Το περίφημο «Ψηφιδωτό των Μονομάχων» που εκτίθεται στην γκαλερία Μποργκέζε της Ρώμης δείχνει μια ομάδα μονομάχων στην αρένα τη στιγμή των αγώνων, οι οποίοι αναφέρονται με τα ονόματα τους: Astacius, Astivus, Rodan, Belleronfons, Cupido, Aurius, Alumnus, Serpeniius, Meliio, Mazicinus κ.ά. – όλοι σούπερ σταρ της εποχής, του τέταρτου αιώνα μ.Χ.
Παρουσιάζονται μυώδεις και ρωμαλέοι, η επιτομή της αρρενωπότητας και της ιδανικής σωματικής διάπλασης, όπως ακριβώς παρουσιάζονται σήμερα οι μονομάχοι στις ταινίες του Χόλιγουντ: ψηλοί, με σφιχτοδεμένα σώματα και φουσκωτούς μύες, εκπροσωπούν τη σωματική τελειότητα, όμοιοι με τους ηθοποιούς που τους ενσαρκώνουν.
Πόσο αληθινή είναι, όμως, αυτή η εικόνα; Τα αποτελέσματα των ερευνών στους χώρους ταφής των μονομάχων που ανακαλύφθηκαν πρόσφατα στην Έφεσο της Τουρκίας και στην Αίγυπτο, κοντά στις αρχαίες Θήβες, και η μελέτη της σύστασης και του μεγέθους των οστών τους δείχνουν ότι απείχαν πολύ από τις απεικονίσεις των έργων τέχνης της κλασικής εποχής και από τα πρότυπα της σύγχρονης ποπ κουλτούρας.
Απ' όσα ανακάλυψαν οι αρχαιολόγοι, οι μονομάχοι ήταν ογκώδεις, όχι όπως οι σημερινοί μπόντι μπίλντερ, αλλά με ένα παχύ στρώμα υποδόριου λίπους να καλύπτει την κοιλιά και τον θώρακά τους. Αυτό σημαίνει ότι η διατροφή τους διέφερε αρκετά από τη διατροφή των σημερινών αθλητών και μαχητών των πολεμικών τεχνών, που τρώνε κυρίως ζωικές πρωτεΐνες, κρέας και ψάρι, και το σώμα τους είναι στεγνό, χωρίς ίχνος λίπους.
Οι μονομάχοι τρέφονταν κυρίως με υδατάνθρακες, κριθάρι και όσπρια και ελάχιστες ζωικές πρωτεΐνες, γιατί ο βασικός στόχος ήταν να παχύνουν.
«Οι αρχαίοι δεν ήταν καθόλου όπως είμαστε εμείς! Εξιδανίκευαν την εικόνα τους, όπως κάνουμε κι εμείς σήμερα με το photoshop και τα applications στο Instagram. Στην αρχαία Ελλάδα η ιδέα του όμορφου, τέλειου αντρικού σώματος προερχόταν από τους αθλητές που συμμετείχαν στους αγώνες και οι καλλιτέχνες, για να αναπληρώσουν την έλλειψη τελειότητας στον πραγματικό κόσμο, τους απεικόνιζαν όλους, μονομάχους, θεούς και φιλοσόφους, ως ιδανικά αρσενικά. Η πραγματική εικόνα δεν είχε καμία σχέση με την εικόνα της τέχνης».
Στις διαπιστώσεις για τη σωματική διάπλαση των μονομάχων κατέληξε μια ομάδα ιατρικών ανθρωπολόγων στο Ιατρικό Πανεπιστήμιο της Βιέννης, που μελέτησαν τα αρχαία ευρήματα σχεδόν 2.000 χρόνων απ’ το νεκροταφείο μονομάχων της Εφέσου. Ο μαζικός τάφος που φωτίζει αρκετά τον τρόπο που ζούσαν περιέχει οστά εξήντα επτά μονομάχων και μίας σκλάβας, πιθανόν της συζύγου κάποιου από αυτούς.
Τα αφιερώματα και οι ανάγλυφες εικόνες μονομάχων σε στιγμές μάχης στις πλάκες του νεκροταφείου δεν αφήνουν καμία αμφιβολία για την ιδιότητα των ανθρώπων που είναι θαμμένοι εκεί. Ήταν μονομάχοι και σχεδόν όλοι πέθαναν αγωνιζόμενοι στην αρένα.
