Καθώς υποχωρούσε ο πυρετός του Jurassic Park και της μαζοχιστικής λατρείας των δεινοσαύρων, η μόδα ανακοινώσεων του είδους «Νέες αποδείξεις ότι ο εγκέφαλός μας αναπτύχθηκε από τον ρομβοειδή εγκέφαλο των ερπετών» άρχισε να ξεφτίζει· το επόμενο επεισόδιο επιστημονικής τρέλας, αν πιστέψουμε τα διεθνή πρακτορεία, είναι, αν μη τι άλλο, ανθρωποκεντρικό και αφορά τον εντοπισμό της ελαττωματικής γονιδιακής κληρονομιάς του Νεάντερταλ, που προβλημάτισε ερευνητές σαν τον γενετιστή Τζον Κάπρα, επίκουρο καθηγητή της εξελικτικής βιολογίας του Πανεπιστημίου Βάντερμπιλτ, στο Τενεσί, και θιασώτη της ιδέας ότι για όλα, ξέρετε, φταίνε οι λανθασμένες επιλογές εντολών κατά την αντιγραφή των δεδομένων στον σκληρό δίσκο. Εν ολίγοις, εάν πάρουμε στα σοβαρά τον συγκεκριμένο σοφό, ο Homo sapiens δανείστηκε απ' τα ξαδέλφια του, τους Νεάντερταλ, ένα ελάχιστο, αλλά κακόβουλο τμήμα του DNA, ενοχοποιούμενο στο εξής όχι μόνον για ασθένειες του ανοσοποιητικού συστήματος, του μεταβολισμού, της καρδιάς, του αίματος ή του δέρματος αλλά και για ψυχικές διαταραχές, όπως η κατάθλιψη (!) ή ο εθισμός στη νικοτίνη (!).
Για την ακρίβεια, σύμφωνα πάντα με το καινούργιο γονιδιακό ευαγγέλιο, οι Νεάντερταλ, ερχόμενοι σε επιμειξία με τους προγόνους του Homo sapiens που μετανάστευσαν στην Ευρώπη από την Αφρική πριν από 40 ή 50 χιλιάδες χρόνια, παρήκμασαν βέβαια λόγω των κακών συναναστροφών, αλλά πρόλαβαν, υποτίθεται, να κληροδοτήσουν, εκδικητικά, μερικές απ' τις ατέλειές τους στο είδος μας. Σαν να μην έφτανε αυτή η αργοπορημένη έκλαμψη του γνώθι σαυτόν, η μόλις χτεσινή μελέτη μιας άλλης ερευνητικής ομάδας, με επικεφαλής τον γενετιστή Σέρτζι Καστελάνο του Ινστιτούτου Εξελικτικής Ανθρωπολογίας Μαξ Πλανκ, στη Λειψία, μεταφέρει το γεγονός της μετανάστευσης 50 χιλιάδες χρόνια νωρίτερα, εφόσον τμήματα DNA του Homo sapiens ανιχνεύτηκαν πρόσφατα στο γενετικό υλικό μιας θηλυκής Νεάντερταλ, η οποία ζούσε πριν από εκατό χιλιετηρίδες στο Αλτάι της νότιας Σιβηρίας.
