Την ώρα που φτάνουμε στον πρώτο όροφο του Ραδιομέγαρου της ΕΡΤ στην Αγία Παρασκευή, στο στούντιο του Τρίτου Προγράμματος, ο Τίτος Πατρίκιος διαβάζει το ποίημά του «Στίχοι-2» του 1957, από την συλλογή του «Μαθητεία»:
Στίχοι που κραυγάζουν
στίχοι που ορθώνονται τάχα σαν ξιφολόγχες
στίχοι που απειλούν την καθεστηκυία τάξη
και μέσα στους λίγους πόδες τους
κάνουν ή ανατρέπουν την επανάσταση,
άχρηστοι, ψεύτικοι, κομπαστικοί,
γιατί κανένας στίχος σήμερα δεν ανατρέπει καθεστώτα
κανένας στίχος δεν κινητοποιεί τις μάζες
(Ποιες μάζες; Μεταξύ μας τώρα - ποιοι σκέφτονται τις μάζες;
Το πολύ μια λύτρωση ατομική, αν όχι ανάδειξη).
Γι' αυτό κι εγώ δεν γράφω πια
για να προσφέρω χάρτινα ντουφέκια
όπλα από λόγια φλύαρα και κούφια
μόνο μιαν άκρη της αλήθειας να σηκώσω
να ρίξω λίγο φως στην πλαστογραφημένη μας ζωή
όσο μπορώ κι όσο κρατήσω.
Είναι λίγο πριν τις 12 και τελειώνει η εκπομπή που παρουσίασαν ο Διονύσης Μαλλούχος και ο Μηνάς Βιντιάδης.
Βρισκόμαστε εδώ επειδή σε μία εποχή που σχεδόν κανένας νέος άνθρωπος κάτω των 30 δεν ακούει ραδιόφωνο, το Τρίτο Πρόγραμμα έχει καταφέρει να συσπειρώσει με έναν τρόπο απρόβλεπτο ένα μεγάλο μερίδιο του κόσμου (κάθε ηλικίας), οι οποίοι ακούνε φανατικά και σχεδόν αποκλειστικά τον συγκεκριμένο σταθμό. Λίγο πριν τελειώσει το 2017 διαπίστωσα ότι όποιους φίλους και γνωστούς και αν ρωτούσα για τον σταθμό που άκουσαν περισσότερο στο αυτοκίνητό τους μέσα στη χρονιά, ανέφεραν το Τρίτο Πρόγραμμα ως μοναδική απάντηση!
Δεν ξέρω τι δείχνουν τα νούμερα, δεν ξέρω καν αν οι φίλοι και οι γνωστοί μου είναι το τυπικό δείγμα (μάλλον όχι), αλλά το γεγονός ότι ένας σταθμός που ασχολείται αποκλειστικά με τον πολιτισμό και παίζει στο μεγαλύτερο μέρος του κλασική μουσική είναι δημοφιλής (και ας μην φαίνεται), ήταν ένας καλός λόγος για να ασχοληθούμε μαζί του.
Ο Διονύσης Μαλλούχος ανέλαβε τη θέση του Συντονιστή του Τρίτου Προγράμματος το Φεβρουάριο του 2016 και αυτή τη στιγμή διανύει τον δεύτερο χρόνο της θητείας του. Καλλιτέχνης ο ίδιος, διεθνούς φήμης πιανίστας με γνώση και αγάπη για τη μουσική, ανέλαβε έναν δύσκολο ρόλο σε μία εποχή που δεν είναι και η καλύτερη, ούτε για το ραδιόφωνο, ούτε για την κατάσταση στην ΕΡΤ λόγω του μνημονίου. Συντονίζει το πρόγραμμα ενός σταθμού που βγαίνει με πολύ κόπο και μεγάλες δυσκολίες και προσπαθεί να κάνει πράξη το όραμά του για ένα ραδιόφωνο ζωντανό και σύγχρονο.
