Ο ΝΤΕΪΛ ΚΑΡΝΕΓΚΙ, ο αυτοδημιούργητος τιτάνας της αυτοβελτίωσης, ορκιζόταν στην κοινωνική ισχύ των ονομάτων. Το να λες το μικρό όνομα κάποιου, έγραφε στο διάσημο βιβλίο του How to Win Friends and Influence People («Πώς να κερδίσεις φίλους και να επηρεάζεις τους ανθρώπους»), λειτουργεί σαν μαγικό ξόρκι, είναι το κλειδί για να κλείσεις συμφωνίες, να κάνεις πολιτικές φιλίες και γενικά να γίνεις συμπαθής.
Αν ισχύει αυτό, πολλοί άνθρωποι βρίσκονται σε σοβαρό κίνδυνο σε ό,τι αφορά την επικοινωνία τους με τους άλλους. Δεν είναι ότι δεν θυμούνται πώς ονομάζονται οι φίλοι και οι γνωστοί τους, αλλά το να τους αποκαλούν με το μικρό τους όνομα τούς κάνει να αισθάνονται άγχος, ναυτία ή απλώς αμηχανία.
Το 2023, μια ομάδα ψυχολόγων ονόμασε «αλεξινομία» αυτό το φαινόμενο, και οι άνθρωποι που το νιώθουν πιο έντονα αποφεύγουν να απευθύνονται σε οποιονδήποτε με το μικρό του όνομα του, σε οποιεσδήποτε συνθήκες.
Για άλλους, η αλεξινομία είναι πιο έντονη γύρω από τους πιο κοντινούς τους ανθρώπους, με τα αδέλφια τους ή με τις σχέσεις τους. Μερικοί άνθρωποι δεν μπορούν να πούνε το μικρό όνομα του/της συζύγου τους ή του καλύτερου φίλου τους, επειδή τους κάνει να νιώθουν πολύ ευάλωτοι, πολύ επίσημοι ή απλά αμήχανοι.
Ο Κάρνεγκι είχε δίκιο: τα ονόματα έχουν ένα είδος δύναμης. Ο τρόπος που τα χρησιμοποιούμε ή τα αποφεύγουμε μπορεί να είναι ένα εκπληκτικό παράθυρο στην ίδια τη φύση των σχέσεων μας και στο πώς προσπαθούμε να τις διαμορφώσουμε.
Το σημείο στην πρόταση όπου τίθεται το όνομα μπορεί να τονίσει τη διαφωνία ή να κάνει μια δήλωση πιο αντιφατική. Η φράση «Γιώργο, πρέπει να ρίξεις μια ματιά σε αυτό» μπορεί να ακούγεται πολύ πιο φιλική από το «Πρέπει να ρίξεις μια ματιά σε αυτό, Γιώργο».
Σε πολλές κουλτούρες, το να αποκαλούμε κάποιον με το μικρό του όνομα μπορεί να θεωρηθεί ασέβεια, ειδικά αν αυτό το πρόσωπο έχει υψηλότερο κοινωνικό στάτους από εμάς. Η κοινωνική λειτουργία των ονομάτων στη δυτική κοινωνία αποτελεί, από πολλές απόψεις, εξαίρεση και τα δυτικά πρότυπα μπορούν να κάνουν την παράκαμψη των μικρών ονομάτων πηγή δυσφορίας.
Για χρόνια, ο Thomas Ditye, ψυχολόγος στο Πανεπιστήμιο Sigmund Freud στη Βιέννη, και η συνάδελφός του Lisa Welleschik άκουγαν τους πελάτες τους να περιγράφουν τις δυσκολίες τους να πουν τα ονόματα των άλλων.
Στη μελέτη του 2023 που εισήγαγε τον όρο «αλεξινομία», ο Ditye και οι συνάδελφοί του πήραν συνέντευξη από 13 άτομα. Μια γυναίκα τους είπε ότι δεν μπορούσε να πει τα ονόματα των συμμαθητών της όταν ήταν νεότερη, και αφού γνώρισε τον σύζυγό της, το πρόβλημα έγινε πιο έντονο. «Ακόμα και σήμερα, μου είναι δύσκολο να τον προσφωνήσω με το όνομά του – λέω πάντα "εσύ" ή "έι", τέτοια πράγματα», είπε.
