30 χρόνια «Γκάλοπ»

30 χρόνια «Γκάλοπ» Facebook Twitter
0

«Εσύ το προκάλεσες όλο αυτό; Κάποιος το μαγνητίζει…» μου λέει από την άλλη γραμμή. Έχουμε τηλεφωνικό ραντεβού για τις 14:30, αλλά την έχουν πάρει 20 τηλέφωνα από το πρωί. Από Βερολίνο, από Κύπρο, από Θεσσαλονίκη, απ’ όπου θες. «Έτσι είμαστε εμείς οι ελεύθεροι επαγγελματίες. Τη μια δεν έχουμε τι να κάνουμε και την άλλη πνιγόμαστε…».

Καλά τα λέει. Αυτές τις μέρες, η Λένα Πλάτωνος μελοποιεί ποιήματα της Emily Dickinson, στο πρωτότυπο. Εγώ, πάλι, έχω δει τυχαία πως στο ένθετο βιβλιαράκι του cd της Γκάλοπ, γράφει μέσα «Πρώτη έκδοση: Mάρτιος 1985». Άρα είναι ακριβώς 30 χρόνια. Άρα έχω κάθε λόγο να την πάρω τηλέφωνο και να της ζητήσω με την πρόφαση του δημοσιογράφου να μου μιλήσει για έναν από τους πιο αγαπημένους μου ελληνικούς δίσκους. Με μουσική, κείμενα, εκτέλεση και ερμηνεία όλα δικά της, το Γκάλοπ είναι κατά τη γνώμη μου το μεγάλο της αριστούργημα - ο ορισμός αυτού που λέμε «δίσκος μπροστά από την εποχή του».

«Στο Γκάλοπ έριξα λίγο νερό στο κρασί μου. Ήταν η πρώτη και η τελευταία φορά που το έκανα. Φρόντισα να είναι κάπως πιο προσιτό στο ευρύ κοινό, σε σχέση με τις Μάσκες Ηλίου που είχαν προηγηθεί. Πιο ποπ. Είμαι πάλι εγώ, όμως...».

Ηχογραφημένο αποκλειστικά με αναλογικό συνθεσάιζερ και το εμβληματικό Roland TR-808 drum machine, το Γκάλοπ προβλέπει τη διείσδυση των υπολογιστών στα σπίτια μας. Μιλάει αλληγορικά για τα προβλήματα της ιδιοκτησίας πολύ πριν αυτή ενοχοποιηθεί όψιμα με την οικονομική κρίση, αγκαλιάζει με ευαισθησία τους μετανάστες και αναφέρεται στο άπειρο των επιλογών, δηλαδή την ελεύθερη βούληση του ατόμου. Για την ίδια τη Λένα Πλάτωνος, ήταν ένας συμβιβασμός:  «Στο Γκάλοπ έριξα λίγο νερό στο κρασί μου» παραδέχεται, όπως έχει ξαναπεί και σε άλλες συνεντεύξεις. «Ήταν η πρώτη και η τελευταία φορά που το έκανα. Φρόντισα να είναι κάπως πιο προσιτό στο ευρύ κοινό, σε σχέση με τις Μάσκες Ηλίου που είχαν προηγηθεί. Πιο ποπ. Είμαι πάλι εγώ, όμως...».

30 χρόνια «Γκάλοπ» Facebook Twitter
Το εξώφυλλο του Γκάλοπ.