Μας ξεναγεί στα στούντιο που ηχογραφούνται οι εκπομπές και φτάνουμε σε έναν χώρο με σκάλες διαφόρων μεγεθών και ξύλινες πόρτες, όπου ηχογραφούσαν τα θεατρικά. «Έχουμε χρόνια να κάνουμε ηχογραφήσεις» λέει, «για οικονομικούς λόγους, αλλά εδώ μέσα υπάρχει ένας θησαυρός που πραγματικά ελπίζουμε να αξιοποιηθεί ξανά. Δίπλα, στο στούντιο C, είχε ηχογραφηθεί το καλοκαίρι η παράσταση του Γιάννη Κωνσταντινίδη για το Φεστιβάλ Αθηνών, μία από τις έξι παραστάσεις-συναυλίες με τις οποίες συνεργαστήκαμε με το Φεστιβάλ, οι άλλες 5 είχαν γίνει στην Πειραιώς 260. Δεν είναι εύκολο να το εκμεταλλευτούμε, γιατί μας λείπουν και οι άνθρωποι και τα μέσα. Υπάρχει πάντα μια παρεξήγηση στο θέμα ΕΡΤ, την συγκρίνουν με οποιονδήποτε ιδιωτικό σταθμό, ενώ η ΕΡΤ δεν είναι μόνο ειδήσεις, ή μόνο κάτι, είναι πολλά πράγματα από πίσω, τα οποία και θα έπρεπε να προστατεύει και να αναπτύσσει».
Μιλάει για τη νέα εποχή που μπαίνει το ραδιόφωνο, την ψηφιακή, με την ανάπτυξη των new media. «Φεύγουμε απ’ τα FM» εξηγεί, «η Νορβηγία ανακοίνωσε την προηγούμενη εβδομάδα ότι διακόπτει τα FM, δεν πωλούνται πια στα καταστήματα δέκτες για FM και παίζει μόνο ψηφιακά. Και άλλες χώρες έχουν ανακοινώσει την είσοδο, εμείς ετοιμαζόμαστε, νομίζω ότι θα γίνουν και οι πρώτες πειραματικές μέσα στο 18. Μιλάμε για πολύ καλύτερη ποιότητα από τα FM και σε περιπτώσεις όπως το το Τρίτο, το BBC3, ή το Radio France κλπ, αυτή η αλλαγή έχει πολύ μεγάλη σημασία. Όταν αυτό που πουλάς είναι η μουσική, η αναβάθμιση αυτή αλλάζει εντελώς την αίσθηση της ακρόασης.
Ειδικά όταν κανείς ακούει με το δικό του ηχοσύστημα στο σπίτι ή σε καλό ηχοσύστημα στο αυτοκίνητο. Το αυτοκίνητο είναι έτοιμο εδώ και πολλά χρόνια και καθυστερεί για εμπορικούς λόγους, αλλά υπάρχουν ήδη συστήματα που παίρνεις σήμα απ’ τον δορυφόρο. Και θα πάρουν όλοι κάποια στιγμή, όπως θα πάρουν και Smart TV γιατί θα μπορούν να βλέπουν περισσότερα πράγματα. Άργησαν λίγο, ίσως, για την επόμενη επανάσταση, αλλά θα μπουν στη ζωή μας γιατί είναι προϊόντα μαζικής κατανάλωσης, άρα κάποια στιγμή το κόστος θα πέσει. Δεν είναι κάτι που αφορά 50 ανθρώπους. Εξαρτάται και από την στάση που θα κρατήσουν κι οι ιδιώτες, αν θα μπουν και αυτοί μέσα στην ψηφιακή, η ψηφιακή, όμως, θα τους δώσει την ευκαιρία ένας σταθμός ισχυρός που εκπέμπει μόνο στην Αθήνα π.χ. να πάει πανελλαδικά. Οπότε, οι μεγάλοι παίχτες θα ακολουθήσουν».
Υπάρχουν φορτηγατζήδες που ακούνε Τρίτο, υπάρχουν παιδιά που ακούνε Τρίτο γιατί έχει εκπομπές που δεν τις περιμένει κανείς. Παίζουμε για τον ακροατή τον ανύποπτο, που θα πέσει στη συχνότητα του Τρίτου και θα τον κρατήσουμε, γιατί αυτό που ακούει έχει ενδιαφέρον, έχει έναν σεβασμό, γιατί έχει ποικιλία.
