Αρχαία μακεδονικά αριστουργήματα στις ερημιές
Ένα road trip
ΣΤΗΝ ΑΚΡΗ του μικρού χωριού Άγιος Αθανάσιος, έξω από τη Θεσσαλονίκη. Μόνος. Στην ερημιά ένας τύμβος. Κι ένα θαύμα. Από τα ωραιότερα δείγματα αρχαίας ελληνικής ζωγραφικής. Ίσως το ωραιότερο. Η ξαδέλφη του M. Hulot, κορυφαία ειδήμων επί του θέματος, τα λέει όλα εδώ. Και ο Τάσος εδώ.
Φύσαγε. Στο «κεφαλόσκαλο» με περίμενε η μόνη φύλακας. Κατέβηκα με μεγάλη συγκίνηση μπροστά στον τάφο. Τόση ομορφιά για ένα νεκρό― σκανδαλώδες· σχεδόν ανυπόφορο.
Από μια σύμπτωση, πέφτουν στα χέρια μου τον τελευταίο καιρό τέτοια σχετικά βιβλία. Πριν τρεις μέρες ήρθε κι από το ebay η πρώτη έκδοση των Φαγιούμ της Ευφροσύνης ― με τα σωστά χρώματα. Που αν και αιγυπτιακή, δεν θά 'ταν εντελώς αυθαίρετο να τη θεωρήσεις ελληνική ζωγραφική.
Κρίμα να μην είναι ευρύτερα γνωστό αυτό το αριστουργηματικό μνημείο.
«Θυμάμαι χαρακτηριστικά τη μέρα που ήμουν στο ΙΓΜΕ (Ινστιτούτο Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών) με τον Βασίλη Περδικάτση, που τότε ήταν διευθυντής του Τμήματος Ορυκτολογίας και μου είπε ότι βρήκαν ένα χρώμα που δεν είχε ταυτιστεί μέχρι τότε ως υλικό ζωγραφικής, ένα σπάνιο πράσινο ορυκτό με το όνομα κονιχαλκίτης. Ε, καταλάβαμε στην πορεία ότι αυτό το πράσινο το χρησιμοποιούσαν στην τοιχογραφία του τάφου του Φιλίππου στη Βεργίνα για να αποδώσουν τις σκιές στα ανδρικά σώματα με ψυχρό χρώμα, ένα είδος πρώιμου verdaccio, όπως έκανε αργότερα ο Mιχαήλ Άγγελος και ο Φλαμανδός Βερμέερ. Αυτή η παράδοση υπήρχε από τότε. Και επειδή το ίδιο πράσινο βρέθηκε και στον Παρθενώνα από μελέτες συναδέλφων της ΥΣΜΑ (Υπηρεσία Συντήρησης Μνημείων Ακρόπολης), το βρήκαμε και στις λευκές ληκύθους, σκεφτήκαμε μήπως τον κονιχαλκίτη τον έφερναν απ’ το Λαύριο.»
― Χαρίκλεια Μπρεκουλάκη, συνέντευξη στη LIFO
«Για να κάνει ο ζωγράφος αυτό που εσύ από μακριά βλέπεις σαν μια ροζ απόχρωση στο δέρμα έχει χρησιμοποιήσει μπορντό, γκρι, πράσινο, έχει βάλει και πορτοκαλί. Είχαν εφεύρει πάρα πολλές τεχνικές από τότε, χρησιμοποιούσαν κατά κόρον υποστρώματα, δηλαδή για να κάνουν ένα σκούρο χρώμα δεν έβαζαν απλώς μαύρο, για να έχει βάθος αυτό το μαύρο ή το καφέ σκούρο έβαζαν ένα υπόστρωμα κόκκινης ώχρας. Ήξεραν πώς να δημιουργήσουν γραμμοσκίαση για να δώσουν τον όγκο στο σώμα, την εντύπωση της τρίτης διάστασης. Είχαν εφεύρει τη χρήση ημιδιάφανων χρωμάτων με οργανικές λάκκες, αυτό που λέμε glaze, για να αποδώσουν μια στιλπνότητα στο δέρμα και πολλά άλλα που τεκμηριώνουν την εξέλιξη της παραστατικής ζωγραφικής. Βλέπουμε, επίσης, πολύ καλύτερα χρώματα που έχουν σχεδόν χαθεί. Υπήρχε, για παράδειγμα, μπλε σε όλο το βάθος της σύνθεσης που βοηθούσε στη δημιουργία μιας πρώιμης ατμοσφαιρικής προοπτικής. Για μένα δεν έχει τόσο μεγάλη σημασία να πεις ότι οπωσδήποτε αυτή εκεί η μορφή είναι ο Φίλιππος, η άλλη ο Αλέξανδρος ή ο Ηφαιστίωνας. Σημασία έχει να καταλάβεις ότι οι αρχαίοι Έλληνες είχαν ανακαλύψει όλες τις βασικές τεχνικές της παραστατικής ζωγραφικής που εξέλιξαν αργότερα οι μεγάλοι Δυτικοί ζωγράφοι μέχρι την αφαίρεση.»
