Αν και οι εποχές έχουν αλλάξει, κάποια στερεότυπα επιμένουν. Έχω βρεθεί σε αρκετά ταξί όπου οι άνδρες οδηγοί μιλούν υποτιμητικά για τις γυναίκες οδηγούς που συναντούν. Τα τελευταία χρόνια, βέβαια, έχει σημειωθεί «πρόοδος», οι αναφορές δείχνουν να μειώνονται ή να περιορίζονται σε επιτιμητικό κούνημα του κεφαλιού.
Στους δρόμους βλέπεις διαρκώς τη σύγκρουση μεταξύ της επιθετικής-«αρρενωπής» και της αμυντικής-«θηλυκής» οδήγησης. Και για να μη μας αδικούμε, αυτό δεν είναι αποκλειστικά ελληνικό φαινόμενο. Πρόσφατα μια διαφήμιση στη Γαλλία αντιμετώπισε την τοξική αρρενωπότητα ως έναν παράγοντα της επικίνδυνης οδήγησης αντίστοιχο με το αλκοόλ. Τα στοιχεία είναι συντριπτικά, με χαρακτηριστικότερο αυτών το γεγονός ότι το 88% των νέων μεταξύ 18-24 που σκοτώθηκαν στον δρόμο είναι άνδρες.
Μιλήσαμε με τη Χριστίνα Μεσσάρη, οδηγό ταξί, για τα προβλήματα που αντιμετωπίζει μια γυναίκα στον δρόμο. Αρχικά τη ρώτησα πώς προτιμά να την αποκαλούν αλλά και κατά πόσον ο όρος «ταξιτζού» είναι υποτιμητικός. «Προσωπικά εγώ λέω ότι είμαι σοφερίνα», απαντάει γελώντας. «Κανονικά ο όρος είναι “οδηγός ταξί”. Ο όρος “ταξιτζού” δεν είναι υποτιμητικός, απλά είναι πιο λαϊκός. Ο κόσμος βέβαια έτσι μας αποκαλεί: “ταξιτζής”».
«Είναι μύθος ότι οι γυναίκες δεν ξέρουν να παρκάρουν. Όταν οδηγείς και κάνεις 300 χιλιόμετρα την ημέρα, μαθαίνεις και να παρκάρεις και να καταλαβαίνεις αν χωράς να περάσεις από έναν δρόμο. Είναι πλέον θέμα εμπειρίας».
Η κυρία Μεσσάρη είναι 48 ετών και δουλεύει στο ταξί τα τελευταία 13 χρόνια. «Οδηγούσα από τα 18 μου. Μου άρεσε η οδήγηση και έκανα πολλά χιλιόμετρα γιατί είχα μαγαζί στην Κηφισιά. Έμενα Παλαιό Φάληρο, οπότε κάθε μέρα έκανα αρκετά χιλιόμετρα. Η αλήθεια είναι ότι όταν έκλεισα το μαγαζί που είχα, το 2009, λόγω της κρίσης, και ανέβηκα το 2010 στο ταξί, βασικός λόγος ήταν ότι μου άρεσε η οδήγηση. Ήμουν και κοινωνική και λέω στον άνδρα μου “θα το δοκιμάσω”».
Απαραίτητη προϋπόθεση για να κάνεις αυτήν τη δουλειά είναι να μην φοβάσαι την οδήγηση. «Να μη φοβάσαι ότι θα σε πάρει η ανηφόρα ή ότι δεν θα χωρέσεις σε έναν στενό δρόμο», λέει. «Αυτό θέλει απλά εξάσκηση. Είναι μύθος ότι οι γυναίκες δεν ξέρουν να παρκάρουν. Όταν οδηγείς και κάνεις 300 χιλιόμετρα την ημέρα, μαθαίνεις και να παρκάρεις και να καταλαβαίνεις αν χωράς να περάσεις από έναν δρόμο. Είναι πλέον θέμα εμπειρίας».
Η εκτίμησή της είναι ότι μόνο ένα 5% των γυναικών δουλεύει ως οδηγός ταξί. «Οι άνδρες, παραδοσιακά τουλάχιστον, οδηγούν περισσότερο από τις γυναίκες. Όταν υπάρχει ένα αυτοκίνητο σε μια οικογένεια, συνήθως θα το πάρει ο άνδρας για να πάει στη δουλειά του ή θα οδηγεί σε ένα ταξίδι. Αυτό είναι θέμα χαρακτήρα; Δεν ξέρω. Έχει να κάνει με το πόσο δυναμικός είναι ο άλλος; Γιατί πρέπει να έχεις και μια δυναμική».
