Οι ΤΕΤΤΤΙΞ είναι ένα σύνολο σύγχρονης μουσικής, που ιδρύθηκε το 2017 από τον Μιχάλη Παρασκάκη με κύριο σκοπό την παρουσίαση έργων νέων συνθετών, χωρίς αυτό να αποκλείει και την εκτέλεση παλιότερων έργων του 20ού αιώνα.
Ο σχηματισμός του είναι ιδιότυπος: συμπεριλαμβάνει όργανα όπως σαξόφωνο, ηλεκτρική κιθάρα και ακορντεόν αλλά καθόλου χάλκινα, και από έγχορδα μόνο κοντραμπάσο. Αποκλίνει από τα συνηθισμένα σύνολα που είναι μια μικρογραφία συμφωνικής ορχήστρας και άρα επιβάλλει τη δημιουργία νέου ρεπερτορίου: πολλά από τα έργα που παρουσιάζουν οι ΤΕΤΤΤΙΞ είναι είτε διασκευασμένα είτε γραμμένα ειδικά γι’ αυτούς. Σ’ αυτό οφείλει το σύνολο και την ηχητική του ταυτότητα· τον «ήχο ΤΕΤΤΤΙΞ».
Οι ΤΕΤΤΤΙΞ παίζουν, όσο γίνεται, χωρίς μαέστρο, γιατί θέλουν να διατηρήσουν τόσο τη συλλογική τους ευθύνη όσο και μια χημεία και μια σκηνική στάση που θυμίζει πιο πολύ ροκ μπάντα παρά «κλασικό» σύνολο. Είναι δεκατρείς μουσικοί, από τους οποίους τέσσερις είναι συνθέτες· αυτό προϋποθέτει δημοκρατικότητα στη λήψη αποφάσεων μέσα από σύγκλιση ισχυρών καλλιτεχνικών προθέσεων.
Κάτι άλλο που χαρακτηρίζει τους ΤΕΤΤΤΙΞ είναι ότι παίζουν μόνο μουσική που οι ίδιοι επιλέγουν, και με τους δικούς τους όρους, κάτι που δεν είναι αυτονόητο: καταρτίζουν μόνοι τους τα προγράμματά τους, αναζητώντας ένα δραματουργικό άξονα που να υποστηρίζει τόσο τα έργα όσο και τις αισθητικές τους προθέσεις. Αντιμετωπίζουν τις εμφανίσεις τους ως παραστάσεις, ως ενιαία θεάματα κι όχι σύμφωνα με το καθιερωμένο σχήμα της «συναυλίας κλασικής μουσικής»· γι’ αυτό και συνεργάζονται με καλλιτέχνες από άλλους χώρους, ώστε κάθε φορά να είναι η σύμπραξη μια διαφορετική παράσταση-εμπειρία.
Ζητήσαμε από τον Μιχάλη Παρασκάκη να μας αφηγηθεί το ταξίδι της «Νόρας» μέχρι το Δημοτικό θέατρο Πειραιά, όπου θα παρουσιαστεί από την Πέμπτη 13 Μαΐου έως το Σάββατο 22 Μαΐου.
Οι εκτελέσεις των έργων στην ταινία έγιναν σε πραγματικό χρόνο· οι ηχογραφήσεις είναι «λάιβ», μ’ όλες τις ατέλειες ενός λάιβ. Ήταν κι αυτό μια καλλιτεχνική απάντηση στα άδεια καθίσματα και στην ιδέα ότι μπορούμε να συνεχίσουμε να κάνουμε τέχνη ο καθένας χωριστά, από τον καναπέ του σπιτιού του.
— Μιχάλη, ποια ήταν η ιδέα σας πίσω από τη δημιουργία αυτής της ταινίας;
Η αρχική ιδέα που τελικά οδήγησε στη NORA TETTTIX γεννήθηκε το 2019, όταν με αφορμή τα 50 χρόνια από τον θάνατο του Γιάννη Χρήστου αρχίσαμε να σχεδιάζουμε μια παράσταση που να συμπεριλαμβάνει έργα του. Όχι «αφιέρωμα», γιατί δεν μας πολυαρέσουν τα αφιερώματα – άσε που είναι λίγο μακάβριο να θυμάσαι τον Χρήστου μόνο σε μια στρογγυλή επέτειο από εκείνο το τραγικό δυστύχημα. Όμως ασχολούμασταν με το έργο του αρκετά χρόνια κι ήταν ευκαιρία για κάτι διαφορετικό: πλάι σε δύο έργα νέων συνθετών, η Αναπαράστασις Ι «ο Βαρύτονος» και τα Έξι τραγούδια πάνω σε ποίηση Τ.Σ. Έλιοτ, αυτά όμως ενορχηστρωμένα ειδικά για το σύνολο από τον Νίκο Ιωακείμ.
