Let’s step carefully into the dark/Once we’re in, I’ll remember my way around» (Ας μπούμε προσεκτικά μέσα στο σκοτάδι/Μόλις βρεθούμε εκεί θα θυμηθώ τον δρόμο μου), τραγουδάει η Mitski στις πρώτες στροφές του «Valentines, Texas» που ανοίγει το «Laurel Hell», το έκτο άλμπουμ της.
Χρειάστηκαν τουλάχιστον πέντε άλμπουμ και 10 χρόνια περίπου για να καταφέρει να αναγνωριστεί σε ένα ευρύτερο ακροατήριο από το indie cult κοινό που την ακολουθούσε από συναυλία σε συναυλία – οι οποίες έμοιαζαν περισσότερο με θεατρικές περφόρμανς επηρεασμένες από το ιαπωνικό butoh.
Αιτία γι’ αυτό ήταν το προηγούμενο άλμπουμ της «Be The Cowboy» που αποθεώθηκε από τους μουσικοκριτικούς το 2018 όταν κυκλοφόρησε. Η «Guardian» γράφει ότι ήταν το πρώτο της αριστούργημα. Η πορεία της θυμίζει λίγο πολύ αυτή των War on Drugs.
Επίσης, η «Guardian» γράφει με στόμφο ότι είναι η σπουδαιότερη νεαρή Αμερικανίδα τραγουδοποιός. Ένας βαρύς χαρακτηρισμός που τα τελευταία χρόνια ακούμε συχνά για αρκετούς καλλιτέχνες, άσχετα με το φύλο τους. Σε κάνει λίγο να κουνάς το κεφάλι σου, επειδή δεν ξέρεις αν πρόκειται για προωθητική καμπάνια ή αν όντως αληθεύει και δεν είναι υπερβολές της στιγμής. Μπορώ να σκεφτώ 1-2 πρόσφατες περιπτώσεις που το hype φαίνεται ανεξήγητο και περισσότερο εξυπηρετεί μια ανάγκη να ανακαλύψουμε το επόμενο indie rock φαινόμενο.
Το «Laurel Hell» είναι γεμάτο κρυφούς θησαυρούς που ανακαλύπτονται με κάθε ακρόαση και αυτό είναι που το κάνει ένα τόσο γοητευτικό άλμπουμ, έστω κι αν η Mitski προτιμά για ακόμη μια φορά να βουτήξει στο σκοτάδι.
Στην περίπτωση της Mitski όμως, ίσως και να ισχύει. Τέσσερα χρόνια μετά, είναι εμφανές το πόσο μεγάλη επιρροή είχε το «Be The Cowboy» στη νέα γενιά των ανεξάρτητων γυναικών δημιουργών και στον τρόπο που προσεγγίζουν τη μουσική. Θα μπορούσες να το πεις καθοριστικό.
Τα τραγούδια της Mitski μιλάνε για τα προσωπικά της βάσανα και πάθη με μελοδραματικό τρόπο και αποστομωτική ειλικρίνεια. Μοιάζουν περισσότερο με σύντομα διήγηματα.
Η ίδια έχει περιγράψει τη μουσική της σαν έναν χώρο όπου ο κόσμος μπορεί να βάλει όλα τα συναισθήματα του, την ασχήμια του και οτιδήποτε δεν έχει θέση στη ζωή του. «Είμαι σαν μια μαύρη τρύπα όπου οι άνθρωποι πετάνε όλα τα σ…α τους, είτε αυτό είναι η ανάγκη τους για αγάπη ή μίσος και θυμό».
Η έντονη εξομολογητική της διάθεση εξηγεί εν μέρει το συναισθηματικό δέσιμο που δημιουργεί με το ακροατήριό της, κάτι που συχνά την κάνει να αισθάνεται άβολα και κάτω από αφόρητη πίεση. Μια πίεση που το 2019 την έκανε να θέλει να παρατήσει την καριέρα της για να ζήσει σαν κανονικός άνθρωπος και να βρει ένα μέρος για να μείνει και όχι να είναι στον δρόμο συνέχεια, περιοδεύοντας. Πόσταρε ότι μια εμφάνισή της στη Νέα Υόρκη θα είναι η τελευταία της και μετά από αυτό έσβησε όλους τους λογαριασμούς της από τα social media.