Έχοντας διανύσει πάνω από 1,5 εκατομμύριο χιλιόμετρα, η εμπειρία και η δυναμική της είναι δεδομένες πια, αλλά παρ' όλα αυτά επιλέγει να οδηγεί αμυντικά. «Αρκετοί άνδρες θέλουν ίσως να δείξουν ότι είναι καλοί οδηγοί, ενώ εμείς δεν έχουμε να αποδείξουμε κάτι». Οδηγεί ήρεμα, «απαραίτητο προσόν γι' αυτό το επάγγελμα», όπως μου τονίζει, «κι αυτό κάνει και τους πελάτες να αισθάνονται πολύ πιο ασφαλείς με μια γυναίκα οδηγό. Δεν μπορείς με το παραμικρό να εκνευρίζεσαι αν περνά ο άλλος με κόκκινο ή αν παραβιάσει ένα στοπ. Αυτά είναι πράγματα που τα βλέπουμε συνέχεια. Ή αν σταματάει ο άλλος χωρίς αλάρμ».
«Αυτό που με είχε εκνευρίσει πάρα πολύ», λέει, «ήταν μια φορά που είχα σταματήσει πάνω σε μία γωνία και δημιουργήθηκε πρόβλημα και στην κεντρική οδό, στη λεωφόρο Πεντέλης στα Βριλήσσια. Αλλά έπρεπε να το κάνω γιατί έπαιρνα ένα κοριτσάκι με αναπηρικό αμαξίδιο. Δεν μπορούσα να κάνω κάτι άλλο, έπρεπε να σταματήσω σε εκείνο το σημείο για να έχει πρόσβαση το παιδί. Εκεί φώναζαν κάποιοι οι οποίοι δεν είχαν ορατότητα και δημιουργήθηκε ένα θέμα. Αντίθετα αυτοί που έβλεπαν δεν μίλησαν, εννοείται».
Της έχει τύχει ακόμα και μέρα μεσημέρι να πρέπει να πάρει μεθυσμένους πελάτες που δεν θυμούνται τον προορισμό τους, όμως δεν της έχει τύχει να την παρενοχλήσουν. «Νομίζω ότι αν βάλεις όρια και είσαι σοβαρός επαγγελματίας, δεν έχεις τέτοια περιστατικά. Εντάξει, μπορεί να μου έχουν ζητήσει το τηλέφωνό μου, τους έχω δώσει ένα ψεύτικο νούμερο και έληξε εκεί. Και με τις εφαρμογές και τα ραδιοταξί είναι πιο ασφαλή τα πράγματα για μια γυναίκα, αλλά και για τους άνδρες».
«Τα τελευταία χρόνια ο κόσμος έχει γίνει ανυπόμονος και νευρικός», επισημαίνει. «Του φταίνε όλα. Και δυστυχώς βγάζουν τα προβλήματά τους στην οδήγηση. Βιάζονται, για παράδειγμα. Κάποιοι πελάτες έχει τύχει να έχουν καθυστερήσει στο ραντεβού τους. Τους λέω “τι να κάνω; Να πετάξω δεν μπορώ. Θα καθυστερήσουμε λίγο, αν μπορείτε να ενημερώσετε, ενημερώστε. Δεν γίνεται όμως κάτι άλλο”. Αγχωμένοι οδηγοί. Τους βλέπω συχνά να μιλάνε στο κινητό τους, ενώ οδηγούν, και να χάνουν την αίσθηση του χώρου».
Έχει την ατυχία να έχει δει τις συνέπειες της επιθετικής οδήγησης από πολύ κοντά. «Ήταν αργά τη νύχτα και βλέπω ένα αυτοκίνητο στη Λαυρίου να έρχεται με ταχύτητα για να με προσπεράσει, αν και εκεί δεν έχει χώρο για να προσπεράσει, και απαγορεύεται κιόλας. Ήταν πολύ επιθετική η οδήγησή του. Και με το που με προσπερνάει και κάνει μια ανοιχτή αριστερή στροφή, ανεβαίνει πάνω στο πεζοδρόμιο και το φέρνει τούμπα το αυτοκίνητό του, μπροστά στα μάτια μου!
