Το είδα σε κάποια βιτρίνα και μου κέντρισε αμέσως το ενδιαφέρον τόσο με το «εφημεριδίστικο» εξώφυλλο όσο και με το χορταστικό του περιεχόμενο. Τριάντα πρωτοσέλιδα ρεπορτάζ μεγάλου ιστορικού ενδιαφέροντος από αδιευκρίνιστα, στην πλειοψηφία τους, γεγονότα και περιστατικά που απασχόλησαν έντονα την κοινή γνώμη της εποχής τους, τα περισσότερα ωστόσο στην πορεία «ξεχάστηκαν». Ανάμεσά τους ο λόρδος Έλγιν και το ναυάγιο του πλοίου Μέντορας που μετέφερε τα κλεμμένα της Ακρόπολης (1802-5), τα αδέρφια Χριστοφιλέα που ονομάστηκαν οι Έλληνες Μπόνι και Κλάιντ (1929), οι μονομαχίες τιμής (1895-1914), το ερωτικό/κατασκοπευτικό θρίλερ της Κατοχής «υπόθεση Δωροθέα Ντε Ροπ», το πολύνεκρο – φονικότερο του Τιτανικού - ναυάγιο του γεμάτου Ιταλούς αιχμαλώτους ατμόπλοιου Όρια ανοικτά του Σουνίου (1943), η μυθιστορηματική απόδραση 27 πολιτικών κρατουμένων από τις φυλακές Βούρλων το 1955, το λεγόμενο Πραξικόπημα της Πιτζάμας (1975), η ανταρσία του αντιτορπιλικού Βέλος (1973), το αλήστου μνήμης νερό του Καματερού (1976)... Αναζήτησα τον συγγραφέα του Γιάννη Ράγκο, συνάδελφο που έχει διακριθεί επί σειρά ετών στο ερευνητικό ρεπορτάζ και όχι μόνο, όντας επίσης συγγραφέας αστυνομικών διηγημάτων. Όπως λέει χαρακτηριστικά, βιοπορίζεται χάρη στο έγκλημα, την ιστορία και τα ταξίδια! Συζητήσαμε για τις ιδιαιτερότητες και τη σημασία του ερευνητικού και του ιστορικού ρεπορτάζ, τη σχέση ιστορίας και δημοσιογραφίας, τις λογοτεχνικές του επιδόσεις αλλά και το «ταλέντο» να καταφέρνει κανείς να είναι δημιουργικός και πολυάσχολος δίχως να εξαντλείται ή να πελαγώνει.
— Πώς και γιατί τα Ξεχασμένα Πρωτοσέλιδα;
Πρόκειται βασικά για παλιότερες δικές μου δημοσιογραφικές έρευνες που είχαν δημοσιευτεί στο περιοδικό Ιστορία Εικονογραφημένη, ξαναδουλεμένες, επικαιροποιημένες κι εμπλουτισμένες βέβαια με νέα στοιχεία που προέκυψαν στην πορεία. Ανέκαθεν μου άρεσε η ιστορική δημοσιογραφία, ένα είδος πολύ δημοφιλές στο εξωτερικό, αλλά παραμελημένο επί δεκαετίες στην Ελλάδα – δεν αναφέρομαι σε ιστορικές ανασκοπήσεις ή εγκυκλοπαιδικού ενδιαφέροντος άρθρα που βρίσκει κανείς στον Τύπο ή το Διαδίκτυο. Υπήρξαν παλιότερα κι εδώ καλοί συνάδελφοι που το υπηρέτησαν (Γιώργος Καράγιωργας, Σπύρος Λιναρδάτος, Γιάννης Κάτρης, Βασίλης Μαθιόπουλος, Γιώργος Γάτος), όμως τα τελευταία χρόνια αναζωπυρώνεται το σχετικό ενδιαφέρον. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα υπήρξε π.