Σε μια μελέτη που δημοσιεύθηκε πέρυσι, ο Ditye και οι συνάδελφοί του έψαξαν σε διαδικτυακά φόρουμ και βρήκαν εκατοντάδες αναρτήσεις στις οποίες άνδρες και γυναίκες από όλο τον κόσμο περιέγραφαν πώς το να αποκαλούν τους οικείους τους με τα μικρά τους ονόματα έκανε τους ίδιους να αισθάνονται περίεργα: «Το να λέω το όνομα κάποιου που συμπαθώ με κάνει να αισθάνομαι εκτεθειμένος» ή «Προτιμώ να χρησιμοποιώ ψευδώνυμα με τους φίλους και την οικογένειά μου, αποφεύγοντας τη χρήση ονομάτων».
Τα μικρά ονόματα αποτελούν ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό μιας συζήτησης εν μέρει επειδή είναι σχεδόν πάντα προαιρετικά. Όταν ένα στοιχείο μιας συζήτησης δεν είναι γραμματικά απαραίτητο, η χρήση του είναι πιθανότατα κοινωνικά σημαντική, λέει ο Steven Clayman, καθηγητής κοινωνιολογίας στο UCLA. Ο Clayman έχει μελετήσει τη χρήση ονομάτων από δημοσιογράφους ραδιοτηλεοπτικών μέσων σε συνεντεύξεις και διαπίστωσε ότι η χρήση του μικρού ονόματος μπορεί να σηματοδοτεί –χωρίς να λέγεται ευθέως– ότι κάποιος μιλάει «από καρδιάς».
Όμως οι επιπτώσεις της αναφοράς του μικρού ονόματος μπορεί να αλλάξουν ανάλογα με το τι συμβαίνει τη στιγμή που κάποιος λέει ένα όνομα αλλά και ποιος το λέει. Ακόμα, το σημείο στην πρόταση όπου τίθεται το όνομα μπορεί να τονίσει τη διαφωνία ή να κάνει μια δήλωση πιο αντιφατική. Η φράση «Γιώργο, πρέπει να ρίξεις μια ματιά σε αυτό» μπορεί να ακούγεται πολύ πιο φιλική από το «Πρέπει να ρίξεις μια ματιά σε αυτό, Γιώργο».
«Μπορεί οι άνθρωποι με αλεξινομία να έχουν αυτή την ενστικτώδη διαίσθηση, η οποία είναι σωστή, ότι το να χρησιμοποιείς ένα όνομα σημαίνει ότι παίρνεις θέση, ότι δηλώνεις ίσως κάτι που δεν είχες πρόθεση να δηλώσεις», λέει ο Clayman. Η χρήση του μικρού ονόματος μπορεί να παρερμηνευτεί είτε ως (υπερβολική) οικειότητα είτε ως (συγκαλυμμένη) εχθρότητα.
Το γεγονός ότι πολλοί άνθρωποι «σκοντάφτουν» στα ονόματα των πιο οικείων τους προσώπων μπορεί να ακούγεται αντιφατικό, αλλά το να λέμε τα μικρά ονόματα των ανθρώπων που είναι ήδη κοντά μας μπορεί να είναι «κάτι τόσο προσωπικό και συναισθηματικό που να φτάνει να είναι δυσάρεστο», λέει ο Ditye, «ακόμη περισσότερο από το να λέμε το μικρό όνομα ενός αγνώστου».
Ίσως το διακύβευμα είναι υψηλότερο με εκείνους που αγαπάμε. Κάποιοι πιστεύουν ότι το να αποφεύγεις να λες το μικρό όνομα του ατόμου με το οποίο διατηρείς σχέση μπορεί να είναι καλό πράγμα. Η χρήση του μικρού ονόματος στους κοντινούς και αγαπημένους μας ανθρώπους μπορεί να μοιάζει απρόσωπη, σαν να είμαστε πωλητές μεταχειρισμένων αυτοκινήτων που προσπαθούν να κλείσει μια συμφωνία.
Η αλεξινομία είναι μια ως επί το πλείστον ακίνδυνη ιδιορρυθμία της ανθρώπινης εμπειρίας. Παρ’ όλα αυτά, αν αποφεύγετε συστηματικά να λέτε τα μικρά ονόματα των πιο κοντινών σας προσώπων, μπορεί να διαστρεβλώσετε την αντίληψή τους για το πώς αισθάνεστε γι' αυτούς.
Μια από τις συμμετέχουσες στη μελέτη της Ditye μοιράστηκε ότι ο σύζυγός της αναστατώθηκε από την αδυναμία της να πει το όνομά του. Αυτό τον έκανε να αισθάνεται ότι δεν τον αγαπούσε. Το να ξεπεράσουμε μια τέτοια δυσφορία και απλά να λέμε το όνομά τους κάθε τόσο μπορεί να υπενθυμίσει στους αγαπημένους μας ότι νοιαζόμαστε.
Με στοιχεία από The Atantic