ΕΙΝΑΙ ΠΛΕΟΝ ΠΡΟΦΑΝΕΣ ότι το θέμα των υποκλοπών θα συνοδεύει την κυβέρνηση μέχρι την ολοκλήρωση της θητείας της, αφού επέλεξε να μην δώσει απαντήσεις και να το αφήσει ανοιχτό, παρότι η πρόθεσή της ήταν να το κλείσει. Και ακόμα χειρότερα, με τους χειρισμούς και τις δηλώσεις της προσθέτει περισσότερα προβλήματα, χωρίς να λύνει κανένα.
Το Μέγαρο Μαξίμου αρνείται οποιαδήποτε σχέση μεταξύ Predator και παρακολουθήσεων της ΕΥΠ, παρότι και στις δύο περιπτώσεις, που αποδεδειγμένα πλέον παρακολουθούσε η ΕΥΠ, επιχειρήθηκε η παγίδευσή τους και με το Predator. Η κυβέρνηση ως τώρα επιμένει να το αποδίδει σε σύμπτωση και αρνείται να το ερευνήσει.
Επιπλέον, η κυβέρνηση αντί να ρίξει τους τόνους αφού αποκαλύφθηκε ότι παρακολουθεί πολιτικό της αντίπαλο, προκαλεί το θύμα των υποκλοπών, είτε μεταθέτοντας του την ευθύνη, είτε εμπαίζοντας τον. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν αποδοκίμασε καν τον διευθυντή του γραφείου τύπου της Ν.Δ, ο οποίος άφησε υποννοούμενα περί ευαίσθητων δεδομένων του (άρα παράνομων) που μπορεί να έχουν καταγραφεί και τον προκάλεσε αν έχει το θάρρος να τα δημοσιοποιήσει- μια πρόκληση που πολλοί σχολίασαν ότι έμοιαζε με διατύπωση εκβιασμού.
Στη συνέχεια ο κυβερνητικός εκπρόσωπος και υπουργοί υποστήριξαν ότι είναι ο Νίκος Ανδρουλάκης αυτός που αρνείται να ενημερωθεί, ενώ η κυβέρνηση είναι πρόθυμη να τον ενημερώσει. Αυτό ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ το αντέκρουσε καταγγέλοντας ότι η ενημέρωση που του πρότειναν ήταν άτυπη και εξωθεσμική. Ο Γ. Γεραπετρίτης, στον οποίο ανατέθηκε από τον πρωθυπουργό αυτή η αποστολή, δεν έχει καμία αρμοδιότητα, αλλά ούτε και την εμπιστοσύνη του Νίκου Ανδρουλάκη, καθώς λίγες μέρες πριν, ενώπιον της Επιστροπής Θεσμών και Διαφάνειας στην Βουλή ισχυριζόταν ότι η κυβέρνηση δεν τον παρακολουθούσε.
Η υπόθεση των υποκλοπών δεν περιορίζεται εντός των συνόρων, καθώς λαμβάνει διαστάσεις και εκτός αυτών, πλήττοντας την εικόνα της χώρας και τραβώντας το αρνητικό ενδιαφέρον διεθνών ΜΜΕ. Το κλίμα αυτό είναι θέμα χρόνου να προκαλέσει και πολιτική αβεβαιότητα (ήδη θεωρείται απίθανο πλέον ο Ανδρουλάκης να βοηθήσει τον Μητσοτάκη να ξαναγίνει πρωθυπουργός)
Για αυτό και ζήτησε να διαβιβαστεί αμέσως το σύνολο του φακέλου του στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας και «να ενημερωθούν με τον πιο επίσημο τρόπο» η ΑΔΑΕ και η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα «για τους λόγους της παράνομης και αντισυνταγματικής παρακολούθησής του από την ΕΥΠ».
Ως εμπαιγμός όμως εκλαμβάνεται και η δήλωση του κυβερνητικού εκπροσώπου, μετά την έγκριση του Ανδρουλάκη για να δημοσιοποιηθούν όλα, ότι τα στοιχεία του φακέλου της παρακολούθησης του «μπορεί να έχουν καταστραφεί». «Όταν μία νόμιμη επισύνδεση ολοκληρώνεται και δεν καταλήγει σε τίποτα που να ακουμπά στον λόγο για τον οποίο έγινε, τερματίζεται εκεί και καταστρέφεται το οποιοδήποτε αρχείο» είπε ο Γιάννης Οικονόμου, αφήνοντας να εννοηθεί ότι ο φάκελος με τα στοιχεία από την παρακολούθηση Ανδρουλάκη μπορεί να έχει καταστραφεί.
