Ιούνιος 1901. Ο Κωνσταντίνος Καβάφης ταξιδεύει για πρώτη φορά στην Ελλάδα και καταγράφει όσα συμβαίνουν σε ένα ημερολόγιο. Σε αυτό αναφέρεται στην καθιερωμένη διήμερη καραντίνα που πέρασε στο πλοίο «El Kahira» στη Δήλο. Τα ερείπια αυτού του δημόσιου λοιμοκαθαρτηρίου της Δήλου (Ρήνειας) υπάρχουν στην παραλία με την εύγλωττη προσωνυμία Καραντίνα ή Λαζαρέτο. Εκεί παρέμεναν προς κάθαρση (καραντίνα, ακόμα και προληπτική, που διαρκούσε από 5 έως 40 ημέρες) από τα μέσα του 19ου ως και τις αρχές του 20ού αιώνα, βάσει διαδοχικών νομοθετικών ρυθμίσεων, μολυσμένα και μη πλοία που κατέπλεαν από λιμάνια της Μεσογείου με προορισμό ελληνικά, σε περιόδους έξαρσης επιδημιών χολέρας και πανώλης.
Η Ρήνεια έχει ίχνη κατοίκησης από την 5η χιλιετία π.Χ., γι’ αυτό και όταν οι Αθηναίοι επέβαλαν την κάθαρση στο νησί της Δήλου κατά τα πρώτα χρόνια του Πελοποννησιακού Πολέμου και αποφάσισαν να μη γεννιέται και να μην πεθαίνει κανείς στο ιερό νησί, η Ρήνεια, απέναντι ακριβώς από τη Δήλο, στην ανατολική της ακτή, μετατράπηκε σε μια απέραντη νεκρόπολη.
Γνωστή ως «Μεγάλες Δήλες» για τους Μυκονιάτες, είναι ένα ακατοίκητο νησί έκτασης 14 τ.χλμ. Απαρτίζεται από δύο τμήματα, το βόρειο (μεγαλύτερο, οι σημερινές Επάνω Δήλες) και το νότιο (οι σημερινές Κάτω Δήλες), τα οποία ενώνονται μεταξύ τους με έναν ισθμό. Σήμερα η Ρήνεια είναι χωρισμένη σε «παρτίδες», δηλαδή εκτάσεις με μικρές, κατά κανόνα, αγροικίες οι οποίες μισθώνονται σε Μυκονιάτες. Είναι ένα νησί ελάχιστα δομημένο που διατηρεί σε μεγάλο βαθμό ανέγγιχτο τον επί αιώνες κατά κύριο λόγο αγροτοκτηνοτροφικό χαρακτήρα του.
Στόχος της έρευνας είναι να τεκμηριώσει το σύνολο των ορατών καταλοίπων και κατασκευών της νεκρόπολης και να καταγράψει το πλήθος των μαρμάρινων και λοιπών ευρημάτων (σαρκοφάγους, βωμούς, βάσεις στήλες, αρχιτεκτονικά μέλη κ.ά.), μεταφέροντας τα πιο ευαίσθητα από αυτά στα γειτονικά μουσεία της Δήλου και της Μυκόνου.
Η Ρήνεια ταυτίζεται με το νησί της Ορτυγίας όπου, σύμφωνα με τον ομηρικό ύμνο στον Απόλλωνα, γεννήθηκε η Άρτεμη. Μετά την παραχώρηση τμήματος της Ρήνειας στον Δήλιο Απόλλωνα από τον Σάμιο τύραννο Πολυκράτη τον 6ο αι. π.Χ., ένα τμήμα του νησιού πέρασε στην επικράτεια της Δήλου και λειτούργησε ως τόπος ταφής και γέννησης των Δηλίων μετά και τη δεύτερη κάθαρση που πραγματοποίησαν οι Αθηναίοι το 426/5 π.Χ. στο ιερό νησί.
