Στα μάτια των δυτικών η Εμινέ Γκιουλμπαράν Ερντογάν είναι μια ορκισμένα υποταγμένη σύζυγος, μια απροκάλυπτη νοσταλγός της οθωμανικής αυτοκρατορίας και των παραδόσεων της, η γυναίκα που γνωρίζει καλά τη θέση της, αρκετά βήματα πίσω από τον πανίσχυρο ηγέτη μιας χώρας που γεννά σπανίως φωτισμένους, κυρίως παράφρονες πολιτικούς.
Στα μάτια των δημοσιογράφων, η Πρώτη Κυρία της Τουρκίας είναι ένα σπάταλο, επιπόλαιο, καταναλωτικά αχόρταγο ον, φιλάρεσκο και ρηχό, όπως οι περισσότερες σύζυγοι ζάμπλουτων πολιτικών ανά τον κόσμο, με την διαφορά ότι εκείνη δημοσίως υπερασπίζεται τη θέση της στην κουζίνα και το κεφάλι της κάτω από την μαντήλα: σε όποια από τις πολυάριθμες κουζίνες των τριών παλατιών της, σε όποια από τις πανάκριβες sur mesure μαντήλες επώνυμων οίκων όπως οι Chanel, Hermès, Balenciaga.
Σχεδόν σκηνοθετημένα, τη μέρα της επικράτησης του συζύγου της στις προεδρικές εκλογές της Τουρκίας το 2014, κάμερες και φωτογραφικές μηχανές ζουμάριζαν στα σεμνά σταυρωμένα, πλην καταστόλιστα με πανάκριβα δαχτυλίδια χέρια της, στην περιφρουρημένη, αλλά hyper chic σεμνότητα της. Το τέλειο έγκλημα…
Είναι το πρόσωπο που για χρόνια συντόνιζε και κανοναρχούσε προεκλογικές εκστρατείες και εμφανίσεις, συμβούλευε και φιλοτεχνούσε το προφίλ του συζύγου της, ισορροπούσε με δυναμισμό και χάρη σε επιχειρηματικές σχέσεις και κρίσιμα δείπνα, κρατώντας ταυτόχρονα το σπίτι και την ενότητα στην οικογένεια.
Γεννημένη το οδυνηρό – για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις – 1955, η Εμινέ ήταν το μικρότερο από τα 5 παιδιά μίας οικογένειας αραβικής μειονότητας. Για τα δεδομένα αυτής της οικογένειας, η σημερινή Πρώτη Κυρία της Τουρκίας, μάλλον πέρασε δύσκολη εφηβεία και ακόμη πιο δύσκολη νιότη. Γιατί στα ενδιαφέροντα της δεν ήταν πάντα η διατήρηση καλών σχέσεων με ισλαμιστές πολιτικούς, ούτε και το να ασπαστεί για πάντα τη μαντήλα και να ξεχάσει τις χαρές του μοντέρνου κόσμου. Αγαπούσε τη γρήγορη οδήγηση, τα σπορ αμάξια, τις πλούσιες παρέες, τα ωραία ρούχα, ό,τι αγαπά, δηλαδή, ένας νέος άνθρωπος που δεν είναι έτοιμος να ξεχάσει τις χαρές της δυτικής ζωής για χάρη της πίστης και της παράδοσης.
Η γνωριμία με τον Ερντογάν και οι περιγραφές περί μεγάλου έρωτα συνήθως ξεχνούν τα προβλήματα που αντιμετώπισε -τα πρώτα χρόνια της σχέσης τους- με τη μητέρα του σημερινού Προέδρου της Τουρκίας. Η πεθερά της αρνείτο να δεχθεί για νύφη μια γυναίκα τυλιγμένη από την κορφή μέχρι τα νύχια στην παράδοση και ίσως φυσικά δεν γνώριζε με ποια πραγματικά είχε να κάνει: μα με κάποια που πιέστηκε αφόρητα να φορέσει τη μαντήλα, με κάποια που δεν κατάφερε να τελειώσει το πανεπιστήμιο, αλλά που όταν τελικά τη φόρεσε την έκανε σημαία της και κατατοπίστηκε πλήρως για τα οφέλη που αυτή η μαντήλα μπορούσε να προσγειώσει στην ποδιά της.
Γιατί η 61 ετών σήμερα σήμερα Εμινέ, για την οποία το τουρκικό διαδίκτυο, η τουρκική Wikipedia, το σύνολο του Τύπου δεν τολμά να γράψει λέξη, έχει δώσει το στίγμα της, έχει εξηγήσει, έστω και πλαγίως, ποια είναι και τι μπορεί να κάνει, και μπορεί όπως δηλώνει το όνομα της στα τουρκικά να είναι η «έμπιστη», ωστόσο, δεν είναι ούτε αυτή που δείχνει, ούτε αυτή που ορκίζεται, ένα υπάκουο μαγνητοφωνάκι, το συζυγικό φερέφωνο ενός σύγχρονου σουλτάνου.
Όταν πριν από λίγους μήνες δήλωνε ευθαρσώς ότι θεωρεί τα χαρέμια σχολεία που προετοίμαζαν τις γυναίκες για τη ζωή – προκαλώντας ακόμη και παρεμβάσεις ακαδημαϊκών που ωρύονταν ότι το μόνο αντικείμενο που δεν είχε μπει ποτέ σε χαρέμι ήταν το βιβλίο – η Εμινέ Ερντογάν δεν μιλούσε αθώα, πόσω μάλλον τυχαία.