— Ποια είναι η φιλοσοφία του Τρίτου Προγράμματος;
Γενικότερα, η τάση του Τρίτου ανεξάρτητα της διεύθυνσης ήταν το «παιδεία, τέχνη ενημέρωση». Αυτό ήταν ένα μότο του BBC το οποίο το είχε πάρει και ο Χατζιδάκις και υπήρχε πάντα πίσω απ' το Τρίτο Πρόγραμμα. Είχαμε λιγάκι ξεχάσει την ενημέρωση είναι η αλήθεια, και έχει γίνει αρκετά μεγάλη προσπάθεια να φέρουμε στο προσκήνιο τους σύγχρονους δημιουργούς. Επίσης, η ενημέρωση δεν έχει να κάνει μόνο με τη μουσική, έχει να κάνει με όλες τις τέχνες γιατί κι εκεί έχει αλλάξει το τοπίο.
Πριν από 10-15 χρόνια υπήρχαν ειδικοί σταθμοί για την τζαζ, υπήρχαν σταθμοί γενικού ενδιαφέροντος που είχαν όμως τον πολιτισμό αρκετά ψηλά, τώρα νομίζω ότι έχει αλλάξει τελείως αυτό. Είμαστε σε μία mainstream κατάσταση, γι’ αυτό το λόγο και το Τρίτο έχει βγάλει προς τα έξω πλέον τη λογοτεχνία, το θέατρο, ακόμα και τα εικαστικά, που θα έλεγε κανείς ότι είναι αντιραδιοφωνικό προϊόν. Κάνουμε πολύ ενδιαφέρουσες εκπομπές με εικαστικούς, και προσπαθούμε να προβάλλουμε και τους δημιουργούς αλλά και τα γεγονότα, δηλαδή οτιδήποτε που κατά τεκμήριο ο σταθερός ακροατής του Τρίτου -γατί συνήθως είναι σταθεροί οι ακροατές του Τρίτου- ενδιαφέρεται να παρακολουθήσει.
— Ποιος είναι ο ακροατής του Τρίτου;
Εξαρτάται. Διάβαζα ότι το ’54 που θα ξεκινούσε το Τρίτο Πρόγραμμα, όταν ανακοινώθηκε ότι «επιτέλους, θα παίζουμε έξι ώρες κλασική μουσική», από τη μία το ανακοίνωναν με περηφάνια, ότι κάνουμε ένα βήμα, και από την άλλη το κείμενο ήταν απολογητικό και έλεγε «διότι πόσες ώρες να ακούσουμε κλασική μουσική;». Στο ίδιο άρθρο! Άλλαξαν όμως τα πράγματα. Ούτε τζουκ μποξ είναι δυνατό να είναι πλέον ένας ραδιοφωνικός σταθμός το 2017, ούτε και από την άλλη πρέπει να ξεχνάει και το τι περιμένει και ο ακροατής να ακούσει.
Εμείς είμαστε ανοιχτοί, θα έλεγα ότι είμαστε πιο ανοιχτοί από όλους τους σταθμούς στα ελληνικά, δηλαδή θα παίξουμε με μεγάλη ευκολία από δημοτικό τραγούδι, από παραδοσιακό τραγούδι, μέχρι τη Μισιρλού που έπαιζα πριν από τρεις βδομάδες βέβαια σε μία εκτέλεση από τους Kronos Quartet. Οι επιλογές του Τρίτου έχουν σχέση με το τι αρέσει σε αυτόν που ακούει. Αυτός που ακούει τρίτο, πρώτον δεν έχει μία συγκεκριμένη ταυτότητα, ακούνε πολλοί ταξιτζήδες π.χ. Τρίτο γιατί δεν έχει ειδήσεις. Γιατί νιώθουν ότι έτσι οδηγούν πιο ήρεμα και ότι και οι επιβάτες δεν εκνευρίζονται.
Υπάρχουν φορτηγατζήδες που ακούνε Τρίτο, υπάρχουν παιδιά που ακούνε Τρίτο γιατί έχει εκπομπές που δεν τις περιμένει κανείς. Παίζουμε για τον ακροατή τον ανύποπτο, που θα πέσει στη συχνότητα του Τρίτου και θα τον κρατήσουμε, γιατί αυτό που ακούει έχει ενδιαφέρον, έχει έναν σεβασμό, γιατί έχει ποικιλία. Έχουμε θέατρο, μία σειρά Σέρλοκ Χολμς αυτές τις μέρες κάθε Τρίτη βράδυ -και υπάρχουν πολλοί φανατικοί του ραδιοφωνικού θεάτρου, γιατί αφήνει τη φαντασία ελεύθερη, περισσότερο από όταν βλέπεις το έργο στη σκηνή. Έχουμε παλιές ηχογραφήσεις από όλους τους σπουδαίους ηθοποιούς, ένα αρχείο που αξίζει να εκμεταλλευτούμε με την κυριολεκτική έννοια του όρου, όχι για να παίξουμε κάτι ως επανάληψη, αλλά γιατί θεωρούμε ότι είναι χρέος να ξανακούγονται πράγματα τα οποία είναι σταθμοί στη ραδιοφωνική παραγωγή.
