«Αυτό που πάνω απ' όλα επιδιώκω είναι η δημιουργία ενός κλίματος αβεβαιότητας στο εσωτερικό των ταινιών μου». Αυτό τονίζει ο σκηνοθέτης Γιώργος Λάνθιμος, με συνέντευξη που παραχώρησε στη Φιγκαρό, με αφορμή την προβολή της τελευταίας του ταινίας «Ο θάνατος του ιερού ελαφιού».
Στον πρόλογό του, ο συντάκτης δίνει ένα σύντομο προφίλ του «πολλά υποσχόμενου» σκηνοθέτη, με αναφορές στις προηγούμενες ταινίες του: Κυνόδοντας, Άλπεις, ο Αστακός και στα βραβεία που έχει ήδη κερδίσει.
Στο ερώτημα τι τον οδήγησε να ασχοληθεί στην ταινία του «Ο θάνατος του ιερού ελαφιού» με ένα τόσο λεπτό θέμα, ενός πατέρα που έφθασε στην κρίσιμη επιλογή της θυσίας, ο Γ. Λάνθιμος εξήγησε:
«Η αρχική ιδέα ήταν να δημιουργηθεί μια πολύπλοκη δυναμική, τοποθετώντας ένα νεαρό άνδρα να ανακαλύπτει ξαφνικά ότι έχει το δικαίωμα ζωής και θανάτου στα παιδιά των άλλων, μπροστά σε έναν μορφωμένο, ισχυρό και ευτυχισμένο πατέρα.
Έπειτα, είχα μια δεύτερη ιδέα σχετικά με την ασάφεια που περιστρέφεται γύρω από τη δικαιοσύνη και την αδικία που εφαρμόζεται στο ιατρικό επάγγελμα: Τι είναι αυτό που μας σπρώχνει να εμπιστευόμαστε τη ζωή μας στα χέρια των χειρουργών ή γενικότερα γιατρών για να μας σώσουν, οι οποίοι μερικές φορές νομίζουν και οι ίδιοι ότι είναι θεοί ενώ πολύ εύκολα μπορούν να κάνουν σφάλματα».
Στην παρατήρηση ότι στο τελευταίο του φιλμ, όπως άλλωστε και στον Αστακό, ο κινηματογράφος του ακολουθεί ένα παράξενο, σκληρό και άγριο μονοπάτι που αποσταθεροποιεί τον θεατή, ο σκηνοθέτης απάντησε ότι του αρέσει να εκθέτει τα άτομα σε σύνθετες καταστάσεις.
«Προσπαθώ να δημιουργώ ανοιχτές δομές στο σενάριο στο εσωτερικό των οποίων οι θεατές χαράσσουν το δικό τους δρόμο και κάνουν τη δική τους γνώμη. Είναι ίσως ένας περίεργος τρόπος να κάνει κάνεις ταινίες αλλά ελπίζω ότι λειτουργεί. Έτσι κι αλλιώς δεν ξέρω να κάνω διαφορετικά» τόνισε.
Σχετικά με την επιλογή του να κάνει τα γυρίσματα σε ένα αμερικανικό νοσοκομείο όπου σκηνοθετικά κυριαρχεί το λευκό, ο Γιώργος Λάνθιμος λέει ότι του αρέσουν οι αντιθέσεις, «όλα είναι λευκά, σε αυτό το χειρουργικό ψυχρό περιβάλλον, ενώ η βασανιστική σκιά του κακού έχει εισχωρήσει σε αυτόν τον πεντακάθαρο μικρόκοσμο», σημειώνει και προσθέτει: «Ήταν σημαντικό για μένα το να ξεδιπλωθεί η ιστορία σε αυτήν την αψεγάδιαστη ατμόσφαιρα.
Ήθελα ένα πολύ εντυπωσιακό νοσοκομείο, που να έρχεται σε αντίθεση με το μαύρο (το σκοτάδι) της πλοκής. Αυτός είναι ο λόγος που τα γυρίσματα έγιναν το καλοκαίρι στο Midwest της Αμερικής, για να καταγράψω το φως και τις μεγάλες εκτάσεις που έρχονται σε αντίθεση με τα θέματα της ταινίας».
Διευκρίνισε ωστόσο ότι δεν είχε ιδιαίτερη πρόθεση να κάνει μια ταινία φρίκης, αναγνωρίζοντας παράλληλα ότι «παίζει» με τους κώδικες τέτοιων ταινιών, ειδικά καθώς οι τεχνικοί στις ΗΠΑ έχουν μεγάλη παράδοση στον τομέα.
«Αυτό που μου αρέσει είναι ότι ο θεατής σκέφτεται ότι κοιτάζει ένα φιλμ το θέμα του οποίου μοιάζει οικείο, που όμως η πλοκή του ξεφεύγει σιγά-σιγά με αλλεπάλληλα γλιστρήματα, που τον οδηγούν τελικά αλλού».
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