Στη Βουλή μεταφέρεται αυτή την εβδομάδα η σύγκρουση για την υπόθεση των παρακολουθήσεων, ενώ η αντιπαράθεση σε επίπεδο πολιτικών αρχηγών προβλέπεται να χτυπήσει κόκκινο. Την ίδια στιγμή, ύστερα από αίτημα που κατέθεσε το ΠΑΣΟΚ, αναμένεται να υπάρξει σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής προκειμένου να διερευνηθεί η υπόθεση, έχοντας ως επίκεντρο την παρακολούθηση του κινητού του προέδρου του ΠΑΣΟΚ, Νίκου Ανδρουλάκη. Τα ερωτήματα που έχουν ανακύψει είναι πολλά και είναι προφανές ότι οδεύουμε σε ένα «καυτό» –πολιτικά– δεκαήμερο. Άραγε, θα αποδειχθεί ένα καταλυτικά πολιτικό γεγονός που θα λειτουργήσει ως παράγοντας εξελίξεων ή μετά από λίγες μέρες θα βρεθεί στη λήθη της δημόσιας σφαίρας;
«Δεν είχα προηγούμενη γνώση διάρρηξης του Γουότεργκεϊτ. Δεν συμμετείχα και δεν γνώριζα τη συγκάλυψη που ακολούθησε». Ήταν βράδυ της 8ης Αυγούστου του 1974 όταν ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Ρίτσαρντ Νίξον ανακοίνωνε από τους τηλεοπτικούς δέκτες την παραίτησή του από το προεδρικό αξίωμα εξαιτίας του σκανδάλου Γουότεργκεϊτ το οποίο συγκλόνισε την Αμερική. Κεντρικό ρόλο στην αποκάλυψη της υπόθεσης είχε η εφημερίδα «Washington Post» και ειδικότερα οι δημοσιογράφοι Καρλ Μπέρνσταϊν και Μπομπ Γούντγουορντ, οι οποίοι με σειρά ρεπορτάζ αποκάλυπταν όλο και περισσότερες πτυχές του σκανδάλου. Έκτοτε πολλές φορές σκάνδαλα υποκλοπών επηρέασαν τα πολιτικά κόμματα και μονοπώλησαν τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, ενώ η παραίτηση Νίξον ήταν η πρώτη και μάλλον η τελευταία όπου ένας πολιτικός πλήρωνε το τίμημα για ένα σκάνδαλο υποκλοπών.
Θα αποδώσει η ενεργοποίηση των κοινοβουλευτικών διαδικασιών για ένα θέμα που άπτεται του κράτους δικαίου και της λειτουργίας των δημοκρατικών θεσμών ή οι καταγγελίες θα μείνουν στα χαρτιά;
Εν όψει, λοιπόν, της μετωπικής αντιπαράθεσης στη Βουλή, ας θυμηθούμε εγχώριες υποθέσεις όπου οι τηλεφωνικές παρακολουθήσεις και οι απόπειρες υποκλοπής προσωπικών δεδομένων δεν έμειναν στα κρυφά.
Θεοφάνης Τόμπρας - Ο πράσινος «Αρχικοριός»
Ο Θεοφάνης Τόμπρας ήταν Έλληνας αξιωματικός του Στρατού Ξηράς (συνταγματάρχης των Διαβιβάσεων) και επιχειρηματίας, ο οποίος διετέλεσε υποδιοικητής του ΟΤΕ (1981-1984) και διοικητής-γενικός διευθυντής του οργανισμού κατά την περίοδο 1984-1989. Είχε στενές σχέσεις με τον τότε πρωθυπουργό Ανδρέα Παπανδρέου και διατηρούσε άρρηκτες φιλικές σχέσεις με τον Σωκράτη Κόκκαλη αλλά και τους δημοσιογράφους Νίκο Κακαουνάκη και Γιώργο Κουρή, εκδότη της «Αυριανής».