Παρότι κανένας από τους εξήντα οκτώ σκελετούς δεν είναι ολόκληρος, τα οστά των χεριών και των ποδιών που έχουν διατηρηθεί είναι αρκετά για να οδηγήσουν τους επιστήμονες σε ασφαλή συμπεράσματα για τη διατροφή και την κατάσταση της υγείας των ενταφιασμένων. Ίχνη στοιχείων που εντοπίστηκαν, όπως ασβέστιο και ψευδάργυρος, τους επέτρεψαν να πιστοποιήσουν τις βασικές πρώτες ύλες της τροφής τους.
Σύμφωνα με τα ευρήματα, έτρωγαν λίγες ζωικές πρωτεΐνες, μεγάλες ποσότητες από τροφές πλούσιες σε υδατάνθρακες, όπως όσπρια και δημητριακά, ενώ έπαιρναν, ως συμπλήρωμα, μια καλή ποσότητα ασβεστίου. Αυτήν τη διατροφή, που δεν περιείχε σχεδόν καθόλου κρέας, την περιγράφει ο Πλίνιος στη «Φυσική Ιστορία» του, όπου αναφέρει τους μονομάχους με το παρατσούκλι τους, «hodrearii», δηλαδή «κριθαροφάγους». Το κύριο φαγητό των μονομάχων ήταν ένας χυλός από κριθάρι, σκέτος, ή μαζί με κάποιο όσπριο.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, η κατά βάση χορτοφαγική διατροφή των μονομάχων δεν ήταν συνέπεια της φτώχειας ή της σκλαβιάς τους. Η γενική εντύπωση είναι ότι όλοι οι άντρες και οι γυναίκες που μάχονταν ως μονομάχοι ήταν αποκλειστικά σκλάβοι, αυτό όμως δεν ίσχυε στ' αλήθεια. Αν και οι περισσότεροι μονομάχοι ήταν αιχμάλωτοι πολέμου και κατάδικοι, υπήρχαν και κάποιοι που έμπαιναν στις σχολές εθελοντικά, για τα λεφτά, όταν έληγε η θητεία τους στον στρατό.
Άρα, μονομάχοι μπορούσαν να γίνουν και οι ελεύθεροι πολίτες, και ο λόγος ήταν προφανής: δεν ζούσαν όλοι οι Ρωμαίοι σε πολυτελείς βίλες ντυμένοι με πανάκριβους χιτώνες και χλαμύδες, απολαμβάνοντας χλιδάτα συμπόσια.
Οι περισσότεροι ζούσαν σε άθλιες συνθήκες, μέσα στη φτώχεια και βουτηγμένοι στα χρέη. Ο καλύτερος τρόπος για να ξεφύγουν ήταν να μπουν σε μια σχολή για μονομάχους, κάτι σαν το «Squid Game», χωρίς τη βέβαιη θανατηφόρα κατάληξη. Με κάθε νίκη δεν μπορούσαν μόνο να ταΐσουν την οικογένειά τους αλλά και να βγάλουν πολλά λεφτά και να γίνουν διασημότητες, οπότε άξιζε το ρίσκο. Υπήρξαν και περιπτώσεις Ρωμαίων ευγενών που έλαβαν μέρος σε μονομαχίες, με πιο γνωστό παράδειγμα του Ρωμαίου αυτοκράτορα Μάρκου Αυρήλιου Κόμοδου.
Οι αγώνες των μονομάχων ξεκίνησαν ως νεκρώσιμες τελετουργίες κατά τη διάρκεια του πρώτου καρχηδονιακού πολέμου το 300 π.Χ., όταν οι κατάδικοι μονομαχούσαν σε ζευγάρια μέχρι θανάτου. Με τα χρόνια, όμως, και όσο γίνονταν πηγή εισοδήματος –και μάλιστα σοβαρή– για ανθρώπους όλων των τάξεων, οι αγώνες έγιναν πιο ήπιοι, σχεδόν «εκλεπτυσμένοι».
Έτσι οι σχολές μονομάχων γέμισαν με μαθητευόμενους, γιατί οι φτωχοί έβλεπαν στους αγώνες τη μοναδική ελπίδα να βγάλουν λεφτά και οι αιχμάλωτοι πολέμου και οι λιποτάκτες των ρωμαϊκών στρατευμάτων είχαν μια ευκαιρία να αγωνιστούν στην αρένα και να κερδίσουν την ελευθερία τους.