Όπως τυχαία, αθώα ή εθιμοτυπική δεν εκλαμβάνεται η παρουσία της σε εκδηλώσεις μειονοτικών χωριών και σε οργανώσεις γυναικών της Τουρκίας. Για όσους – κυρίως ακαδημαϊκούς – γνωρίζουν τα μυστικά του “dar’ us saadet”, του «οίκου της ευτυχίας» - ενός περιφραστικού χαρακτηρισμού για τα χαρέμια – η Ερντογάν ακολουθεί χρόνια τώρα στρατηγικές μιας βαλιντέ: μιας βασιλομήτορος που κινεί τα νήματα μέσα και έξω από το «παλάτι», ξέρει πώς να τοποθετεί τον εαυτό της στον χώρο και γνωρίζει τι κάθε φορά πρέπει να δηλωθεί ρητά και άρρητα.
Δημοσίως ένα βήμα πίσω και ιδιωτικώς δέκα μπροστά, η Εμινέ Ερντογάν, απ’ όσο πρόλαβαν να καταγράψουν με τακτ ή χωρίς οι ελεύθερες δημοσιογραφικές φωνές της Τουρκίας, είναι το πρόσωπο που για χρόνια συντόνιζε και κανοναρχούσε προεκλογικές εκστρατείες και εμφανίσεις, συμβούλευε και φιλοτεχνούσε το προφίλ του συζύγου της, ισορροπούσε με δυναμισμό και χάρη σε επιχειρηματικές σχέσεις και κρίσιμα δείπνα, κρατώντας ταυτόχρονα το σπίτι (τα σπίτια, τα ακίνητα και την τερατώδη περιουσία) και την ενότητα στην οικογένεια.
Με ευγένεια – και ειδικά στην μετά το πραξικόπημα εποχή – η Εμινέ Ερντογάν περιγράφεται ως δυναμική και συναισθηματική ταυτόχρονα, μια γυναίκα γεμάτη χιούμορ και διπλωματία, με οπλοστάσιο έξυπνων απαντήσεων, ένα κανονικό λιοντάρι, που μπορεί να υποδυθεί και τον κροκόδειλο, όταν το πολιτικό σκηνικό απειλεί την υστεροφημία του συντρόφου του…
Όπως χαρακτηριστικά είχε παρατηρήσει, ήδη από το 2003, η γαλλοτουρκικής καταγωγής κοινωνιολόγος, Nilufer Gole, στο βιβλίο της “La Découverte”, το οποίο εξέταζε τη συνύπαρξη ισλαμικού και δυτικού κόσμου «σε όλες τις εκδηλώσεις, τις δημόσιες παρεμβάσεις, τις προεκλογικές εκστρατείες, η Εμινέ Ερντογάν παραμένει ένα βήμα πίσω από τον σύζυγο της, αλλά δεν είναι αόρατη, είναι εκεί» και με όλη τη μη λεκτική δυναμική της, μοιάζει να υπογραμμίζει, όχι την παρουσία, αλλά τη συνεισφορά της σε ό,τι κάθε φορά ο Ερντογάν κατορθώνει. Πέρα από τις ακαδημαϊκές αναφορές, υπάρχει πάντα και ο απλός λαός που λέει ότι στην Εμινέ ανήκουν πλειοψηφικά πακέτα και τεράστια μερίδια από εταιρείες κινητής τηλεφωνίας της Τουρκίας, αλλά και από νοσοκομειακά ιδρύματα, στα οποία εμφανίζεται ως ιδρύτρια και μέτοχος...
Για το shopping της στο Βέλγιο, η Εμινέ Ερντογάν προκάλεσε κυκλοφοριακό κομφούζιο αποκλείοντας το τετράγωνο ενός ολόκληρου shopping mall με τα αυτοκίνητα της συνοδείας της. Το θέμα δημοσιεύτηκε στην Ζaman και κατέβηκε λίγες ώρες μετά. Υπάρχουν όμως και τα social media, που είναι επόμενο να τα εχθρεύεται τόσο ο Ερντογάν.
Με τα τουρκικά ΜΜΕ και την τουρκική αντιπολίτευση να βοά, αν όχι για σκηνοθετημένο πραξικόπημα, τουλάχιστον για καθαρή ανοησία, από την οποία πολύ δύσκολα θα επιβιώσει ένα πολιτικό άθυρμα σαν τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, στην παρούσα φάση ουδείς ασχολείται με την σκοτεινή κυρία Ερντογάν, που κλαίει με τέμπο στο πλευρό του συζύγου της.
Θεωρητικά, για μια τόσο έξυπνη γυναίκα, μία τέτοια ταραχώδης, ζοφερή και πολιτικά αποσταθεροποιημένη περίοδος θα ήταν ιδανική για ανασύνταξη δυνάμεων και στρατηγικής.
Μόνο που αυτή τη φορά το αίμα έχει βάψει τα πάντα, όπως παρατηρούν τούρκοι αναλυτές και ειδησεογραφικά πρακτορεία και φυσικά και το παλάτι και τη μαντήλα. Και όσο περίτεχνα κι αν φοριέται, όσο κι αν επιχειρείται δια της δυτικής φίρμας να ξορκιστεί η προσήλωση στο οθωμανικό σύστημα αξιών, ο διχασμός στον οποίο έχει βυθιστεί η χώρα από την προηγούμενη Παρασκευή (Σ.: το κείμενο είχε γραφτεί λίγες μέρες μετά την απόπειρα πραξικοπήματος του γείτονα το 2016) και μετά δεν αντιμετωπίζεται με όρους βαλιντέ, ούτε με διπλωματία χαρεμιού.
σχόλια