Ο ίδιος είχε κατηγορηθεί τότε ότι είχε «στήσει» ένα δίκτυο εκτεταμένων τηλεφωνικών παρακολουθήσεων και υποκλοπών που περιλάμβανε πολιτικά πρόσωπα, αντιπάλους αλλά και μέλη του ΠΑΣΟΚ, επιχειρηματίες, δημοσιογράφους, εκδότες αλλά και τον τέως πρόεδρο της ΝΔ Κωνσταντίνο Μητσοτάκη. Μάλιστα στην εφημερίδα του Νίκου Κακαουνάκη «Καλάμι» είχαν δημοσιευτεί αρκετές φορές απομαγνητοφωνήσεις από κασέτες που περιείχαν ιδιωτικές συνομιλίες του Κωνσταντίνου Καραμανλή, με το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας να καταγγέλλει τον Τόμπρα ως πηγή αυτών των κασετών.
Μετά την πτώση της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, το καλοκαίρι του 1989, ο Τόμπρας κατηγορήθηκε για τις καταθέσεις του ΟΤΕ στην Τράπεζα Κρήτης (τμήμα του σκανδάλου Κοσκωτά) καθώς και για παράνομες τηλεφωνικές υποκλοπές των πολιτικών αντιπάλων του ΠΑΣΟΚ. Τελικά, για την πρώτη υπόθεση αθωώθηκε, ενώ η δεύτερη δεν έφτασε ποτέ στη δικαιοσύνη επειδή η Βουλή ανέστειλε τη δίωξη μετά την αθώωση του Ανδρέα Παπανδρέου για την υπόθεση Κοσκωτά με 117 ψήφους υπέρ. Να θυμίσουμε ότι από τη σχετική συνεδρίαση απουσίαζε το ΠΑΣΟΚ.
Χρήστος Μαυρίκης - Ο «Εθνικός Κοριός»
Ο Χρήστος Μαυρίκης ήταν ένας υπάλληλος του ΟΤΕ ο οποίος ήδη από τον Απρίλιο του 1993 είχε καταγγείλει στα μέσα ενημέρωσης ότι κατ’ εντολή του στρατηγού Νίκου Γρυλλάκη, συνεργάτη του τέως πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, εκτελούσε υποκλοπές κατά πολιτικών προσώπων, μεταξύ αυτών και του Ανδρέα Παπανδρέου. Αφού έχει «πέσει» η κυβέρνηση Μητσοτάκη το 1993, λίγο καιρό μετά ακολουθεί μια έρευνα στα ΚΑΦΑΟ του ΟΤΕ που υποδεικνύει ο Μαυρίκης. Απ’ αυτήν προκύπτουν ξεκάθαρες ενδείξεις τεχνικών παρεμβάσεων για υποκλοπές. Στις 12 Ιανουαρίου του 1994, η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ συστήνει προανακριτική επιτροπή για το ζήτημα των υποκλοπών στο οποίο παραπέμπεται ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης αλλά και η Ντόρα Μπακογιάννη. Τον Ιούνιο του 1994 ο βουλευτής-εισηγητής του ΠΑΣΟΚ Κώστα Μπρακατσούλας δηλώνει: «Διαπιστώθηκε ότι παρακολουθήθηκαν τα τηλέφωνα του κ. Μιλτιάδη Έβερτ ως τον Αύγουστο του 1991 και του γραφείου του ως το 1991, και του υπουργείου Προεδρίας κατά το διάστημα που ήταν υπουργός ως τον Δεκέμβριο του 1991. Του Γεράσιμου Κουρή, ως τα τέλη Απριλίου 1990 και της εφημερίδας ΑΥΡΙΑΝΗΣ ως τον Σεπτέμβριο του 1990. Του σημερινού πρωθυπουργού, κ. Ανδρέα Παπανδρέου, το τριψήφιο τηλέφωνό του, ως τον Ιούνιο του 1990. Του Γεωργίου Ράλλη, πρώην πρωθυπουργού, ως τα τέλη του 1990. Των γραφείων του ΠΑ.ΣΟ.Κ. στην οδό Χαριλάου Τρικούπη, ως τον Δεκέμβριο του 1991. Του Αντώνη Λιβάνη ως τον Σεπτέμβριο του 1991. Του Κυριάκου Γριβέα ως τον Δεκέμβριο του 1990, γνωστός σε όλους μας ως αναπληρωτής διευθυντής του πολιτικού γραφείου του κ. Μητσοτάκη».