Λόγω της θέσης και της τάξης των μονομάχων (μαθητευόμενων και επαγγελματιών) η διατροφή με υδατάνθρακες ακούγεται λογική, γιατί ήταν πολύ φτηνή, ενώ κανείς δεν θα ξόδευε μια περιουσία για να ταΐσει φυλακισμένους. Από την άλλη, είχε μεγάλη σημασία να είναι καλοταϊσμένοι, όχι μόνο για να μπορούν να κερδίζουν στην αρένα αλλά και για τις ανάγκες της παράστασης.
Η ομάδα επιστημόνων της Βιέννης ισχυρίζεται ότι όσοι μάχονταν έτρωγαν παχυντικά φαγητά επειδή το λίπος στο σώμα τους πρόσθετε ένα προστατευτικό στρώμα κι επίσης, όταν σχιζόταν η σάρκα τους, οι πληγές δεν έφταναν σε μεγάλο βάθος ώστε να κινδυνεύει η ζωή τους. Έτσι συνέχιζαν να μάχονται πληγωμένοι και μέσα στα αίματα, προσθέτοντας δράμα και μεγαλύτερη ένταση στον αγώνα. Οι σπόνσορες, οι διοργανωτές και τα αφεντικά τους, που γνώριζαν πόσο συνδέεται η διατροφή των μονομάχων με την εμφάνισή τους στην αρένα, σίγουρα ήθελαν να τους παχύνουν όσο πιο πολύ γινόταν.
Αν αυτό ισχύει, γιατί έχουμε μια τόσο παραπλανητική εικόνα για τον σωματότυπο των μονομάχων; «Επειδή οι Αρχαίοι δεν διέφεραν καθόλου από εμάς!» λέει η ιστορικός του Χάρβαρντ Καθλίν Κόλμαν. «Εξιδανίκευαν την εικόνα τους, όπως κάνουμε κι εμείς σήμερα με το photoshop και τα applications στο Instagram. Στην αρχαία Ελλάδα η ιδέα του όμορφου, τέλειου αντρικού σώματος προερχόταν από τους αθλητές που συμμετείχαν στους αγώνες και οι καλλιτέχνες, για να αναπληρώσουν την έλλειψη τελειότητας στον πραγματικό κόσμο, τους απεικόνιζαν όλους, μονομάχους, θεούς και φιλοσόφους, ως ιδανικά αρσενικά. Η πραγματική εικόνα δεν είχε καμία σχέση με την εικόνα της τέχνης».
Οι ταινίες του Χόλιγουντ δεν έχουν δημιουργήσει πλαστή εικόνα μόνο για την εμφάνιση των μονομάχων αλλά και για τον τρόπο που μάχονταν, έτσι οι περισσότεροι θεωρούν ότι η μονομαχία στην αρένα ήταν ένας αγώνας ζωής ή θανάτου. Σίγουρα οι αγώνες των μονομάχων στην αρχαία Ρώμη ήταν αιματηροί και βάρβαροι και συνειρμικά φέρνουν στο μυαλό πλήθη να ζητωκραυγάζουν βλέποντας θεαματικούς θανάτους στην αρένα, αλλά οι θάνατοι δεν ήταν και τόσο συνηθισμένοι. Μπορεί να ήταν μέρος του παιχνιδιού, αλλά ήταν η εξαίρεση και όχι ο κανόνας.
Ο πρωταρχικός σκοπός των αγώνων ήταν να παρέχουν διασκέδαση. Όσο περισσότερο διαρκούσαν οι αγώνες, τόσο περισσότερο τα πλήθη τούς απολάμβαναν, εθίζονταν σε αυτούς, ταυτίζονταν με τους αγαπημένους τους μονομάχους και τους αποθέωναν ως ήρωες στην αρένα, που σημαίνει ότι δεν τους ήθελαν νεκρούς. Σύμφωνα με μια εκτενή έρευνα στα αρχεία από αγώνες μονομάχων που έχουν σωθεί, οι εννιά στους δέκα επιβίωναν από τις μάχες.