Μπαίνουν και πολλοί ανάποδα σε δρόμους που, δεν ξέρω, μπερδεύονται με τη σήμανση; Πριν κάποιους μήνες μια γιατρός που ανέβηκε από την Καισαριανή για να μπει Αττική Οδό, μπήκε ανάποδα. Αντί να κάνει αριστερά στο δεύτερο άνοιγμα του δρόμου και να μπει στα διόδια, μπήκε στο πρώτο που κατεβαίνει και τράκαρε με ταξιτζή, μάλιστα. Δυστυχώς σκοτώθηκε η κοπέλα. Γιατρός που είχε δυο μέρες βάρδια, εφημερία. Δυο μέρες δούλευε, ήταν πολύ κουρασμένη και μπερδεύτηκε».
Η συνύπαρξη με τα μηχανάκια είναι δύσκολη, «ειδικά με τα μικρά, τα μηχανάκια που κάνουν διανομές», λέει. «Τους πιέζουν πάρα πολύ για να τρέξουν παραγγελίες. Μπαίνουν ανάποδα, τρέχουν, κάνουν σφήνες δεξιά-αριστερά. Γι’ αυτό εφιστώ την προσοχή και λέω ότι όταν οδηγούμε πρέπει να είμαστε ήρεμοι και να μη σκεφτόμαστε το κάθε πρόβλημα που έχουμε. Ούτε στο τηλέφωνο να εκνευριζόμαστε και να τσακωνόμαστε την ώρα που οδηγούμε. Είναι πολύ μεγάλο θέμα αυτό».
Η κυρία Μεσσάρη δουλεύει επτά μέρες την εβδομάδα, 12 ώρες την ημέρα και ταυτόχρονα είναι μητέρα. «Γενικά είναι δύσκολο να είσαι γυναίκα. Κι αν, μάλιστα, εργάζεσαι 12 ώρες την ημέρα –για να βγάλεις μεροκάματο με το ταξί τόσο απαιτείται–, είναι υπερβολικά δύσκολο. Βρίσκεις κάποιες ισορροπίες, βέβαια. Εγώ π.χ. μαγειρεύω για δυο μέρες, δεν μαγειρεύω κάθε μέρα. Αλλά είναι και τα ρούχα, είναι και το σίδερο».
Τα παιδιά κι ο άντρας της τη βοηθούν, αλλά μου λέει ότι αναγκάζεται να βρίσκεται σε διαρκή κίνηση, που της επιτρέπει να κοιμάται μόλις πέντε με έξι ώρες τη μέρα, χωρίς να έχει ωράριο. Γιατί μπορεί κάποιος πελάτης να χρειάζεται να μετακινηθεί το ξημέρωμα. Όμως, παρά τις δυσκολίες, βλέπει με καλή διάθεση και χιούμορ τη ζωή:
«Νομίζω ότι όταν κάνεις κάτι καλό, πρώτα απ’ όλα εσύ αισθάνεσαι καλύτερα. Όχι στην οδήγηση μόνο, μιλάω γενικά. Ακόμα και να αφήσεις έναν άνθρωπο να περάσει, να διασχίσει τον δρόμο. Δεν είναι ότι ο άλλος το χαίρεται, εσύ χαίρεσαι που το κάνεις αυτό! Εισπράττεις –ας πούμε– θετική ενέργεια.
Έτσι είναι και στο αυτοκίνητο. Γιατί να μην είναι καθαρό και να είσαι ευγενικός; Δεν θα μας άρεσε κι εμάς να μας αντιμετωπίζουν με ευγένεια; Λείπει η ευγένεια από τον ελληνικό δρόμο. Αλλά ευτυχώς δεν είναι όλοι έτσι.
Λείπει η υπομονή. Στο φανάρι δεν προλαβαίνει να ανάψει πράσινο και κορνάρουν. Είχα πετύχει κάποια στιγμή έναν στο φανάρι που κόρναρε ενώ ήταν πρώτος! Ήμασταν δίπλα-δίπλα. Κόρναρε από συνήθεια. Κόρναρε και έφυγε».