Επίσης, στη Ρήνεια υπήρχαν δέκα αγροκτήματα που εκμεταλλευόταν το δηλιακό ιερό του Απόλλωνα καθώς και δύο δηλιακά ιερά, ένα αφιερωμένο στην Άρτεμη –από τα σημαντικότερα της δηλιακής επικράτειας– και ένα στον Διόνυσο. Στη δυτική πλευρά του βόρειου τμήματος της Ρήνειας (στις σημερινές Επάνω Δήλες) βρίσκεται η αρχαία πόλη της με τα νεκροταφεία και τα ιερά της.
Στη Ρήνεια έχουν γίνει ορισμένες ανασκαφές, με σημαντικότερη αυτή που διενήργησε ο Δ. Σταυρόπουλος στον «βόθρο της καθάρσεως», δηλαδή στον χώρο όπου συγκεντρώθηκαν οι ταφές των αρχαίων Δηλίων κατά τη μεταφορά τους το 426/5 π.Χ., όπως και περιορισμένες επιφανειακές έρευνες. Ωστόσο, πολλά, μείζονος σημασίας ιστορικά, τοπογραφικά και αρχαιολογικά ερωτήματα παραμένουν αναπάντητα.
Σε αυτά τα ερωτήματα έρχεται να απαντήσει η συστηματική έρευνα που διευθύνει η Εφορεία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων με τη διενέργεια εντατικής επιφανειακής έρευνας σε όλη την έκταση του νησιού και με τη συνδρομή της σύγχρονης τεχνολογίας, των νέων ψηφιακών τοπογραφικών και χαρτογραφικών μεθόδων και υποβάθρων τεκμηρίωσης αρχαίων και νεότερων κατασκευών. Βασικός στόχος της είναι η προστασία των αρχαιολογικών καταλοίπων της Ρήνειας με την εξασφάλιση της μέγιστης θεσμικής προστασίας της.
Η αρχαιολόγος, επιστημονική υπεύθυνη του προγράμματος και προϊσταμένη του Τμήματος Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων και Μουσείων στην Εφορεία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων, Ζώζη Παπαδοπούλου, έχει ασχοληθεί ενδελεχώς με τις έρευνες στον τόπο αυτό. Στη συζήτησή μας σημειώνει: «Η πρώτη περίοδος της έρευνας (2019-2022) επικεντρώθηκε στο νότιο τμήμα του νησιού που ταυτίζεται σε μεγάλο βαθμό με την επικράτεια της αρχαίας Δήλου.
Ιδιαίτερο βάρος δόθηκε στη δηλιακή νεκρόπολη που αναπτύσσεται σε βραχώδη παράκτια ζώνη πλάτους περίπου 200-300 μέτρων και μήκους άνω του 1,5 χιλιομέτρου. Πρόκειται για μια πολύ σημαντική θέση με πολυάριθμες εντυπωσιακές ταφικές κατασκευές.
Στόχος της έρευνας είναι να τεκμηριώσει το σύνολο των ορατών καταλοίπων και κατασκευών της νεκρόπολης και να καταγράψει το πλήθος των μαρμάρινων και λοιπών ευρημάτων (σαρκοφάγους, βωμούς, βάσεις, στήλες, αρχιτεκτονικά μέλη κ.ά.), μεταφέροντας τα πιο ευαίσθητα από αυτά στα γειτονικά μουσεία της Δήλου και της Μυκόνου. Μέχρι σήμερα η βάση δεδομένων της νεκρόπολης περιέχει πάνω από 5.000 καταγραφές (κατασκευές, τοίχους, αρχιτεκτονικά μέλη, στήλες βάσεις βωμούς σαρκοφάγους).
Από την τεκμηρίωση αυτή προκύπτει, μεταξύ των άλλων, ότι οι ταφές των Δηλίων είναι είτε μεμονωμένες είτε ομαδικές, ως επί το πλείστον σε περιβόλους που παρουσιάζουν μια εξαιρετικά πλούσια αρχιτεκτονική με αυλές, στοές, ναΐσκους, δεξαμενές για ταφικές τελετές, κυκλικά μνημεία ή θόλους. Σε πλούσιο ταφικό μνημείο ανήκει αναμφίβολα η μεγάλη σαρκοφάγος της Ρωμαίας Τερτίας Ωραρίας, που θα ήταν στημένη σε ψηλό πόδιο, αλλά και ο ευμεγέθης λέοντας της Ρήνειας στο κέντρο περίπου της δηλιακής νεκρόπολης.
