ΠΡΙΝ ΚΑΜΠΟΣΟ ΚΑΙΡΟ, η δημοσιογράφος Άννα Δαμιανίδη μου ζήτησε να αναλάβω τη διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας σε δύο έφηβες αδερφές αφγανικής καταγωγής, τη Ζιλά και την Αζαντέ. Τα μαθήματα των ελληνικών ξεκίνησαν άμεσα και διήρκησαν σχεδόν δέκα μήνες μέχρι που τα δύο κορίτσια εγκατέλειψαν την Ελλάδα για τη Γερμανία.
Αν και Αφγανές, γεννήθηκαν και μεγάλωσαν στο Ιράν. Το σπίτι των γονιών τους στην Καμπούλ βομβαρδίστηκε κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου, οι παππούδες τους σκοτώθηκαν καθώς τη στιγμή του βομβαρδισμού βρίσκονταν εντός του σπιτιού και οι γονείς τους ψυχικά τραυματισμένοι κατέφυγαν ως πρόσφυγες στο γειτονικό Ιράν. Η Ζιλά και η Αζαντέ γεννήθηκαν στην Τεχεράνη. Αλλά ακόμη και στο Ιράν η ζωή των Αφγανών προσφύγων παραμένει πολύ δύσκολη. Το κράτος δεν τους αναγνωρίζει ως ισότιμους πολίτες και δεν έχουν καμία πρόσβαση στην εκπαίδευση και την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Καταδικασμένοι στο περιθώριο, απασχολούνται ως ανασφάλιστοι σε πρόχειρες δουλειές ή βαριές χειρωνακτικές εργασίες ενώ οι Αφγανές εργάζονται ως καθαρίστριες σε σπίτια Ιρανών ή ως υφάντρες χαλιών. Τα παιδιά τους τα στέλνουν σε ιδιωτικά σχολεία που λειτουργούν υπό καθεστώς παρανομίας ή σε σχολεία που στελεχώνονται από ευαισθητοποιημένους ιρανούς εθελοντές της κοινωνίας των πολιτών.
Η Ζιλά και η Αζαντέ υποστήριζαν πως η μαντήλα πρέπει να είναι απόφαση της ελεύθερης βούλησης των ίδιων των γυναικών και όχι προϊόν επιβολής των αντρών στα γυναικεία κεφάλια.
Όταν έληξε η άδεια παραμονής τους, οι δύο μαθήτριές μου έφυγαν οικογενειακώς για την Ευρώπη μέσω της Τουρκίας. Τελικός προορισμός τους ήταν η Γερμανία αλλά εγκλωβίστηκαν στην Ελλάδα για περίπου τρία χρόνια.
Στο διάβασμά τους ήταν πάντα πολύ μεθοδικές, επιδείκνυαν μεγάλο ζήλο στη μελέτη των ελληνικών και στα μαθήματα ήταν πάντα επαρκώς προετοιμασμένες. Ξεκινήσαμε από τα βασικά, μελετώντας τα γραμματικά φαινόμενα ενώ διαβάζαμε παραμύθια που είχαν ήρωες σκίουρους και άλλα ζώα του δάσους. Γρήγορα αφήσαμε τα παραμύθια και πιάσαμε τα σχολικά βιβλία, ενώ τα φαρσί ως γλώσσα επικοινωνίας στο μάθημα αντικαταστάθηκαν από τα ελληνικά.
Πολύ συχνά επεκτείναμε τα μονοπάτια γνώσης και σε άλλα γνωστικά πεδία, χωρίς να περιορίζουμε το αντικείμενο αποκλειστικά στην εκμάθηση των ελληνικών. Πάντα πίστευα πως η γνώση έχει οικουμενικό χαρακτήρα και ότι τα στεγανά είναι πολύ σχετικά. Κάπως έτσι, οι Aφγανές μαθήτριές μου έμαθαν από τον ελληνοϊρανό δάσκαλο των ελληνικών, ένα μέρος της ιστορίας της πατρίδας τους και της ευρύτερης Ανατολής. Δεν ήξεραν ότι το όνομα της μητέρας τους Χομά ανήκε στον μυθικό γρύπα των Αχαιμενιδών, η μορφή του οποίου κοσμεί τα κιονόκρανα των ανακτόρων της Περσέπολης.
