→IDEAL. Βλέποντας non-stop τους τέσσερις κύκλους από το εξαιρετικό sitcom του BBC που γράφει και σκηνοθετεί ο Graham Duff με πρωταγωνιστή τον απίθανο Johnny Vegas, κι ενώ συνειδητοποιείς ότι όλα διαδραματίζονται σε ένα διαμέρισμα του Μάντσεστερ χωρίς ούτε ένα εξωτερικό γύρισμα, σε πιάνει απελπισία για τα σίριαλ της ελληνικής τηλεόρασης. Συμπτωματικά, μόλις είχε τελειώσει ο τέταρτος κύκλος του «Ideal» (ο πέμπτος κυκλοφορεί τον Ιούλιο σε DVD, ενώ στο τέλος του καλοκαιριού θα προβληθεί στην αγγλική τηλεόραση ο έκτος), άκουσα μια συζήτηση με ανθρώπους που προφανώς ήταν στελέχη της TV να γκρινιάζουν στο διπλανό τραπέζι για τις περικοπές στα σίριαλ και τις (ακόμα πιο) φτωχές παραγωγές που ετοιμάζονται για το φετινό φθινόπωρο. Οk, μπορεί να μην υπάρχει χρήμα για ακριβές παραγωγές, αλλά το πραγματικό πρόβλημα είναι ότι (με ελάχιστες εξαιρέσεις) τα σενάρια στα ελληνικά σίριαλ είναι για κλάματα. Επιστρέφοντας στο «Ideal», ακόμα κι αν κάποιος τολμούσε στην Ελλάδα να εγκρίνει σίριαλ με κεντρικό ήρωα έναν ντίλερ ινδικής κάνναβης (απ' όπου και το I deal), δεν υπήρχε περίπτωση να μην αναγκάζονταν να το κόψουν στο δεύτερο επεισόδιο (και όχι φυσικά μόνο για τα κατ' επανάληψη γκέι φιλιά). Ο Μοζ είναι σχεδόν μονίμως κλεισμένος μέσα στο διαμέρισμά του πίνοντας μπάφους και βγάζει τα προς το ζην από την πώληση χασίς σε ένα πλήθος εξωφρενικών χαρακτήρων που παρελαύνει ασταμάτητα και περιλαμβάνει: έναν μπάτσο-πρώην ρέιβερ που του προμηθεύει «υλικό» απ' τις κατασχέσεις της αστυνομίας, έναν Ινδό DJ που καυχιέται για τα white label που διαθέτει (οι δύο τελευταίοι έχουν σεξουαλικές σχέσεις με τη γυναίκα του), τη νεαρή γειτόνισσα-μπέιμπι σίτερ που μένει έγκυος από τον 15χρονο που «φροντίζει» (και γεννάει το παιδί του), τον Cartoon Head, δηλαδή έναν εγκληματία που έχει μόνιμα κολλημένη μια μάσκα ποντικού στο πρόσωπό του κι ο οποίος κόβει τις παλάμες απ' τους ανθρώπους που σκοτώνει, τη νεκρόφιλη γειτόνισσα που είναι ερωτευμένη με τον Μοζ και από τον τρίτο κύκλο κυκλοφορεί με μάσκα σφήκας, τον φανταχτερό γκέι γείτονα που σε κάθε σκηνή εμφανίζεται με νέο γκόμενο (τον παίζει ο ίδιος ο Graham Duff), έναν καλλιεργητή οικολογικών λαχανικών με τη Γιαπωνέζα γυναίκα του, έναν κακοποιό σε αναστολή και την Ισπανίδα φίλη του (την οποία γνώρισε όταν είχε χάσει τη μνήμη της και την έπεισε ότι ήταν ζευγάρι) και ένα σωρό ακόμα χαρακτήρες στα όρια του σουρεαλιστικού. Η σειρά, που παρεμπιπτόντως προβάλλεται από το BBC3 στις 10:30 το βράδυ και όχι μετά τα μεσάνυχτα, παρουσιάζει εντελώς ρεαλιστικά τη ζωή στο Μάντσεστερ του σήμερα, έστω και μέσα από τους ανθρώπους που από πολλούς θεωρούνται περιθώριο, αλλά τελικά δεν είναι παρά το πιο μεγάλο μέρος της κοινωνίας, σχολιάζοντας με πολύ έξυπνο τρόπο την οικονομική και κοινωνική κατάσταση της βόρειας Αγγλίας. Δεν αφήνει ασχολίαστο τίποτα, ούτε καν τη θρησκεία (σε μια σκηνή εμφανίζεται ο Χριστός με τη μορφή του Mark E. Smith!). Μεγάλο ατού της σειράς είναι η μουσική που επιλέγει ο ίδιος ο σκηνοθέτης και έχει προκαλέσει ένα σωρό συζητήσεις στο φόρουμ του BBC από την πρώτη στιγμή και που περιλαμβάνει κομμάτια των Broadcast, Throbbing Gristle, Radian, Eyeless In Gaza, Fall, Skream, Colin Newman, το «Voodoo Ray» του A Guy Called Gerald και άλλα πολλά, στη γραμμή ακριβώς δηλαδή που το underground συναντάει το mainstream (ακούγονται και Primal Scream, Pulp και Tricky). Ένα σίριαλ με ατάκες πανέξυπνες και ξεκαρδιστικές, υψηλού επιπέδου, ακόμα κι όταν γίνεται αφελής «λαϊκή φάρσα» με χαρακτήρες ακραίους αλλά συμπαθείς, με σλάπστικ βία που ξαφνιάζει και συγκινητικές στιγμές που σε επαναφέρουν στην πραγματικότητα, ένα σίριαλ που το βλέπεις και το ζηλεύεις.