Κάτι που δεν ήξερα: Η Λένα Πλάτωνος με ενημερώνει με περηφάνια ότι στις 24 Μαρτίου το Γκάλοπ επανακυκλοφορεί διεθνώς από την αμερικάνικη εταιρία Dark Entries σε βινύλιο. Χαρούμενος που βρέθηκε ακόμα μια αφορμή η οποία δίνει στο άλμπουμ επικαιρότητα, της ζητώ να μου μιλήσει για ένα-ένα τραγούδι ξεχωριστά, με τη σειρά που είναι και στον δίσκο, χωρίς να πολυδιακόπτω:

Μια άσκηση φυσικής άλυτη

«To έγραψα το ’83 προς ’84. Ήταν μια προβολή προς έναν κόσμο λίγο πιο μελλοντικό από αυτόν που ζούσα τότε. Είδα φάτσες, είδα χτενίσματα, εστιατόρια, την παρουσία του υπολογιστή στη ζωή μας... Οι υπολογιστές τότε δεν είχαν μπει ακόμα στα σπίτια. Υπήρχαν μόνο στα γραφεία και στα εργοστάσια. Ε και υπάρχουν κάποια σημεία στο τραγούδι αυτό, όπως και σε όλα μου τα τραγούδια, που δεν μπορώ να τα εξηγήσω ούτε ‘γω. Λόγια καθέτως ερχόμενα σε ‘μένα, εξ ουρανού δηλαδή - και δεν εννοώ υπερφυσικά. Σαν να τα έχει γράψει κάποιος άλλος».

Τι νέα ψιψίνα;

«Αυτό είναι ένα τραγούδι για την αριστερά, στο εφέ του. Τραγούδι διαμαρτυρίας και μαρτυρίας. Λέει σε ένα σημείο “ανυπότακτος στην επιτήρηση, μάρτυρας ειλικρινής”. Ο τίτλος του τραγουδιού δεν έχει τόση σημασία. Το βάρος πέφτει στο ρεφρέν. Μάλιστα η “κόκκινη καρφίτσα”, έγινε πρόσφατα τίτλος ενός ενθέτου στην εφημερίδα “Αυγή”. Το πήραν είδηση, κατάλαβαν για τι πράγμα μιλάει και τους το έδωσα. Μέσα στο τραγούδι λέω και κάτι για την περιπτερού της γειτονιάς μου, που ήταν άρρωστος ο άντρας της και δεν ήξερε τι θα του βρουν. Είναι αληθινή ιστορία. Σπανίως γράφω ιστορίες που δεν είναι αληθινές».

Κι ακούμε σ’ αγαπώ

«Είχε έρθει μια στιγμή που ήθελα να ακούσω πάρα πολύ από ένα συγκεκριμένο πρόσωπο ότι μ’ αγαπάει και να του το πω και εγώ. Και αυτό συνέβη. Χτύπησε το τηλέφωνο και είπαμε ταυτόχρονα ο ένας στον άλλον “σ’ αγαπώ”. Την ίδια στιγμή! Το έκανα λοιπόν τραγούδι.

»Στο δεύτερο σκέλος, εκφράζω μια διαμαρτυρία για τον τρόπο που μεγαλώσαμε. Και προσπαθώ να δικαιολογήσω γιατί έχουμε μείνει τόσο αβοήθητοι στο θέμα της αγάπης. Γιατί δεν μπορούμε να αγαπήσουμε και να αγαπηθούμε. Λέω “σκίζεται το χαρτί μόνο του/ αγοράζεις μετά σελοτέιπ και το κολλάς”. Αυτό σημαίνει ότι προσπαθούμε μόνοι μας να διορθώσουμε το πρόβλημα, με διαβάσματα, με φίλους, με μπλα-μπλα, με κανέναν ψυχίατρο - αλλά έχει γίνει ζημιά. Και η ζημιά έχει γίνει στα παιδικά μας χρόνια».