Λίγο βορειότερα, στο πλαίσιο της έρευνας, καθαρίστηκαν και αποτυπώθηκαν μεγάλο υπόγειο ταφικό οικοδόμημα με θήκες, που είχε ανασκαφεί στο παρελθόν, καθώς και κατάλοιπα θολωτής επίστεψης τάφου που παρουσιάζει μεγάλες ομοιότητες με τη μονόπτερη θόλο της αγοράς των Κομπεταλιαστών της Δήλου. Στο βόρειο όριο της νεκρόπολης δεσπόζει το μνημείο της Γλαρόπουντας, μεγάλο ταφικό ηρώο ή φάρος.
Εκτός από τα ομαδικά συγκροτήματα που πιθανώς προορίζονται για τις ανώτερες τάξεις, ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν και οι απλές ταφές που εντοπίζονται σε διάφορα σημεία, συχνά κοντά στη θάλασσα: απλοί λακκοειδείς τάφοι, κεραμοσκεπείς, εγχυτρισμοί, καθώς και μολύβδινα τεφροδόχα αγγεία που φέρουν ακόμη τα καλύμματά τους.
Στο δυτικό ψηλότερο όριο της νεκρόπολης, στη θέση Χωμασοβούνι, έγινε περιορισμένη ανασκαφική έρευνα που έφερε στο φως τα θεμέλια κατασκευής πιθανότατα βωμού που μπορεί να συνδέεται με σημαντικό οικοδόμημα –ίσως ναό χθόνιας θεότητας– στο οποίο ανήκουν τα πολυάριθμα αρχαία μέλη που είναι ορατά στη θέση αυτή. Όλες οι αρχαιότητες τεκμηριώθηκαν με ορθοφωτογράφηση και τα ορατά κατάλοιπα καταχωρίσθηκαν σε πρόγραμμα γεωγραφικών πληροφοριών με δελτία ανά μνημείο και αντικείμενο, ενώ για λόγους ασφαλείας περισυνελέγησαν και μεταφέρθηκαν στη Δήλο τα μικρά τεμάχια, κυρίως ανάγλυφων στηλών».
Τώρα, όσον αφορά την τελευταία περίοδο του 2022 και του 2023, η έρευνα επικεντρώθηκε στο βόρειο, άγνωστο εν πολλοίς τμήμα της Ρήνειας. Εντοπίστηκαν σημαντικές νέες θέσεις, όπως ένας οικιστικός πυρήνας διαχρονικής κατοίκησης κοντά στον ισθμό που ενώνει τα δύο τμήματα του νησιού, αλλά και η θέση ενός σημαντικού ιερού. Επίσης, εντοπίστηκαν τα κατάλοιπα αρχαίων αγροικιών, ορισμένων ιδιαίτερα εκτεταμένων, που πιθανότατα ανήκαν στην επικράτεια της πόλης της Ρήνειας. Θέσεις αγροικιών έχουν εντοπιστεί και στη νότια Ρήνεια, οι οποίες πιθανώς ταυτίζονται με τα χωρία του ιερού του Απόλλωνα που αναφέρουν οι δηλιακές επιγραφές και τα οποία μισθώνονταν σε ιδιώτες, αποφέροντας μεγάλα κέρδη στο δηλιακό ιερό.
Μια επίσης σημαντική αρχαία θέση που τεκμηριώθηκε στη βόρεια Ρήνεια είναι αυτή του Πύργου, οχυρής εγκατάστασης με εξαιρετικές οπτικές πάνω από την αρχαία πόλη της Ρήνειας, που περιλαμβάνει διάφορα οικοδομήματα, δεξαμενές, καθώς και θεμέλια δύο τετράγωνων πύργων.