Στα μαθήματα ερχόντουσαν πάντα με μαντήλα στο κεφάλι, βαμμένα νύχια και νεανικό ντύσιμο. Μόνο μια φορά τις είδα ολόμαυρα ντυμένες, μια Παρασκευή που μετά το διάβασμα θα πήγαιναν σε ένα αυτοσχέδιο τέμενος για να τιμήσουν τον Ιμάμη Χουσεΐν που μαρτύρησε στη μάχη της Καρμπάλα. Ήταν η γνωστή θρησκευτική εορτή της Ασούρα των σιιτών μουσουλμάνων.
Δεν τις αντίκρισα ποτέ ακάλυπτες αλλά πολλές φορές στο μάθημα, συζητούσαμε για το Ισλάμ και τη θέση της γυναίκας στις σύγχρονες μουσουλμανικές κοινωνίες. Η Ζιλά και η Αζαντέ υποστήριζαν πως η μαντήλα πρέπει να είναι απόφαση της ελεύθερης βούλησης των ίδιων των γυναικών και όχι προϊόν επιβολής των αντρών στα γυναικεία κεφάλια. Επομένως αναγνώριζαν πλήρως τις συνθήκες πλουραλισμού όπου κάποιες γυναίκες μπορούσαν να φοράνε μαντήλα και άλλες όχι. Συγχρόνως, αηδίαζαν με την πρακτική της πολυγαμίας.
Αφότου έφτασαν στη Γερμανία μου έστειλαν μια φωτογραφία που είχαν τραβήξει στο αεροδρόμιο Ελευθέριος Βενιζέλος, λίγο πριν την αναχώρησή τους. Στην κάμερα, αποχαιρετούν την Ελλάδα αλλά πλέον έχουν αφαιρέσει τη μαντήλα. Όπως μου εξήγησαν, φορούσαν τη μαντήλα από φόβο μήπως στιγματιστούν από κύκλους της αφγανικής κοινότητας στην Αθήνα και από την οποία κοινότητα βρίσκονταν άμεσα εξαρτώμενες για την επιβίωσή τους. Αντιθέτως, στη Γερμανία οι Αφγανοί διατηρούν πολυπληθείς κοινότητες που έχουν μακροβιότερη παρουσία και απαρτίζονται από ετερόκλητες ταυτότητες Αφγανών, ώστε αναπόφευκτα η συμβίωση να κυλάει ομαλότερα.
Σε ένα από τα μαθήματα μιλήσαμε για τη Σοράγια Ταρζί (1899-1968), βασίλισσα του Αφγανιστάν και μια από τις πρώτες φεμινιστικές φυσιογνωμίες στον ισλαμικό κόσμο. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Δαμασκό της Συρίας, όπου και έλαβε μόρφωση σύμφωνη με τις δυτικές αξίες και πρότυπα. Οι γονείς της ήταν εξόριστοι λόγω πολιτικών διαφορών με τον τότε ηγεμόνα του Αφγανιστάν, Χαμπιμπουλλάχ Χαν. Ο πατέρας της Μαχμούντ Ταρζί ήταν ποιητής και οπαδός του κοινωνικού φιλελευθερισμού, υποστηρίζοντας την ισότητα μεταξύ των δύο φύλων και την άσκηση πολιτικής στα πλαίσια ενός εκκοσμικευμένου πολιτεύματος.
H Σοράγια εκτός από Βασίλισσα διορίστηκε και Υπουργός Παιδείας εστιάζοντας στην κατάργηση της πολυγαμίας, του υποχρεωτικού ισλαμικού πέπλου και την πάταξη του αναλφαβητισμού των γυναικών.
Το 1919, ο Χαμπιμπουλλάχ Χαν δολοφονείται και στην εξουσία ανήλθε ο μέχρι τότε κυβερνήτης της Καμπούλ και αρχηγός των ενόπλων δυνάμεων του Αφγανιστάν, Αμανουλλάχ Χαν. Αυτοανακηρύσσεται εμίρης και αργότερα βασιλιάς - Σαχ. Οι φιλελεύθερες ιδέες του Μαχμούντ Ταρζί ασκούν καταλυτική επιρροή στον νέο βασιλιά και τον καλεί να επιστρέψει στο Αφγανιστάν με την οικογένεια του. Προηγουμένως, έχει καταφέρει να συνθηκολογήσει με τους Βρετανούς, να τερματίσει τις πολύχρονες συγκρούσεις ανάμεσα στα βρετανικά και αφγανικά στρατεύματα και να εξασφαλίσει την ανεξαρτησία της χώρας του. Το Αφγανιστάν από γεωπολιτικής απόψεως ανέκαθεν αποτελούσε τον χώρο που συγκρούστηκαν οι επιρροές διαφορετικών αυτοκρατοριών, καθιστώντας το ένα Buffer State, δηλαδή ένα κράτος - μαξιλαράκι που απορροφούσε τους κραδασμούς των μεγάλων δυνάμεων που ήλεγχαν τις γειτονικές χώρες (Βρετανική Αυτοκρατορία στην Ινδία, Κίνα και Ρωσία).