Μάρκος

«Μου είχαν αφήσει να προσέχω ένα σκυλί, τον Μάρκο. Οι πραγματικοί του ιδιοκτήτες, οι πρώτοι, ήταν κάτι παιδιά που είχαν φύγει οριστικά. Ο Μάρκος λοιπόν μετά έμεινε με τη γιαγιά του. Και έπαθε μεγάλη μελαγχολία. Κάποτε η γιαγιά έφυγε για ένα ταξίδι στο εξωτερικό και με παρακαλέσανε να το πάρω για κάποιες μέρες υπό την επιτήρησή μου. Γνωριστήκαμε με τον Μάρκο. Έμενε στο σπίτι μου. Δεν έκλαιγε, δε γάβγιζε, με κοιτούσε με τα φοβερά μάτια του. Ήταν ένα σκυλί όχι ράτσας, του δρόμου που λέμε. Αλλά ήταν ωραιότατο. Ψιλόλιγνο, καφέ, με καταπληκτικά μάτια. Εγώ του μιλούσα κανονικά. Του έλεγα “πεινάς;” ή “θέλεις να σου πω μια ιστορία;”. O Mάρκος, λοιπόν, τα ένιωσε όλα αυτά. Και σιγά-σιγά, συνήλθε. Άρχισε να ψιλογαβγίζει, να έρχεται πάνω μου, να θέλει χάδια κλπ… Μετά το πήρανε ξανά οι ιδιοκτήτες του. Και δεν ήταν καθόλου ντόμπροι, που λέμε. Η συμπεριφορά τους δεν ήταν σταθερή. Ήταν μια στο καρφί και μια στο πέταλο, πότε έτσι και πότε αλλιώς. Αυτό που λέμε αμφιθυμία. Πότε του έδιναν να φάει, πότε τον άφηναν νηστικό. Τελικά τον ανάγκασαν να γίνει κλέφτης και να βγαίνει έξω στο δρόμο για να βρει φαί.

»Εδώ λοιπόν κάνω έναν παραλληλισμό. Αυτή η αμφιθυμία, μοιάζει αφενός μεν με την αμφιθυμία πολλών γονιών, που καταστρέφει το παιδί (την είχα βιώσει κι εγώ κατά κάποιον τρόπο από έναν γονέα), αλλά και αφ’ ετέρου με την αμφιθυμία των ιδιοκτητών, των αφεντικών, των κυβερνήσεων απέναντι στο λαό. Τη μια μας χαϊδεύουν και τη μια μας χτυπάνε. Το είδαμε και το βλέπουμε και τώρα, στην κρίση. Αυτή η συμπεριφορά ακινητοποιεί και παραλύει τον άνθρωπο και κατ’ επέκταση την κοινωνία. Και στο τέλος γινόμαστε όλοι θύματα των ιδιοκτητών, παράλυτοι ή κλέφτες.

»Το πολύ ενδιαφέρον, που δεν έχω πει ποτέ, είναι ότι ένα πρωί είχα ξυπνήσει κλαίγοντας (γιατί περνούσα έναν μεγάλο χωρισμό τότε) και έλεγα μέσα μου: «τώρα τα μάτια μου είναι τα μάτια του Μάρκου». Επαναλάμβανα μέσα μου αυτή τη φράση, δεν ξέρω γιατί... Σηκώθηκα, ντύθηκα, μου πέρασε, συναντάω την ιδιοκτήτρια του Μάρκου και μου λέει “πάει ο Μάρκος. Στις έξι το πρωί, του βάλανε φόλα και τον βρήκαν νεκρό”. Ψόφιο, δηλαδή, αλλά εγώ θέλω να τον λέω νεκρό. Ήταν ακριβώς η ώρα που είχα ξυπνήσει μέσα στην ταραχή και έλεγα χωρίς να ξέρω γιατί “τα μάτια μου είναι τα μάτια του Μάρκου”. Την ίδια μέρα, κάθισα στα μηχανήματα και έφτιαξα τον “Μάρκο”, γράφοντας λόγια και μουσική ταυτόχρονα».

Έρωτες το καλοκαίρι

«Όταν έκανα το Γκάλοπ, περνούσα έναν μεγάλο ερωτικό χωρισμό, όπως είπα. Δεν ήμουν καλά. Και μέσα από το άλμπουμ αυτό, αναγεννιόμουνα. Καθώς το έγραφα, δηλαδή, γινόμουν καλά. Στην ηχογράφηση του «Έρωτες το καλοκαίρι», θυμάμαι, μέσα στο στούντιο, με είχε πιάσει ένας τρομερός πανικός. Στα καλά καθούμενα! Με γύρισαν σπίτι με ένα μηχανάκι και τηλεφώνησα κατευθείαν στην ψυχολόγο που μου έκανε θεραπεία εκείνη την εποχή.

