Γοργόνες και μάγκες και ζόμπι του παλιού σινεμά

Γοργόνες και μάγκες και ζόμπι του παλιού σινεμά Facebook Twitter
Δεν είναι η πρώτη φορά φυσικά –μάλλον η χιλιοστή πλέον– που πραγματοποιείται κυνικό reboot/remake στο θέατρο και τον κινηματογράφο παλιάς «αγαπημένης», χιλιοϊδωμένης και στυμμένης μέχρι τελευταίας ρανίδας ταινίας της «χρυσής εποχής» του ελληνικού μαζικού σινεμά.
11

Κι εκεί που περπατούσα αμέριμνος σχετικά στο πεζοδρόμιο της Βασιλίσσης Σοφίας, μου παρενόχλησε απότομα το βλέμμα η αφίσα της νέας θεατρικής εκδοχής του γνωστού κινηματογραφικού μιούζικαλ Γοργόνες και Μάγκες που δέσποζε μεγαλοπρεπώς στη «μαρκίζα» μιας στάσης λεωφορείου και έμοιαζε φτιαγμένη από το υλικό των κακών ονείρων. Σε πρώτο πλάνο ήταν ο Γιάννης Βογιατζής στον ίδιο ρόλο, με την ίδια γκριμάτσα απόγνωσης («μετέφερες τους κεφτέδες εν τω τηγανίω – τουτέστιν, υπέπεσες σε τέτοιο σφάλμα;») και με την ίδια περιβολή που είχε χρησιμοποιήσει πενήντα χρόνια πριν στην ταινία του Δαλιανίδη.

Δεν είναι η πρώτη φορά φυσικά –μάλλον η χιλιοστή πλέον– που πραγματοποιείται κυνικό reboot/remake στο θέατρο και τον κινηματογράφο παλιάς «αγαπημένης», χιλιοϊδωμένης και στυμμένης μέχρι τελευταίας ρανίδας ταινίας της «χρυσής εποχής» του ελληνικού μαζικού σινεμά, από αυτές που κάποτε συγκέντρωναν τελετουργικά την ελληνική οικογένεια γύρω από την εστία της τηλεόρασης τα βράδια του Σαββάτου (και εσχάτως υποκαταστάθηκαν από εκπομπές νερόβραστης νοσταλγίας και ηθογραφικού κανιβαλισμού τύπου «Στην υγειά μας, ρε παιδιά»).

Όλοι έχουμε τα όριά μας, όμως τα δικά μου τα ξεπέρασε η εικόνα του αειθαλούς ηθοποιού να εμφανίζεται ως ολόγραμμα «εμβληματικού» χαρακτήρα μιας ανέμελης εποχής, προσκαλώντας τον κόσμο να πάει να δει στο σανίδι το ίδιο –και χειρότερο, προφανώς– έργο που έχει δει εκατομμύρια φορές στη μικρή οθόνη.


Ειδικά τα χρόνια της κρίσης έχει βρομίσει ο τόπος από το καθεστώς πολιτιστικής κατάντιας και ραγδαίας οπισθοδρόμησης που επικρατεί με τις αγρίως εκμεταλλευτικές αρπαχτές αντίστοιχης ζόμπι ρετροφιλίας και αυθαίρετης επικαιροποίησης (π.χ. Οι Γερμανοί ξανάρχονται) που στόχο έχουν το τσακισμένο θυμικό του ταλαίπωρου φιλοθεάμονος κοινού που άγεται και φέρεται μεταξύ στείρας νοσταλγικότητας και άτακτης υποχώρησης στα πλέον συντηρητικά νεοελληνικά αντανακλαστικά. Παγκόσμιο φαινόμενο ενδεχομένως η στροφή σε ξεπερασμένα, αλλά ανθεκτικά, αισθητικά και ιδεολογικά πρότυπα, εδώ όμως παράγινε το κακό λόγω γενικής καθίζησης και πλήρους έλλειψης πρωτότυπης έμπνευσης.