Ο μονομάχος ήταν περιουσία και μάλιστα τεράστιας αξίας, και κανείς, ούτε ο ιδιοκτήτης του ούτε οι διοργανωτές, δεν ήθελε να χάσει τον μαχητή του. Ο κόσμος τους ήταν αρκετά περίπλοκος και πολλά που είναι γνωστά γι’ αυτούς, κυρίως από ταινίες, δεν ίσχυαν.
Σε αντίθεση με αυτό που πιστεύουν οι περισσότεροι, οι Ρωμαίοι δεν έβλεπαν τους μονομάχους ως κοινούς εγκληματίες, καταδικασμένους να πεθάνουν από ένα σπαθί ή ένα πεινασμένο λιοντάρι. Ο μονομάχος ήταν ένα επάγγελμα. Πληρωνόταν πολύ καλά για τις νίκες του και επίσης μπορούσε να στοιχηματίσει σε άλλους μονομάχους και να κερδίσει περισσότερα λεφτά. Ήταν κάτι σαν τους σημερινούς ποπ σταρ, τους καλούσαν στα εγκαίνια μαγαζιών επειδή ο κόσμος τους λάτρευε.
Οι αγώνες στην ουσία ήταν μέρος ενός σόου που διασκέδαζε τους θεατές, κάτι ανάμεσα σε θεαματική παράσταση και το σημερινό Ultimate Fighting Championship, και η επιτυχία τους βασιζόταν στην επανάληψη των σόου, γιατί οι θίασοι των μονομάχων περιόδευαν από πόλη σε πόλη. Και οι θίασοι έπρεπε να περιοδεύουν χωρίς απώλειες.
Πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι η αντίληψη των ανθρώπων της εποχής για τη διασκέδαση ήταν πολύ διαφορετική από τη δική μας, ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι ενδιαφέρονταν απλώς για δημόσιες σφαγές. Υπήρχε θάνατος και αίμα, χωρίς αμφιβολία, αλλά όχι όπως τα απεικόνισε ο Ρίντλεϊ Σκοτ στον «Μονομάχο».
Ήταν ελάχιστες οι μονομαχίες μέχρι θανάτου. Οι μονομάχοι ήταν σκλάβοι, που σημαίνει ότι η ζωή τους ήταν στο έλεος των άλλων, των αφεντικών τους, των ανθρώπων της εξουσίας, των ανταγωνιστών τους, των χορηγών. Εάν το επιθυμούσαν οι Ρωμαίοι γερουσιαστές, μπορούσαν να πληρώσουν ένα τεράστιο χρηματικό ποσό για να παρακολουθήσουν δύο μονομάχους να αγωνίζονται μέχρι θανάτου. Αυτό όμως ήταν εκτός παιχνιδιού, δεν συμπεριλαμβανόταν στα συνήθη αγωνίσματα της αρένας – που ήταν κυρίως μάχη ανάμεσα σε δύο μονομάχους ή ένα κυνηγετικό παιχνίδι με άγρια ζώα.
Η εκπαίδευση των μονομάχων κόστιζε πάρα πολλά λεφτά και αν ένας μονομάχος σκοτωνόταν στην αρένα, εσκεμμένα ή τυχαία, ο χορηγός του αγώνα ήταν υποχρεωμένος να αποζημιώσει τον ιδιοκτήτη του. Επίσης, ο χορηγός έπρεπε να αναλάβει και το κόστος της ταφής του. Αυτό δείχνει ότι η ρωμαϊκή κοινωνία εκτιμούσε τους μονομάχους κυρίως για το θέαμα, άρα ήταν πιο χρήσιμοι ζωντανοί παρά νεκροί.
Η ατμόσφαιρα στα στάδια όπου γίνονταν οι αγώνες ήταν κάτι ανάλογο με τις συναυλίες των μεγάλων ροκ συγκροτημάτων σήμερα, με εντυπωσιακά ζωγραφισμένα σκηνικά, αναβατόρια να εμφανίζουν τους μονομάχους από καταπακτές και τους διοργανωτές να τους αναγγέλλουν με ενθουσιασμό, συνοδεία κρουστών. Η είσοδός τους στην αρένα ήταν τόσο εντυπωσιακή όσο και η είσοδος ενός σημερινού ποπ σταρ σε συναυλία.