»Το τραγούδι αυτό μιλάει για έναν έρωτα, ο οποίος καταλήγει να βρίσκεται αποκλεισμένος μέσα στα Μέσα Ενημέρωσης. Βλέπαμε με τον φίλο μου ένα σήριαλ στην τηλεόραση, που διαδραματιζόταν στη Νορμανδία. “Οι Κυρίες της Ακτής” νομίζω ήταν ο τίτλος του και έπαιζε η Fanny Ardant. Σηκώνομαι από το κρεβάτι, αποσύρομαι, πηγαίνω στα μηχανήματα και γράφω το τραγούδι απευθείας. Επειδή ο φίλος μου ήταν μουσικός και είχε και ωραία φωνή, τον κάλεσα να το πούμε μαζί. Στο δίσκο γράψαμε “ο συμμετέχων στην ερμηνεία επιθυμεί την ανωνυμία”, αλλά τώρα μπορώ να αποκαλύψω πως ήταν ο Πάνος Δράκος, που είχε αναλάβει και την ηχοληψία. Ιδιοκτήτης του στούντιο PDR, στο οποίο κάναμε τον δίσκο. Και το Σαμποτάζ και ο Καρυωτάκης και οι Μάσκες Ηλίου εκεί ηχογραφήθηκαν, με αυτό τον άνθρωπο».

Εμιγκρέδες της Ρουμανίας

«Οι στίχοι γράφτηκαν λίγα χρόνια πριν. Αληθινή ιστορία. Έμενα πίσω από την Αμερικάνικη Πρεσβεία στην οδό Τιμολέοντος Φιλήμονος και είχα πάει λίγο παρακάτω, στο σπίτι της Σαββίνας Γιαννάτου στην πλατεία Μαβίλη, όπου έμενε τότε και μένει ακόμα. Φτιάχναμε  τον Καρυωτάκη, νομίζω. Οι Ρουμάνοι, λοιπόν, ήταν στο σπίτι της Σαββίνας. Στον επάνω όροφο. Φτάνω εκεί και ακούω το πιάνο, έβλεπα από την πίσω βεράντα τα τοξοτά μπαλκόνια του μαιευτηρίου της “Έλενας” και είχα την αίσθηση ότι ήμουν κοντά και στην Αμερικάνικη Πρεσβεία. Το παιδάκι των Ρουμάνων, μια μέρα έχασε το κοτοπουλάκι του και το έψαχνε και μας χτύπησε την πόρτα. Είχε κάτι μάτια μεγάλα, φανταστικά. Η γλώσσα που μιλούσαν οι Ρουμάνοι με τραβούσε πάρα πολύ να την ακούω. Κι έτσι έγραψα τους “Εμιγκρέδες της Ρουμανίας”, που κάποιοι μου λένε ότι είναι το πιο ευαίσθητο ελληνικό τραγούδι που γράφτηκε ποτέ για τους μετανάστες».

Ηδύποτο ρουμπινί

«Καθόμουν σε ένα μπαράκι. Το μπαράκι αυτό ήταν μαύρο μέσα, σκοτεινό, αλλά είχε και κάποιες αφίσες, οι οποίες του έδιναν φως, χρώμα, λάμψη. Μία από αυτές, τεράστια και φωτισμένη από πίσω, έδειχνε ένα ποτήρι σε μια παραλία. Εγώ ταξίδεψα πολύ μέσα σε αυτή την αφίσα. Μέσα από αυτό το ποτήρι και σε συνδυασμό με το να το πιεις (που σε ζαλίζει κάπως, φτερουγίζεις και πας αλλού), είδα το άπειρο των επιλογών. Πιστεύω πολύ σε αυτό. Πιστεύω πως όσο κι αν αισθανόμαστε περιορισμένοι από πράγματα και καταστάσεις, οι επιλογές μας είναι άπειρες».

