Πέθανε ο σκηνοθέτης, ηθοποιός και λογοτέχνης Ντάριο Φο, βραβευμένος με Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1997, σε ηλικία 90 ετών. Ο θάνατός του οφείλεται σε πνευμονία. Η ιταλική Corriere della Sera ανέφερε ότι ο Φο υπέφερε από προβλήματα στους πνεύμονες για μήνες και είχε νοσηλευτεί για τουλάχιστον 12 ημέρες.
Θεατρικός συγγραφέας, ηθοποιός, σκηνοθέτης, εικονογράφος, ζωγράφος, σκηνογράφος, ακτιβιστής και πολλά άλλα, ο Ντάριο Φο τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1997. Με τη σύζυγό του Φράνκα Ράμε, για πάνω από 50 χρόνια, έχουν «ξεσηκώσει» τον ιταλικό κόσμο της τέχνης, γράφει ο ιταλικός Τύπος.
«Είχε μετατρέψει τη ζωή του σε τέχνη», αναφέρει χαρακτηριστικά η εφημερίδα Repubblica. Ο Ιταλός πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι έστειλε τα συλλυπητήριά του, την Πέμπτη το πρωί. «Με την απώλεια του Ντάριο Φο, η Ιταλία χάνει έναν από τους πρωταγωνιστές του θεάτρου, του πολιτισμού και της πολιτικής ζωής της χώρας», δήλωσε ο Renzi. « Η σάτιρα του, η έρευνα, η εργασία του στο σχεδιασμό σκηνικών και οι ευέλικτες καλλιτεχνικές δραστηριότητες του είναι η κληρονομιά ενός από τους μεγαλύτερους Ιταλούς του κόσμου.» καταλήγει ο Ρέντσι.
Σε όλη του σχεδόν την καλλιτεχνική σταδιοδρομία, είχε στο πλευρό του τη σύζυγό του και ηθοποιό Φράνκα Ράμε. Αντισυμβατικός, με μοναδικό ταλέντο στον αυτοσχεδιασμό, ο Ντάριο Φο είχε αναπτύξει και εντονότατη πολιτική δράση: στην δεκαετία του '70 είχε στηρίξει, μεταξύ, των άλλων, τον αγώνα των ελλήνων αντιστασιακών κατά της χούντας των συνταγματαρχών.
Το 1969 είχε υπερασπισθεί τον Ιταλό αναρχικό Tζουσέπε Πινέλλι, ο οποίος είχε κατηγορηθεί αδίκως για θανατηφόρα βομβιστική έκρηξη στο Μιλάνο. Ο Πινέλι έπεσε από παράθυρο της αστυνομικής διεύθυνσης του Μιλάνου κατά την διάρκεια της ανάκρισής του και μεγάλο μέρος της ιταλικής κοινής γνώμης, αλλά και τον διανοουμένων , υποστήριξε με έμφαση ότι ο θάνατός του δεν οφειλόταν σε αυτοκτονία. Ο Φο, για την όλη αυτή ιστορία αποφάσισε να γράψει το έργο- καταγγελία «ο Τυχαίος θάνατος ενός αναρχικού». Tην τελευταία περίοδο της ζωής του, ο Ιταλός σκηνοθέτης, συγγραφέας και ηθοποιός είχε αποφασίσει να στηρίξει το Κίνημα Πέντε Αστέρων του Μπέπε Γκρίλλο.
Στις αμέτρητες συνεργασίες του Ντάριο Φο, πρέπει να θυμίσουμε και εκείνη με το Θέατρο Τέχνης του Κάρολο Κουν, που πρώτο ανέβασε στην Ελλάδα το έργο «Ισαβέλα τρεις καραβέλλες και ένας παραμυθάς», την περίοδο 1974-1975. Λόγω της αυτόνομης, ελεύθερης και ασυμβίβαστης σκέψης του, ο Ιταλός νομπελίστας είχε αναγκαστεί να διακόψει, για σειρά ετών, και την συνεργασία του και με την δημόσια τηλεόραση Rai.
