Mιλώντας την προηγούμενη εβδομάδα για την κοινωνική γεωγραφία και πώς αυτή επηρέασε τη συμπεριφορά των ψηφοφόρων στις τελευταίες προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ, αναφερθήκαμε σε έναν «κανόνα» που ισχύει στην άλλη όχθη του Ατλαντικού, ότι δηλαδή όσο πιο πυκνοκατοικημένη είναι μια πόλη, τόσο πιο πιθανό είναι να ψηφίζει Δημοκρατικούς. Πολλοί θα αναρωτήθηκαν, έχοντας κατά νου τις τεράστιες αμερικανικές πόλεις που έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε στο σινεμά, πώς γίνεται να έχασε η Κλίντον.
Η απάντηση είναι απλή: σε ένα μεγάλο ποσοστό οι αμερικανικές πόλεις δεν είναι πυκνοκατοικημένες ή, καλύτερα, δεν είναι όσο πυκνοκατοικημένες έχουμε συνηθίσει να είναι στην Ευρώπη. Ας πάρουμε για παράδειγμα το κατεξοχήν σύμβολο της αμερικανικής μεγαλούπολης, τη Νέα Υόρκη. Το «μεγάλο μήλο», με πυκνότητα πληθυσμού της τάξεως των 10.500 ανθρώπων ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο, αν μεταφερόταν στην Ευρώπη, θα βρισκόταν μόλις στην 5η θέση των πιο πυκνοκατοικημένων πόλεων, μετά το Παρίσι (22.000 άνθρωποι/τετραγωνικό χλμ.), την Αθήνα (19.000/τετραγωνικό χλμ.), το Μονακό (15.000/τετραγωνικό χλμ.), το Φρέντερικσμπεργκ της Δανίας (12.000/τετραγωνικό χλμ.) και μόλις λίγο πιο πάνω από τη Λυόν (10.000/τετραγωνικό χλμ.), δηλαδή την τρίτη μεγαλύτερη πόλη της Γαλλίας.
Οι Ευρωπαίοι δεν φοβούνται να μένουν στο κέντρο των πόλεών τους και λόγω των υψηλότερων τιμών στη βενζίνη επιδιώκουν να είναι κοντά στη δουλειά τους, που κατά κανόνα βρίσκεται κυρίως στο κέντρο των πόλεων.
Οι ουρανοξύστες και τα πανύψηλα κτίρια με τα οποία έχουμε συνδυάσει τις αμερικανικές πόλεις αποτελούν μόνο ένα μικρό, σχετικά, κομμάτι του αστικού πεδίου στις ΗΠΑ. Γύρω από το ιδιαίτερα πυκνοκατοικημένο κέντρο απλώνονται αραιοκατοικημένα προάστια, με λίγες, μικρές πολυκατοικίες και πολλές μονοκατοικίες. Αντίθετα, οι ευρωπαϊκές πόλεις χαρακτηρίζονται από έναν πιο συμπαγή σχεδιασμό, με περισσότερο ομοιόμορφη κατανομή του πληθυσμού.
Όπως εξηγεί μια πρόσφατη εκπομπή των Wendover Productions, οι ευρωπαϊκές πόλεις δημιουργήθηκαν όταν οι πλούσιοι έπρεπε να πηγαίνουν στη δουλειά τους κυρίως με τα πόδια (ή τα άλογα). Το μεσαιωνικό Παρίσι (η πιο πυκνοκατοικημένη πόλη στην Ευρώπη) συγκέντρωνε πληθυσμό 200.000-300.000 κατοίκων, όμως μπορούσες να περπατήσεις από τη μία πλευρά της πόλης στην άλλη μέσα σε 30 λεπτά. Οπότε οι πλούσιοι πλήρωναν περισσότερο για σπίτια στο κέντρο της πόλης. Αντίθετα, οι αμερικανικές πόλεις ξεκίνησαν να αναπτύσσονται πολύ αργότερα, όταν αναπτύχθηκαν οι συγκοινωνίες, που επέτρεπαν την αποκέντρωση του πληθυσμού. Όταν οι αμερικανικές πόλεις έγιναν μεγαλύτερες, υιοθετήθηκαν οι πρώτες μορφές δημόσιου συγκοινωνιακό δικτύου.
Αρχικά, τα τρένα με τις ατμομηχανές ήταν πολύ ακριβά, οπότε τα χρησιμοποιούσαν μόνο οι πολύ πλούσιοι. Επίσης, επειδή έπιαναν ταχύτητα μετά από αρκετή ώρα, οι σταθμοί, και κατ' επέκταση τα νέα προάστια που δημιουργήθηκαν, ήταν αρκετά μακριά από το κέντρο της πόλης. Το τραμ, στη συνέχεια, δημιούργησε επίσης νέα προάστια κατά το μήκος των γραμμών του, τα οποία αποικίστηκαν κυρίως από μέλη της ανώτερης μεσαίας τάξης, καθώς ήταν φθηνότερο από το τρένο. Η γενιά του '50, περίοδος κατά την οποία οι μισές οικογένειες στις ΗΠΑ διέθεταν αυτοκίνητο και τα δάνεια προς τους βετεράνους του Β' Παγκοσμίου Πολέμου έρρεαν άφθονα, επέλεξε να αγοράσει σπίτι στις περιοχές μεταξύ αυτών των προαστίων, οι οποίες ήταν φθηνές καθώς βρίσκονταν μακριά από σταθμούς των δημόσιων συγκοινωνιών, και να χρησιμοποιεί το αυτοκίνητο για τη μετακίνηση προς και από τη δουλειά.
Αν προσθέσουμε στα παραπάνω την αύξηση της εγκληματικότητας στα αστικά κέντρα την περίοδο 1970-1990 και την επακόλουθη τάση φυγής προς τα πιο ασφαλή προάστια, εξηγείται για ποιον λόγο οι αμερικανικές πόλεις είναι τόσο μεγάλες σε έκταση. Αντίθετα, οι Ευρωπαίοι δεν φοβούνται να μένουν στο κέντρο των πόλεών τους και λόγω των υψηλότερων τιμών στη βενζίνη επιδιώκουν να είναι κοντά στη δουλειά τους, που κατά κανόνα βρίσκεται κυρίως στο κέντρο των πόλεων.
σχόλια