Αναφέρει, επίσης, ότι: «Το πλείστον κατετέθησαν από τον Μαυρίκη και αφορά υποκλοπές –και λέω το πλείστον, εκτός εκείνων των ευρημάτων τα οποία λόγω του χρόνου δεν μπόρεσαν να βρεθούν– που επιβεβαιώθηκαν πλήρως από το πόρισμα των εμπειρογνωμόνων του ΟΤΕ. Είναι 7 άνθρωποι όλου του πολιτικού φάσματος, οι οποίοι ομοφώνως αποφαίνονται ότι πράγματι έγιναν αυτές οι παρακολουθήσεις και έγιναν οι παρακολουθήσεις με τον τρόπο που υποδεικνύει ο Μαυρίκης στο γνωστό υπόμνημά του».
Η κοινοβουλευτική εκπρόσωπος της Νέας Δημοκρατίας, και μετέπειτα Πρόεδρος της Βουλής, Άννα Ψαρούδα-Μπενάκη, στην ίδια συνεδρίαση σημειώνει: «Αυτή η κατηγορία είναι κατασκευασμένη εξ υπ' αρχής για να μη δικαστεί. Το καταγγείλαμε και το καταγγέλλουμε ότι χρησιμοποιείτε κατά παρερμηνεία και εσφαλμένη εφαρμογή τις διατάξεις του νόμου Περί Ευθύνης Υπουργών για να ρίξετε λάσπη, για να δημιουργήσετε αναταραχή, για να συκοφαντήσετε πολιτικούς σας αντιπάλους». Για την υπόθεση αυτή ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης θα παραπεμφθεί, αλλά τελικά εξαιτίας της απόφασης του Ανδρέα Παπανδρέου δεν έφτασε ποτέ σε ειδικό δικαστήριο. Ο ηγέτης του ΠΑΣΟΚ, τον Ιανουάριο του 1995, ζήτησε να υπάρξει για λόγους πολιτικής ομαλότητας αναστολή των ποινικών διώξεων και η πρότασή του υπερψηφίστηκε από το Κοινοβούλιο με ονομαστική ψηφοφορία.
Υπόθεση Vodafone – Κυβέρνηση Κ. Καραμανλή
«Θέμα εθνικής ασφάλειας» είχε επικαλεστεί ο πρώην υπουργός Επικρατείας Θοδωρής Ρουσόπουλος, όταν στις 2 Φεβρουαρίου του 2006 μαζί με τους υπουργούς Γιώργο Βουλγαράκη (Δημόσιας Τάξης) και Αναστάσιο Παπαληγούρα (Δικαιοσύνης) γνωστοποιούσαν στον ελληνικό λαό ότι εντοπίστηκε, μετά από έλεγχο ρουτίνας της εταιρείας Vodafone που έγινε το 2005, εκτεταμένο δίκτυο τηλεφωνικών υποκλοπών.
Η υπόθεση αυτή γρήγορα έλαβε διεθνείς διαστάσεις, αφού οι παρακολουθήσεις αφορούσαν δεκάδες πολιτικά πρόσωπα, πάνω από 100 κινητά, ανάμεσά τους και του τότε πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή, υπουργούς αλλά και πολλά μη πολιτικά πρόσωπα. Η Ελλάδα εκείνη την περίοδο κλυδωνίζονταν από το σκάνδαλο με τα «τηλέφωνα-σκιές», ενώ οι έρευνες αναδείκνυαν και πιθανή εμπλοκή των ΗΠΑ. Μάλιστα, με την υπόθεση των υποκλοπών συνδέθηκε και ο θάνατος του υπαλλήλου της Vodafone Κώστα Τσαλικίδη. Ο ίδιος ήταν υπεύθυνος για την ανάπτυξη του δικτύου της εταιρείας Vodafone αλλά στις 9 Μαρτίου 2005 βρέθηκε νεκρός στο σπίτι του, μία μέρα πριν γνωστοποιηθεί στις αρχές η ύπαρξη του ύποπτου λογισμικού. Η επίσημη αιτία θανάτου αποδόθηκε, αρχικά, σε αυτοκτονία.