Η ελπίδα ότι με την κρίση τουλάχιστον θα μηδενίσουμε το κοντέρ και θα πάμε μπροστά (πολιτισμικά) πέθανε πρώτη. Όλοι έχουμε τα όριά μας, όμως τα δικά μου τα ξεπέρασε η εικόνα του αειθαλούς ηθοποιού να εμφανίζεται ως ολόγραμμα «εμβληματικού» χαρακτήρα μιας ανέμελης εποχής (επί χούντας είχε γυριστεί η ταινία, αλλά οι «ελληνικές ταινίες» είναι σαν Xanax που λειτουργεί εκτός χρόνου, ιστορικού πλαισίου και ημερομηνίας λήξης), προσκαλώντας τον κόσμο να πάει να δει στο σανίδι το ίδιο –και χειρότερο, προφανώς– έργο που έχει δει εκατομμύρια φορές στη μικρή οθόνη. Και μιλάμε για mainstream και πολυδιαφημισμένη θεατρική παραγωγή, όχι για καλοκαιρινό μπουλούκι της συμφοράς στην επαρχία.

Γοργόνες και μάγκες και ζόμπι του παλιού σινεμά Facebook Twitter
Σε πρώτο πλάνο ήταν ο Γιάννης Βογιατζής στον ίδιο ρόλο, με την ίδια γκριμάτσα απόγνωσης και με την ίδια περιβολή που είχε χρησιμοποιήσει πενήντα χρόνια πριν στην ταινία του Δαλιανίδη.

Ούτε κι εγώ ξέρω πόσες φορές έχω υπερασπιστεί το αποκαλούμενο ελληνικό εμπορικό σινεμά σε φίλους και γνωστούς που λόγω μεγαλοαστικής ή/και αριστερόστροφης ανατροφής δεν τους είχε επιτραπεί η πρόσβαση στο μικροαστικό, φαλλοκρατικό (και φανατικά υποστηρικτικό μιας βαθιά συντηρητικής κυρίαρχης ιδεολογίας) αυτό σύμπαν. Η υπερασπιστική μου γραμμή στηριζόταν σε δύο άξονες: πρώτον, στο γεγονός ότι δεν είναι όλες οι ταινίες ίδιες –περιέργως, μάλιστα, η παρακμή του εμπορικού σινεμά είχε ξεκινήσει πριν από τη χούντα, κατά την περίοδο της εγκατεστημένης, υποτίθεται, πολιτιστικής ηγεμονίας της αριστεράς– και, δεύτερον, στη λειτουργία τους ως «comfort zone» και «safe space» μακριά από την αρένα των σύγχρονων διενέξεων, ένα ληθαργικό πεδίο προκαθορισμένων συμπεριφορών και ρόλων και ενίοτε αστείρευτης θυμοσοφικής ατάκας.

Είναι πλέον όμως πολύ δύσκολο να υποστηρίξει κανείς τέτοιου τύπου καταφυγές, από τη στιγμή που ακόμα και οι πιο στοιχειώδεις σύγχρονες ευαισθησίες κλοτσάνε έντονα, αντιμέτωπες με το όργιο μισογυνισμού και μικροαστικής υστεροβουλίας που σκιάζει ακόμα και τις καλύτερες των περιπτώσεων. Υπήρξε μια ωραία μέρα που δεν ήταν πια δυνατό να παρακολουθείς ανέμελος, φέρ' ειπείν, τον Αλεξανδράκη να απειλεί κάθε τρεις και λίγο ότι θα πλακώσει στο ξύλο την Κατερίνα Γώγου, την Καρέζη και την Πάστα Φλώρα στο Μια τρελή τρελή οικογένεια, που θεωρείται μοντέρνα, συγκριτικά, περίπτωση.


Όσοι είναι μιας κάποιας ηλικίας και δεν ανήκουν στους «millennials», που είναι η πρώτη επισήμως γενιά που έκοψε μαχαίρι τους δεσμούς με τα ψυχαγωγικά ήθη και έθιμα της Μεταπολίτευσης, θα θυμούνται ίσως εκείνο το σαββατόβραδο του Απριλίου του '84, όταν, την ώρα της παραδοσιακής ελληνικής ταινίας στην ΕΡΤ, κάποιος καταστασιακός ιθύνων της δημόσιας τηλεόρασης αποφάσισε να προβάλει σ' εκείνο το ιερό prime time το αναρχο-σουρεάλ δημιούργημα (παραγωγής 1977) Πέφτουν οι σφαίρες σαν το χαλάζι που ξεκινά με τον σκηνοθέτη Νίκο Αλευρά να υποδύεται ως μουσάτος ενήλικος με γυαλιά ένα μωρό που έχει συγκαεί και θηλάζει μια γυναίκα που του βάζει ταλκ. Μισή ώρα κράτησε η προβολή πριν γκρεμιστεί το τηλεφωνικό κέντρο από τα τηλεφωνήματα διαμαρτυρίας όσων είχαν συνέλθει από το παραλυτικό σοκ και αποφασιστεί να πέσει «μαύρο» και να διακοπεί απότομα η ταινία. Ήταν μια κορυφαία στιγμή πρωτοποριακού χάους και πασοκικού αβανγκαρντισμού με άδοξο τέλος, πολύ μπροστά από την εποχή της.

