Για αυτούς που έζησαν και πέθαναν κυνηγημένοι
Γράφτηκε τη μέρα που ψηφιζόταν στη Βουλή το Σύμφωνο συμβίωσης
Η ΘΡΥΛΙΚΗ ΑΝΤΩΝΑ στα παλιά τζουρά της Ομόνοιας. Πού να το φανταζόταν ότι λίγα χρόνια αργότερα θα ψηφιζόταν το Σύμφωνο. Αυτή, το μόνο που ήξερε ήταν οι φάπες και η χλεύη. Ήταν προαποφασισμένο: θα ζήσει εκτός της κοινωνίας των καλών ανθρώπων.
Μοιραία σκέφτεσαι σήμερα τους χιλιάδες σαν την Αντώνα, που έφαγαν τη βία με το κουτάλι, χωρίς καν να περνάει από το μυαλό τους, ότι αξίζουν κάτι καλύτερο, γιατί ήταν απλοϊκοί κι αμόρφωτοι και είχαν δεχτεί ταπεινά (ταπεινωτικά) το ρόλο του σκυλιού που του χαϊδεύεις το κεφάλι και μετά το κλωτσάς.
Τόσοι και τόσοι άνθρωποι στις επαρχίες, κρυμμένοι κι έντρομοι- ή φανεροί και ξεφτιλισμένοι. Που δεν είχαν τη νόηση ή την αντοχή να δουν πέρα από την υποκρισία της μικρής κοινωνίας τους, κι έπαιξαν, όπως η Αντώνα, το ρόλο του γελωτοποιού ή του επαίτη που τρώει από τα πεσμένα ψίχουλα.
Το να αγωνίζεσαι για κάτι δίκαιο, δίνει νόημα στη ζωή σου και σε βοηθά ν' αντέξεις. Αυτοί όμως οι άνθρωποι ήταν οι πιο αδικημένοι από τους αδικημένους. Γιατί δεν ήξεραν καν να αγωνίζονται (αφου δεν ήξεραν να αρθρώσουν τι είναι αυτό που θέλουν- κι οι διάχυτοι πόθοι δεν αρκούν· γίνονται διεκδίκηση, μόλις τους δώσεις γλωσσικό σχήμα και σύνθημα). Έτσι, μόνη διέξοδο είχαν τον αυτοσαρκασμό και την (σπάνια) αλληλεγγύη της φατρίας τους. Μοναχικοί μέχρι εξουθενώσεως. Γιατί κανένα σχήμα δεν τους χώραγε. Ούτε κάν το σχήμα -το υποκριτικότερο- που καλύπτει έναν καλόγερο ο οποίος παίρνεται πάνω στη μοναστηριακή φλοκάτη, αλλά όχι την αποσυνάγωγη αδελφή.
Κι όμως κι αυτοί κάτι έκαναν. Η οριακότητά τους, το ντύσιμό τους, η γλώσσα τους -ήταν μια ατσούμπαλη υπεράσπιση του δικαιώματος να είσαι ο εαυτός σου. Αυτοί, που ποτέ δεν κόλλησαν ένσημα αλλά ούτε ποτέ πήγαν σε διαδηλώσεις, ήταν δικαιωματικοί, χωρίς να το γνωρίζουν. Σε πρώϊμη εποχή.
Κρίμα που έζησαν κυνηγημένοι.
Για μένα, όσοι τους κυνήγησαν ή τους κυνηγούν είναι ανάξιοι ακόμη και να τους πλύνουν τα πόδια.