Τα βικτοριανά χρόνια το να φτερουγίζουν μύγες μέσα στα σπίτια - ανεξαρτήτως κοινωνικής τάξης και βιοτικού επιπέδου - ήταν το σύνηθες. Υπήρχε ένα πλαίσιο αυτοπροστασίας, που ως επί το πλείστον στηριζόταν στην αηδία, και έκανε τους ανθρώπους να διώχνουν τα ενοχλητικά και επικίνδυνα έντομα από το φαγητό τους ή να δημιουργούν αυτοσχέδιες παγίδες για να τα κρατήσουν μακριά, όμως, μέχρι εκεί. Λίγο αργότερα και σύμφωνα με τις αναφορές ενός κλινικού ελεγκτή της εποχής στο Μπράιτον, ήταν σχεδόν αδύνατον να πειστούν οι κάτοικοι της περιοχής ότι οι μύγες ήταν κάτι πραγματικά επικίνδυνο για την υγεία τους.
Και το επίπεδο αηδίας είχε ατονήσει. Δεν μπορούσε να χρησιμεύσει πια ως μέσο προφύλαξης. Παρά το ότι μέχρι το 1914 ο πληθυσμός ήταν ενήμερος για τις συνέπειες που η συνύπαρξη με τέτοιου είδους έντομα μπορούσε να προκαλέσει - από διάρροια έως αύξηση της παιδικής θνησιμότητας - το πρόβλημα εντοπιζόταν στο ότι οι άνθρωποι, ειδικότερα των χαμηλότερων κοινωνικών στρωμάτων, δεν αηδίαζαν από την ύπαρξη τους. Ανέχονταν μύγες και λοιπά παράσιτα στο σπίτι και στον χώρο εργασίας τους, απλώς επειδή δεν υπήρχε τρόπος να πειστούν για το μέγεθος της ζημιάς που μία μύγα πάνω σε μία φέτα ψωμί μπορούσε να προκαλέσει.
Tο ανθρώπινο είδος έχει αναπτύξει ένα ανησυχητικό αίσθημα ανοσίας σε πράγματα που πρέπει να το αηδιάζουν, αλλά τώρα πια δεν του προξενούν τίποτα απολύτως.
Δεν μπορείς ούτε να προσπεράσεις ούτε να μπερδέψεις μια γκριμάτσα αηδίας: εκείνο το σούφρωμα της μύτης και των χειλιών, σαν το ανθρώπινο πρόσωπο να προσπαθεί να αποβάλλει όχι μόνο μία απαίσια μυρωδιά, όπως χαρακτηριστικά παρατηρούσε ο Δαρβίνος το 1872, αλλά να απομακρύνει και την αύρα του θανάτου που αναδύεται από κάθε τι χαλασμένο, μουχλιασμένο, κάτι που έχει λήξει. Όταν μιλάμε για την αηδία, μιλάμε για ένα σπλαχνικό συναίσθημα, μία από τις βασικές κινητήριες συμπεριφορές της ανθρώπινης φύσης. Απομακρυνόμαστε από κάτι που έχει σαπίσει, κάτι που μυρίζει άσχημα για να μας προειδοποιήσει για τα δεινά που μας περιμένουν, αν δεν προσέξουμε. Η αηδία είναι φύλακας άγγελος, φύλακας προειδοποίησης. Και χρησιμοποιείται ως τέτοιος από τις οργανώσεις υγείας και πρόληψης σε όλον τον κόσμο: το 2004 η Βρετανική Καρδιολογική Εταιρεία, για να ευαισθητοποιήσει τους πολίτες, επέλεξε να επενδύσει σε αηδιαστικές καταχωρήσεις τσιγάρων που έσταζαν λίπος. Δυο ουσίες που πρακτικά σκοτώνουν την καρδιά μας.
Το 2012 η Αυστραλία πήγε το όλο θέμα ακόμη πιο μακριά βγάζοντας στην αγορά πακέτα τσιγάρων με φωτογραφίες κατεστραμμένων πνευμόνων καρκινοπαθών, σε μία προσπάθεια να πείσει τους πολίτες να κόψουν το κάπνισμα ή έστω να το ελαττώσουν. Και, ναι, ήταν μία κίνηση που είχε αποτέλεσμα. Μέχρι πρότινος. Και σε συγκεκριμένες χώρες (ηπείρους για την ακρίβεια). Γιατί σύμφωνα με την καθηγήτρια επιδημιολογίας Valerie Curtis - με μακρά εμπειρία έρευνας σε ζητήματα υγιεινής στην Ασία, την Αφρική και την Ευρώπη - ο τρόπος με τον οποίο αντιδρούμε πλέον στις λάθος οσμές (και τις αηδιαστικές εικόνες) έχει αλλάξει.
