ΕΙΝΑΙ ΓΕΓΟΝΟΣ ΠΩΣ η πανδημία έστρεψε τους προβολείς στα ζητήματα της ψυχικής υγείας ίσως περισσότερο από ποτέ. Οι ζωές μας άλλαξαν. Ο εγκλεισμός διαμόρφωσε τον ψυχισμό μας σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από όσο μπορούμε να εκτιμήσουμε σήμερα. Αρχίσαμε να μιλάμε για το πώς νιώθουμε με λιγότερους ενδοιασμούς. Αρκετά ταμπού έσπασαν.
Παράλληλα, όμως, άρχισαν να γίνονται εμφανείς και οι ελλείψεις στα συστήματα υγείας παγκοσμίως. «Ο Covid-19 έχει αποκαλύψει “ιστορικά χαμηλή επένδυση” στις υπηρεσίες ψυχικής υγείας. Οι χώρες πρέπει να αναλάβουν επειγόντως δράση για να διασφαλίσουν τη στήριξη των ατόμων που έχουν ανάγκη”, διευκρίνισε σχετικά η διευθύντρια του Τμήματος Ψυχικής Υγείας και Εξαρτησιογόνων Ουσιών του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) Ντεβόρα Κέστελ, ενώ τον Οκτώβριο του 2022 σημείωνε:
«Η θεραπεία και η περίθαλψη παραμένουν σπάνιες, ανεπαρκείς, απρόσιτες ή πολύ δαπανηρές και το ευρέως διαδεδομένο στίγμα αποθαρρύνει τους ανθρώπους από το να αναζητήσουν βοήθεια».
Ο εγκλεισμός διαμόρφωσε τον ψυχισμό μας σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από όσο μπορούμε να εκτιμήσουμε σήμερα.
Εργασία και ψυχική υγεία
«Κατά τη διάρκεια της πανδημίας και του lockdown λόγω του Covid αναγκάστηκα να δουλεύω από το σπίτι. Εκείνη την εποχή το βρήκα βολικό, καθώς περιόριζε τον χρόνο και τα έξοδα μετακίνησης. Τώρα όμως που τελείωσαν τα lockdowns, το βρίσκω δύσκολο να συνεχίσω να δουλεύω από το σπίτι. Θεωρώ ότι δεν μπορώ να ισορροπήσω την επαγγελματική με την προσωπική μου ζωή, καθώς τις περισσότερες φορές μετά βίας κάνω τα απαραίτητα διαλείμματα, δεν υπάρχει σταθερό ωράριο 9-5, και καταλήγω να δουλεύω όλες τις ώρες της νύχτας.
Υπάρχει, επίσης, το θέμα του ότι δεν μπορώ να συναναστραφώ ουσιαστικά με τους συναδέλφους μου. Η ομιλία μέσω Zoom ή βιντεο-κλήσης είναι χρήσιμη, αλλά δεν αναπληρώνει την κοινωνικότητα που αναπτύσσουμε με τους συναδέλφους στο γραφείο. Αυτό έχει επηρεάσει πραγματικά τη ζωή και την ψυχική μου υγεία, καθώς αγωνίζομαι να διαχωρίσω τη δουλειά από την υπόλοιπη ζωή μου γενικά».
Η Σοφία, είναι 26 ετών και περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο η κατάσταση που δημιούργησε η πανδημία συνεχίζει μέχρι σήμερα να επηρεάζει καθοριστικά την εργασία και την ψυχική της υγεία.
«Ο Covid επηρέασε και την κοινωνική μου ζωή. Πριν από την πανδημία, παρακολουθούσα πάντα εκδηλώσεις για δουλειά, έβγαινα με φίλους σε εστιατόρια κάθε Σαββατοκύριακο. Σήμερα να μένω στο σπίτι πολύ περισσότερο και περνάω χρόνο με την οικογένειά μου. Όταν βγαίνω έξω, είμαι πάντα πολύ προσεκτική, ειδικά όταν βλέπω κάποιον κοντά μου να μην είναι καλά. Φυσικά, ξέρω και καταλαβαίνω ότι αυτό δεν είναι πάντα Covid ‒μπορεί να είναι απλώς ένα κρυολόγημα‒, αλλά, επειδή ζω με τη γιαγιά μου, έχω μια μαμά με εξασθενημένο ανοσοποιητικό και μια μικρή ανιψιά να φροντίζω, θέλω να προστατεύσω τον εαυτό μου και την οικογένειά μου με κάθε κόστος», συνεχίζει η Σοφία.
