ο Jay Z κοντεύει τα 40, είναι πια ο σύζυγος της Beyonce και αναπόφευκτα celebrity, πάμπλουτος, πιο διάσημος από ποτέ, δηλαδή «ξοφλημένος» για ένα μέρος του κοινού που ψάχνει αφορμή για να στήσει τα είδωλα στον τοίχο. Ο Jay Z δεν έχει ελαφρυντικά, δεν δικαιούται να κάνει μια αποτυχία, όλοι τον περιμένουν με καχυποψία για να τον κρίνουν.
Αν εξαιρέσεις το «προβοκατόρικο» όλο αυτό το hype που προηγήθηκε από τα μέσα της προηγούμενης χρονιάς, μέχρι και αυτήν τη στιγμή που το άλμπουμ υπάρχει στα δισκάδικα, το τρίτο στη σειρά «Blueprint» είναι ένας θρίαμβος του Jay Z. Όχι επειδή είναι ένας δίσκος χωρίς ψεγάδια ή χωρίς βαρετές στιγμές, αλλά επειδή ο ίδιος καταφέρνει να είναι στην πρώτη γραμμή μετά από 11 δίσκους και τη στιγμή που εκατοντάδες hip hop νέα ονόματα εμφανίζονται, γίνονται αστέρες για μια νύχτα και χάνονται αυτός εξακολουθεί να χτυπάει κορυφή.
Ο θόρυβος είχε ξεκινήσει μήνες πριν, όταν οι «φήμες» έλεγαν ότι ξεκινούσε να ηχογραφεί για την Def Jam ένα άλμπουμ που θα ήταν ακόμα καλύτερο απ’ το πρώτο «Blueprint» και ακολουθεί ένα reality: το ολοκληρώνει, του το επιστρέφουν να το ξαναδουλέψει, πληρώνει τα δικαιώματα και το αποσύρει για να το κυκλοφορήσει στη δική του εταιρεία. Το άλμπουμ ηχογραφήθηκε στη Χαβάη για να υπάρχει μικρότερος κίνδυνος για διαρροές, με συνεργασίες που είναι αναμενόμενες (Timbaland, Kanye West, Rihanna, Alicia Keys, Kid Cudi, Drake, Pharrel Williams), αλλά και απρόβλεπτες, όπως του Luke Steele των Αυστραλών Empire of The Sun που συμμετέχει στο εντυπωσιακό πρώτο κομμάτι του δίσκου, το «What we talkin’ about».
Η υποδοχή από τα media μπορεί να μην είναι παντού η αναμενόμενη (έχει μαζέψει 65 στα 100 στο metacritic μέχρι στιγμής), αλλά στο μεγαλύτερο μέρος του το «Blueprint 3» είναι ένας πολύ καλός δίσκος. Η πρώτη έκπληξη ήρθε τον προηγούμενο μήνα, όταν κυκλοφόρησε το πρώτο single-δείγμα απ’ τον δίσκο, το «Run this town» με τη Rihanna στα φωνητικά και τον Kanye West στις ρίμες σε ένα από τα καλύτερα κομμάτια του δίσκου. Το αξιοσημείωτο ήταν το sample που χρησιμοποιεί στο κομμάτι από ένα ελληνικό psycho-folk γκρουπ των ‘70s, από το «Someday in Athens» των Τεσσάρων Επιπέδων της Ύπαρξης. Το ίδιο ψυχεδελικό είναι και το μοτίβο του κομματιού «D.O.A.» (Death Of Auto-tune), που χρησιμοποιεί επίσης το «Na na hey hey kiss him goodbye» στο τέλος κάθε στροφής. Οι πολύ δυνατές στιγμές συνεχίζονται στο «On to the next one» με το «D.A.N.C.E.» των Justice να παίζει στο background, το εξαιρετικά «κολλητικό» «Already Home» με τον απίθανο Kid Cudi να παρλάρει πάνω στο κλασικό ρέγγε «Mad mad Iny», το γλυκόπικρο «So Ambitious» με τον Pharel Williams να τραγουδάει στο ρεφρέν «το κίνητρο για μένα είναι να μου λένε τι δεν μπορώ να γίνω».
Το «Blueprint 3» δεν είναι το ίδιο εντυπωσιακό με το πρώτο του 2001, περιέχει 4 τουλάχιστον μέτρια κομμάτια (κανένα κακό), οι ρίμες του αν δεν είσαι Αμερικανός που ξημεροβραδιάζεται με hip hop κουράζουν, έχει ένα αδικαιολόγητα μελό φινάλε με ένα κομμάτι-κλισέ των ‘80s, που δεν το έχει πειράξει καθόλου, απλά βάζει τον Mr. Hudson να τραγουδάει πάνω από το «Forever Young» των Alphaville, στο χειρότερο κομμάτι του δίσκου. Το πιο δηλητηριώδες σχόλιο που γράφτηκε για τον δίσκο ήταν ότι «αν δεν ακουγόταν καθόλου ο Jay Z θα ήταν ένα αριστούργημα» - σχόλιο-καταστροφή, αν είσαι ράπερ του δικού του μεγέθους και ένας από τους πραγματικά καλύτερους που υπάρχουν. Και αυτό που περιέχει το «Blueprint 3» μπορεί να είναι εμπορικό hip hop -πιο εμπορικό δεν γίνεται- αλλά είναι το καλύτερο εμπορικό hip hop που μπορείς να πετύχεις σήμερα.
σχόλια