Μάγισσες

«Είχα ρωτήσει τρεις φίλους μου (και πιθανόν εραστές, ας πούμε), ποια ήταν η πιο βαθειά τους επιθυμία. Πώς έχουν την εικόνα της ευτυχίας στο μυαλό τους. Και μου έδωσε ο καθένας από μία εικόνα. Ο ένας, που ήταν μουσικός, μου μίλησε για μια λίμνη γεμάτη κοχύλια και ένα πιάνο με το οποίο έδινε συναυλία. Το έγραψα. Ο δεύτερος, ονειρευόταν να κάνει όργια ρωμαϊκού τύπου. Το έγραψα κι αυτό, με τον τρόπο μου. Ο τρίτος, να ταξιδεύει σε άσπρα άλογα και τα άλογα αυτά σχεδόν να πετάνε. Και το κλου το δικό μου, ήταν πως, ό,τι και να θέλανε αυτοί οι άνθρωποι, αυτό που πραγματικά θέλανε ήταν μια αγκαλιά. Όπως κι εγώ, όπως και όλοι μας. Τo τραγούδι, λοιπόν, είναι η γνώση αυτού το πράγματος και η ευχή να το αποκτήσουμε.

»Η Ντο, που αναφέρω στο τέλος, είναι μια φίλη μου η οποία λέγεται Ντόρια. Ήταν να πάει για μια χρονιά στη Σαντορίνη. Της εύχομαι να πάει εκεί και να βρίσκεται “στην αγκαλιά ενός παιδιού”. Και πραγματικά αυτή η γυναίκα πήγε στη Σαντορίνη και σε μεγάλη ηλικία συνέλαβε ένα παιδί το οποίο, ευτυχώς ή δυστυχώς, δεν ξέρω, το μεγάλωσε μόνη της, μακριά από την Αθήνα, ούσα με πολλά προβλήματα».

Το 9

«Εδώ απαγγέλει ο Πάνος Δράκος, με μπάσα φωνή. Εκείνη την εποχή, που ήμουν αναστατωμένη και περνούσα τα ζόρια τα ερωτικά, τα οποία μετά έγιναν και υπαρξιακά (καταλαβαίνεις…), είχα ένα αγγλοαγλλικό λεξικό της Οξφόρδης, το οποίο είχα μετατρέψει σε εργαλείο μεταφυσικό. Έκανα ερωτήσεις και με βάση τον αριθμό εννέα πάντα (που ήταν ένας σημαντικός αριθμός στη ζωή μου και είναι γενικά ένας μαγικός αριθμός), το άνοιγα τυχαία σε μια σελίδα, ακουμπούσα το δάχτυλό μου και έβλεπα τι έγραφε. Τo άνοιξα εννέα φορές και μου βγήκαν αυτά τα εννέα διαφορετικά και σε πρώτη ανάγνωση ασύνδετα πράγματα, που ακούγονται στο τραγούδι. Η αρχή του τραγουδιού, μιλάει για δανειστές. Λέει “αυτός που δανείζεται, πληρώνει κάθε ζημιά που προκαλεί η αμέλειά του”. Και αμέσως μετά λέει “Σκέτη προφητεία”. Δεν είναι τρομερό; Δεν τα είπα εγώ αυτά τα λόγια. Τα διάβασα!»