― Χαρίκλεια Μπρεκουλάκη, συνέντευξη στη LIFO
Στον μακεδονικό τάφο της Κρίσεως, στα Λευκάδια
Συνέχισα έξω από τη Νάουσα, στα Λευκάδια. Πλήθος τάφοι ― μόνο δύο επισκέψιμοι. Επίσης ερημιά. Φορτηγά και τρακτέρ. Αφήνω τα google maps να με πάνε μέσα από τα χωράφια. Ο φύλακας εκπλήσσεται που βλέπει άνθρωπο. Ανάβει τα φώτα. Κουτσαίνει κι αυτός ― ανταλάσσουμε συμβουλές για γρήγορη ανάνηψη.
«Τα χρώματα δεν ήταν ίδια όλες τις περιόδους και έπαιζαν ρόλο παράγοντες όχι μόνο αισθητικής αλλά και διαθεσιμότητας και κόστους. Κάποιες χρωστικές επιλέγονταν για τις ιδιότητές τους, την αντοχή τους, την ποικιλία των αποχρώσεών τους κ.λπ. Οι πιο συνηθισμένες ήταν οι ώχρες, κόκκινες και κίτρινες με βάση το σίδηρο, το λευκό του ασβεστίτη και το μαύρο του άνθρακα. Ορισμένες περιοχές φημίζονταν για την εξαιρετική ποιότητα κίτρινης η κόκκινης ώχρας, όπως η Κέα, η Λήμνος ή το Λαύριο. Άλλα φυσικά ορυκτά από χαλκό όπως ο αζουρίτης, ο μαλαχίτης, ο κονιχαλκίτης, έδιναν μπλε και πράσινες αποχρώσεις.
Το λεγόμενο «αιγυπτιακό μπλε» ήταν μια συνθετική χρωστική που εμφανίζεται ήδη στις προϊστορικές τοιχογραφίες, το έφερναν από την Αίγυπτο, αλλά αργότερα άρχισαν να το φτιάχνουν και στην Ελλάδα. Αυτό είναι ένα χρώμα που το χρησιμοποιούν πάρα πολύ, όχι μόνο ως μπλε απόχρωση αλλά και ανακατεύοντάς το με άλλα χρώματα για να αποδώσουν τη σκιά και το φως. Πιο σπάνιες χρωστικές όπως η κιννάβαρη, ένα λαμπερό κόκκινο από υδράργυρο, και η αρσενικούχος σανδαράχη, χρησιμοποιούνταν επιλεκτικά, ήταν πιο ακριβές και δεν ήταν πάντα διαθέσιμες. Σε μία περίπτωση μόνο, σε ένα μαρμάρινο αττικό μαρμάρινο αγγείο του 5ου αι. από τη συλλογή του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, ο ζωγράφος είχε χρησιμοποιήσει για μπλε τον ημιπολύτιμο λίθο λάπις λάζουλι.
Είχαν όμως και χρώματα από φυτά όπως το ριζάρι και κοχύλια όπως η πορφύρα. Βέβαια, ακόμα και με τη σύγχρονη τεχνολογία δεν μπορείς να τα μάθεις όλα. Υπάρχουν χρώματα που δεν μπορούμε να τα ταυτίσουμε, π.χ. παίρνουμε ένα πολύ ωραίο φάσμα από ένα πορφυρό χρώμα και δεν ξέρουμε τι είναι γιατί δεν αντιστοιχεί σε τίποτα από αυτά που γνωρίζουμε μέχρι τώρα. Όλα αυτά τα χρώματα τα ανακάτευαν με ένα είδος κόλλας για να τα ρευστοποιήσουν, μια συνδετική ουσία που ήταν κυρίως το αυγό αλλά και φυτικά κόμμεα. Ζωγράφιζαν δηλαδή με ένα είδος αυγοτέμπερας, όπως οι Βυζαντινοί και οι πρώιμοι Ιταλοί ζωγράφοι ήδη από τη μυκηναϊκή εποχή, άρα μιλάμε για μια διαχρονική τεχνική.»
― Χαρίκλεια Μπρεκουλάκη, συνέντευξη στη LIFO
Και ο τάφος των Ανθεμίων
Ένα αγόρι, ειδοποιημένο με το κινητό, βγαίνει από ένα υποστατικό να με οδηγήσει στον επίσης ερημικό τάφο των Ανθεμίων. Ξεκλειδώνει την σιδερένια πόρτα. Ακόμη ένα αριστούργημα. Εδώ τα χρώματα είναι ζωηρά, σχεδόν Βερσάτσε. Μέσα στον τάφο κυριαρχούν τα πράσινα και μπλε. Φυσικά ορυκτά από χαλκό όπως ο αζουρίτης, ο μαλαχίτης, ο κονιχαλκίτης, έδιναν μπλε και πράσινες αποχρώσεις. Αλλά στην Αρχαία Ελλάδα χρησιμοποιούσαν ευρέως και το αιγυπτιακό μπλε.
«Έξι ανθέμια εναλλάσσονται με νερολούλουδα πάνω σε γαλαζοπράσινο βάθος, που θυμίζει λουλούδια να πλέουν στην επιφάνεια λίμνης»
Κι ένας άλλος ανώνυμος τάφος, κλειστός