Η ιδέα ήταν να ιδωθούν με μια σύγχρονη ματιά, συνομιλώντας ταυτόχρονα με την Αναπαράσταση – πώς θά ‘ταν άραγε αν τα είχε ξαναενορχηστρώσει ο ίδιος, ας πούμε το 1969, λίγο πριν τον αδόκητο χαμό του; Και να τραγουδηθούν όχι από μέτζο σοπράνο, αλλά από άνδρα ροκ τραγουδιστή, σε μια απόπειρα να αποκαλυφθούν απρόβλεπτες διαστάσεις τους.
Συζητήσαμε από την αρχή την ιδέα με την οικογένεια του Γιάννη Χρήστου, που μας έδωσε τη συγκατάθεσή της και μας ενθάρρυνε να προχωρήσουμε. Ενέσκηψε όμως η πανδημία· οι ζωντανές εκτελέσεις σταμάτησαν, και φτάσαμε στο τέλος του 2020 να εξετάζουμε την πιθανότητα να μετατραπεί εκείνη η αρχική ιδέα σε κάτι που θα μεταδιδόταν διαδικτυακά.
— Όλο το πρότζεκτ το αναπτύξατε στην πανδημία, μάλιστα δεν επιλέξατε ένα live streaming, αλλά αποφασίσατε να κάνετε κάτι πολύ πιο δύσκολο σε επίπεδο παραγωγής. Μίλησέ μου για την άποψή και την προσέγγισή σας.
Η επιλογή του live streaming δεν μας έπειθε ως προς το αποτέλεσμα ούτε θέλαμε να την αποδεχτούμε ως υποκατάστατο της ζωντανής εμφάνισης. Σε αυτόν τον ατέλειωτο χρόνο του εγκλεισμού, και της μετατροπής μας σε νεκροζώντανα όντα της αναμονής, παρατηρήσαμε με μεγάλο ενδιαφέρον τα live streaming και τις βιντεοσκοπημένες παραστάσεις, αυτό το σχεδόν νέο είδος εικόνων που προσφέρθηκε σε πληθώρα. Ήταν λες και, μέσα από αυτήν την εμφατική προσφορά, έπρεπε να καλυφθεί μια ανάγκη. Ή μάλλον να αποσιωπηθεί, να μην εκφραστεί, αφού έτσι κι αλλιώς είχε γίνει γρήγορα εμφανές ότι το βίντεο ως υποκατάστατο ενισχύει παρά θεραπεύει τη νοσταλγία του «αυθεντικού».
Κοινός τόπος όσων βίντεο παρακολουθήσαμε ήταν η άρνηση της κάμερας να συμπεριλάβει τον εκτός πεδίου χώρο: τα άδεια καθίσματα, τα ερημωμένα θέατρα, την πόλη όπου απαγορεύεται να περπατήσεις. Σκεφτήκαμε ότι δεν γίνεται η κάμερα να κοιτάζει εμμονικά προς τη σκηνή, παριστάνοντας ότι το εκτός πεδίου δεν παίζει κανέναν ρόλο. Με άλλα λόγια, δεν γίνεται να στρέφουμε την πλάτη στην έλλειψη, λες και τα πράγματα μπορούν να λειτουργούν χωρίς αυτή. Αν ο χώρος της έλλειψης γίνει σκηνικός χώρος, τότε μπορεί ίσως να αναδυθεί μια νέα πράξη, που δεν θα νοσταλγεί καθηλωμένη.