Υπάρχει η τέχνη, υπάρχουν οι συναυλίες μέσω της EBU ή οι δικές μας κάθε Τρίτη και 3 στο Τρίτο, από όπου περνάει όλη η μουσική Αθήνα με κοινό μέσα στην αίθουσα και ταυτόχρονη ραδιοφωνική μετάδοση και διαδικτυακή. Έχουμε ανοιχτό δίαυλο με όλους τους μεγάλους οργανισμούς για τις μεταδόσεις, αλλά δεν είναι πάντα εύκολο, και τεχνικά αλλά και λόγω δικαιωμάτων. Στην Ελλάδα αυτό δεν έχει ξεκαθαριστεί απόλυτα. Και, βεβαίως, παρουσιάζουμε νέες παραγωγές από όλη την ελληνική δισκογραφία, η οποία έχει αρχίσει και ζωηρεύει πολύ τα τελευταία χρόνια, παρά το γεγονός ότι δεν πουλάει. Οι καλλιτέχνες αισθάνονται την ανάγκη να έχουν καταγραφεί και εμείς το κάνουμε αυτό, το στούντιό μας είναι ανοιχτό, κάνουμε πολλές ηχογραφήσεις, τις οποίες εκμεταλλευόμαστε εμείς, αλλά τις παίρνουν και οι καλλιτέχνες αν θέλουν να τις κάνουν κάτι.
Το τρίπτυχο είναι «παιδεία, τέχνη και ενημέρωση» με εκπομπές που απευθύνονται σε όλες τις τέχνες, στις οποίες προσκαλούμε όχι μόνο τους Έλληνες καλλιτέχνες αλλά και τους ξένους. Βέβαια υπάρχει ένας τέταρτος πόλος που λέγεται ραδιόφωνο. Δηλαδή, ωραία όλα αυτά, αλλά φροντίζουμε πάντα να υπάρχει μια ομοιογένεια στο πρόγραμμά μας, να υπάρχουν ζώνες που να ορίζουν όσο είναι δυνατόν τι θα ακουστεί. Να υπάρχει ποικιλία μεν, αλλά και καλή εναλλαγή, να μην υπάρχουν πράγματα τα οποία να απομακρύνουν τον ακροατή, το σαββατοκύριακο να είναι διακριτό, και όλα αυτά με δυσκολίες και όχι ποικιλία μέσων.
Τα τελευταία χρόνια π.χ., λόγω του μνημονίου αλλά και για θεσμικούς λόγους δεν μπορούμε να κάνουμε εξωτερικές συνεργασίες. Δεν έχουμε τη δυνατότητα που είχαμε επί δεκαετίες να υπάρχει συνεργασία του Τρίτου με εξωτερικούς παραγωγούς, είτε σε μηνιαία βάση, είτε κατά αποκοπή για κάποιο συγκεκριμένο σχέδιο. Κι αυτό έχει περιορίσει τη δραστηριότητα στους ανθρώπους που είναι ήδη μέσα στην ΕΡΤ. Βέβαια, αυτό, όπως γίνεται συνήθως σε τέτοιες περιπτώσεις, μας δυσκολεύει για πολύ ειδικά πράγματα που κάποιος πρέπει να είναι ανάλογα ειδικευμένος, από την άλλη γεννάει κιόλας. Δηλαδή, η ανάγκη φέρνει πάντα και τη δημιουργία ως ένα βαθμό.