Γοργόνες και μάγκες και ζόμπι του παλιού σινεμά Facebook Twitter
«Πέφτουν οι σφαίρες σαν το χαλάζι και ο τραυματισμένος καλλιτέχνης αναστενάζει»

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO

Shortcut
11

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Αναζητώντας το μυστικό του Γιάννη Πετρίδη

Δ. Πολιτάκης / Αναζητώντας το μυστικό του Γιάννη Πετρίδη

Στις 29 Μαρτίου συμπληρώθηκαν σαράντα έξι χρόνια από την πρώτη εκπομπή του ανθρώπου που μας έμαθε να ακούμε μουσική, όμως, παρά την οικειότητα, το κύρος και τη γνώση που εκπέμπει ακόμα η φωνή του από τα ερτζιανά, ο ίδιος παραμένει σε μεγάλο βαθμό ένα μυστήριο.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
200 χρόνια «κρυφό σχολειό»

Δ. Πολιτάκης / 200 χρόνια «κρυφό σχολειό»

Πέρα από τις εθιμοτυπικές τελετουργίες της αρμόδιας επιτροπής, ο εορτασμός των 200 χρόνων από το ’21 θα μπορούσε να γίνει αφορμή για μια βαθύτερη αντίληψη των συναρπαστικών γεγονότων εκείνης της εποχής από αυτή που μας χάρισε το σχολείο.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Αποχαιρετισμός στην κυρία Μιράντα

Δημήτρης Πολιτάκης / Αποχαιρετισμός στην κυρία Μιράντα

Πηγαίνοντας μετά από καιρό σε σπίτι φίλων, είδα στην εξώπορτα το αγγελτήριο θανάτου της ηθοποιού Μιράντας Κουνελάκη που έμενε στην ίδια πολυκατοικία και για χρόνια «επέβλεπε» στοργικά και διακριτικά τις νεανικές μας τρέλες.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
H περίπτωση του Άκη Πάνου, που ακόμα μας στοιχειώνει

Δημήτρης Πολιτάκης / H περίπτωση του Άκη Πάνου, που ακόμα μας στοιχειώνει

Ούτε το έργο ενός δημιουργού μπορεί εύκολα να διαγραφεί ούτε όμως και η σύνδεσή του με τις όποιες αποτρόπαιες πράξεις. Μένει εκεί, σαν ανεξίτηλη κηλίδα που διαβρώνει και συρρικνώνει το σέβας, το δέος, την εκτίμηση, την απόλαυση. Αυτό είναι το τίμημα.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Βρίσκοντας καταφύγιο στη μοιρολατρία και στα εποχικά μαγαζιά

Δημήτρης Πολιτάκης / Βρίσκοντας καταφύγιο στη μοιρολατρία και στα εποχικά μαγαζιά

Έχει ανάγκη ο κόσμος να περιβληθεί στην απομόνωσή του από ένα γιορτινό σκηνικό, από μια λαμπερή ψευδαίσθηση, ξορκίζοντας μια χρονιά που έγινε η προσωποποίηση όλων των δεινών που έχουν πέσει στο κεφάλι μας, όχι μόνο της πανδημίας.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Η πανδημία και η λαχτάρα μας να «σώσουμε τα Χριστούγεννα»

Δημήτρης Πολιτάκης / Η πανδημία και η λαχτάρα μας να «σώσουμε τα Χριστούγεννα»

Ας είμαστε προετοιμασμένοι για σεμνές, ταπεινές, υπερβατικές γιορτές, όπως θα έπρεπε δηλαδή πάντα να είναι, αν πιστέψουμε όλες αυτές τις χριστουγεννιάτικες ταινίες που βλέπουμε μια ζωή.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Απόδραση από την Αθήνα

Δημήτρης Πολιτάκης / Απόδραση από την Αθήνα

Παίζει ξανά δυνατά ως σενάριο ή ως όραμα μέσα στην πανδημία η οριστική φυγή από τη μητρόπολη και η μετεγκατάσταση σε κάποια ιδανική γωνιά της επαρχίας με άμεση πρόσβαση σε φύση, βουνά, ακρογιαλιές, δειλινά.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