Ο φιλελληνισμός είναι ένα ιδιαίτερο και σύνθετο ιδεολογικό ρεύμα της δεύτερης και ιδιαίτερα της τρίτης δεκαετίας του 19ου αιώνα. Επί της ουσίας, μέσα από τον φιλελληνισμό εκφράστηκε ένα ευρύτερο κίνημα ριζοσπαστισμού που είχε επίδραση σε πολλά επίπεδα στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι.
Οι φιλέλληνες δεν προέρχονταν μόνο από τη Βρετανία (κυρίως από Σκωτία και Ιρλανδία) αλλά και από τη Γαλλία, την Ελβετία, τη Δανία, την Ιταλία, την Πολωνία, από πολλά γερμανικά κρατίδια αλλά και από τις ΗΠΑ. Και μόνο η προέλευσή τους αποδείκνυε πως ο φιλελληνισμός αποτελούσε μέρος ενός ριζoσπαστικού και ιδεολογικού κινήματος που συνέχιζε κατά κάποιον τρόπο την προσπάθεια ανατροπής του ευρωπαϊκού status quo που είχαν επιχειρήσει να φέρουν οι ναπολεόντειοι πόλεμοι και η οποία καταπνίγηκε τελικά στο πεδίο της μάχης στρατιωτικά αλλά και στο συνέδριο της Βιέννης πολιτικά.
Ο φιλελληνισμός αυτός, έχοντας τις πνευματικές καταβολές του στον ουμανισμό της Αναγέννησης και ειδικότερα στον κλασικισμό, τον νεο-ουμανισμό του 18ου αιώνα, εμφανίζει μια τονισμένη στροφή του ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος προς τα νεοελληνικά πράγματα, χωρίς να υπάρχουν πάντα τα ίδια σε θεωρητικό επίπεδο κίνητρα. Αρχαιολατρία, φιλάρχαιος ενθουσιασμός, ελληνολατρία, όροι με διαφορετική πρόσληψη συμπεριελήφθησαν κάτω από τον γενικό τίτλο του φιλελληνισμού.
Οι φιλελληνικές επιτροπές και τα φιλελληνικά κομιτάτα οργανώθηκαν στη βάση ανθρωπιστικών κινήτρων για να μην έρθουν σε αντιπαράθεση με τις επίσημες πολιτικές των χωρών τους. Η περίθαλψη των Ελλήνων προσφύγων και η αποστολή φαρμάκων και τροφίμων στους αγωνιζομένους Έλληνες αποτελούν τις πρώτες τους ενέργειες.
Ο όρος «φιλελληνισμός» συναντάται για πρώτη φορά στον Ιώσηπο Μοισιόδακα, στο έργο του "Θεωρία της Γεωγραφίας", Βιέννη 1781, όπου διακηρύσσει την ανάγκη της μελέτης της νέας γεωγραφίας. Στην εξέλιξη όμως του χρόνου ο φιλελληνισμός ταυτίζεται με τον ελληνικό αγώνα πρωτίστως ως πολιτισμικό γεγονός ενάντια στον βάρβαρο κατακτητή. Επιπλέον, έρχεται να προστεθεί το θρησκευτικό καθήκον, δηλαδή ο αγώνας ενός χριστιανικού έθνους εις βάρος της ημισελήνου, που αναβιώνει μια νέου τύπου σταυροφορία, αλλά και η πρώτη ίσως μεγάλη ανθρωπιστική παρέμβαση για τα δεδομένα της εποχής υπέρ του ελληνικού σκοπού. Τέλος, η εξιδανικευμένη πράξη ελευθερίας θα κινητοποιήσει και τα φιλελεύθερα πνεύματα της εποχής, ανάμεσά τους τέκτονες και καρμπονάρους, που θα ενισχύσουν στρατιωτικά, συνωμοτικά αλλά και ιδεολογικά τον Ελληνικό Αγώνα αλλά και την εξέλιξή του ως τη συγκρότηση κράτους.