— Γιατί δεν έχει μπει νέο αίμα στο Τρίτο Πρόγραμμα; 20άρηδες παραγωγοί, 25άχρονοι, με ποια διαδικασία επιλέγεται ένας νέος παραγωγός;
Αυτό είναι ένα από τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε. Δυστυχώς, αυτή τη στιγμή δεν μπορούμε όχι απλώς να έχουμε συνεργασίες με πιο νέους ανθρώπους –και με μεγαλύτερους, βέβαια- αλλά δεν υπάρχει και αυτό που υπήρχε παλιότερα: να είναι δίπλα σε κάποιον παλιό παραγωγό. Στο Τρίτο Πρόγραμμα ήταν πολύ βασικό αυτό. Παλιότερα ερχόσουν, έκανες τον βοηθό παραγωγής, έκανες ένα δοκιμαστικό, έγραφες κάτι για μία εκπομπή, είχες μία στάση γύρω από το Τρίτο και μετά οι άνθρωποι που σου έδειχναν την εμπιστοσύνη τους και μάθαινες δίπλα τους, σιγά σιγά σε έβαζαν στο πρόγραμμα.
Δυστυχώς αυτή τη στιγμή δεν μπορούμε να το εγγυηθούμε αυτό και δεν βλέπω και να γίνονται κινήσεις προς αυτή την κατεύθυνση, γιατί δεν υπάρχει ένας σχεδιασμός σε βάθος χρόνου. Δεν υπάρχει σχεδιασμός για τα επόμενα 5 ή 10 χρόνια, για το πώς θα είναι το Τρίτο το 2030. Τα τελευταία χρόνια οι εξελίξεις στη δημόσια ραδιοτηλεόραση δεν μας άφησαν αυτή την πολυτέλεια, δυστυχώς. Ελπίζω ότι πολύ σύντομα θα ομαλοποιηθεί η κατάσταση και θα έχουμε την ευκαιρία και θεσμικά αλλά και επί της ουσίας να συζητήσουμε για το ρόλο της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης, ένα μεγάλο επίσης θέμα.
Δεν είναι μόνο οι νέες ηλικίες, αλλά είναι και οι θεματικές εκπομπές που μας λείπουν. Ο Δημήτρης Παπαδημητρίου είχε μία εξαιρετική ιδέα παλιότερα, που ήταν η παράλληλη συχνότητα, για έξι ή οχτώ ώρες την ημέρα να υπάρχει και μία δεύτερη συχνότητα του Τρίτου και να αφήσω τον ακροατή να επιλέξει τι θα ακούσει. Μουσική πχ., ή άλλες τέχνες; Αυτό απορρίφτηκε τότε ως ιδέα γιατί δεν μπορούσε να υλοποιηθεί, έχουμε προβλήματα με τις συχνότητες. Αυτή τη στιγμή που μιλάμε δεν παίζουμε καν σε ολόκληρη την Ελλάδα, υπάρχουν νομοί ολόκληροι που δεν έχουν αναμεταδότη. Για να βάλουμε αναμεταδότη πρέπει να ασχοληθούν δύο υπουργεία, να αλλάξουν τρεις νόμοι, να συναινέσει ο υπουργός και, αν γίνει αυτό, να ακούσεις «γιατί δεν γίνεται το ίδιο και για τους 150 ιδιώτες που έχουν κάνει επίσης αίτηση;».
Ελπίζω τώρα με την ψηφιακή μετάδοση ή με τους νόμους που ξεκαθαρίζουν το τοπίο -και για το ραδιόφωνο αναμένουμε κάτι ανάλογο με αυτό που έγινε στην τηλεόραση- ότι θα μπορέσουμε να βρούμε έναν τρόπο να ακουστούμε. Ακόμα και στο λεκανοπέδιο της Αττικής οι πομποί μας έχουν πια προβλήματα, είναι παλιοί πομποί, και δεν βρίσκουμε πλέον ούτε τα ανταλλακτικά να βρούμε με την ίδια ευκολία που γινόταν παλιότερα.
Έχουμε προβλήματα σε πολλούς τομείς, και πολλά αναλαμβάνουν να τα λύσουν οι ίδιοι οι εργαζόμενοι. Δεν είμαστε στην πιο άνετη από πλευράς εργασιακών συνθηκών περίοδο, όμως θα έλεγα ότι είμαστε σε μια περίοδο που πολιτιστικά αναπτύσσονται και η Ελλάδα και οι δημιουργοί σε ατομικό επίπεδο. Άρα, εμείς είμαστε σχεδόν αναγκασμένοι να ακολουθούμε και είμαστε χαρούμενοι που υπάρχουν τόσο ενδιαφέροντες άνθρωποι οι οποίοι βρίσκουν χώρο στο Τρίτο είτε για να παρουσιάσουν τη δουλειά τους, είτε για να φτιάξουν ένα πορτρέτο, είτε για να έρθουν να παίξουν, είτε για να συμμετέχουν στην εκπομπή με οποιονδήποτε τρόπο.