Αιμάτινες σκιές από απόσταση

«Η απάντηση στο γράμμα ενός φίλου μου, ο οποίος ήταν πολύ μπερδεμένος και με το ηθικό του πεσμένο. Όταν διάβασα το γράμμα, αισθάνθηκα πως δεν μπορούσα να του απαντήσω απευθείας. Έπρεπε όμως να γράψω μια απάντηση και για τον εαυτό μου και για τους άλλους γύρω μου, που θα βρίσκονταν σε μια ανάλογη κατάσταση. Το “από απόσταση”, είναι η απόσταση που παίρνει κανείς για να δει ορισμένα πράγματα. Τα πράγματα τα βλέπουμε και από μέσα τους, βέβαια, αλλά χρειάζεται να πάρουμε και μια απόσταση, για να αντέξουμε να τα περιγράψουμε. Και “αιμάτινες σκιές” είναι τα πρόσωπα. Γράφω για τα “μακριά δάχτυλα που αγγίζουν τον αρχικό πόνο”, τη φυγή προς το άπειρο και από εκεί (να η απόσταση), βλέπω ότι όλοι είμαστε επώνυμοι συνθέτες ενός μεγάλου επιτραπέζιου παιχνιδιού».

Γκάλοπ

«Κατέβηκα στο περίπτερο να πάρω κάτι και η περιπτερού έκανε λάθη στις συναλλαγές της, από την πολλή ζέστη. Ήταν Σεπτέμβρης. Γυρνάω σπίτι και από το ραδιόφωνο ακούω ένα γκάλοπ, όπου είχαν φέρει το χειμώνα. Λέγανε “Σας αρέσει το καλοκαίρι;”, “σε πόσους αρέσει το καλοκαίρι και σε πόσους ο χειμώνας που έρχεται;”. Κάτι σαχλαμάρες… Μέσα σε αυτό το φτιαχτό, χαζό γκάλοπ που άκουγα, λοιπόν, αισθάνθηκα μια ασφυξία και άρχισα να ταξιδεύω με το μυαλό μου. Βρέθηκα σε μια ευτυχή μελλοντική πολιτεία, όπου από τα σπίτια έβγαινε φως. Το φως δεν το έβγαζαν οι λάμπες, αλλά τα ίδια τα σπίτια, το υλικό από το οποίο είναι φτιαγμένα. Επίσης, φως έβγαζαν και οι άνθρωποι, σαν φωτοστέφανο. “Αυτοί μοιράζονται ακόμα και το τίποτα” λέω. Είναι ένας στίχος για τους ανθρώπους που είναι φτωχοί, ταπεινοί. Έτσι γεννιόμαστε και έτσι φεύγουμε…».

Τη ρωτάω γιατί ονόμασε «Γκάλοπ» τον δίσκο: «Αυτό το τελευταίο τραγούδι, το αγαπώ πολύ. Ονόμασα έτσι ολόκληρο τον δίσκο επειδή όλοι ξέρουμε πόση ψευτιά κρύβουν από πίσω τα γκάλοπ και πόσο σχετικά είναι… Μου άρεσε και σαν λέξη, να σου πω την αλήθεια... Θα μπορούσα να το είχα πει “Δημοσκόπηση”», αλλά είναι μια κάπως αυταρχική στον ήχο της λέξη, ενώ το γκάλοπ ηχεί πιο γλυκά».

30 χρόνια μετά την πρώτη έκδοσή του, το Γκάλοπ παραμένει ένα κρυμμένο μυστικό, ένας δίσκος που λίγοι άνθρωποι έχουν ακούσει, δεδομένης της αξίας του. Την ρωτάω αν είχε πουλήσει στην εποχή του και ακούω ένα απαλό «αααααααχ»: «Μόλις μου έβαλαν στη μύτη φρέζιες, τις έφερε μια γειτόνισσα. Είναι εκπληκτικό το συναίσθημα, χαλάρωσα. Λοιπόν, ποια ήταν η τελευταία σου ερώτηση; Α ναι… Ο δίσκος πήγε καλά. Με δικαίωσε. Τα τραγούδια μου δεν παίζονται πολύ στα ραδιόφωνα, αλλά έχουν επιτυχία σε άλλους κύκλους, εσωτερική και υπόγεια».