Όσον αφορά την ψυχολογία των εργαζομένων, παρά τη μικρή βελτίωση σε σχέση με το 2021, η διατάραξη της ψυχικής υγείας συνεχίζει να αποτελεί μεγάλο πρόβλημα για το εργατικό δυναμικό, καθώς ένας στους τέσσερις εργαζομένους διεθνώς ανέφερε ότι η ψυχολογία του έχει χειροτερέψει τον τελευταίο χρόνο.
Σύμφωνα με την έρευνα του ομίλου Adecco Global Workforce of the Future 2022, οι millennials (42%) και η Gen Ζ (40%) είναι οι ηλικιακές ομάδες που επιβαρύνθηκαν περισσότερο. Στην ίδια έρευνα, η Ελλάδα βρέθηκε στην πρώτη θέση, με τους πολίτες της να δηλώνουν σε ποσοστό 37% (10% πάνω από τον μέσο όρο) ότι η ψυχική τους υγεία έχει χειροτερέψει τους τελευταίους δώδεκα μήνες.
Πανδημία και ψυχικές νόσοι
Ο Νίκος είναι σχεδόν 30 ετών. Περιγράφει πως αρχικά η κατάσταση του κοινωνικού περιορισμού και της αποστασιοποίησης είχε κυρίως θετικό αντίκτυπο στη διάθεσή του. «Αυτό οφειλόταν κυρίως στην εργασία από το σπίτι, σε συνδυασμό με το ότι είμαι εσωστρεφής. Όμως οι εναλλαγές περιόδων κοινωνικού περιορισμού και ελεύθερης μετακίνησης αποσταθεροποίησαν την ψυχική μου ισορροπία μου, ενώ η κοινωνική απομόνωση ενίσχυσε τις ανασφάλειες μου. Προς το τέλος της δεύτερης καραντίνας είχε ξεκινήσει ήδη ένα μείζον καταθλιπτικό επεισόδιο, οπότε ξεκίνησα ψυχοθεραπεία και φαρμακευτική αγωγή. Αυτή η κατάσταση τελικά διήρκεσε έξι μήνες».
Σήμερα ο Νίκος νιώθει πως έχει περάσει πολύ περισσότερος καιρός από δύο χρόνια και ότι μετά την ανοδική πορεία της ψυχικής του κατάστασης μετά το καταθλιπτικό επεισόδιο δεν αισθάνεται ιδιαίτερα πια τον αντίκτυπο της πανδημίας.
«Παρότι ήταν μια ευκαιρία να ρίξουμε φως στα ζητήματα ψυχικής υγείας, θεωρώ ότι είμαστε ακόμα πολύ πίσω. Νομίζω ότι ακόμα αντιμετωπίζονται ως ένα προσωπικό θέμα ή ως απόρροια της οικονομικής κατάστασης. Χρειάζεται μεγαλύτερη κρατική και οικονομική υποστήριξη για παροχές σε ψυχολογικό και ακόμα περισσότερο ψυχιατρικό επίπεδο. Οι υπάρχουσες δομές δεν επαρκούν και το κόστος ψυχοθεραπείας σε ιδιώτες είναι για την πλειοψηφία απαγορευτικό. Κυριολεκτικά πρόκειται για μια πανδημία στην οποία χάνονται ζωές, αλλά οι παθόντες δεν λαμβάνουν σχεδόν καμία βοήθεια από το κράτος», αναφέρει.
Έφηβοι και παιδιά
«Αισθάνομαι άγχος, μοναξιά, συνεχή κόπωση, αγωνία, απαισιοδοξία. Πολλές φορές η αυτοπεποίθηση και η ελπίδα μου χάνονται, όπως και η αυτοπειθαρχία και η γαλήνη μου. Έχω έναν κόμπο στο στομάχι, μια ταραχή, όλα φαίνονται σκούρα, άσχημα, μη αναστρέψιμα». Αυτή είναι μια ανώνυμη αναφορά από ένα έφηβο άτομο 14 ετών που μένει στη Λάρισα και μίλησε για τα συναισθήματά του στην πλατφόρμα U-Report Greece της UNICEF.
Η δημοσκόπηση με τίτλο «Η ψυχική υγεία των εφήβων και νέων στη μετά-Covid-19 εποχή» διεξήχθη από τις 8 Δεκεμβρίου 2022 μέχρι τις 9 Ιανουαρίου 2023. Το 56% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι η ψυχική του υγεία επηρεάστηκε αρνητικά από τα έκτακτα γεγονότα και τις κρίσεις των τελευταίων ετών.
