ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΚΑΛΥΦΘΗΚΑΝ οι αντιδράσεις που προξένησε η κυβερνητική ανακοίνωση για την επέτειο της απριλιανής δικτατορίας από την επείγουσα επικαιρότητα του διαγγέλματος του πρωθυπουργού που ακολούθησε μέσα στην ίδια μέρα, δεν παύει όμως να ενοχλεί και να προβληματίζει, ειδικά το αγρίως αναθεωρητικό και διόλου εθιμοτυπικό «εδάφιό» της που αναφέρει τα εξής: «Το πραξικόπημα των συνταγματαρχών είναι μια διαρκής υπόμνηση των δεινών που μπορεί να φέρει ο ακραίος διχασμός που θρέφεται από τον λαϊκισμό και την έλλειψη στοιχειώδους συνεννόησης των πολιτικών δυνάμεων».
Τι είναι αυτός ο ισοπεδωτικός και άγαρμπος αναθεωρητισμός; Έλεος πια με την καραμέλα του λαϊκισμού. Δεν ήταν η πρώτη φορά όμως. Αντίστοιχο ήταν και το μήνυμα της υπουργού Παιδείας για την 28η Οκτωβρίου που μας πέρασε και έκανε λόγο για τις «ακραίες φωνές του λαϊκισμού που επιδιώκουν να δυναμώσουν στις μέρες μας, που ο ατομικισμός και η αποξένωση μαστίζουν την ανθρωπότητα…». Ποιο είναι το νόημα ακριβώς; Ότι όποιος δεν υποτάσσεται με κόσμιο και πολιτισμένο τρόπο στο εθνοσωτήριο όραμα της κυβέρνησης είναι είτε θλιβερός μονήρης είτε μανιασμένος λαϊκιστής;
Ο Ραφαηλίδης είχε πει ότι «η ελληνική χούντα ήταν ένα τυπικό μείγμα ηλιθίων και πρακτόρων των Αμερικανών που αναρριχήθηκαν στην εξουσία, καταρχήν σε βάρος της λογικής». Κανένας λαϊκισμός δεν υπάρχει σ’ αυτή την απλή εξίσωση.
Ο Χατζιδάκις έλεγε πως ο ελιτισμός είναι χειρότερος από τον λαϊκισμό και πως οι δυο τους μαζί αποτελούν τον μεγαλύτερο εχθρό της πολιτικής και του πολιτισμού. Ο Ραφαηλίδης, από την άλλη, είχε πει ότι «η ελληνική χούντα ήταν ένα τυπικό μείγμα ηλιθίων και πρακτόρων των Αμερικανών που αναρριχήθηκαν στην εξουσία, καταρχήν σε βάρος της λογικής». Κανένας λαϊκισμός δεν υπάρχει σ’ αυτή την απλή εξίσωση.
Στις μέρες μας, όμως, λείπουν οι ανεξάρτητες, οι αδέσμευτες, οι «αιρετικές» φωνές, γι’ αυτό και μνημονεύουμε και λιβανίζουμε διαρκώς τέτοιες προσωπικότητες, που δεν ήταν καθόλου προβλέψιμη η ατζέντα τους ούτε και η θέση που θα έπαιρναν σε οποιοδήποτε ζήτημα, όπως συμβαίνει σήμερα με τους περισσότερους επιφανείς σχολιαστές της επικαιρότητας. Τι θα έλεγαν, άραγε, γι’ αυτά που περνάμε σήμερα; Δεν μπορούμε να ξέρουμε. Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι αυθαίρετες υποθέσεις με βάση παλιές τους δηλώσεις και «σημαδιακά» κείμενα που κατοικούν για πάντα πλέον στο διαδικτυακό μαυσωλείο.
Ένα τέτοιο κείμενο με την υπογραφή του Χρήστου Βακαλόπουλου έκανε τον γύρο των social media προχθές, ανήμερα της επετείου της χούντας. Το κείμενο είχε δημοσιευτεί στο περιοδικό «Ιστός» το 1992 –έναν χρόνο πριν φύγει από τη ζωή, στα 37 του μόλις– και είχε τίτλο «Η 21η Απριλίου κι εμείς». Αξίζει, φυσικά, να διαβαστεί ολόκληρο, προσωπικά πάντως με στοίχειωσε ειδικά το παρακάτω απόσπασμα:
«Μπήκαμε στη δικτατορία μικρά παιδιά που δεν ήξεραν να ερωτεύονται και να ντρέπονται, να ελπίζουν και να χαίρονται, και βγήκαμε από εκεί κάτι κουρασμένα παλληκάρια ασχέτως ηλικίας, υποψιασμένοι για τα πάντα, έτοιμοι να αναλύσουν το παραμικρό, ανίκανοι να ψωνισθούμε με κάτι, στρατιώτες ενός μέλλοντος που ερχόταν με σιγουριά, αλλά δεν φάνηκε ποτέ, ενός μετά που μας έχει αρπάξει από τον λαιμό και δεν λέει να μας αφήσει ήσυχους ούτε δευτερόλεπτο. Εφτά ολόκληρα χρόνια μαθαίναμε ο ένας τον άλλο να περιφρονεί τον τόπο του και να θαυμάζει έναν μυθικό τόπο, αποτελούμενο από συγκροτήματα ροκ, φοιτητικές εξεγέρσεις, ξεσπάσματα της κραιπάλης, ελεύθερες σχέσεις, πρίγκηπες της παρακμής, χιλιάδες παιδικές χαρές για μεγάλους. Μάθαμε να περιμένουμε κάτι και ξεμάθαμε να βλέπουμε τι γινόταν γύρω μας. Την ώρα που ο Παττακός εκτελούσε το εθνοσωτήριο έργο του μαζεύοντας γόπες στην οδό Πατησίων και ο Καράγιωργας έχανε το χέρι του, ώστε να γίνει αργότερα υπουργός ο Κατσιφάρας, εμείς φανταζόμαστε τη ζωή σαν ένα σόλο του Τζίμι Χέντριξ ή μια ροχάλα του Κον Μπεντίτ…».
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.
Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.