«Οι πολίτες δικαιούται να μάθουν την αλήθεια», δήλωνε σε διάγγελμά του ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής, αλλά παρόλο που για την υπόθεση συστήθηκε Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής, τελικά δεν κατέληξε σε κάποιο σαφές συμπέρασμα και η υπόθεση μπήκε στο αρχείο το 2008. Δύο χρόνια μετά, αν και άνοιξε ξανά η υπόθεση, δεν οδήγησε σε κάποιο ουσιαστικό πόρισμα. Για την ιστορία να επισημάνουμε ότι οι ΗΠΑ είχαν αρνηθεί κάθε εμπλοκή με την υπόθεση, ενώ η ίδια η Vodafone διά μέσου του τότε αντιπροέδρου και διευθύνοντα συμβούλου της, Γ. Κορωνιά, είχε δηλώσει ότι η πολιτεία είχε ενημερωθεί από την πρώτη στιγμή.
Ηχητικό Παππά – Μιωνή
Ιούνιος 2020 και ένα ηχητικό ντοκουμέντο ανάμεσα στον πρώην υπουργό Επικρατείας Νίκο Παππά και τον ελληνικής καταγωγής Ισραηλινό επιχειρηματία Σάμπυ Μιωνή ταράζει το πολιτικό σκηνικό, αφού στην αποκαλυπτική συνομιλία εμπεριέχονται αναφορές για «παραμάγαζα», «μίζες» και διαφθορά, στον απόηχο της υπόθεσης Novartis. Η απομαγνητοφώνηση του ηχητικού ντοκουμέντου περιελάμβανε 18 σελίδες, ενώ στην επίμαχη συνομιλία ο Νίκος Παππάς συζητά από το κινητό του τηλέφωνο με τον Σάμπυ Μιωνή. Το βασικό περιεχόμενο της προφορικής κουβέντας αφορούσε μια δικαστική διαφορά του επιχειρηματία αλλά ταυτόχρονα και ποικιλία άλλων θεμάτων, όπως τον πρώην αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης Δημήτρη Παπαγγελόπουλο, για τον οποίον ο Νίκος Παππάς φέρεται να υποστήριζε ότι είχε «δική του ατζέντα», καθώς και υποθέσεις που αποφέρουν χρήματα. Επίσης, ο Νίκος Παππάς στον συγκεκριμένο διάλογο ακούγεται να καλεί τον Σ. Μιωνή να ζητήσει από τον επιχειρηματία Σταύρο Παπασταύρου να δώσει στοιχεία εναντίον της συζύγου του Κυριάκου Μητσοτάκη, Μαρέβας Γκραμπόφσκι.
Υπόθεση υποκλοπών Ανδρουλάκη
Επιστροφή στο φετινό καλοκαίρι. Στα τέλη του περασμένου Ιουλίου ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, Νίκος Ανδρουλάκης, καταθέτει μηνυτήρια αναφορά στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου για απόπειρα παρακολούθησης του κινητού τηλεφώνου του με το παράνομο λογισμικό «Πήγασος» και απόπειρα υποκλοπής προσωπικών δεδομένων. Μεταξύ άλλων, σημειώνεται ότι ο κ. Ανδρουλάκης έκανε χρήση, στις 28 Ιουνίου 2022, για προληπτικούς λόγους, της Ειδικής Υπηρεσίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που δημιουργήθηκε μετά την αποκάλυψη των σκανδάλων παρακολούθησης με το λογισμικό «Πήγασος», μέσω της οποίας οι ευρωβουλευτές θα μπορούσαν να ελέγχουν τις τηλεφωνικές συσκευές τους για τυχόν μολύνσεις από παράνομα λογισμικά παρακολούθησης.