Σίγουρα δεν είναι όλοι ευχαριστημένοι, ειδικά αυτοί που είναι προσκολλημένοι σε ένα παλιότερο μοντέλο ακρόασης, αλλά δεν μπορούμε να τα χωρέσουμε όλα. Υπάρχουν θέματα πολλά και υπάρχει και μία ελευθερία στο Τρίτο, και προς τα πάνω και προς τα κάτω. Δεν θυμάμαι ποτέ να έγιναν παρεμβάσεις σε επίπεδο προγράμματος όσα χρόνια είμαι εδώ. Υπάρχει μια συνεννόηση με τον κάθε παραγωγό, αλλά ο καθένας έχει τον έλεγχο της εκπομπής του απ' την αρχή μέχρι το τέλος.
— Θέλω να σας μεταφέρω μια παρατήρηση των παιδιών που ρώτησα για το τι δεν τους αρέσει στο Τρίτο: ότι κάποιες στιγμές γίνεται πολύ φλύαρο.
Σε αυτό τα παιδιά έχουν δίκιο, και πρέπει και εμείς να ασκηθούμε όσα λέμε και πιθανόν να έχουν ενδιαφέρον να τα κάνουμε πιο σφιχτά. Από την άλλη, η ελευθερία στο Τρίτο μερικές φορές παρασύρει. Ειδικά όταν έχεις κοντά σου έναν άνθρωπο που λέει πολύ ενδιαφέροντα πράγματα, δύσκολα τον κόβεις. Γενικότερα, κάθε εβδομάδα που περνάει προσπαθούμε τα πράγματα στο Τρίτο να γίνονται καλύτερα και υπάρχει και συζήτηση πάνω σε αυτό.
Συζητάμε μεταξύ μας καινούργιες ιδέες και προβλήματα που υπάρχουν, όχι πάντα με μεγάλη επιτυχία. Το Τρίτο, όμως, λόγω της αίσθησης των πολλών διαφορετικών πραγμάτων που έχει είναι σίγουρο ότι θα έχει και τη μεγαλύτερη κριτική. Στο Σφαίρα αν παίξουν Γαρμπή, ό,τι ώρα και να την βάλουν δεν θα αντιδράσει κανείς, εδώ βάζουμε το πρωί όπερα και παίρνουν τηλέφωνο και λένε «καλά, πρωί πρωί όπερα»;
— Παίρνουν τηλέφωνα για σχόλια;
Όχι απλά παίρνουν, αλλά επειδή οι ακροατές του Τρίτου εκτός από φανατικοί είναι και λίγο διευθυντές και λίγο σκηνοθέτες, ξέρουν τι θα έπρεπε να ακούγεται (γέλια). Και έχει ενδιαφέρον, γιατί το επόμενο τηλεφώνημα λέει τα ακριβώς ανάποδα, «μου φτιάξατε τη μέρα, τι καταπληκτικό που ήταν!». Είναι προφανές αυτό, γιατί όταν ανοίγεις τα όρια και μάλιστα είσαι αιχμή παντού, προφανώς και κάποιοι που δεν σε παρακολουθούν αντιδρούν. Από την άλλη, δεν γίνεται 24 ώρες να έχουμε πάρει το καρδιογράφημα όλων των ακροατών.
Οι ακροατές του Τρίτου έχουν πολλαπλάσιο χρόνο ακρόασης από οποιουδήποτε άλλου σταθμού. Δηλαδή αυτός που ακούει Τρίτο ακούει τουλάχιστον τρεις φορές παραπάνω από τον ακροατή οποιουδήποτε άλλου ραδιοσταθμού. Μπορεί και να μην ακούει τίποτα άλλο. Το πονάνε το Τρίτο γιατί κάποιοι το ακούν πολλά χρόνια, κι ας μην έχουν ιδέα πώς βγαίνει η κάθε εκπομπή, με το προσωπικό κόστος. Και καλά κάνουν, βέβαια, γιατί ακούν ένα ραδιοφωνικό προϊόν. Τώρα, αν εμείς δεν έχουμε στυλό, δεν έχουμε αρκετούς ηχολήπτες, αν δεν μπορούμε να συνεργαστούμε με κανέναν, ή αν κάηκε το στούντιο δεν πρέπει να τα ξέρει και δεν είναι και το θέμα.