Και τελικά δεν εξήγησε. Έχουν καταστραφεί ή δεν έχουν; Για ποιον λόγο έκανε την δήλωση αυτή ο κυβερνητικός εκπρόσωπος; «Αυτό το ξαφνικά “καταστράφηκαν οι φάκελοι σας” θυμίζει άλλες εποχές» ανέφερε στέλεχος του ΠΑΣΟΚ, σχολιάζοντας πως «με τέτοιες δηλώσεις απογοητεύουν και τους κεντρώους και τους φιλελεύθερους και κάθε δημοκρατικό πολίτη».
Από τα υπονοούμενα για προσωπικά δεδομένα, μέχρι τον εμπαιγμό ότι φταίει που δεν πάει να ενημερωθεί και την πρόκληση των στοιχείων που μπορεί να καταστράφηκαν, οι χειρισμοί της κυβέρνησης πάνε καθημερινά από το κακό στο χειρότερο.
Ο πρωθυπουργός στο διάγγελμά του χρέωσε στους παραιτηθέντες ότι υποτίμησαν την πολιτική διάσταση του θέματος, ενώ ο ίδιος εξακολουθεί να την υποεκτιμά καθημερινά.
Η αντιπολίτευση δεν σκοπεύει να ρίξει τους τόνους. Ήδη ο Αλέξης Τσίπρας, που αισθάνεται παραγκωνισμένος, καθώς τις τελευταίες μέρες είναι ο Νίκος Ανδρουλάκης εκείνος που πρωταγωνιστεί με τον Κυριάκο Μητσοτάκη και όχι αυτός, ζήτησε την σύγκληση της ολομέλειας της Βουλής, όπου δεν μπορεί να παραβρίσκεται ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής καθώς είναι ευρωβουλευτής και όχι βουλευτής του εθνικού κοινοβουλίου.
Ο Ανδρουλάκης δεν θα σταματήσει, αν δεν διαλευκανθεί πλήρως η υπόθεση, «μέχρι να καθαρίσει και η παραμικρή σκιά» όπως αναφέρουν συνεργάτες του.
Στην Ευρωβουλή η έρευνα μόλις ξεκίνησε και η ελληνική κυβέρνηση θα μπει στο μικροσκόπιο, καθώς θα περιληφθεί στον κατάλογο των χωρών που θα ερευνηθούν για χρήση του Predator. Η φιλελεύθερη Ολλανδή ευρωβουλευτής Sophie in t’Veld που ηγείται των ερευνών για τα παράνομα λογισμικά, παρατήρησε ότι η ελληνική κυβέρνηση αφήνει πολλά ερωτήματα αναπάντητα, καθώς ασχολείται με τις "επίσημες" υποκλοπές της ΕΥΠ, αλλά όχι με τη μόλυνση του τηλεφώνου ενός ευρωβουλευτή με το Predator και αναρωτήθηκε γιατί δεν δόθηκε προτεραιότητα στη διερεύνηση του θέματος. Η ευρωβουλευτής υποστήριξε επίσης ότι οι έρευνες θα πρέπει να περιλαμβάνουν έλεγχο των τηλεφώνων όλων των πολιτικών και των αξιωματούχων της χώρας, ώστε να υπάρχει πλήρης εικόνα της κατασκοπευτικής δραστηριότητας.
Η υπόθεση των υποκλοπών δεν περιορίζεται εντός των συνόρων, καθώς λαμβάνει διαστάσεις και εκτός αυτών, πλήττοντας την εικόνα της χώρας και τραβώντας το αρνητικό ενδιαφέρον διεθνών ΜΜΕ. Το κλίμα αυτό είναι θέμα χρόνου να προκαλέσει και πολιτική αβεβαιότητα (ήδη θεωρείται απίθανο πλέον ο Ανδρουλάκης να βοηθήσει τον Μητσοτάκη να ξαναγίνει πρωθυπουργός) και σύμφωνα με οικονομικούς αναλυτές να αυξήσει το ρίσκο της χώρας και να επηρεάσει και την οικονομία.
Τα παράνομα λογισμικά τύπου Predator, που κοστίζουν μερικά εκατομμύρια, δεν τα προμηθεύεται κανείς για να παρακολουθήσει ένα-δυο στόχους, αλλά χιλιάδες. Κανένας λοιπόν δεν γνωρίζει (πλην των ελαχίστων που εμπλέκονται) πόσοι άλλοι παρακολουθούνται στην Ελλάδα και αν κάποιοι βρουν τρόπο να ελέγξουν τα κινητά τους (στην Ελλάδα δεν είναι δυνατό αυτό για την ώρα) πόσα από αυτά θα βρεθούν μολυσμένα. Άρα ενδέχεται να υπάρξουν νέες αποκαλύψεις από πολλές πλευρές το επόμενο διάστημα.