Οι αγώνες είχαν πρωταρχικό σκοπό τη διασκέδαση του πλήθους και οι Ρωμαίοι τούς είχαν σχεδιάσει έτσι ώστε να προσφέρουν αγωνία και συγκίνηση, φροντίζοντας να κρατούν τους θεατές συνεχώς στην τσίτα. Γι’ αυτό και στις αρένες υπήρχαν πολλές καταπακτές απ' όπου έβγαιναν άγρια ζώα που κυνηγιούνταν μέχρι θανάτου, υπήρχε ορχήστρα που έπαιζε μουσική σε όλη τη διάρκεια των αγώνων, υπήρχαν φωτιές, επίσημοι που έφταναν τελευταίοι πανηγυρικά για να τους δουν όλοι και να τους χειροκροτήσουν.
Οι διοργανωτές ζευγάρωναν τους μονομάχους με τέτοιον τρόπο ώστε να εξασφαλίζουν θεματικές μάχες. Έβαζαν έναν έμπειρο με κάποιον καινούργιο, έναν σβέλτο και επιδέξιο εναντίον κάποιου μεγαλόσωμου με βαρύ οπλισμό και ακόμα πιο βαριά πανοπλία, και τα πλήθη διασκέδαζαν με τον μεγαλόσωμο άντρα που προσπαθούσε να πιάσει τον γρήγορο αντίπαλό του.
Το μεγαλύτερο έπαθλο για έναν μονομάχο ήταν η ελευθερία του. Ακόμα και αν δεν την κέρδιζαν, οι νικητές πολλών συνεχόμενων αγώνων έβγαζαν τα λεφτά που χρειάζονταν για να την αγοράσουν.
Ωστόσο, μερικούς μονομάχους δεν τους ενδιέφερε η ελευθερία. Ίσως ακούγεται σοκαριστικό, αλλά ο Φλάμμα, ο μονομάχος από τη Συρία, όταν μετά από τριάντα νίκες κέρδισε την ελευθερία του, την απαρνήθηκε και συνέχισε να αγωνίζεται στην αρένα. Για έναν μονομάχο η ζωή εκτός αρένας δεν ήταν πάντα λαμπερή. Οι περισσότεροι δεν είχαν σπίτια να επιστρέψουν, και ακόμα και όταν απελευθερώνονταν, δεν τους άρεσε καθόλου το ενδεχόμενο να βρουν μια κανονική δουλειά και να ζήσουν μια μοναχική ζωή.
Οι μονομάχοι είχαν την αποδοχή που έχουν σήμερα οι ποπ σταρ, ακόμα και εκτός αρένας. Λατρεύονταν όπως οι σημερινοί μπασκετμπολίστες του ΝΒΑ ή οι ποδοσφαιριστές και ήταν διασημότητες τέτοιου μεγέθους, που ήταν το βασικό θέμα στις συζητήσεις του κόσμου. Τα κατορθώματα των μονομάχων ενδιέφεραν περισσότερο και από τις ειδήσεις για τη νίκη ή την ήττα των ρωμαϊκών στρατευμάτων. Γράφονταν γι’ αυτούς τραγούδια και δημιουργούνταν fun clubs στις γειτονιές. Και ήταν τα απόλυτα sex symbols, περιζήτητοι εραστές – και οι ιστορίες για την ερωτική τους ζωή κυκλοφορούσαν σαν αστικοί μύθοι.
Δεν ήταν μόνο άντρες, όμως, οι μονομάχοι. Και οι γυναίκες λάμβαναν μέρος στις μονομαχίες, αλλά στην αρχαία Ρώμη δεν συμμετείχαν στη δημόσια ζωή, έτσι οι γυναίκες μονομάχοι πολεμήθηκαν και γρήγορα απαγορεύτηκε να αγωνίζονται. Οι Ρωμαίοι τις είδαν ως κάτι εξωτικό και αμφισβητήθηκαν η υπόληψη και η ηθική τους, γι’ αυτό υπάρχουν ελάχιστες αναφορές για τη ζωή και τα κατορθώματά τους.
Το περίεργο είναι πως ούτε για τους άντρες μονομάχους έχουμε τόσες καταγραφές όσες έχουμε για τη ζωή των ευγενών, τη διοίκηση και τις ρωμαϊκές καμπάνιες, παρότι ήταν κάτι πολύ συνηθισμένο στην καθημερινότητα των Ρωμαίων. Είναι σαν να καταγράφεται η ιστορία σήμερα και να λείπει οποιαδήποτε αναφορά στην ποπ κουλτούρα. Οι τάφοι των μονομάχων, οι χώροι εκπαίδευσης και οι ανακαλύψεις αντικειμένων στις ανασκαφές έχουν δώσει τα τελευταία χρόνια μια πιο σαφή εικόνα για τον τρόπο ζωής τους.