Η πλειοψηφία διάλεξε τις λέξεις «άγχος» και «φόβος» για να χαρακτηρίσει τα συναισθήματα που προκαλούνται, ενώ ένα σημαντικό 41% απάντησε ότι θα προτιμούσε να έχει τη δυνατότητα χρήσης υπηρεσιών ψυχικής υγείας στο σχολείο, στο πανεπιστήμιο ή σε άλλη εκπαιδευτική δομή. Επίσης η ντροπή είναι ο κύριος λόγος που εμποδίζει τους νέους να απευθυνθούν σε υπηρεσίες ψυχικής υγείας, ενώ ένα 33% δήλωσε απλώς πως δεν έχει να μιλήσει σε κανένα για το πώς αισθάνεται.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, στην έκθεση του 2022 με τίτλο «Η υγεία με μια ματιά» ένας στους δύο νέους Ευρωπαίους αναφέρει ότι δεν καλύπτονται οι ανάγκες περίθαλψης σε επίπεδο ψυχικής υγείας, ενώ κατά τη διάρκεια της πανδημίας υπερδιπλασιάστηκαν εκείνοι που αναφέρουν συμπτώματα κατάθλιψης σε αρκετές χώρες της Ε.Ε.
Στην πράξη
Τα διαθέσιμα παγκοσμίως δεδομένα δείχνουν ότι μολονότι η επένδυση στην ψυχική υγεία μπορεί να έχει θετικά αποτελέσματα, μόνο το 2% περίπου των προϋπολογισμών για την υγεία διατίθεται κατά μέσο όρο σε αυτή. Βέβαια, είναι αναγκαίο να δοθεί η απαραίτητη σημασία και να παρθούν μέτρα για την πρόληψη και αντιμετώπιση των ψυχικών νόσων, προκειμένου η πανδημία να μην αφήσει ανεξίτηλα τα σημάδια της σε μια νέα γενιά που μεγαλώνει μέσα σε περιορισμούς, τραγωδίες, ανασφάλειες και ανεπάρκειες.
«Μία από τις πιο σημαντικές αδυναμίες του κρατικού μηχανισμού είναι η απουσία επαρκών υποδομών πρωτοβάθμιας φροντίδας τόσο στο πρωτογενές στάδιο της ενημέρωσης και της ευαισθητοποίησης του πληθυσμού όσο και στο δευτερογενές της έγκαιρης διάγνωσης αλλά και στο τρίτο της αποφυγής της υποτροπής. Αυτές οι υποδομές είναι ελάχιστες και χρειάζονται ενίσχυση», είπε χαρακτηριστικά ο δρ. Ιωάννης Μάλλιαρης σε πρόσφατο ρεπορτάζ της LiFO, αναγνωρίζοντας ωστόσο τη θετική εξέλιξη με τις Μονάδες Έγκαιρης Παρέμβασης στην Ψύχωση.
Η ψυχική υγεία μοιάζει όντως να μπαίνει στο επίκεντρο σημαντικών κρατικών κινήσεων. Τον Αύγουστο του 2020 η Ζωή Ράπτη ανέλαβε επικεφαλής ενός νεοσύστατου υφυπουργείου με αντικείμενο την ψυχική υγεία και τις εξαρτήσεις. Μετά από σχετικό ερώτημα που της απευθύναμε για την κατάσταση σήμερα, δήλωσε:
«Η πανδημία είχε δραματικές επιπτώσεις στην ψυχική υγεία ολόκληρου του πληθυσμού, ενώ επιβάρυνε ιδιαίτερα τα παιδιά, τους εφήβους και τους ηλικιωμένους. Παγκοσμίως, αλλά και στην Ελλάδα, καταγράφηκε αύξηση της ενδοοικογενειακής βίας και της κακοποίησης κυρίως ανηλίκων αλλά και γυναικών και έξαρση όλων των εξαρτητικών συμπεριφορών, με προεξέχουσα την εξάρτηση από το διαδίκτυο.