Την αποχή της αυτή έσπασε μια περίεργη και εξωφρενική φήμη στο Tumblr που την ήθελε μπλεγμένη σε ένα κύκλωμα εμπορίας παιδιών και ότι κακοποιούσε το άτομο του blog από την ηλικία των 11 ετών μέχρι το 2015 που συναντήθηκαν για τελευταία φορά. Διέψευσε τις φήμες, δηλώνοντας ότι δεν γνωρίζει το άτομο που την καταγγέλλει, ούτε τον λόγο που τη συνέδεσε με το τραύμα του. «Πρέπει να συνεχίσουμε να πιστεύουμε τα θύματα και ελπίζω ότι οι επιζήσαντες εκεί έξω δεν θα αποθαρυνθούν να βγάλουν στο φως τις εμπειρίες τους εξαιτίας αυτής της περίπτωσης».
Η πιο πρόσφατη φήμη που κυκλοφορεί γι’ αυτήν, πάντως, είναι ότι ο πατέρας της ήταν πράκτορας της CIA.
Η Mitski γεννήθηκε στην Ιαπωνία. Το πραγματικό της όνομα είναι Mitsuki Laycock. O πατέρας της είναι Αμερικανός και η μητέρα της Γιαπωνέζα. Εξαιτίας της δουλειάς του πατέρα της –διπλωμάτης–, η οικογένειά της μετακινούνταν συνέχεια σε διάφορα σημεία του πλανήτη. Πέρασαν από την Τσεχία, την Τουρκία, τη Μαλαισία, την Κίνα και το Κονγκό πριν εγκατασταθούν μόνιμα στην Αμερική. Έγραψε το πρώτο της κομμάτι στην ηλικία των 18 και σπούδασε μουσική στη Νέα Υόρκη.
Working for the Knife
Το «Laurel Hell» θεωρείται το άλμπουμ που θα τη βγάλει στο mainstream. Τα τραγούδια είναι πιο ποπ και ο ήχος του έχει αυτήν τη ρέτρο ‘80s αισθητική που έφερε στη μόδα ο Weeknd. Θα ήταν το ιδανικό ντουέτο, αν ο Tesfaye δεν είχε γίνει ένας απλησίαστος πια σούπερ σταρ. Από την άλλη, ποτέ δεν ξέρεις.
Οι επιρροές της ήταν οι Scott Walker, Vangelis, Giorgio Moroder, Iggy Pop, Arthur Russell και οι Hall & Oates. Όλα τα τραγούδια του άλμπουμ τα έχει γράψει μόνη της, εκτός από το «The Only Heartbreaker», στο οποίο συνεργάστηκε με τον Dan Wilson των Semisonic, που έχει γράψει το «Someone Like You» της Adele.
Τα περισσότερα κομμάτια του άλμπουμ γράφτηκαν γύρω στο 2018, οπότε δεν πρόκειται για άλλο ένα άλμπουμ καραντίνας. Η πανδημία ήταν μια θετική εμπειρία, που τη βρήκε να αποκτά μόνιμη κατοικία στο Νάσβιλ. Είναι αρκετά μυστικοπαθής σχετικά με την προσωπική της ζωή.
Γενικά στις συνεντεύξεις της δηλώνει ότι δεν ήθελε να φτιάξει άλλο ένα «Be The Cowboy», αλλά δυστυχώς η νέα της δουλειά δεν καταφέρνει να βγει εντελώς από τη σκιά του. Αρκετοί φαν της φαίνεται να έχουν απογοητευτεί πάντως με αυτήν τη στροφή στην πιο εύπεπτη ποπ. Συνεχίζει να γράφει πολύπλοκα κομμάτια που σε λίγα λεπτά κρύβουν έναν τεράστιο συναισθηματικό κόσμο με διττά νοήματα ακόμη και στις πιο ανάλαφρες στιγμές της, όπως το «Τhat’s Our Lamp» που κλείνει το «Laurel Hell».
Στο εντυπωσιακό «Working for the Knife», που έγραψε για το διάλειμμά της από τα social media, τραγουδά αφοπλιστικά «I always thought the choice was mine/And I was right, but I just chose wrong» («Πάντα θεωρούσα ότι η επιλογή ήταν δική μου/Και είχα δίκιο αλλά επέλεξα λάθος»). Το «Laurel Hell» είναι γεμάτο κρυφούς θησαυρούς που ανακαλύπτονται με κάθε ακρόαση και αυτό είναι που το κάνει ένα τόσο γοητευτικό άλμπουμ, έστω κι αν η Mitski προτιμά για ακόμη μια φορά να βουτήξει στο σκοτάδι.
Mitski - That's Our Lamp
To άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.