Το Τρίτο δεν έχει ισοκατανομή στους ακροατές, αλλά έχουμε συγκινητικές ιστορίες από ανθρώπους που δεν το περίμενε κανένας ότι μας ακούνε. Δυο παιδιά που άκουσαν την Κερένια Κούκλα εντυπωσιάστηκαν τόσο πολύ που πέρσι ήρθαν και μας την έφεραν ως κόμικ! Ως graphic novel. Αυτός κατά τη γνώμη μας πρέπει να είναι και ο ρόλος της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης, πρέπει να είναι εκεί,ακριβώς για να πάρει έμπνευση και να πάρει μία κατεύθυνση ο ακροατής.
Μου έλεγε ο Κωνσταντίνος Παπαδάκης, ένας καταπληκτικός πιανίστας που κάνει καριέρα στη Βοστόνη, ότι στα 12 του άρχισε να ακούει τις εκπομπές του Τρίτου, μικρό παιδάκι στην Κρήτη, και αποφάσισε να ασχοληθεί με την κλασική μουσική! Όλη του η ζωή καθορίστηκε από αυτό το πράγμα. Όπως και ο Χρήστος Χατζής, ο συνθέτης στον Καναδά που άκουγε στο Βόλο το Τρίτο Πρόγραμμα και από εκεί ξεκίνησε, όπως και άλλοι.
Είναι μερικά πράγματα που η αποτίμησή τους δεν μπορεί να γίνει ούτε με όρους εμπορικούς ούτε με την τρέχουσα έννοια του τι είναι πετυχημένο και τι όχι. Πρέπει να είναι εκεί και είναι καθήκον της οργανωμένης κοινωνίας μετά τον Διαφωτισμό να δίνει τη δυνατότητα να προσεγγίσει αυτό που αισθάνεται. Αυτή είναι και η μεγαλύτερη διαφορά με οποιαδήποτε άλλη κερδοσκοπική δραστηριότητα στον χώρο των ΜΜΕ. Κάνουν τη δουλειά τους όπως νομίζουν, αλλά στο κρατικό ραδιόφωνο θα έπρεπε να υπάρχουν άλλα κριτήρια και να μην κυνηγάμε από πίσω τους ιδιωτικούς σταθμούς, τηλεοπτικούς ή ραδιοφωνικούς.
Αυτό είναι και ένα παράπονο των ανθρώπων του Τρίτου, οι οποίοι παρακολουθούν συνεχώς να αλλάξει το πλαίσιο είτε σε πολιτικό επίπεδο είτε σε οικονομικό, αλλά ποτέ δεν γίνεται ουσιαστικά μια κουβέντα. Να ξέρουμε τι θέλουμε, εν πάση περιπτώσει. Θέλουμε μια δημόσια ραδιοτηλεόραση να βγάζει χρήματα; Θέλουμε να μην στοιχίζει τίποτα; Θέλουμε να προσφέρει, να μην προσφέρει; Γιατί ο καθένας σε μια συνέντευξη καφενείου πετάει μια φοβερή ατάκα χωρίς καν να έχει μετρήσει ούτε τι έχει πει, ούτε τι θα έπρεπε να γίνεται, ούτε τι όντως γίνεται.
Δεν θα έλεγα ότι είμαι αισιόδοξος, γιατί βλέπω πώς κινούνται τα πράγματα, αλλά εμείς δουλεύουμε κάθε μέρα προς αυτή την κατεύθυνση. Μερικά πράγματα τα πετυχαίνουμε, άλλα καθυστερούν, αλλά τα περιμένουμε. Δυστυχώς, εκεί υπάρχει έλλειμμα και στην ενημέρωση, προσπαθούμε να ενημερώνουμε τη σελίδα στο facebook ή το πρόγραμμα στη σελίδα της ΕΡΤ, αλλά δεν έχουν όλοι πρόσβαση εκεί, και μάλιστα, ένα μεγάλο κομμάτι των ακροατών του τρίτου δεν έχει καθόλου πρόσβαση εκεί.
