Καθηγητής Αρχαιολογίας και κάτοχος της Διακεκριμένης Εδρας Ελληνικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Μιζούρι, ο Μιχάλης Κοσμόπουλος είναι ένας από τους ανθρώπους που δεν σταματούν ποτέ να εμπνέουν και να μεταλαμπαδεύουν κάθε μικρή ή μεγάλη γνώση για τον ελληνικό πολιτισμό. Με σπουδές στην αρχαιολογία, την ιστορία, και τη φιλολογία στα Πανεπιστήμια Αθηνών, Σορβόννης-Paris IV και Washington University in St. Louis με την υποστήριξη -μέσω υποτροφίας- του Ιδρύματος Ωνάση, σε ηλικία 25 ετών, ο Μιχάλης Κοσμόπουλος διορίσθηκε Επίκουρος Καθηγητής Κλασικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Manitoba του Καναδά.
Το 1997 εξελέγη ομόφωνα Τακτικός Καθηγητής του ιδίου Πανεπιστημίου. Το 2001 δέχθηκε την πρόσκληση του Πανεπιστημίου Missouri στο St. Louis των Η.Π.Α. να αναλάβει τη θέση του Τακτικού Καθηγητή Ελληνικής Αρχαιολογίας και κατόχου της Διακεκριμένης Έδρας Ελληνικών Σπουδών, την οποία κατέχει μέχρι σήμερα.
«Στο πανεπιστήμιο της Manitoba στον Καναδά και στο πανεπιστήμιο του Μιζούρι στις ΗΠΑ, ίδρυσα τα δύο κέντρα ελληνικού πολιτισμού, τα οποία είναι και για τους φοιτητές, αλλά και για τις ευρύτερες τοπικές κοινότητες. Αυτή τη στιγμή στο Μιζούρι έχουμε μια πολύ μεγάλη αύξηση φοιτητών –πάνω από 300 και όσο περνάει ο καιρός, ο αριθμός ανεβαίνει»
Ως πανεπιστημιακός δάσκαλος έχει διδάξει και συνεχίζει να διδάσκει την ελληνική αρχαιολογία και τον ελληνικό πολιτισμό σε χιλιάδες φοιτητές, τόσο στις αίθουσες διδασκαλίας όσο και στις ανασκαφές. Για το διδακτικό του έργο έχει τιμηθεί επανειλημμένα και το 2004 του απονεμήθηκε το διεθνούς κύρους «Βραβείο Αριστείας στη Διδασκαλία της Αρχαιολογίας» του Αρχαιολογικού Ινστιτούτου της Αμερικής.
—Ποια θεωρείτε την πιο σημαντική ανασκαφή σας;
Η ανασκαφή στην Ίκλαινα Μεσσηνίας, στην οποία ανασκάπτουμε ένα καινούργιο Μυκηναϊκό Ανάκτορο, κατά τα φαινόμενα εφάμιλλο του λεγομένου «Ανάκτορο του Νέστορος». Από τα πιο σημαντικά ευρήματα στην Ίκλαινα είναι η πρωιμότερη πινακίδα Γραμμικής Β γραφής στην ηπειρωτική Ελλάδα, που έχει οδηγήσει σε αναθεώρηση της υπάρχουσας εικόνας για τις καταβολές της γραφής αυτής και της γένεσης και εξέλιξης του θεσμού του κράτους και της γραφειοκρατίας στην αρχαία Ελλάδα.
Οι ανασκαφές συνεχίζονται και χρηματοδοτούνται από την Έδρα μου στο Πανεπιστήμιο του Μιζούρι, την National Geographic Society, και το Υπουργείο Πολιτισμού των Ηνωμένων Πολιτειών.
—Στις ΗΠΑ και στον Καναδά έχετε δημιουργήσει ένα πολύ σημαντικό πολιτιστικό έργο, ιδρύσατε από το μηδέν τα ελληνικά κέντρα πολιτισμού..
Ναι, και στα δύο αυτά μέρη υπάρχουν δυναμικές ελληνικές κοινότητες, αλλά όχι κάποιος πολιτιστικός κόμβος. Και στο πανεπιστήμιο της Manitoba στον Καναδά και στο πανεπιστήμιο του Μιζούρι στις ΗΠΑ ίδρυσα αυτά τα δύο κέντρα ελληνικού πολιτισμού με σκοπό να χρησιμεύσουν ως κόμβοι πολιτισμού και εκπαίδευσης και για τους φοιτητές, αλλά για τις ευρύτερες τοπικές κοινότητες. Αυτή τη στιγμή στο Μιζούρι έχουμε μια πολύ μεγάλη αύξηση φοιτητών –πάνω από 300- και όσο περνάει ο καιρός, ο αριθμός ανεβαίνει. Κάθε χρόνο φέρνουμε στην Ελλάδα από 30 έως 50 φοιτητές για να συμμετέχουν στις ανασκαφές. Τα δύο ζητούμενα είναι να βοηθήσουμε τον ελληνισμό της διασποράς να διατηρήσει την ταυτότητά του, αλλά και να καλλιεργήσουμε το φιλελληνισμό στις ξένες κοινωνίες.