χ. ο Ιός της Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας - αντίστοιχη δουλειά κάνουν σήμερα ο Τάσος Κωστόπουλος στην Εφημερίδα των Συντακτών (Το Φάντασμα της Ιστορίας), αλλά κι ο Γιώργος Πετρόπουλος στον Ριζοσπάστη. Όμως, κακά τα ψέματα, τέτοια ρεπορτάζ δεν γίνονται στο πόδι και με το... πιστόλι στον κρόταφο, απαιτούν αφοσίωση, κόπο και χρόνο. Σε Αμερική και Ευρώπη, τέτοια θέματα τα αναθέτουν σε κάποιον έμπειρο ρεπόρτερ ή δημοσιογραφική ομάδα κατ' αποκλειστικότητα, παρέχοντάς τους όλα τα απαραίτητα εφόδια, αλλά κι ένα εύλογο χρονικό περιθώριο να επικεντρωθούν στο θέμα τους, να αναζητήσουν πηγές, να βρουν μαρτυρίες, να διασταυρώσουν στοιχεία... Εδώ στην Ελλάδα, πόσοι εκδότες ή καναλάρχες το κάνουν αυτό;
Εκείνα που δεν έχω κι ελπίζω να μην αποκτήσω ποτέ είναι πόζα, ύφος και μεγάλη ιδέα για τον εαυτό μου – ο καλύτερος κι εγκυρότερος διαφημιστής του καθενός μας είναι η δουλειά του
— Ποια ήταν τα κριτήρια της επιλογής σου;
Αφενός εστίασα σε γεγονότα που παρότι εντυπωσίασαν και συζητήθηκαν πολύ στην εποχή τους είναι σήμερα μάλλον άγνωστα στο ευρύ κοινό, αφετέρου επέλεξα εκείνα για τα οποία υπήρχαν σημαντικά νέα στοιχεία που θα τα εμπλούτιζαν. Συνήθιζα κιόλας από μόνος μου να παρακολουθώ τα θέματά μου κι αφότου δημοσιεύονταν, κρατώντας σημειώσεις για μελλοντική χρήση. Το πλεονέκτημα, ξέρεις, του ιστορικού ρεπορτάζ είναι ότι χάρη στη χρονική απόσταση και την αποσύνδεση από τις ανάγκες της επικαιρότητας αποκτάς πρόσβαση σε στοιχεία, ντοκουμέντα κ.λπ. δημοσιεύματα που δεν ήταν διαθέσιμα πριν και μπορείς να τα μελετήσεις με μεγαλύτερη άνεση χρόνου. Το σύνηθες μειονέκτημα, πάλι, είναι η απουσία αυτοπτών μαρτύρων και λοιπών εμπλεκομένων! Εξίσου σημαντικές είναι οι πληροφορίες που «πλαγίως» λαμβάνει κανείς μέσω τέτοιων ρεπορτάζ για το γενικότερο πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό κλίμα της εποχής όπου αναφέρονται, με έναν τρόπο διαφορετικό από το να έκανε ένα απλό ιστορικό ανάγνωσμα.
— Αλλά πόσο «ιστορικός» μπορεί να γίνει ο δημοσιογράφος;
Οι ρόλοι είναι διακριτοί. Η επιστημονική κατάρτιση και μεθοδολογία είναι βεβαίως ίδιον του ιστορικού που είναι ο καταρχήν «ειδικός». Ο δημοσιογράφος, πάλι, μπορεί χάρη στο αισθητήριό του να φωτίσει πιο σφαιρικά ένα θέμα, να αναδείξει κι άλλες παραμέτρους, να φωτίσει "γωνίες" διαφορετικές. Θα πρέπει όμως κι αυτός να κριθεί με βάση τις απαιτήσεις του μέσου του. Υπάρχουν βλέπεις και τα ελεγχόμενης εγκυρότητας ρεπορτάζ εντυπωσιασμού ή σκοπιμότητας. Όταν κανείς υποψιάζεται τέτοια δημοσιεύματα, καλό είναι να τα διασταυρώνει με τα αντίστοιχα άλλων εφημερίδων της ίδιας περιόδου, εφόσον βέβαια υπάρχουν. Ένα άλλο πλεονέκτημα που έχει η χρονική απόσταση από τα γεγονότα είναι η ψυχραιμότερη και αντικειμενικότερη εκτίμησή τους.