Όπως μας λέει η κ. Παπαδοπούλου: «Η θέση αυτή έχει συνδεθεί από ορισμένους ερευνητές με το Κάστρο του Τάγματος των Ιωαννιτών Ιπποτών του 14ου αι., το οποίο, σύμφωνα με τις πηγές, ήταν εγκαταστημένο στις Δήλες με εντολή των δουκών της Νάξου προκειμένου να εξουδετερώσει τους πειρατές που δρούσαν στις Κυκλάδες την περίοδο εκείνη». Και προσθέτει: «Κατά την τρέχουσα περίοδο ερευνήθηκε και η νησίδα Κουνελονήσι. Εντοπίστηκε μικρός οικισμός (μοναστικός;) δίπλα στην εκκλησία του Αγ. Γεωργίου αλλά και αρχαία κατάλοιπα (τοίχοι, δεξαμενές) –ορισμένα με διαχρονική χρήση–, μάρτυρες της μέριμνας, της εκμετάλλευσης και αξιοποίησης του άνυδρου μικρού νησιού για βοσκή και καλλιέργεια.
Παράλληλα, με αφορμή την επιφανειακή έρευνα και τη σύνταξη του αρχαιολογικού χάρτη του νησιού, τεκμηριώνονται και όλα τα κατάλοιπα νεότερων χρόνων, αγροικίες, "λάκκες", ξερολιθιές, ξωκλήσια κ.λπ., αλλά και τα ερείπια του λοιμοκαθαρτηρίου που λειτουργούσε από τα μέσα του 19ου ως τις αρχές του 20ού αιώνα. Στο ίδιο πλαίσιο αξιοποιείται και το πλούσιο υλικό διαφόρων αρχείων (ΓΑΚ, δήμος Μυκονίων, αρχαιολογική υπηρεσία) που παρέχει εξαιρετικά χρήσιμες πληροφορίες σε διεπιστημονικό επίπεδο για τις διαχρονικές χρήσεις γης με έμφαση στην αγροτική και κτηνοτροφική εκμετάλλευση σε ένα ελάχιστα δομημένο από την αρχαιότητα τοπίο το οποίο, όντας άρρηκτο συνδεδεμένο με τη Δήλο, θα πρέπει να παραμείνει αλώβητο από νεότερες επεμβάσεις».
Το ερευνητικό πρόγραμμα υλοποιείται από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων και διευθυντές τους κ. Δημήτρη Αθανασούλη, Ζώζη Παπαδοπούλου και Μαρία Σιγάλα. Στην επιστημονική ομάδα συμμετέχουν οι αρχαιολόγοι της εφορείας Μαρία Κουτσουμπού, Αγγελική Κουμνά και Παύλος Φυλάκτος, ο αρχιτέκτων Γιάννης Μητσούλης και η τοπογράφος Μαρία Μπία. Στην έρευνα συμμετέχουν επίσης μέλη ή πρώην μέλη και συνεργάτες της Γαλλικής Σχολής Αθηνών (Claire Hasenohr, St. Maillot, L. Fadin, J. Faguer, κ.α.), της Scuola Superiore Meridionale, Università Federico II di Napoli (M. Osanna, Fr. Gulliano, Fr. Ferrara, κ.α.), καθώς και Έλληνες μεταπτυχιακοί φοιτητές και μεταδιδακτορικοί ερευνητές (Β. Σαμαράς, Αλ. Μάλλιου, Μ. Γιαννακοπούλου, Δ. Τσεκούρα Γ. Αποστολόπουλος).
Εκτός από τη συμβολή των φορέων που συμμετέχουν, η έρευνα στη Ρήνεια στηρίζεται οικονομικά από τη γενναιόδωρη χορηγία της ΑΜΚΕ Αιγέας (Αθ. & Μαρ. Μαρτίνου), τον δήμο Μυκονίων και το σούπερ μάρκετ Σκλαβενίτης, ενώ σημαντική για την πρόοδό της είναι η υποστήριξη του Αναγκαστικού Κτηνοτροφικού Συνεταιρισμού Ρήνειας και των δραστήριων μελών του.