—Ποιο κομμάτι της ελληνικής ιστορίας ενδιαφέρει περισσότερο τους Αμερικανούς φοιτητές;
Οι περισσότεροι Αμερικανοί έχουν μεγαλώσει με την ελληνική μυθολογία, έχουν κάποια βασική γνώση των μύθων και των θρύλων της Ελλάδας. Είναι ένα πολύ αγαπημένο μάθημα. Από εκεί και πέρα γίνεται μια προσπάθεια και από εμάς αλλά και γενικότερα από τα τμήματα των ελληνικών σπουδών στην Αμερική να προσφέρουμε μαθήματα που αναδεικνύουν τη σχέση που έχει ο ελληνικός πολιτισμός με τη ζωή στις ΗΠΑ και την σύγχρονη αμερικανική κοινωνία, ξεκινώντας από τη Δημοκρατία και συνεχίζοντας με τις τέχνες, τις επιστήμες και τα γράμματα. Η σχέση των Αμερικανών με την Ελλάδα είναι πολυσχιδής. Είναι και πρακτική -αφορά στις θετικές και κοινωνικές επιστήμες, αλλά και θεωρητική –αφορά στις ανθρωπιστικές επιστήμες.
—Οι δημοσιεύσεις σας περιλαμβάνουν 15 βιβλία και 80 μελέτες. Ποιες ξεχωρίζετε;
Ένα από τα βασικά μου έργα είναι η δημοσίευση των προϊστορικών ευρημάτων από το Ιερό της Δήμητρας και της Κόρης στην Ελευσίνα. Είναι μία από τις παλαιότερες ανασκαφές της Αρχαιολογικής Εταιρείας, ήδη από τα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ου αιώνα, που έφερε στο φως χιλιάδες ευρημάτων, μέχρι τώρα αδημοσίευτων. Η δημοσίευση των ευρημάτων αυτών έχει σημασία για το θέμα της γένεσης των Ελευσινίων Μυστηρίων.
Το άλλο έργο που θεωρώ σημαντικό είναι η ανασκαφή στην Ίκλαινα, όπου ερευνώ τη γένεση των μυκηναϊκών κρατών.
Άλλες μελέτες μου αφορούν σε θέματα κλασικής τέχνης, στον Παρθενώνα, αλλά και στη συγκριτική ανάλυση της εμπειρίας του πολέμου στην Αρχαία Ελλάδα και στη σύγχρονη κοινωνία. Ιδιαίτερα το τελευταίο θέμα είναι πολύ σημαντικό, γιατί παρά την τεχνολογική μας πρόοδο τα βασικά στοιχεία της ανθρώπινης φύσης δεν έχουν αλλάξει και έχουμε πολλά να διδαχθούμε από την εμπειρία των αρχαίων Ελλήνων, ακόμα και σε τομείς όπως τα συναισθήματα και η ψυχολογία των στρατιωτών και η βίωση του πολέμου από τους αμάχους.
—Ποια είναι η συμβολή της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, μέσω των χρηματοδοτήσεων και των υποτροφιών στην δική σας πορεία αλλά και γενικότερα στην εξάπλωση του ελληνικού πολιτισμού;
Τεράστια. Κατ' αρχάς να σας πω ότι οι ανασκαφές στην Ίκλαινα χρηματοδοτούνται εντελώς από το εξωτερικό και δεν έχουν κοστίσει ούτε ένα ευρώ στην Ελλάδα. Από την άλλη πλευρά, το Ίδρυμα που έχει παίξει καθοριστικό ρόλο και στη δική μου πορεία και στην εξάπλωση του ελληνικού πολιτισμού είναι το Ίδρυμα Ωνάση. Θεωρώ ότι έχω μεγάλο ηθικό χρέος προς το Ίδρυμα αυτό, γιατί σε διάφορα στάδια της καριέρας μου η συμβολή του ήταν καίρια. Η πρώτη υποτροφία που είχα ήταν το 1987 και μου επέτρεψε να ολοκληρώσω τις μεταπτυχιακές μου σπουδές. Από εκεί και πέρα, το Ίδρυμα Ωνάση, με συνεχείς χρηματοδοτήσεις, υπήρξε αρωγός στη δημιουργία και λειτουργία των Κέντρων Ελληνικού Πολιτισμού. Το γεγονός ότι ξεκίνησαν τη λειτουργία τους αυτά τα κέντρα, το οφείλουν στη χρηματοδότηση του Ιδρύματος και εκ των υστέρων φάνηκε πόσο μεγάλη επίδραση είχαν αυτά τα κέντρα στην εξάπλωση και τη διατήρηση του ελληνικού πολιτισμού. Επίσης, δύο φορές στην καριέρα μου το Ίδρυμα Ωνάση με τίμησε με ερευνητικές υποτροφίες για καθηγητές, οι οποίες μου επέτρεψαν να έρθω στην Ελλάδα και να μελετήσω τα ευρήματα των ανασκαφών της Ελευσίνας και της Ίκλαινας. Πέρα από τις υποτροφίες, το Ίδρυμα Ωνάση έχει να επιδείξει αξιοζήλευτο έργο στην εξάπλωση του ελληνικού πολιτισμού, τόσο με το θυγατρικό τμήμα του στη Νέα Υόρκη, όσο και με τη Στέγη γραμμάτων και Τεχνών που, εκτός από τη δράση της στην Αθήνα, στέλνει προγράμματα, εκθέσεις, παραστάσεις, σε όλη την Ευρώπη. Το έργο μου δεν θα ήταν το ίδιο χωρίς την συμβολή του Ιδρύματος Ωνάση και πιστεύω ότι και εγώ και όλοι οι άλλοι υπότροφοι αισθανόμαστε βαθιά ευγνωμοσύνη.