Οι φιλελληνικές επιτροπές
Οι φιλελληνικές επιτροπές και τα φιλελληνικά κομιτάτα οργανώθηκαν στη βάση ανθρωπιστικών κινήτρων για να μην έρθουν σε αντιπαράθεση με τις επίσημες πολιτικές των χωρών τους. Η περίθαλψη των Ελλήνων προσφύγων και η αποστολή φαρμάκων και τροφίμων στους αγωνιζομένους Έλληνες αποτελούν τις πρώτες τους ενέργειες. Αργότερα ξεκινούν να στέλνουν πολεμοφόδια και να διευκολύνουν εθελοντές να φτάσουν στο μέτωπο του Αγώνα. Δραστήριες φιλελληνικές επιτροπές οργανώθηκαν στη Β. Αμερική και ήδη από το 1821 στη γερμανόφωνη Ελβετία και Γερμανία, ενώ από το 1825-26 τον συντονισμό όλων των κομιτάτων κάτω από τις μεγάλες προσπάθειες του Ι. Εϋνάρδου αναλαμβάνει η Επιτροπή του Παρισιού. Ξεχωριστή θέση στην ιστορία των φιλελληνικών κομιτάτων διατηρεί η Ελληνική Επιτροπή Λονδίνου, που ιδρύθηκε το 1823.
Η Ελληνική Επιτροπή του Λονδίνου
Από τα τέλη του 18ου αιώνα, μια σειρά από εξωτερικές περιστάσεις αλλά και εσωτερικούς παράγοντες προανάγγειλαν πολιτικές αλλαγές και αντιπαραθέσεις πέρα από τις παραδοσιακές πολιτικές αντιπαλότητες της εποχής, δηλαδή τον τορισμό και τον ουιγισμό στο εσωτερικό της Μ. Βρετανίας. Ανάμεσα σε αυτούς τους χώρους, οι ριζοσπαστικές εξαγγελίες των κομιτάτων και των μυστικών εταιρειών προκαλούσαν έξαρση αντιμοναρχικών και αντιαριστοκρατικών ιδεών και πρακτικών. Στο διάστημα από το 1790 έως το 1815, στην 25ετία των πολέμων που συντάραξαν την Ευρώπη, αναπτύσσεται ένα πνεύμα εκσυγχρονισμού που έρχεται κυρίως μέσα από τον ουνιταριανισμό (θρησκευτικό δόγμα που πρεσβεύει την ελευθερία χρήσεως της λογικής στη θρησκεία και διακηρύσσει ότι ο Θεός έχει μόνον μία υπόσταση, απορρίπτοντας τη θεϊκή φύση του Χριστού και το δόγμα της Αγίας Τριάδος). Αυτό το εκσυγχρονιστικό ρεύμα έχει να κάνει με θέματα που απασχολούν και την υπόλοιπη Ευρώπη αλλά αποτελούν και αποκλειστικά ενδοαγγλικά ζητήματα: τους πολέμους, τη δουλεία και το δουλεμπόριο, την πολιτειακή μεταρρύθμιση, την αρχή του ελεύθερου εμπορίου και την πολιτική κατοχύρωση των μη Αγγλικανών.
Ο συνδυασμός αυτών των διακυβευμάτων μ' ένα πλέγμα πολιτικών κινήτρων δημιούργησε έναν ευρύ, ετερογενή αλλά και αντινομιμόφρωνα λόγο που καλούνταν να υπηρετήσει έναν δρόμο προόδου και εξέλιξης. Η ιδιότυπη αυτή συνάντηση πολιτειακού ριζοσπαστισμού και προτεσταντισμού εκτός αγγλικανική εκκλησίας οδήγησε σ' ένα ισχυρό ιδεολογικό ρεύμα που έμελλε να βοηθήσει και τον ελληνικό σκοπό αποφασιστικά.
