Στη χώρα αυτή ορισμένες ιδέες δεν περπάτησαν ποτέ. Για παράδειγμα, η ιδέα της προστασίας του περιβάλλοντος και η οικολογία. Πάντα έμπαιναν άλλες προτεραιότητες, τα σχετικά θέματα απασχολούσαν λίγες εκατοντάδες, άντε λίγες χιλιάδες ανθρώπους, ενώ οι κυρίαρχες ανάγκες μετά το 1974 ήταν στους αντίποδες: ο κόσμος πάσχιζε να χτίσει, να μειώσει την αγριάδα και τα χώματα, να μεγεθύνει την πίτα της κατανάλωσης.
Η μέριμνα για τον χώρο, για την κατοίκηση και τα δάση, όλα αυτά αφορούσαν είτε κάποιους μεμονωμένους ευαίσθητους είτε μικρές ομάδες χωρίς πολιτική δύναμη. Οι άνθρωποι καίγονταν για την ελάφρυνση της καθημερινότητας και την πρακτική διευκόλυνσή τους μετά από χρόνια στερήσεων και σωματικών βασάνων. Εύλογα, οι προδιαγραφές των προϊόντων και των υπηρεσιών ήταν σε δεύτερο πλάνο.
Η περιβαλλοντική υποβάθμιση έχει γίνει μια κανονικότητα που δεν προκαλεί και δεν κινητοποιεί διανοητικά και πολιτικά εργαλεία. Ένας μελαγχολικός ορίζοντας που φαντάζει αξεπέραστος.
Στη συνέχεια, η οικολογία συνδέθηκε κυρίως με έναν κόσμο με αριστερή ή ακροαριστερή προέλευση. Έγινε καταφύγιο ή ενδιάμεσος σταθμός κάποιων που αποχωρούσαν από σκληρές εκδοχές πολιτικής σύγκρουσης, αναζητώντας κάτι πιο δημιουργικό. Άλλοι στράφηκαν στις ΜΚΟ και στα ευρωπαϊκά προγράμματα, άλλοι προσπάθησαν να κάνουν πολιτική μέσα από την οικολογία. Τα τελευταία χρόνια, ένας μέρος τους στράφηκε προς τον «ριζοσπαστικό ΣΥΡΙΖΑ» και, τυπικά, αποτελούν τον τρίτο εταίρο στη συγκυβέρνηση με τους ΑΝ.ΕΛ.
Επιστρέφω, όμως, στο θέμα μου για το πώς καίγονται σοβαρές ιδέες μέσα από τις περιπέτειες της κομματικής πολιτικής και τα αρνητικά στερεότυπα που γεννάει ο χρόνος. Αυτήν τη στιγμή, στη Γαλλία, ο Μακρόν αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα μετά την παραίτηση του υπουργού Περιβάλλοντος και φυσιογνωμίας του γαλλικού οικολογικού χώρου Νικολά Ιλό. Το παράπονο του Ιλό είναι ότι, παρά τον σχετικό θόρυβο που έκανε η υπουργοποίησή του, η πολιτική ατζέντα βρίσκεται μακριά από τις επείγουσες προτεραιότητες της περιβαλλοντικής πολιτικής. Ο Ιλό είναι δημοφιλής περσόνα, αλλά δεν είναι καθόλου βέβαιο πως συμβαίνει το ίδιο και με την πολιτική του.
Η οικονομική ανασφάλεια και η αποδιοργάνωση των μεσαίων τάξεων, η υλική και ψυχολογική ένδεια, ξανακάνουν δυστυχώς την οικολογία ένα «ζήτημα πολυτελείας» ή «χαμηλής πολιτικής». Ενώ η κλιματική αλλαγή και η ενεργειακή κόπωση των κοινωνιών ζητούν ισχυρές απαντήσεις, οι παραδοσιακές πολιτικές ελίτ ψελλίζουν κοινοτοπίες ή χρησιμοποιούν τα οικολογικά ως φτηνό εργαλείο μετάθεσης ευθυνών. Το είδαμε και εδώ σε σχέση με την πυρκαγιά στο Μάτι και το πώς μια ορισμένη οικολογική ρητορική (κατά της αυθαίρετης δόμησης ή της κλιματικής αλλαγής) επιστρατεύτηκε ως άλλοθι και δικαιολογία γραφειοκρατών.