Ο Ντάριο Φο γεννήθηκε στις 24 Μαρτίου του 1926 στο Σαν Τζιάνο της επαρχίας Βαρέζε. Σπουδάζει στην Ακαδημία Τεχνών της Μπρέρα το Μιλάνο αλλά δεν αργεί να ανακαλύψει την έφεσή του για το θέατρο και τη σάτυρα. Γρήγορα γίνεται από τους γνωστότερους ηθοποιούς και συγγραφείς του ιταλικού θεάτρου, ένας γνήσιος απόγονος των μεσαιωνικών παλιάτσων και τροβαδούρων. Μαζί με τη σύζυγό του Φράνκα Ράμε θα ανεβάσουν πολιτικά έργα που θα έχουν προβλήματα με τη λογοκρισία και θα εξασκηθούν σε ένα είδος λαϊκού θεάτρου που ανεβαίνει σε εργοστάσια, σε δρόμους, σε πλατείες. Το 1997 κερδίζει το Νόμπελ Λογοτεχνίας.
Έγραψε για το έργο του συγγραφέα η Ελένη Βαροπούλου στο Βήμα: "
"Ο Ντάριο Φο γονιμοποίησε τις μεγάλες θεατρικές παραδόσεις από τους λαϊκούς αφηγητές, την Κομέντια ντελ Αρτε, τους κλόουν, μίμους και καμπαρετίστες ως την αγκίτ-προπ και τα κριτικά, μορφοπλαστικά εγχειρήματα πρωτοπόρων του 20ού αιώνα όπως ο Μαγιακόφσκι. Ιδιοφυής, εκρηκτικός, πνευματώδης, αφομοίωνε τις αντιδράσεις των θεατών και τις επενέδυε παραγωγικά στη γραφή του. Ηταν ο σχοινοβάτης που εξισορροπούσε μεταξύ προφορικού και γραπτού λόγου, ανάμεσα στα αιτήματα για αυτοσχεδιαστική έκφραση και λογοτεχνικότητα.
Ενεργοποιώντας την κωμωδία, τη φάρσα, την πολιτικο-σατιρική επιθεώρηση, το σκετς, όλες τις μορφές του κωμικού γένους, ηγήθηκε ενός «εναλλακτικού θεάτρου», πολιτικού και λαϊκού όπου η θεατρική πράξη συναντούσε την πολιτική δραστηριότητα.
Ο θεατρίνος και αγκιτάτορας Ντάριο Φο, με το θαυμαστό ταμπεραμέντο και τη σκηνική μαεστρία, προερχόμενος από τα μέρη της βορειοϊταλικής Λάγκο Ματζόρε και από ένα οικογενειακό περιβάλλον παρτιζάνων και παραμυθάδων, ανακάλυψε στην Μπρέρα όπου είχε φτάσει, εικοσάχρονος, για σπουδές αρχιτεκτονικής, πώς οι καθεδρικοί ναοί, οι υπέροχες ρομανικές εκκλησίες, ήταν έργα χιλιάδων εργατών, ενός πλήθους από ανώνυμους τεχνίτες, προτού είναι έργο του επώνυμου αρχιτέκτονα, δασκάλου. Τις λαϊκές φωνές θέλησε από τότε να μεταφέρει στο θέατρό του πανηγυρικά ο Φο. Σε ένα θέατρο που αποκαθίσταται το ίδιο ως χώρος των πολιτών μέσα στην πόλη καθώς σ' αυτό γίνεται λόγος για τα κοινά με τρόπο άμεσο και απλό. Καθώς το ιστορικό παρελθόν ζυμώνεται με την επικαιρότητα και καθημερινότητα, καθώς οι λαϊκές διηγήσεις μετατρέπονται σε σωματική επίδειξη, δράση, αναπαράσταση."
σχόλια