Ριζοσπάστες και Ουνιταριστές και ειδικά Ντισέντερς (αντιφρονούντες προτεστάντες - Άγγλοι σχισματικοί από την Αγγλικανική Εκκλησία με μεγάλη παρουσία τον 17ο και 18ο αιώνα, που έπαιξαν και ρόλο στην πνευματική ανατροφοδότηση των ΗΠΑ) συγχωνεύονται σ' ένα σώμα φιλελεύθερης γνώμης τελείως διαφορετικό από τον φιλελευθερισμό όπως τον αντιλαμβανόμαστε από τα τέλη του 19ου αιώνα. Αυτός ο βρετανικός φιλελευθερισμός των αρχών του 19ου αιώνα λοιπόν έχει μια εσωστρέφεια και στρέφεται κατά των 39 άρθρων (Thirty nine articles), ιδρυτικών κειμένων της Αγγλικανικής Εκκλησίας (1563), και του Test και Corporation Acts (νόμοι που από το 1673 περιόριζαν τη δράση των καθολικών και των αντιφρονούντων προτεσταντών) που ήρθησαν τελικά το 1828 επίσημα από τους Τόρις. Όλη αυτή η ιδεολογική ζύμωση έχει και βαθιά αντικυβερνητικά χαρακτηριστικά, αφού χαρακτηριζόταν ως «Old corruption», corruption, system ή απλά thing. H κυβέρνηση, σύμφωνα με τους ριζοσπάστες, ήταν βουτηγμένη στη διαφθορά και στη διαπλοκή.
Ο διεθνής συσχετισμός
Σε αυτό το κλίμα εσωτερικής και ιδεολογικής ζύμωσης, που ακολουθεί έναν ιδιαίτερο βρετανικό δρόμο ο οποίος συνομιλεί με τα ευρωπαϊκά δεδομένα αλλά διατηρεί και τη δική του ιδιοτυπία, η Αγγλία μετά και την καθοριστική της συμβολή στην ήττα του Ναπολέοντα και στην επίτευξη της νέας εποχής της Ευρώπης, φέρνει την ειρήνευση σε πρώτο πλάνο (1648-1815). Η Αγγλία επεδίωκε τη διαμόρφωση μιας νέας ισορροπίας διεθνών σχέσεων και έδειχνε το ενδιαφέρον της για την εξασφάλιση καλών συνθηκών για το εμπόριο κυρίως στη θάλασσα. Ο Ρόμπερτ Στιούαρτ, υποκόμης Κάσλρεϊ, είναι από τις πλέον σημαντικές προσωπικότητες της ευρωπαϊκής πολιτικής σκηνής. Συμμετέχει σε αυτά τα συνέδρια και εισηγείται τον κόσμο των Αυτοκρατοριών που είναι απέναντι στην Ελληνική Επανάσταση.
Από τις 11 Ιανουαρίου έως τις 25 Φεβρουαρίου 1821 έλαβε χώρα στο Λάιμπαχ (σημερινή Λουμπλιάνα) το 3ο από τα 4 συνέδρια, που ακολούθησε εκείνο της Βιέννης της Αιξ Σαπέλ και του Τρουπάου της Ιερής Συμμαχίας. Εκεί οι Αυτοκρατορίες συνήλθαν για να καταπνίξουν τις επαναστάσεις που είχαν ξεσπάσει στην Ισπανία και το Πιεμόντε της βόρειας Ιταλίας. Εκεί ο Τσάρος Αλέξανδρος μαθαίνει ότι ένας στρατηγός του κήρυξε μια επανάσταση. Είναι ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, κάτι που τον κάνει να διαμορφώσει μια πιο αμυντική πολιτική κατά των επαναστάσεων. Αυτό οδήγησε σε μια σειρά κινήσεων (εκδίωξη Καποδίστρια και καταδίκη Φιλικής Εταιρείας). Το συνέδριο του Λάιμπαχ όμως έφερε και την επίσημη διαφοροποίηση και την αυτοτελή πια παρουσία της Βρετανίας στο διεθνές παίγνιο. Η Αγγλία διαφοροποιείται από την πολιτική των επεμβάσεων σε τρίτες χώρες, αφού έχει την ανάγκη να διαφοροποιηθεί από την «πολυεθνική» Αυστροουγγαρία του Μέτερνιχ, που επιδιώκει την παραμονή του κόσμου των Αυτοκρατοριών, και της Ρωσίας, που διεκδικεί να διατηρήσει την Πολωνία στη κατοχή της. Επίσης η Αγγλία κάνει άνοιγμα και σε μια σειρά απελευθερωτικών κινημάτων στη Λατινική Αμερική που οδηγούν στην ανεξαρτησία της Κολομβίας, της Χιλής, του Περού, της Βολιβίας, του Μεξικού, χώρες με τις οποίες αναπτύσσει εμπορικές σχέσεις.