Το θέμα είναι όμως ότι ο κόσμος μας χρειάζεται αυτές τις ιδέες και κυρίως τις αντίστοιχες πράξεις. Η Ελλάδα είναι χώρα των μικρών και μεγάλων καταστροφών. Ολόκληρες περιοχές της δεν έχουν λύσει βασικά προβλήματα υποδομών και ενέργειας. Έχει αναπτυχθεί μια ολόκληρη τέχνη απόκρυψης των σκουπιδιών και πρόχειρης ταφής των τοξικών. Τόποι συρρικνώνονται στα επισκέψιμα τοπία τους και από πίσω κυριαρχούν σκελετοί μισοτελειωμένων οικοδομών με επιγραφές κλειθροποιών και διαφημιστικές αφίσες του Αντώνη Ρέμου. Τα πάρκα των πόλεων ρημάζουν ή έχουν αποικιστεί από ντίλερ και φτηνή πορνεία.
Παρ' όλα αυτά, είναι μεγάλος ο πειρασμός να τα δούμε όλα αυτά ως ήσσονος σημασίας θέματα. Με ποιες δυνάμεις και ποια διάθεση να χειριστεί κανείς θέματα «ποιότητας ζωής», όταν μειώνονται τα εισοδήματα, οι ευκαιρίες και το συνολικό κεφάλαιο κοινωνικής εμπιστοσύνης;
Έχει κάνει μεγάλη ζημιά ο ευτελισμός μιας ορισμένης πολιτικής οικολογίας που έγινε άλλος ένας πολιτικός παραγοντισμός. Από την άλλη, είναι και η εκνευριστική μετατροπή της περιβαλλοντικής μέριμνας σε σποραδικό εθελοντισμό και γκάτζετ ευαισθησίας διαφόρων σταρ και κοσμικών.
Όσο για το κοινωνικό και πολιτικό κλίμα στην Ευρώπη και στην Αμερική του Τραμπ, αυτό είναι ανοιχτά εχθρικό ή αδιάφορο για οτιδήποτε θεωρείται τροχοπέδη στη βιομηχανική ανάπτυξη και στην αύξηση της παραγωγής. Οι εργάτες και οι μεσαίες τάξεις στρέφονται σε όποιον υπόσχεται προστασία από τον άγριο ανταγωνισμό και την αποβιομηχάνιση. Οι νέοι εθνικισμοί και λαϊκισμοί είναι παλαιο-βιομηχανικοί, νοσταλγούν τα κλασικά μοντέλα κρατικής ισχύος και μοιάζουν έτοιμοι να αμφισβητήσουν και την κλιματική αλλαγή ως άλλον έναν «αριστερο-φιλελεύθερο μύθο».
Και σε αυτό το πεδίο, λοιπόν, μαζί με τα ξερά καίγονται και τα χλωρά για να ανθήσουν στη θέση τους πολυποίκιλοι αριστεροί και δεξιοί αναχρονισμοί. Εδώ είναι, άλλωστε, το μεγάλο πρόβλημα της περιόδου που διανύουμε: η περιβαλλοντική υποβάθμιση έχει γίνει με τη σειρά της μια κανονικότητα που δεν προκαλεί και δεν κινητοποιεί διανοητικά και πολιτικά εργαλεία. Ένας μελαγχολικός ορίζοντας που φαντάζει αξεπέραστος. Η οικονομική μιζέρια έχει συμφιλιώσει τους πολίτες με τις ελάχιστες προσδοκίες και από την άλλη η προπαγανδιστική και αφελής αντίληψη για την οικολογία την έχει κλείσει σε ένα γκέτο.
Αν δεν αναστραφεί η τάση, η έρημος των ιδεών που συνοδεύει αυτήν τη συγκυρία θα συνεχίσει να επεκτείνεται και να μας κάνει φτωχότερους.
σχόλια