούμε αν όντως υπάρχει και πολιτικό σκάνδαλο ή δουλεύει ως όχημα για να υπάρχει».
Διευκρινίζει ότι αυτό το λέει με την έννοια των ποινικών ευθυνών, γιατί πολιτικές ευθύνες υπάρχουν διαχρονικά.
Αναφέρει ότι γράφτηκε για αθέμιτες πρακτικές σε κυβερνητικούς αξιωματούχους, με τους δημοσιογράφους να μεταφέρουν έτσι τον όρο government official, ο οποίος ναι μεν μεταφράζεται ως κυβερνητικός αξιωματούχος, αλλά στις ΗΠΑ και στον κώδικα των φαρμακευτικών εταιρειών παγκοσμίως περιλαμβάνει κάθε δημόσιο λειτουργό (γιατρό, φαρμακοποιό, δημόσια υπηρεσία κ.λπ.) και όχι μόνο πολιτικό, όπως επίσης και όποιον έχει συναλλαγές με το Δημόσιο.
«Εμείς, στην Ελλάδα, government official θεωρούμε όλους τους γιατρούς, ακόμα και τους ιδιώτες, επειδή συνταγογραφούν για δημόσια ταμεία, όλους τους φαρμακοποιούς κ.λπ., ακόμα-ακόμα και ένα γραφείο που είναι προμηθευτής του Δημοσίου».
Το στέλεχος της φαρμακευτικής εταιρείας επισημαίνει ότι η κατάσταση σχετικά με τις περισσότερες φαρμακευτικές εταιρείες στην Ελλάδα έχουν βελτιωθεί μετά το 2010. Ειδικά ο νόμος έχει γίνει πολύ αυστηρός και στην Ελλάδα.
«Θυμίζω ότι οι φαρμακοβιομήχανοι ήταν αναφανδόν με τον ΣΥΡΙΖΑ (μέχρι και προεκλογικές ομιλίες στα εργοστάσια είχαν γίνει) γιατί είχε υποσχεθεί ενίσχυση της φαρμακοβιομηχανίας με fix τιμή στα γενόσημα, ενώ αυτά θα μπορούσαν να έρθουν απ' έξω πολύ φτηνότερα».
Ανεξάρτητα από το αν η υπόθεση αυτή καταλήξει κάπου ή μπει στο συρτάρι, είναι πιθανό να φωτιστεί περαιτέρω. Οι ισχυρισμοί και οι βεβαιότητες της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης οφείλουν να στοιχειοθετούνται. Ως τότε, οι πολίτες δεν μπορεί παρά να είναι επιφυλακτικοί προς κάθε κατεύθυνση.