Στραφήκαμε προς την πιθανότητα να γίνει μια ταινία – όχι απλώς μια βιντεοσκόπηση δηλαδή, αλλά κάτι ευρύτερο, κάτι υβριδικό ως είδος. Κι εκεί συναντήθηκαν οι ΤΕΤΤΤΙΞ με τον Κωνσταντίνο Σαμαρά και τη Δάφνη Χαιρετάκη για να γεννηθεί η NORA TETTTIX, μια ταινία όπου η δραματουργία υπαγορεύεται από τις πλήρεις εκτελέσεις των τεσσάρων μουσικών έργων που περιέχει, και η μυθοπλασία με τη σειρά της περιβάλλει και ενώνεται αξεδιάλυτα με τη ζωντανή μουσική πράξη.
Το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά κεντρίστηκε από το εγχείρημα και μπήκε συμπαραγωγός, διαθέτοντας τους χώρους του, όπου έγιναν οι ηχογραφήσεις και τα γυρίσματα, αλλά και διαδραματίζεται η ταινία NORA TETTTIX – αφού η ταινία έρχεται εύλογα να συνομιλήσει με το παρόν μας: με τις συνθήκες εγκλεισμού, την έρημη πόλη, το πάγωμα των ζωντανών καλλιτεχνικών εκδηλώσεων, τα κλειστά θέατρα και την απουσία του κοινού.
Οι εκτελέσεις των έργων στην ταινία έγιναν σε πραγματικό χρόνο· οι ηχογραφήσεις είναι «λάιβ», μ’ όλες τις ατέλειες ενός λάιβ. Ήταν κι αυτό μια καλλιτεχνική απάντηση στα άδεια καθίσματα και στην ιδέα ότι μπορούμε να συνεχίσουμε να κάνουμε τέχνη ο καθένας χωριστά, από τον καναπέ του σπιτιού του. Το να ηχογραφούσαμε τα έργα σε στούντιο και μετά να τα βάζαμε πλεϊμπάκ πάνω στις βιντεοσκοπημένες εκτελέσεις φάνταζε, αν μη τι άλλο, αταίριαστο.
— Πώς θα χαρακτήριζες την ταινία σας αυτή, τη νέα σας παραγωγή;
Η NORA TETTTIX, αν πρέπει να χαρακτηριστεί κάπως, είναι προφανώς μια «μουσική ταινία». Απλώς, σε αυτές τις δύο λέξεις, έχουμε την εντύπωση ότι η μουσική δεν είναι το επίθετο που χαρακτηρίζει την ταινία, αλλά ένα αυτόνομο ουσιαστικό. Υπάρχει η μουσική, υπάρχει και η ταινία. Μπορεί να συναντιούνται στον ενδιάμεσο χώρο, μπορεί ακόμα και το ένα να γίνεται ο ομόκεντρος κύκλος που αγκαλιάζει το άλλο· δεν έχει σημασία να υπαγορεύσουμε εμείς με ποιους όρους θα αντιληφθεί κανείς αυτή τη συνάντηση.
Πάντως, αν φανταστούμε τα πράγματα διαχωρισμένα, ίσως μπορούμε να φανταστούμε και άλλους όρους για τη συνάντησή τους. Ίσως, μάλιστα, μόνο έτσι μπορούν να γίνουν ένα.
Στην Αναπαράσταση, ο Χρήστου ξεδιπλώνει το δράμα ενός βαρύτονου που αδυνατεί να υπάρξει ως βαρύτονος. Στο στόμα του μπαίνουν συνθλιμμένα τα λόγια του φύλακα-φάρου από τον Αγαμέμνονα του Αισχύλου, που ζητάει από τους θεούς να τον απαλλάξουν από τον ρόλο του. Αυτή η «Απαλλαγή!» γίνεται η προαιώνια κραυγή μιας πράξης που μετατοπίζει τα όρια του ρόλου, τα καταργεί, τα κάνει να τρέμουν. Πρόκειται σίγουρα για ένα έδαφος επισφαλές, που μοιάζει με κινούμενη άμμο. Για να φτάσει κανείς εκεί όμως, πρέπει να ξεκινήσει από τα διαχωρισμένα πράγματα, που μέσα στον διαχωρισμό τους εγγυώνται μια εσωτερική ενότητα.