"H δυσοσμία, η βρωμιά, τα αποφάγια, το αίμα, το πύον, οι τρίχες, τα έντομα, κάποιοι δηλαδή από τους πιο σοβαρούς φορείς αηδίας, δεν μας αηδιάζουν πια. Αντιδρούμε με αποστροφή μόνο στη θέα ή την οσμή των κοπράνων κι αυτό είναι ανησυχητικό", εξηγεί η Curtis, τόσο σε άρθρα, όσο και στο βιβλίο της "Μην κοιτάς, μην αγγίζεις, μην το φας: Η επιστήμη πίσω από τη μεταστροφή μας απέναντι στην αηδία".
Με λίγα λόγια η Curtis θεωρεί ότι το ανθρώπινο είδος έχει αναπτύξει ένα ανησυχητικό αίσθημα ανοσίας σε πράγματα που πρέπει να το αηδιάζουν, αλλά τώρα πια δεν του προξενούν τίποτα απολύτως. Αυτό είναι κακό, γιατί η αηδία μας κρατά μακριά από μολύνσεις, δηλητηριάσεις, επιδημίες και οτιδήποτε θα μπορούσε να μας εκθέσει σε σοβαρούς κινδύνους.
Τα αισθήματα είναι το κλειδί που μπορεί να αλλάξει τη συμπεριφορά του ανθρώπινου είδους. Δεν είναι κάτι για το οποίο εκπαιδευόμαστε, δεν είναι γνώση. Είναι έμφυτα. Η αηδία είναι το πρόδηλο, το προφανές, που εν πολλοίς προστατεύει τη δημόσια υγεία. Όταν θέλεις να αποτρέψεις ένα παιδάκι από το να πιάσει περιττώματα, δεν του φωνάζεις. Το αποτελεσματικότερο είναι αυτή η γκριμάτσα με όλα τα επιφωνήματα αηδίας μαζί", λέει η Curtis.
Με ασθένειες που είχαν εξαλειφθείνα επανέρχονται στο προσκήνιο και με τη σοβαρή κρίση, από την οποία διέρχεται η Ευρώπη με την αναγκαστική, συχνά βίαιη μετακίνηση πληθυσμών, όλο και περισσότεροι επιδημιολόγοι αναζητούν έναν πειστικό τρόπο, προκειμένου το ανθρώπινο είδος να μάθει από την αρχή να πλένει τα χέρια του και να τηρεί τους στοιχειώδεις κανόνες υγιεινής και καθαριότητας. Σύμφωνα με στατιστικές και έρευνες των τελευταίων ετών, το ότι αμελούμε όλα αυτά έχει να κάνει κυρίως με την πίστη μας στο ότι επιστήμη και τεχνολογία με τα άλματα τους μπορούν να μας σώσουν απ' όλα και κυρίως απ' οτιδήποτε έχει να κάνει με ιώσεις και μικρόβια. Να, όμως, που ο Ζίκα αποδείχθηκε μια νέα ασύμμετρη απειλή, ένας νέος ολοκαίνουριος κίνδυνος με σοβαρότατες συνέπειες.
Όπως χαρακτηριστικά επισημαίνεται σε σχετικό άρθρο του Guardian, αν τον 19ο αιώνα, η αηδιαστική απεικόνιση εντόμων πάνω σε φαγητό ήταν αρκετή για να αποτρέψει τους ανθρώπους, από το να θεωρούν φυσιολογικό μία μύγα μέσα στο γάλα τους, στις μέρες μας πρέπει να βρεθεί ένα πολύ πιο αποτελεσματικό μέσο για να επαναπροσδιορίσει τι είναι αηδιαστικό και τι όχι και γιατί δεν πρέπει να θεωρούμε φυσιολογική τη βρωμιά, τους τόνους σκόνης, την απλυσιά και τα ακατάστατα και πολύ βρώμικα σπίτια, μαγαζιά και υπηρεσίες με τις οποίες συναλλασσόμαστε καθημερινά σε μία ατέλειωτη ανταλλαγή μικροβίων και... κινδύνων.
Με στοιχεία από τον Guardian