Σε όλη την έκταση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας η εκπαίδευση των μονομάχων ήταν μια πολύ δημοφιλής πηγή εισοδήματος. Πάνω από εκατό σχολές υπήρχαν παντού, από την Αυστρία μέχρι την Τουρκία, οι πιο διάσημες όμως ήταν γύρω από το Κολοσσαίο, όπου ακόμα και σήμερα υπάρχουν τα απομεινάρια των στοών που το συνέδεαν με το Ludus Magnus, τη σχολή που έβγαλε τους καλύτερους μονομάχους. Στους μονομάχους δεν επιτρεπόταν να απομακρυνθούν από τον χώρο των σχολών, εκεί ζούσαν, εκεί εκπαιδεύονταν –και εκπαίδευαν– και εκεί μέσα έτρωγαν τα γεύματά τους.
Να σημειωθεί ότι το έξτρα λίπος στο σώμα τους δεν σήμαινε ότι δεν ήταν υγιείς ή ότι τους κακομεταχειρίζονταν. Τα αρχαιολογικά ευρήματα στην Έφεσο δείχνουν το αντίθετο: οι μονομάχοι ήταν μια τεράστια επένδυση και από τα κτίρια όπου ζούσαν φαίνεται ότι τους εξασφάλιζαν πολύ καλές συνθήκες διαβίωσης, θερμαινόμενα πατώματα για τη χειμερινή εκπαίδευση, λουτρά, θεραπευτήρια, υδραυλικές εγκαταστάσεις. Και παρότι ήταν φυλακισμένοι, είχαν εξαιρετική ιατρική φροντίδα. Αυτό το καταλαβαίνει κανείς και από τα ονόματα ξακουστών γιατρών της εποχής που τους φρόντιζαν, όπως ο Γαληνός της Περγάμου, από τους σπουδαιότερους Έλληνες γιατρούς, που επηρέασαν την ιατρική για αιώνες.
Η ποιότητα της ιατρικής φροντίδας φαίνεται και από την επούλωση των τραυμάτων τους, που είναι ιδιαιτέρως προσεγμένα, όπως τα προσεκτικά κολλημένα κόκαλα που είχαν σπάσει με πολύ βίαιο τρόπο. Η φροντίδα αυτή δεν διαφέρει και πολύ από αυτή των σύγχρονων αθλητών. Για να έχουν γερά οστά έπιναν συμπληρώματα ασβεστίου, που ήταν στάχτη από φυτά ή από κόκαλα – οι μετρήσεις έδειξαν ότι τα επίπεδα ασβεστίου στα κόκαλα των μονομάχων ήταν «εξωφρενικά» σε σχέση με των άλλων πολιτών.
Ο Πλίνιος αναφέρει στη «Φυσική Ιστορία» του ότι «για κράμπες στην κοιλιά ή μελανιές, κοίταξε στην εστία του σπιτιού σου. Πιες την αλισίβα που θα φτιάξεις απ’ τις στάχτες και θα θεραπευτείς. Δες πώς οι μονομάχοι μετά από μια μάχη βοηθιούνται όταν την πίνουν».
Τι έτρωγαν όμως οι μονομάχοι;
Σύμφωνα με τον Karl Grossschmidt, έναν παλαιο-παθολόγο από το Ιατρικό Πανεπιστήμιο της Βιέννης, και τον συνεργάτη του Fabian Kanz, στα οστά τους ανιχνεύτηκαν χημικά στοιχεία όπως ασβέστιο, στρόντιο και ψευδάργυρος, κάτι που προκάλεσε μεγάλη έκπληξη, γιατί ανέτρεψε την πεποίθηση χρόνων ότι ήταν αποκλειστικά χορτοφάγοι.