Σύμφωνα με σχετική ενημέρωση, από τον πρώτο έλεγχο που έγινε στη συσκευή του προέδρου του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής, φάνηκε η παρουσία ύποπτου συνδέσμου (link) που συνδέεται με το παράνομο λογισμικό παρακολούθησης Predator. Το Predator είναι ένα εργαλείο παρακολούθησης που προσφέρει στον χειριστή του πλήρη και διαρκή πρόσβαση στη συσκευή του στόχου. Επίσης, επιτρέπει στον χειριστή να κάνει εξαγωγή μυστικών κωδικών (passwords), αρχείων, φωτογραφιών, ιστορικού περιήγησης στο διαδίκτυο, επαφών, καθώς επίσης και δεδομένων ταυτότητας (όπως πληροφορίες για την κινητή συσκευή). Παράλληλα, μπορεί να τραβήξει στιγμιότυπα οθόνης, να καταγράφει τις καταχωρήσεις του χρήστη (στο κινητό του), καθώς και μπορεί να ενεργοποιεί το μικρόφωνο και την κάμερα της συσκευής. Αυτό δίνει τη δυνατότητα στους επιτιθέμενους να παρακολουθούν οποιαδήποτε ενέργεια πραγματοποιείται μέσω συσκευής ή κοντά σε αυτήν, όπως τις συνομιλίες που γίνονται μέσα σε ένα δωμάτιο.
Συγχρόνως, δίνει τη δυνατότητα στον χειριστή του να καταγράφει γραπτά μηνύματα που αποστέλλονται ή λαμβάνονται (συμπεριλαμβανομένων αυτών που στέλνονται μέσω «κρυπτογραφημένων εφαρμογών») καθώς επίσης απλών και VoIP τηλεφωνικών κλήσεων (συμπεριλαμβανομένων τηλεφωνικών συνομιλιών μέσω «κρυπτογραφημένων» εφαρμογών). Να επισημάνουμε ότι εκτός του Νίκου Ανδρουλάκη, καταγγελίες για παρακολούθηση έχουν υποβληθεί και από τον δημοσιογράφο Θανάση Κουκάκη, οι οποίες επίσης θα ερευνηθούν για τη διαρροή των στοιχείων σχετικά με τη συγκεκριμένη υπόθεση.
Όπως είναι ήδη γνωστό, μετά την κατάθεση του Νίκου Ανδρουλάκη ακολούθησε ένα ντόμινο εξελίξεων αφού λίγες μέρες αργότερα, στις 6 Αυγούστου, είχαμε τις παραιτήσεις του πρώην γενικού γραμματέα του πρωθυπουργού, Γρηγόρη Δημητριάδη, και του πρώην διοικητή της ΕΥΠ, Παναγιώτη Κοντολέων. Θέση αναφορικά με το ζήτημα πήρε η Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κατερίνα Σακελλαροπούλου, η οποία τόνισε πως επιβάλλεται η άμεση και πλήρης διαλεύκανση της υπόθεσης των τηλεφωνικών παρακολουθήσεων, καθώς και η θωράκιση της λειτουργίας της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών. Μετέπειτα, άνοιξε ο κύκλος των καταθέσεων στον Άρειο Πάγο και στον εισαγγελέα Ισίδωρο Ντογιάκο, το πόρισμα του οποίου αναμένεται. Η συνέχεια, μετά τη θερινή ραστώνη, θα δοθεί αυτή την εβδομάδα και ειδικά την Παρασκευή, οπότε θα διεξαχθεί η συζήτηση στην Ολομέλεια της Βουλής σε επίπεδο πολιτικών αρχηγών.
Θα αποδώσει η ενεργοποίηση των κοινοβουλευτικών διαδικασιών για ένα θέμα που άπτεται του κράτους δικαίου και της λειτουργίας των δημοκρατικών θεσμών ή οι καταγγελίες θα μείνουν στα χαρτιά; Η συνέχεια επί της οθόνης.