Για τους γενετιστές, το να ψάχνεις την αιτία του προβλήματος στο προσωπικό παρελθόν είναι μια στάση ζωής τόσο μοντέρνα όσο και το να συναναστρέφεσαι τον Νεάντερταλ, για τον οποίο τα αποσμητικά τουαλέτας ήταν άγνωστα. Μεταξύ μας, όλοι αυτοί οι υπέρμαχοι της αυθεντίας του γενετικού κώδικα τι θα μπορούσαν να θεωρούν πιο απαρχαιωμένο από τη φροϋδική διδασκαλία;
Απ' αυτό παίρνουμε μιαν ανάγλυφη ιδέα για τη σχέση που επιδιώκει να αποκαταστήσει ο μοντέρνος άνθρωπος με το παρελθόν του· εφόσον το εγγύς παρελθόν, φέρ' ειπείν το οικογενειακό, κρίνεται σαν εχθρός της αποτελεσματικότητας και προορίζεται να διαγραφεί μια κι έξω μαζί με όλα τα πιθανά αντικείμενα πένθους ή νοσταλγίας, το παρελθόν εν γένει, προκειμένου να παραμείνει ανώδυνο, δεν μπορεί παρά να είναι απώτατο, μια υποψία λησμονημένης οικειότητας με την αρχέγονη ανθρώπινη ταυτότητα που χάνεται στα βάθη της καταγωγής μας. Απ' την άλλη, η ψυχολογική νότα περί κατάθλιψης είναι ιδιαίτερα εύγλωττη, αν τη συλλάβει κανείς σαν μια δυσοίωνη μεταφορά, όχι μόνον επειδή ακόμη και οι πιο αδαείς γνωρίζουν πως η αρρώστια αυτή μεταβιβάζεται στο παιδί μέσω του λόγου από μια πάσχουσα μητέρα, την οποία όχι τυχαία χαρακτηρίζουμε ψυχικά νεκρή, αλλά και επειδή το να μιλάει κανείς για κατάθλιψη, τουλάχιστον με την ψυχαναλυτική έννοια, παραπέμπει ανεπιστρεπτί σε δήθεν παρωχημένες καταστάσεις που έχουν, λέει, τελεσιδικήσει προ πολλού. Για τους γενετιστές, όλους ηρωικά αφοσιωμένους στην προσπάθεια να πείσουν ότι κάθε «δυσλειτουργία» μπορεί και πρέπει να γίνεται αντιληπτή υπό το φως του γονιδιακού ντετερμινισμού με συνακόλουθη αυτόματη παραγραφή κάθε «ψυχικής» ή ηθικής ευθύνης ―, για τους γενετιστές λοιπόν το να ψάχνεις την αιτία του προβλήματος στο προσωπικό παρελθόν είναι μια στάση ζωής τόσο μοντέρνα όσο και το να συναναστρέφεσαι τον Νεάντερταλ, για τον οποίο τα αποσμητικά τουαλέτας ήταν άγνωστα. Μεταξύ μας, όλοι αυτοί οι υπέρμαχοι της αυθεντίας του γενετικού κώδικα τι θα μπορούσαν να θεωρούν πιο απαρχαιωμένο από τη φροϋδική διδασκαλία;
Η φαντασίωση που κρύβεται εδώ έχει να κάνει με τη βάσιμη δυστυχώς ελπίδα ότι, όπου να 'ναι, τα ψυχικά νοσήματα, στρυφνοί και άβολοι αναχρονισμοί, θα πάψουν απλούστατα να είναι ψυχικά, αφού η ψυχή περιγράφεται σαν ένας όλο και πιο ενοχλητικός παρείσακτος, για να μεταφερθούν στο πεδίο των ελαττωμάτων του σχεδιασμού της βιολογικής μηχανής. Άπαξ και αδυνατεί πλέον κανείς να αισθανθεί τον μοιραίο υπαινιγμό της κατάθλιψης σ' ένα πρόσωπο τόσο κοντινό όσο η μητέρα του, τι θα ήταν άραγε πιο φυσικό απ' το να τον αναγνωρίζει στην απολιθωμένη σορό μιας γυναίκας ηλικίας 100.000 ετών σ' ένα παγωμένο σπήλαιο; Αίφνης, ο πάγος που καλύπτει τις ανθρώπινες σχέσεις αποκτά ενδιαφέρον παλαιοντολογικού αινίγματος: όσο πιο γρήγορα εκλείπει απ' την οικογενειακή σκηνή των προηγμένων κοινωνιών η παραδοσιακή μητρική φιγούρα της καλοκάγαθης και πλουσιοπάροχης εγκαρδιότητας για να υποκατασταθεί από έναν κηδεμόνα που μοιάζει εκπαιδευμένος στην ανταλλαγή στερεοτύπων επιχειρησιακής συμπεριφοράς όπως στην παροχή πρώτων βοηθειών, τόσο πιο εντυπωσιακή η ενάργεια με την οποία προβάλλει απ' τις αβύσσους της ανθρωπολογικής προϊστορίας η εμβληματική μορφή του ελλείποντος, η μούμια εκείνης της γυναίκας για την οποία μας λένε: να, αυτή είναι η γιαγιά μας· νεκρή εννοείται. Αν τη θέλετε ζωντανή, θυμηθείτε ότι πάσχει από κατάθλιψη.
Να τη χαίρεστε! Στον καινούργιο άναρθρο κόσμο των γονιδίων, ο Νεάντερταλ είμαστ' εμείς.