Αφότου, η οικογένεια Ταρζί επέστρεψε στο Αφγανιστάν ο Αμανουλλάχ Χαν γνώρισε τη Σοράγια και παντρεύτηκαν. Το βασιλικό ζεύγος προώθησε δυναμικά μια πολιτική εκδυτικισμού των πολιτικών δομών και της κοινωνικής ζωής των Αφγανών. Συνέταξαν νέο Σύνταγμα αποδίδοντας συνταγματικό χαρακτήρα στη μοναρχία ενώ η ίδια η Σοράγια εκτός από Βασίλισσα διορίστηκε και Υπουργός Παιδείας εστιάζοντας στην κατάργηση της πολυγαμίας, του υποχρεωτικού ισλαμικού πέπλου και την πάταξη του αναλφαβητισμού των γυναικών. Το 1928, η βασίλισσα Σοράγια έστειλε 15 Αφγανές στην Τουρκία για να λάβουν ανώτερη μόρφωση με σκοπό όταν επιστρέψουν στο Αφγανιστάν να στελεχώσουν τον κρατικό μηχανισμό και να αποτελέσουν το νέο πρότυπο μίμησης για τον υπόλοιπο γυναικείο πληθυσμό. Επιπλέον, δεν περιορίστηκε στο να διαδώσει τις ιδέες ισότητας και εκσυγχρονισμού αποκλειστικά στην Καμπούλ και στην Κανταχάρ, τα δύο μεγάλα αστικά κέντρα αλλά και σε απομονωμένες αγροτικές περιοχές. Το 1926, στην έβδομη επέτειο Ανεξαρτησίας της χώρας, η ίδια εκφώνησε τον εξής λόγο:
«Ανήκει (η Ανεξαρτησία) σε όλους μας και για αυτό τον λόγο την τιμούμε όλοι μας. Πιστεύετε πως οι ανάγκες του έθνους μας μπορούν να καλυφθούν μονάχα από τους άντρες; Οι γυναίκες πρέπει να συμμετάσχουν εξίσου όπως έπραξαν τα πρώτα χρόνια εμφανίσεως του έθνους μας και του Ισλάμ. Πρέπει να διδαχθούμε από τη δράση τους και να συμβάλλουμε όλοι στην ανάπτυξη του έθνους, κάτι που δεν μπορεί να υλοποιηθεί δίχως τη μη ισότιμη πρόσβαση στη γνώση. Επομένως, πρέπει να επιχειρήσουμε όλοι μας, να αποκτήσουμε όση περισσότερη γνώση είναι δυνατόν, προκειμένου να καλύψουμε τις ανάγκες της κοινωνίας, όπως έπραξαν οι γυναίκες στο πρώιμο Ισλάμ».
Το βασιλικό ζεύγος επισκέφτηκε την Ευρώπη το 1927 ενώ το 1928 το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης αναγνώρισε την προσφορά τους στον εκσυγχρονισμό του Αφγανιστάν, με τιμητική τελετή βράβευσης τους. Ωστόσο, η πολιτική εκσυγχρονισμού προκάλεσε την έντονη δυσφορία του ισλαμικού κλήρου και των φυλάρχων των νοτίων επαρχιών ώστε το 1929 να λάβει χώρα μια γενικευμένη ανταρσία. Προκειμένου να αποφευχθεί ένας εμφύλιος πόλεμος και οι οδυνηρές του συνέπειες, η βασιλική οικογένεια εγκατέλειψε το Αφγανιστάν για τη Ρώμη όπου και έζησε εξόριστη.
Ο Αμανουλλάχ Χαν απεβίωσε το 1960 και η Σοράγια Ταρζί το 1968. Οι σωροί τους μεταφέρθηκαν στο Αφγανιστάν και αναπαύονται στο οικογενειακό μαυσωλείο, στην πόλη Τζαλαλαμπάντ.
σχόλια