— Ποιο από τα ρεπορτάζ του βιβλίου σου θα ξεχώριζες;
Δύσκολη απάντηση γιατί όλα έχουν το ενδιαφέρον τους. Δίνω όμως ιδιαίτερη βαρύτητα στη συνέντευξη του κυβερνήτη του αντιτορπιλικού "Βέλος", Νίκου Παππά που το 1973 στη διάρκεια ασκήσεων το οδήγησε στο ιταλικό λιμάνι του Φιουμιτσίνο σαν πράξη διαμαρτυρίας κατά της χούντας. Η υπόθεση είναι βέβαια γνωστή, όμως η συνέντευξη αυτή έμελε να είναι η τελευταία του. Πολύ «ζουμί» έχουν επίσης οι πρώτες εκτελέσεις θανατοποινιτών στη Νεότερη Ελλάδα (1830), την «απόδραση» από τον εμφύλιο μιας μεγάλης ομάδας Ελλήνων καλλιτεχνών και επιστημόνων στον Τάραντα κι από 'κει στο Παρίσι με το νεοζηλανδέζικο πλοίο Ματαρόα (Δεκέμβριος 1945), ανάμεσά τους οι Νίκος Σβορώνος, Κορνήλιος Καστοριάδης, Κωστής Παπαϊωάννου, Εμμανουήλ Κριαράς, Κώστας Αξελός, Άδωνις Κύρου, Μιμίκα Κρανάκη, η εν πολλοίς άγνωστη ιστορία των ΜΕΑ-ΤΕΑ (1948-1982), καθώς και η μεγάλη απόδραση από τις φυλακές των Βούρλων το 1955.
— Το βιογραφικό σου είναι ιδιαίτερα πλούσιο. Έχεις εργαστεί ως ρεπόρτερ σε όλα σχεδόν τα μέσα, υπεύθυνος Τύπου στα Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου, γράφεις αστυνομικά διηγήματα, σενάρια, δοκίμια, συνεργάζεσαι στη δημιουργία ενημερωτικών ιστοσελίδων όπως το freelancers.gr...
Κοίτα, μεταξύ 1985-2000 έκανα ελεύθερο ρεπορτάζ ποικίλης θεματολογίας, κυρίως ερευνητικό και πολιτιστικό σε διάφορες εφημερίδες και ραδιοσταθμούς. Από το 2001 επιμελούμαι τα ταξιδιωτικά/τουριστικά ρεπορτάζ του ΕΟΤ, ενώ παράλληλα αφοσιώνομαι περισσότερο στη συγγραφή, αλλά και την επιμέλεια κειμένων και εκδόσεων. Έχω επίσης γράψει κινηματογραφικά σενάρια και κείμενα για θεατρικές παραστάσεις, καθώς και τη σεναριακή διασκευή για το graphic novel Ερωτόκριτος, μια συνεργασία που κάναμε πέρσι με τους Δημοσθένη Παπαμάρκο και Γιώργο Γούση (σκίτσο). Μέσα στο 2017 θα διασκευάσουμε άλλο ένα κλασικό κείμενο σε graphic novel, ενώ θα συμμετέχω σε δύο συλλογικούς τόμους αστυνομικών διηγημάτων, ένας εκ των οποίων θα εκδοθεί στην Ελλάδα κι ο άλλος στην Τουρκία. Ταυτόχρονα ετοιμάζω ένα καινούργιο αστυνομικό μυθιστόρημα - γενικώς ειπείν με ζουν το έγκλημα, η ιστορία και τα ταξίδια!
— Πότε και πώς τα προλαβαίνεις όλα αυτά;
Ούτε εγώ ξέρω! Δεν είμαι καν υπερβολικά εργασιομανής, ούτε πιστεύω ότι καταξιώνεται κανείς σαν άνθρωπος μόνο μέσα από τη δουλειά του. Αφιερώνω μάλιστα αρκετό χρόνο στην οικογένειά μου. Έχω ωστόσο πρόγραμμα, μέθοδο, πειθαρχία, δεν ξοδεύομαι σε περιττά, δεν μπαίνω στα κοινωνικά δίκτυα, δεν διαθέτω πια καν κινητό. Εκείνα που δεν έχω κι ελπίζω να μην αποκτήσω ποτέ είναι πόζα, ύφος και μεγάλη ιδέα για τον εαυτό μου – οι καλύτεροι κι εγκυρότεροι διαφημιστές του καθενός μας είναι οι καρποί των κόπων του.
σχόλια