Σίγουρα, συγκρινόμενοι με τον μέσο πολίτη της Εφέσου, οι μονομάχοι έτρωγαν περισσότερες φυτικές τροφές και πολύ λιγότερη ζωική πρωτεΐνη. Η διατροφή τους βασιζόταν κατά πολύ σε σπόρους, όσπρια και κριθάρι, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έτρωγαν κρέας. Νεότερες έρευνες στη σύνθεση των οστών τους έδειξαν ότι δεν ήταν αποκλειστικά χορτοφάγοι, κατανάλωναν και ένα μέρος ζωικής πρωτεΐνης: κρέας, ψάρι και γαλακτοκομικά προϊόντα. Αυτό φαίνεται από την ποσότητα αζώτου που περιέχουν.
Το πάχος ήταν ζωτικής σημασίας για την αρένα και η διατροφή τους με κριθάρι και όσπρια (κουκιά, μπιζέλια, ρεβίθια και φακές, τα φασόλια δεν είχαν έρθει ακόμα στην Ευρώπη) ήταν σχεδιασμένη για να δημιουργήσουν το «μαξιλαράκι» λίπους που θα τους βοηθούσε να επιβιώσουν, γιατί, λόγω τους λίπους, τα κοψίματα δεν έφταναν μέχρι τα αιμοφόρα αγγεία και τα νεύρα. Ο αδύνατος μονομάχος δεν δυσκολευόταν μόνο να επιβιώσει, αλλά ήταν και κακό θέαμα.
«Οι επιφανειακές πληγές έδειχναν πιο εντυπωσιακές», λέει ο Grossschmidt, «αν πληγώνονταν μόνο στο στρώμα λίπους, μπορούσαν να συνεχίσουν τον αγώνα. Δεν πονάει πολύ και δείχνει εντυπωσιακό στους θεατές όταν είναι χαραγμένο. Τα συμπληρώματα ασβεστίου (η αλισίβα) λειτουργούσαν όπως και οι σημερινές ταμπλέτες ή κάψουλες των σύγχρονων αθλητών. Το γνώριζαν κι αυτό επίσης».
Από άλλο σημείο ταφής, στις Θήβες, η ποσότητα του θείου στα οστά τους δείχνει ότι έτρωγαν ψάρι και μάλιστα αρκετό. Οι μονομάχοι ήταν σκλάβοι και οι Ρωμαίοι τους τάιζαν ό,τι ήταν διαθέσιμο. Η Έφεσος είχε σε αφθονία ψάρια και θαλασσινά, έτσι ο χυλός με το κριθάρι ή τα κουκιά περιείχε και ψάρι. Ο Απίκιος αναφέρει ότι οι κάτοικοι της Εφέσου κατανάλωναν θαλασσινά, κυρίως στη μορφή γάρου, της σάλτσας από ψάρι που πρόσθεταν σε κάθε φαγητό τους για να νοστιμίσει, αλλά και ψάρια μαγειρεμένα και παστά.
Ένα άλλο χημικό στοιχείο που βρέθηκε στα οστά των μονομάχων και συνδέεται με την τροφή τους είναι το στρόντιο, το οποίο βρίσκεται σε μεγάλες ποσότητες στα οστά των χορτοφάγων, γι’ αυτό και αρχικά είχε δημιουργηθεί η εντύπωση ότι τρέφονταν μόνο με φυτικές τροφές. Ωστόσο, σε συνδυασμό με τα επίπεδα ασβεστίου και αζώτου, φαίνεται ότι έτρωγαν αρκετά ψάρια και μαλάκια. Τα μαλάκια (σουπιές, καλαμάρια, όστρακα) ήταν πολύ φτηνή τροφή και είναι πολύ πιθανό να τα έτρωγαν σε μεγάλες ποσότητες.
Επίσης, είναι αδύνατο να μην έτρωγαν κρέας, είναι καταγεγραμμένο ότι οι μονομάχοι που κέρδιζαν έναν αγώνα ανταμείβονταν, οι «σταρ» (οι νικητές συνεχόμενων αγώνων) έτρωγαν ακριβό φαγητό μετά τη νίκη και είχαν ειδικά προνόμια, όπως το δικαίωμα να έχουν μια σκλάβα για να ικανοποιεί τις σεξουαλικές τους ανάγκες. Δεν γίνεται το κρέας να μην ήταν ένα από τα προνόμια. Η διατροφή τους ήταν ανάλογη με την επίδοσή τους στην αρένα, οπότε ήταν μάλλον απίθανο να ήταν αποκλειστικά χορτοφάγοι.