Παρ' όλη την αποδοκιμασία της ελληνικής επανάστασης, ο ρωσο-τουρκικός πόλεμος δεν είχε απομακρυνθεί, και με αφορμή την ισπανική και την ελληνική επανάσταση προκλήθηκε η διεξαγωγή ενός ακόμα συνεδρίου, αυτού της Βερόνα, που θα είναι το τελευταίο της σειράς του κόσμου των Αυτοκρατοριών. Ο τσάρος Αλέξανδρος έχει τη διάθεση να παρέμβει σε ολόκληρη τη νοτιοδυτική Ευρώπη. Η Αγγλία στέκεται απέναντί του, αλλά έχει συμβεί και μια κομβική αλλαγή στο εσωτερικό της, αποδεικνύοντας ότι και τα πρόσωπα παίζουν τον ρόλο τους στην ιστορία. Τον Αύγουστο του 1822 ο επί σχεδόν μια δεκαετία υπουργός Εξωτερικών Ρόμπερτ Στιούαρτ Κάσλρεϊ (Τόρης) και απόλυτος κυρίαρχος στην εξωτερική πολιτική της Μ. Βρετανίας αυτοκτονεί. Τον διαδέχεται το μέλος του ίδιου κόμματος Τζορτζ Κάνιγκ, προσωπικός φίλος του Καποδίστρια ήδη από τη Βιέννη, ο οποίος φιλελευθεροποιεί την αγγλική εξωτερική πολιτική ως ΥΠΕΞ. Η βασική αλλαγή που φέρνει ο Κάνιγκ είναι ότι αμφισβητεί το δόγμα της ακεραιότητας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Τους τελευταίους μήνες του 1822 αρχίζει πια σταθερά μια ευθεία μεταστροφή της Βρετανίας εις βάρος της οθωμανικής Αυτοκρατορίας σε όλα τα επίπεδα: παρέμβαση στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, που θεωρήθηκε παρέμβαση στα εσωτερικά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αλλά και η παρέμβαση της Αγγλίας στη θάλασσα εις βάρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Η Βερόνα σηματοδοτεί και μια μεγάλη μεταστροφή στο εσωτερικό της βρετανικής κοινής γνώμης. Αυτή η μεταστροφή εδράζεται σε τρεις αιτίες:
— Η γέννηση του ευρωπαϊκού πολιτισμού οφειλόταν στους προγόνους των Νεοελλήνων και όλες οι ευρωπαϊκές χώρες είχαν χρέος να υποστηρίξουν τους Έλληνες ως αναγνώριση του τεράστιου χρέους,
— οι Έλληνες ήταν ένας χριστιανικός λαός που μαχόταν σκληρά εναντίον των απίστων Τούρκων. Η μη υποστήριξη των Ελλήνων κάτω από αυτές τις συνθήκες σήμαινε ότι τους εγκατέλειπαν στην αγριότητα και στο φονικό και κατά συνέπεια αγνοούσαν το χριστιανικό καθήκον,
— η υποστήριξη προς την Ελλάδα σήμαινε εμπορικές ευκαιρίες σε όλη τη Μεσόγειο.