Και κάπου εδώ την αφήνω να απολαύσει έναν καφέ με την γειτόνισσά της, μυρίζοντας φρέζιες.

30 χρόνια «Γκάλοπ» Facebook Twitter

Στις 24/3 τo Γκάλοπ της Λένας Πλάτωνος επανεκδίδεται από την αμερικανική Dark Entries σε βινύλιο. Μπορείτε να το παραγγείλετε εδώ: http://www.darkentriesrecords.com/

0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Μας αφορά σήμερα η Lady Gaga;

The Review / Μας αφορά σήμερα η Lady Gaga;

Ο Αλέξανδρος Διακοσάββας και ο δημοσιογράφος Γιάννης Τσιούλης aka Cartoon Dandy συζητούν για την πορεία και τα τελευταία βήματα στη μουσική και κινηματογραφική βιομηχανία μιας από τις μεγαλύτερες ποπ σταρ της τελευταίας 15ετίας και για το πόσο relevant είναι σήμερα.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
10 χρόνια μετά, ακόμη μας στοιχειώνει το «Ταπεινοί Και Πεινασμένοι»

Μουσική / Το «Ταπεινοί Και Πεινασμένοι» του ΛΕΞ ακόμη μας στοιχειώνει

Πέρασαν 10 χρόνια από την κυκλοφορία του πρώτου προσωπικού δίσκου του «Τ.Κ.Π.», που δεν ήταν απλώς ένα σημείο τομής για την εγχώρια ραπ σκηνή. Ήταν κάτι που σε άρπαζε και σε προσγείωνε με το ζόρι στην καθημερινότητα.
ΚΩΣΤΑΣ ΣΑΒΒΟΠΟΥΛΟΣ
Η Bipolia δεν φοβάται να παίζει μουσική στον δρόμο

Μουσική / Η Bipolia δεν φοβάται να παίζει μουσική στον δρόμο

«Είναι σίγουρα πιο χαλαρά στην Κυψέλη, πιο γειτονιά σε σχέση με την Ερμού»: Η νεαρή μουσικός φέρνει αναζωογονητική αύρα στα ελληνικά ροκ και ποπ δεδομένα με το ντεμπούτο άλμπουμ της και τις εμφανίσεις της στους δρόμους της Αθήνας.
ΜΑΡΙΑ ΠΑΠΠΑ
«Βλάσφημο, σατανιστικό, πορνογραφικό»: Η ιστορία του θρυλικού ‘666’, του άλμπουμ που σήμανε το τέλος των Aphrodite’s Child

Μουσική / «Βλάσφημο, σατανιστικό, πορνογραφικό»: Η ιστορία του θρυλικού «666», του άλμπουμ που σήμανε το τέλος των Aphrodite’s Child

Οι εξωφρενικές ιδέες του Νταλί, τα λάγνα φωνητικά της Ειρήνης Παπά και οι διαμάχες του Βαγγέλη Παπαθανασίου με τη δισκογραφική εταιρεία ήταν μόνο μερικά από τα επεισόδια της δημιουργίας ενός μνημειώδους άλμπουμ που επανακυκλοφορεί αυτές τις μέρες σε deluxe έκδοση.
THE LIFO TEAM
«Μόλις νιώσεις σιγουριά ως γυναίκα, θα προσπαθήσουν να σε σπρώξουν προς τα κάτω»

Μουσική / «Μόλις νιώσεις σιγουριά ως γυναίκα, θα προσπαθήσουν να σε σπρώξουν προς τα κάτω»

Aφήνοντας πίσω της την προηγούμενη ζωή της ως νοσοκόμα, μετά από παρότρυνση των ασθενών της να κυνηγήσει τα όνειρά της, η παραγωγός και καλλιτέχνιδα Kelly Lee Owens μιλά για την τελευταία της δουλειά, τις σημαντικές συνεργασίες της και τη μουσική που διαμορφώνει συνειδήσεις και επηρεάζει συναισθήματα.
ΦΩΦΗ ΤΣΕΣΜΕΛΗ
Η σπουδαία επανεκκίνηση της Καμεράτα ως Ορχήστρα του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών

Μουσική / Η συγκινητική επανεκκίνηση της Καμεράτας

Τέσσερα χρόνια, δύο νομοθετικές παρεμβάσεις, τρεις υπουργικές αποφάσεις και μία εκκαθάριση χρειάστηκαν ώστε να μπορέσει η Καμεράτα-Ορχήστρα των Φίλων της Μουσικής να κάνει restart και να επανέλθει ως Ορχήστρα του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Beyoncé εναντίον Beatles: Τα βραβεία Grammy ξεπέρασαν κάθε όριο φαιδρότητας

Μουσική / Beyoncé εναντίον Beatles: Τα βραβεία Grammy ξεπέρασαν κάθε όριο φαιδρότητας

Η υποψηφιότητα ενός ξεχασμένου και μάλλον αδιάφορου κομματιού του Τζον Λένον για το βραβείο του δίσκου της χρονιάς φαίνεται να συμπυκνώνει όλη την σύγχυση και την έλλειψη σοβαρότητας που διακρίνει τον κουρασμένο μηχανισμό κύρους των Grammy.
THE LIFO TEAM
Ο Λευτέρης Παπαδόπουλος αφηγείται τη ζωή του στη LIFO

Γεννήθηκε Σαν Σήμερα / Ο Λευτέρης Παπαδόπουλος αφηγείται τη ζωή του στη LIFO

Δημοσιογράφος, στιχουργός. Θα ήταν ευχαριστημένος αν, απ’ όλα τα τραγούδια του, έμενε στην ιστορία το τετράστιχο: «Το απομεσήμερο έμοιαζε να στέκει, σαν αμάξι γέρικο, στην ανηφοριά».
ΣΤΑΥΡΟΣ ΔΙΟΣΚΟΥΡΙΔΗΣ
Stilpon: Η επιστροφή ενός Έλληνα κοσμοπολίτη του σύγχρονου ροκ

Μουσική / Stilpon: Η επιστροφή ενός Έλληνα κοσμοπολίτη του σύγχρονου ροκ

Ο Στίλπων Νέστωρ μαζί με εκλεκτούς καλεσμένους παρουσιάζουν αυτή την Πέμπτη στην Αθήνα τη νέα του δουλειά που έχει τίτλο «The Second Cloud Commission» και αποτελεί το απόγειο μιας δημιουργικής πορείας στο σύγχρονο ροκ που διανύει τέσσερις δεκαετίες.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Το κονσέρτο που σφράγισε μια βαθιά φιλία

Συμφωνική Μουσική - Ιστορίες / Το κονσέρτο που σφράγισε μια βαθιά φιλία

Η Ματούλα Κουστένη βουτά στα άδυτα μιας βαθιάς φιλίας, αυτής των Γιόζεφ Γιόακιμ και Γιοχάνες Μπραμς, που στηρίχτηκε στην καλλιτεχνική ιδιοφυΐα και τη χημεία αυτών των δύο μουσικών, αφήνοντας ένα μοναδικό ενθύμιο, το Κοντσέρτο για Βιολί και Ορχήστρα που υπογράφει -ποιος άλλος;- o Γιοχάνες Μπραμς.
ΜΑΤΟΥΛΑ ΚΟΥΣΤΕΝΗ
Συναυλία Μαλερ

Μουσική / Ένας έξοχος Μάλερ του Κουρεντζή στο Μέγαρο

Ο Κουρεντζής βημάτισε αργά πάνω στο λεπτό σκοινί που συνδέει το υπαρκτό και του μαγικό, του εδώ και του επέκεινα, και με αδρές κινήσεις δεν παρουσίασε απλώς το Adagietto αλλά εξήγησε στον ακροατή κάθε του συλλαβή
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΧΑΜΠΙΔΗΣ