Στα χέρια του Ερντογάν φαίνεται ότι βρίσκεται η τύχη των δύο Ελλήνων στρατιωτικών που βρίσκονται στις φυλακές της Αδριανούπολης, καθώς είναι πλέον προφανές ότι δεν πρόκειται για ένα συνηθισμένο περιστατικό ρουτίνας, όπως ισχυρίζονταν κάποιοι όταν συνέβη.
Αντιθέτως, όλες οι ενδείξεις οδηγούν στο συμπέρασμα ότι πρόκειται για άλλο ένα επεισόδιο της πολιτικής ομηριών που ακολουθεί την τελευταία περίοδο ο Τούρκος Πρόεδρος.
Είναι γνωστό ότι η λειτουργία της δημοκρατίας στην Τουρκία είναι ιδιαιτέρως προβληματική. Στην ουσία πρόκειται για ένα αυταρχικό καθεστώς, το οποίο μετά την απόπειρα πραξικοπήματος βρίσκεται σε διαρκή κατάσταση έκτακτης ανάγκης.
Πριν από λίγες μέρες 23 δημοσιογράφοι καταδικάστηκαν σε φυλάκιση για «συμμετοχή σε τρομοκρατική οργάνωση» με βάση αστήρικτες κατηγορίες, κάποιες εκ των οποίων αναφέρονταν σε σχόλιά τους στο Τwitter που δεν άρεσαν στην κυβέρνηση.
Όπως επισήμαινε πρόσφατα και ένα άρθρο στη «Washington Post»: «Οι δίκες αυτές υπογραμμίζουν πόσο μακριά βρίσκεται η Τουρκία από τις δυτικές αρχές της δημοκρατίας, τα ανθρώπινα δικαιώματα και την έννομη τάξη». Από αυτή την Τουρκία και από αυτήν τη Δικαιοσύνη περιμένουμε να απελευθερώσει άμεσα τους δύο Έλληνες στρατιωτικούς.
Η κυβέρνηση έχει αποφασίσει να κρατήσει χαμηλούς τόνους για την ώρα, ώστε να μην ερεθίσει τον Ταγίπ Ερντογάν, και απευθύνεται σε ΗΠΑ, Γερμανία και Γαλλία για να τη βοηθήσουν να λύσει διπλωματικά το ζήτημα.
Το πρόβλημα, ωστόσο, είναι ότι καμία από αυτές τις χώρες δεν έχει τη δυνατότητα να το κάνει. Αυτό ακριβώς είναι κι ένα από τα προβλήματα της δυτικής συμμαχίας εσχάτως, ότι δεν μπορεί να συνεννοηθεί με την Τουρκία, η οποία τραβάει τον δικό της δρόμο.
Τούρκοι δημοσιογράφοι έχουν υποστηρίξει ότι ανέμεναν πως κάποιοι Έλληνες, ακόμα και πολίτες, θα συλλαμβάνονταν για να χρησιμεύσουν στον Ερντογάν ως αντάλλαγμα για να διαπραγματευτεί με τον δικό του τρόπο.
Στη γερμανική κυβέρνηση πήρε έναν χρόνο να απελευθερώσει τον Γερμανό δημοσιογράφο τουρκικής καταγωγής που κρατούσε η Τουρκία φυλακισμένο, χωρίς να του έχει απαγγείλει καν κατηγορίες.
Με το θέμα ασχολήθηκε η ίδια η Μέρκελ επιμόνως το τελευταίο διάστημα και οι Γερμανοί δημοσιογράφοι αναρωτιούνται ακόμα για τα ανταλλάγματα που έδωσε, καθώς κανείς δεν πιστεύει ότι ο Ερντογάν τον άφησε ελεύθερο χωρίς να πάρει κάτι.
Πέρα από αυτό, η Γερμανίδα καγκελάριος, εκπλήσσοντας δυσάρεστα την κυβέρνηση, επέλεξε να κρατήσει ίσες αποστάσεις μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας και χαιρέτισε τον «διάλογο» μεταξύ Τσίπρα και Ερντογάν, αποφεύγοντας να καταδικάσει τις προκλήσεις της Τουρκίας εναντίον της Ελλάδας και της Κύπρου.
Και σαν να μην έφτανε αυτό, εγκωμίασε κιόλας την Τουρκία για το προσφυγικό, στο οποίο, όπως είπε, «συνεισέφερε καταπληκτικά», παραβλέποντας ότι πρόκειται για μία χώρα που εμπλέκεται στον πόλεμο της Συρίας και είναι από τις δυνάμεις εκείνες που ευθύνονται για την πρόκληση του προσφυγικού προβλήματος.
Επιπλέον, στην πρόσφατη συνέντευξή της η κ. Μέρκελ αναφέρθηκε και «στον μεγάλο ρόλο που διαδραματίζει η Τουρκία στα Βαλκάνια». Οι τοποθετήσεις αυτές δεν αφήνουν κανένα περιθώριο στην ελληνική κυβέρνηση να τρέφει ιδιαίτερες ελπίδες για ουσιαστική βοήθεια από τη Γερμανία.
Ίσως γι' αυτό το μεγαλύτερο βάρος ο Αλέξης Τσίπρας το έχει ρίξει στις ΗΠΑ και από κει περιμένει ουσιαστικά να δοθεί η λύση, ώστε να απελευθερωθούν οι Έλληνες στρατιωτικοί. Πλην όμως, η Τουρκία του Ερντογάν κρατάει ομήρους και Αμερικανούς πολίτες εδώ και πολύ καιρό και οι ΗΠΑ δεν έχουν καταφέρει να ελευθερώσουν ούτε τους δικούς τους.