Οι Τόρις παρέμεναν σταθερά απέναντι στα επαναστατικά κινήματα και ο Κάνιγκ πίστευε ότι με την τακτική της φαινομενικής ουδετερότητας θα βοηθούσε την ελληνική υπόθεση, και έτσι τελικά, από τη σύζευξη προτεσταντών/ριζοσπαστών και Ουίγων που περιγράψαμε πιο πριν, το 1823 φτάνουμε στην Ελληνική Επιτροπή του Λονδίνου (Greek Committee), η οποία εκτός απ' τον ρόλο της στα δάνεια του Αγώνα έπαιξε σημαντικό ρόλο στοχεύοντας κυρίως στο κομμάτι του εθνικού αυτοπροσδιορισμού των Ελλήνων και όχι τόσο της εθνικής αυτοδιάθεσης.
Πολλά από τα μέλη της Greek Committee του Λονδίνου υπήρξαν πρόσωπα η δράση των οποίων συνδέθηκε με μεταρρυθμιστικά σχέδια που σφράγισαν τη βρετανική πολιτική ζωή στο ξεκίνημα του 19ου αιώνα. Οι δρόμοι των ριζοσπαστών και του κόμματος των Ουίγων δεν ήταν γραμμικοί ούτε συνέκλιναν προς το θέμα του ελληνικού ζητήματος. Ριζοσπάστες, Ντισέντερς, φιλελεύθεροι Ουίγοι συναντήθηκαν στην Greek Committee μέσα από ένα κοινό παρονομαστή που ήταν η μεταρρύθμιση στη Βρετανία. Η θρησκευτική μεταρρύθμιση μετεξελίχθηκε σε πολιτική, θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς. Πολλοί από αυτούς έβλεπαν στις επαναστάσεις σε Ελλάδα, Ιβηρική και Νότια Αμερική την ενσάρκωση των δικών τους σχεδίων μέσα από την εκπαίδευση και την πολιτική εξέλιξη. Έτσι προχωρούν σε μια σειρά ενεργειών όπως, π.χ., η αποστολή τυπογραφείων στην Ελλάδα που θα οργανώσει η Επιτροπή για την εγκαθίδρυση ελεύθερου Τύπου, η προώθηση φιλελεύθερων και εκκοσμικευμένων αρχών στην υπό σύσταση πολιτεία αλλά και η αποστολή φυσικών προσώπων, όπως οι πρωταγωνιστές του παρόντος βιβλίου, που συνέδραμαν αλλά και κατέγραψαν τον Ελληνικό Αγώνα. Η προβολή των πεποιθήσεών τους στην Ελλάδα αντλούσε από το όραμά τους της μεταρρυθμιστικής προοπτικής.
Ενδεικτική βιβλιογραφία:
Δρούλια Λουκία, «Ο Φιλελληνισμός» στο Β. Παναγιωτόπουλος, Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, τόμος Γ, Αθήνα, 2003
Κουμαριανού Αικατερίνη, «Βρετανοί ταξιδιώτες στην Ελλάδα 1750-1820» στο Αικ. Κουμαριανού, Άνθρωποι και Ιδέες. Κείμενα για τον Ελληνικό κόσμο 18ος και 20ος αιώνας, Αθήνα, 2013
Τζουρμανά Γιάννα, Βρετανοί Ριζοσπάστες Μεταρρυθμιστές. Φιλικές εταιρείες και κομιτάτα στο Λονδίνο ( 1790-1823), Αθήνα, 2015
Israel Jonathan, The Enlightenment that failed: Ideas, Revolution and Democratic Defeat 1748-1830, Oxford, 2020
Rosen Frederick, Greek Nationalism and British liberalism, Athens, 1997