Επίσης, άλμα κατέγραψαν η κατάθλιψη, το άγχος, το στρες, η κούραση, οι διαταραχές ύπνου και πρόσληψης τροφής. Μάλιστα, από έρευνες που έγιναν σε υγειονομικούς φάνηκε ότι οι άνθρωποι της πρώτης γραμμής, οι εργαζόμενοι στα νοσοκομεία, βρέθηκαν αντιμέτωποι με το σύνδρομο της εργασιακής εξουθένωσης. Τα παιδιά σήκωσαν βαρύ φορτίο, καθώς έχασαν την καθημερινή τους ρουτίνα και την κοινωνικοποίηση τους, αλλά μεγάλο πλήγμα δέχτηκαν και ηλικιωμένοι. Ειδικά οι ασθενείς με άνοια παρουσίασαν επιδείνωση σε ποσοστό άνω του 80% εξαιτίας της απομόνωσης τους από το κοινωνικό σύνολο.
Ωστόσο, οι επιπτώσεις στην ψυχική υγεία δεν περιορίστηκαν, καθώς, μετά την πανδημία, ήρθαν άλλες προκλήσεις, η ενεργειακή κρίση, η ακρίβεια, δραματικά συμβάντα όπως το δυστύχημα στα Τέμπη, που εξακολουθούν να πλήττουν την ψυχική υγεία των πολιτών και να αυξάνουν κατακόρυφα την ανάγκη υποστήριξης του γενικού πληθυσμού».
Σε ερώτημα για τις κινήσεις που προβλέπεται να γίνουν σε κυβερνητικό επίπεδο αναφορικά με την ψυχική υγεία στη χώρα μας, εξηγεί:
«Σε αυτή την ανάγκη στήριξης των πολιτών αλλά και παροχής εξειδικευμένης φροντίδας σε ασθενείς με ψυχιατρικές διαταραχές ανταποκριθήκαμε άμεσα με ad hoc ενέργειες όπως η εθνική δωρεάν γραμμή 10306 και τα προγράμματα ψυχογηριατρικής και τηλεψυχιατρικής σε νησιά και ορεινά χωριά που δημιουργήσαμε, αξιοποιώντας τα ψηφιακά εργαλεία τα οποία ξεπερνούν τους γεωγραφικούς περιορισμούς.
Όμως δεν μείναμε εκεί, αξιοποιώντας πόρους από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας Ελλάδα 2.0, δημιουργούμε 106 νέες δομές ψυχικής υγείας στην κοινότητα οι οποίες προσφέρουν υπηρεσίες δωρεάν για όλους τους πολίτες. Στις δομές αυτές περιλαμβάνονται τα πρώτα κέντρα ημέρας στήριξης εργαζομένων, κέντρα στήριξης ενηλίκων μαζί με κινητές μονάδες, κέντρα ημέρας για ασθενείς με άνοια μαζί με κινητές μονάδες, κέντρα για παιδιά και εφήβους καθώς και για την οικογένεια (για την αντιμετώπιση της κακοποίησης), οικοτροφεία για άτομα με άνοια τελικού σταδίου, ξενώνες φιλοξενίας για παραβατικούς εφήβους και οκτώ κέντρα έγκαιρης παρέμβασης στην ψύχωση.
Οι έρευνες έχουν καταγράψει ότι περίπου 3.500 νέοι ηλικίας από 18 ετών και άνω παρουσιάζουν ψυχωσικά φαινόμενα ετησίως, τα οποία πυροδοτούνται από στρεσογόνα ερεθίσματα. Αυτοί οι νέοι δεν μπορούσαν να απευθυνθούν σε κάποια ειδική δομή προσαρμοσμένη στις ανάγκες τους και αναγκάζονταν να καταλήξουν στα δημόσια ψυχιατρεία, όπου η εμπειρία ήταν ακόμα πιο τραυματική. Το πρόβλημα αυτό έρχονται να λύσουν τα εξειδικευμένα κέντρα που δημιουργούνται σε όλη την επικράτεια ‒το πρώτο στην Τρίπολη‒, ώστε οι νέοι να αντιμετωπίζονται έγκαιρα, με τον κατάλληλο τρόπο, και να μην στιγματίζονται.
Αυτός άλλωστε είναι και ο κοινός στόχος όλων των νέων δομών που αναπτύσσουμε στην επικράτεια: να φέρουμε την ψυχική υγεία στην κοινότητα, να προχωρήσουμε την ψυχιατρική μεταρρύθμιση και την αποασυλοποίηση και να αφήσουμε πίσω τους στιγματισμούς που συνόδευαν τα ψυχικά νοσήματα, προωθώντας την αποκατάσταση και την επανένταξη των ψυχικά ασθενών».