— Πώς συνδέετε τους δυο πόλους της παραγωγής σας, τη μουσική σας και την ταινία;
Με τους ίδιους όρους, στην ταινία NORA TETTTIX υπάρχει και η Νόρα, υπάρχουν και οι ΤΕΤΤΤΙΞ. Και ανάμεσά τους, υπάρχει ένας αχανής χώρος που τους χωρίζει και τους ενώνει. Ένας κενός χώρος που μπορεί να είναι τα πάντα: θεατρική σκηνή, κρυψώνα, λαβύρινθος, αίθουσα αναμονής, κτίσμα προς κατάληψη, σταθμός μιας περιπλάνησης. Κάθε τι άδειο προσφέρεται για λεηλασία, και την ίδια στιγμή αντιστέκεται επειδή μοιάζει ήδη λεηλατημένο.
Έτσι και η ταινία θέλαμε να είναι γεμάτη από την υπόσχεση μιας συνάντησης, αλλά και αρκετά άδεια, ώστε ο καθένας να μπορεί να την κάνει ό,τι θέλει. Αυτό κάνουν και με το θέατρο οι δύο πόλοι της ταινίας, η Νόρα και οι ΤΕΤΤΤΙΞ: ό,τι θέλουν – ή τέλος πάντων ό,τι χρειάζεται. Πράγμα που, από μόνο του, είναι πλέον ικανό να επισύρει ενοχές και καχυποψία για τη στοιχειωδέστερη των πράξεων, ακόμα και των σκέψεων. Κάτι που μοιάζει άλλοτε με Κάφκα, και άλλοτε με Μπέκετ.
eαρ fεστιβάλ 21 - Πρόγραμμα διαδικτυακών προβολών στο www.dithepi.gr
ΤΕΤΤΤΙΞ και οι Κωνσταντίνος Σαμαράς, Δάφνη Χαιρετάκη
NORA TETTTIX
Από Πέμπτη 13 Μαΐου έως Κυριακή 16 Μαΐου και από Τετάρτη 19 Μαΐου έως Σάββατο 22 Μαΐου
21:00
Σκηνοθεσία: Κωνσταντίνος Σαμαράς και Δάφνη Χαιρετάκη
Ήχος: Γιάννης Καραμήτρος
Μουσική ηχοληψία: Μπράιαν Κουν
Παίζουν: Μαρία Κυρώζη, Αλέξανδρος Βαρδαξόγλου, Ειρήνη Αμανατιάδου, Νίκος Γαλενιανός, Γιώργος Ζιάβρας, Παναγιώτης Ζιάβρας, Νίκος Ιωακείμ, Άνα Κίφου, Έλενα Κρασάκη, Κατερίνα Κωνσταντούρου, Σίσσυ Μακροπούλου, Χάρης Παζαρούλας, Μιχάλης Παρασκάκης, Σταμάτης Πασόπουλος, Ρέα Πικίου, Μίσλαβ Ρέζιτς, Αιμιλιανός Σταματάκης, Γκουΐντο ντε Φλάβιις
Παραγωγή: ΤΕΤΤΤΙΞ και Allonsanfànfilms
Συμπαραγωγός: Δημοτικό Θέατρο Πειραιά
Μουσικά έργα:
Θανάσης Δεληγιάννης, Εμμένη
Γιάννης Χρήστου, 6 Τραγούδια σε ποίηση Τ.Σ. Έλιοτ (ενορχήστρωση/διασκευή: Νίκος Ιωακείμ)
Μιχάλης Παρασκάκης, Άμετρο Πρελούδιο
Γιάννης Χρήστου, Αναπαράστασις Ι «ο Βαρύτονος» ΑΣΤΡΩΝΚΑΤΟΙΔΑΝΥΚΤΕΡΩΝΟΜΗΓΥΡΙΝ
Σοπράνο: Έλενα Κρασάκη
Βαρύτονος: Μιχάλης Παρασκάκης
Ροκ τραγουδιστής: Αιμιλιανός Σταματάκης
Διεύθυνση: Γιώργος Ζιάβρας, Νίκος Ιωακείμ
ΤΕΤΤΤΙΞ
Στην Αναπαράσταση Ι λαμβάνουν επίσης μέρος οι: Μπάμπης Καρασαββίδης, Νίκος Καρύδης, Μαρίνα Κολοβού, Καλλιόπη Μητροπούλου, Στέλιος Μίχας, Δανάη Μπλέτσα, Ντάβιντ Ντόκιτς, Στέλιος Παπαναστάσης