→THE PURPLE BRAIN. Ακούγοντας (πολύ)αναμενόμενα άλμπουμ από νέους μουσικούς που είναι θέμα σχολιασμού τις τελευταίες μέρες, αντιλαμβάνομαι ότι το πρόβλημα με τη νέα χορευτική μουσική (που στην ουσία δεν τη χρησιμοποιεί κανείς για χορό, περισσότερο προσφέρεται για να χτυπήσεις ρυθμικά το πόδι σου) είναι ότι όλα τα κομμάτια είναι τόσο ίδια μεταξύ τους, που σπάνια πετυχαίνεις πια κάτι αναγνωρίσιμο, που να μπορείς με τη δεύτερη ακρόαση να θυμάσαι τι είναι. Ακούς ένα άλμπουμ και σου θυμίζει άλλα δέκα. Το πρώτο (και πολύ καλό) άλμπουμ του Lorn («Nothing Else»), για παράδειγμα, που κυκλοφορεί στην εταιρεία Brainfeeder του Flying Lotus ξεκινάει πολύ ελπιδοφόρα με ρυθμικά κομμάτια, με μελωδίες να στροβιλίζονται γύρω από κοφτά επιθετικά μπιτ και μετά βουλιάζει σε μια σκοτεινιά και μια μελαγχολία που παραπέμπουν σε ένα σωρό ηλεκτρονικά άλμπουμ που έχτισαν την ηλεκτρονική σκηνή των '90s και των '00s μέχρι το πρώιμο dubstep. Κατά στιγμές εξαιρετικό, αλλά δύσκολα αναγνωρίζεις τον ήχο του ανάμεσα στα δεκάδες παρόμοια που κυκλοφορούν πια σωρηδόν. Κι ο Lorn είναι απ' τις πιο ενδιαφέρουσες περιπτώσεις. Το νέο άλμπουμ του Paul White, «The Purple brain», με τα ψυχεδελικά sample του Σουηδού εκκεντρικού μουσικού S.T. Mikael μπορεί να κυκλοφορεί από τη Stones Throw, αλλά είναι πολύ κατώτερο από το περσινό του «The Strange dreams of Paul White», που διέθετε τουλάχιστον τη φρεσκάδα ενός μουσικού που πειραματίστηκε πολύ πετυχημένα με τα beat tape. Το μόνο ενδιαφέρον μέσα στον βαρετό αχταρμά που έχει προκύψει είναι τα sample απ' τα ορίτζιναλ, σε έναν δίσκο που μπορεί να μην είναι κακός, αλλά είναι τόσο επίπεδος που τελειώνει και δεν σου έχει αφήσει τίποτα.
→DOO DOO RUN. Κι ενώ η «χορευτική» μουσική έχει αρχίσει να επαναλαμβάνεται επικίνδυνα τον τελευταίο καιρό, ορίστε μία ενδιαφέρουσα πρόταση από τον Eric Copeland, βασικό μέλος των Νεοϋορκέζων Black Dice και μισό των Terrestrial Tones: ένα νέο single που αφήνει μεγάλες υποσχέσεις για το επερχόμενο άλμπουμ του, στο οποίο ανακατεύει το dub, τα παράξενα φωνητικά και το garage rock με το ροκαμπίλι των '50s σε ένα από τα καλύτερα single που ακούστηκαν φέτος (το «Doo Doo Run/Fundinkdeath»). Ένας μεταλλαγμένος Phil Spector για τις μέρες της κρίσης.
•TEN FOR MY I-POD: baby guru-untitled album, eric copeland-doo doo run, lorn-nothing else, paul white-the purple brain, monopoly-paramatma, castablast-i can hear you now (ep), future sound of london-cascade, σωτήρης κοματσιούλης-σαν τον άνεμο, rooms in negative-cabin/port/garden/rooftop bar, caribou-swim
σχόλια