Το θέμα δεν είναι αν παίζουμε εμείς όλα αυτά τα ωραία που είναι το πρόγραμμα του Τρίτου, αλλά αν το μαθαίνει και ο ακροατής. Για πρώτη φορά πέρσι ανέβηκαν και on demand εκπομπές του Τρίτου. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν εκατοντάδες εκπομπές διαθέσιμες στη σελίδα του Τρίτου και θέλουμε να το κάνουμε όλο και πιο τακτικό και σαφές γιατί υπάρχει πολύ μεγάλη ζήτηση από ανθρώπους που δεν κατάφεραν να τις ακούσουν επειδή δεν πρόλαβαν ή επειδή δεν το έμαθαν.
Προσπαθούμε αυτή τη στιγμή να φτιάξουμε μια βιβλιοθήκη από τέτοιες εκπομπές, και αυτό όμως χρειάζεται οργάνωση, ανθρώπους και χρόνο. Εκεί χρειαζόμαστε πραγματικά βοήθεια, το γνωρίζει αυτό η εταιρία και η διοίκηση, και πάντα υπάρχει καλή πρόθεση, αλλά δυστυχώς δεν είναι εύκολο το θεσμικό περιβάλλον γενικότερα. Δεν έχει να κάνει με το τρίτο. Υπάρχουν παραγωγοί με διάθεση να κάνουν πολύ πιο ειδικά και καλύτερα ίσως πράγματα, αλλά αυτά χρειάζονται ώρες μέσα σε ένα στούντιο και εμείς αυτή τη στιγμή δεν είναι σίγουρο ότι μπορούμε να βγάλουμε το τρέχον πρόγραμμα. Και για αυτό μερικές φορές ακούτε λίγο παραπάνω από ό,τι θα έπρεπε επανάληψη.
Υπάρχει μία αλυσίδα από πράγματα, και όσο και να θέλει να δουλέψει η παραγωγή, αν ο ηχολήπτης σου δεν είναι δίπλα, άμα δεν έχεις μία δισκοθήκη, δεν γίνεται να τα καταφέρεις. Υπήρχε μια καταπληκτική δισκοθήκη βινυλίου στο Τρίτο, αλλά δεν συνεχίστηκε το ίδιο πράγμα με τα CD, σταμάτησαν οι αγορές το 2009-10, και οι εταιρίες δεν στέλνουν κλασική. Πέρσι έγινε μια προσέγγιση στον Κώστα τον Πηλαβάκη, ο οποίος πραγματικά μόλις του εξηγήσαμε την κατάσταση έστειλε πακέτα, αλλά δεν γίνονται αγορές. Βρήκα μια προσφορά από την Universal για δίσκους που επιλέξαμε και είχαμε ανάγκη να μας έρθουν -900 CD με 2,1 ευρώ το ένα, ούτε άδεια να ήταν. Ε, δεν καταφέραμε να τα βγάλουμε πέρα με τη γραφειοκρατία. Γιατί αυτό είχε timeline.
Είναι και κρατική ραδιοτηλεόραση, μερικά πράγματα λες ότι είναι αδύνατο να μην γίνονται, ήταν κάτι λογικό και τσάμπα, αλλά δεν κόλλησε στο οικονομικό, κόλλησε επειδή έπρεπε η μία επιτροπή να το εγκρίνει, η άλλη επιτροπή δεν ήταν έτοιμη, στην άλλη έφυγε ένας επειδή παραιτήθηκε κι ο τρίτος δεν υπόγραψε. Μετά από δυο μήνες έκλεινε το deadline που τους είχαν πει οι άλλοι από Γερμανία και πάει η προσφορά.
Δεν μπορούμε να αγοράσουμε λάμπες για τους πομπούς γιατί οι αμερικάνικες εταιρίες κατά πάγια τακτική ζητάνε προκαταβολή και το ελληνικό δημόσιο δεν μπορεί να δώσει μισό ευρώ αν δεν έρθει η παραγγελία. Το δημόσιο πληρώνει πάντα μετά, ε, δεν παίρνουμε λάμπες. Ψάχνουμε στην Κίνα. Οι συνθήκες μέσα στις οποίες δουλεύουμε δεν είναι συνθήκες ούτε λογικής ούτε καλώς εννοούμενης διαχείρισης. Δεν είναι ότι ζητάμε σπατάλες ή πράγματα που πιθανώς σε άλλες εποχές να γινόντουσαν, εδώ προσπαθούμε να συνεννοηθούμε με όρους απλής κοινής λογικής και κυρίως ανάπτυξης και πολλές φορές τρως πόρτα από εκεί που δεν το περιμένεις...
σχόλια