Ένας από τους Αμερικανούς που βρίσκονται στις φυλακές της Τουρκίας είναι ο πάστορας Andrew Brunson που για είκοσι χρόνια λειτουργούσε σε μια ευαγγελική εκκλησία στη Σμύρνη.
Συνελήφθη πριν από δύο χρόνια με την κατηγορία ότι συμμετείχε στην απόπειρα πραξικοπήματος του Ιουλίου του 2016 και ότι είναι πράκτορας της CIA.
Ο Ταγίπ Ερντογάν θεωρεί τον Brunson τον πιο σημαντικό όμηρο από όλους τους ξένους υπηκόους που έχει φυλακίσει στη χώρα του τα τελευταία δύο χρόνια και ελπίζει να πείσει τον Πρόεδρο των ΗΠΑ να τον ανταλλάξει με τον Φετουλάχ Γκιουλέν που ζει στην Πενσιλβάνια και τον θεωρεί τον βασικό υπεύθυνο για την απόπειρα πραξικοπήματος. Πριν από καιρό, μάλιστα, ο Τούρκος Πρόεδρος είχε πει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να ανταλλάξουν «έναν πάστορα με έναν πάστορα».
Ο Ντόναλντ Τραμπ του έχει ζητήσει ευθέως την απελευθέρωση του Andrew Brunson, αλλά ο Ερντογάν όχι μόνο τον αγνοεί όσο δεν παίρνει το αντάλλαγμα που θέλει αλλά κλιμακώνει και τις προκλήσεις, με τον υπουργό Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου να δηλώνει αυτές τις μέρες ότι οι σχέσεις τους με τις ΗΠΑ βρίσκονται κοντά σε σημείο κατάρρευσης, διότι δεν τηρούν τις δεσμεύσεις τους και λένε πάντα ψέματα.
Είναι, λοιπόν, να αναρωτιέται κανείς πόσο μπορούν οι ΗΠΑ να βοηθήσουν στ' αλήθεια στην απελευθέρωση των Ελλήνων στρατιωτικών.
Και μπορεί οι Τούρκοι να διαψεύδουν ότι θέλουν να τους ανταλλάξουν με τους 8 Τούρκους στρατιωτικούς που ζήτησαν άσυλο στη χώρα μας (καθώς γνωρίζουν ότι κάτι τέτοιο είναι ασύμβατο και με το δίκαιο και με τις αρχές της Ευρώπης), αλλά πολύ λίγοι πιστεύουν ότι το εννοούν.
Τούρκοι δημοσιογράφοι έχουν υποστηρίξει ότι ανέμεναν πως κάποιοι Έλληνες, ακόμα και πολίτες, θα συλλαμβάνονταν για να χρησιμεύσουν στον Ερντογάν ως αντάλλαγμα για να διαπραγματευτεί με τον δικό του τρόπο.
Το ερώτημα εδώ είναι, αφού υπήρχαν αυτές οι προβλέψεις κι αφού όλοι έβλεπαν ότι ο Ερντογάν ακολουθεί «πολιτική ομηριών», γιατί δεν λήφθηκαν τα αυτονόητα μέτρα, ώστε να αποφευχθεί η σύλληψη των δύο στρατιωτικών;
Τώρα, κατόπιν εορτής, αποφασίστηκε από το υπουργείο Εθνικής Άμυνας να υπερδιπλασιαστούν οι δυνάμεις των περιπολιών των Ελλήνων στρατιωτών και από δύο στρατιώτες στις περιπολίες, αυτές στο εξής θα γίνονται από επτά.
Οι μονάδες έχουν λάβει και οδηγίες για την περίπτωση που επιχειρηθεί ξανά κάποιο παρόμοιο περιστατικό, καθώς μέχρι πρότινος δεν υπήρχαν οδηγίες για κάτι τέτοιο. Βέβαια, τώρα το καθεστώς Ερντογάν τη δουλειά του την έκανε και οι δύο «όμηροι» του είναι αρκετοί.
Όλη αυτή η εκ των υστέρων κινητοποίηση απλώς επισημαίνει τις μοιραίες παραλείψεις και την αδικαιολόγητη αδράνεια που υπήρχε μέχρι πρότινος.
Η κράτηση των δύο Ελλήνων στρατιωτικών στις φυλακές της Τουρκίας βρέθηκε στο επίκεντρο της συζήτησης και του Αμερικανού πρέσβη στην Αθήνα Τζέφρι Πάιατ με τον αρχηγό ΓΕΕΘΑ, ναύαρχο Ευάγγελο Αποστολάκη, σε μια συνάντηση που θεωρήθηκε ιδιαίτερης σημασίας, καθώς δεν είναι σύνηθες να συναντάται ένας πρέσβης με τον αρχηγό ΓΕΕΘΑ.
Στη συνάντηση, που κράτησε δύο ώρες, συζητήθηκαν και οι γενικότερες εξελίξεις, όπως η κινητικότητα στο Αιγαίο και η ΑΟΖ της Κύπρου, ενώ δεν έγινε γνωστό αν συζητήθηκε και το θέμα της αμερικανικής βάσης στην περιοχή, που απασχολεί την κυβέρνηση και τις ΗΠΑ το τελευταίο διάστημα.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO
σχόλια