Το 1850, μια σειρά από άμαξες πλησιάζει την Απαγορευμένη Πόλη, μεταφέροντας τριάντα από τις ωραιότερες κοπέλες που είχαν επιλέξει οι απεσταλμένοι του αυτοκράτορα, διατρέχοντας την αυτοκρατορία από άκρη σε άκρη. Οι κοπέλες προορίζονται να ανανεώσουν το χαρέμι του Xianfeng, η λειτουργία του οποίου ρυθμιζόταν από αυστηρό πρωτόκολλο. Ανάμεσα στις κοπέλες βρίσκεται η δεκαεξάχρονη Τσισί, κόρη ενός υπαλλήλου, που επρόκειτο να γίνει η πιο σηµαντική γυναίκα στην κινεζική ιστορία και να κυβερνήσει τη χώρα για δεκαετίες. Τη μυθική ζωή της αυτοκράτειρας Τσισί αφηγείται η διάσημη συγγραφέας των «Αγριόκυκνων», Γιουνγκ Τσανγκ, στο βιβλίο της «Η παλλακίδα που δημιούργησε τη σύγχρονη Κίνα: Η κληρονόμος αυτοκράτειρα Τσισί» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη.
Μια εύνοια της τύχης ήταν αυτή που έκανε την Τσισί με τα «λαμπρά κι εκφραστικά μάτια» να ξεχωρίσει, αν και με βάση την ιεραρχία ήταν παλλακίδα τρίτης κατηγορίας: ήταν η μόνη που κατάφερε να χαρίσει στον αυτοκράτορα έναν γιο, πριν αυτός πεθάνει το 1861. Το πεντάχρονο αγόρι στέφεται αυτοκράτορας, η ίδια όμως με βάση το πρωτόκολλο έχει ήδη διωχθεί από τον πυρήνα της Απαγορευμένης Πόλης. Δεν θα μείνει για πολύ με σταυρωμένα χέρια: θα ανατρέψει με πραξικόπημα τους αντιβασιλείς που είχε ορίσει ο σύζυγός της, φοβούμενος ότι εκείνη θα παρεμβαίνει στην κυβερνητική εξουσία, και θα πάρει τις τύχες της Κίνας στα χέρια της για τα περισσότερα από τα επόμενα 47 χρόνια.
Η Γιουνγκ Τσανγκ, γι' αυτή την εγκεκριμένη βιογραφία, βασίζεται σε αρχεία και στοιχεία που δεν ήταν διαθέσιµα ως σήµερα, κυρίως σε κινεζικά, ιστορικά έγγραφα, όπως αυλικά αρχεία, επίσηµη και ιδιωτική αλληλογραφία, ηµερολόγια και µαρτυρίες – το αποτέλεσμα, ωστόσο, είναι αμφιλεγόμενο.
«Αν και έχω ακούσει πολλά σχετικά με τη βασίλισσα Βικτωρία, δεν νομίζω ότι η ζωή της είναι ούτε κατά το ήμισυ ενδιαφέρουσα και γεμάτη σαν τη δική μου», παρατήρησε κάποτε η αυτοκράτειρα Τσισί για τη σύγχρονή της βασίλισσα. Το σχόλιο αυτό δεν απέχει πολύ από την πραγματικότητα. Μια σειρά από πραξικοπήματα, δηλητηριάσεις και δολοφονίες την κράτησαν στον θρόνο μέχρι τον θάνατό της, το 1908. Η Δύση δεν γνώριζε πολλά μέχρι σήμερα για την Κληρονόμο Αυτοκράτειρα, οπότε το βιβλίο συγκεντρώνει όλα τα βλέμματα πάνω του. Η Γιουνγκ Τσανγκ, γι' αυτή την εγκεκριμένη βιογραφία, βασίζεται σε αρχεία και στοιχεία που δεν ήταν διαθέσιµα ως σήµερα, κυρίως σε κινεζικά, ιστορικά έγγραφα, όπως αυλικά αρχεία, επίσηµη και ιδιωτική αλληλογραφία, ηµερολόγια και µαρτυρίες – το αποτέλεσμα, ωστόσο, είναι αμφιλεγόμενο.
Η συγγραφέας επιχειρεί να αναθεωρήσει την εδώ και δεκαετίες επικρατούσα άποψη για την Τσισί, η οποία λίγο πολύ περιγραφόταν ως ένα πλάσμα λάγνο και σκληρό, που για να κρατήσει την εξουσία έβαψε τα χέρια της με το αίμα όχι μόνο αντιζήλων και πολιτικών αντιπάλων, αλλά ακόμα και της ίδια της της οικογένειας. Η Γιουνγκ Τσανγκ έρχεται να παρουσιάσει την εικόνα μιας φωτισμένης αυτοκράτειρας που θέλησε να εκσυγχρονίσει τη χώρα και που, αν έμενε λίγο ακόμα στην εξουσία, θα μπορούσε να κάνει την Κίνα μια σταθερή συνταγματική μοναρχία. Γράφει χαρακτηριστικά: «Σε πάνω από τέσσερις δεκαετίες απόλυτης εξουσίας, οι πολιτικές δολοφονίες της, δίκαιες ή άδικες ... δεν ήταν περισσότερες από μερικές δεκάδες, πολλές από αυτές ως απάντηση σε συνωμοσίες με σκοπό τη δολοφονία της».
Πού βρίσκεται, λοιπόν, η αλήθεια για την αυτοκράτειρα; Τα ταλέντα της αναγνωρίζονται από πολλούς πολιτικούς και διοικητικούς υπαλλήλους που συνεργάστηκαν μαζί της. Κατάφερε να σταθεροποιήσει την Κίνα και να αντιμετωπίσει σοβαρές εθνικές κρίσεις: τις επαναστάσεις των Ταϊπίνγκ και των Μπόξερ, τους πολέµους µε τη Γαλλία και την Ιαπωνία, αλλά και την εισβολή οκτώ συµµαχικών δυνάµεων, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται η Βρετανία, η Γερµανία, η Ρωσία και οι Ηνωµένες Πολιτείες. Παρόλο που το πρωτόκολλο την περιόριζε στη ζωή του παλατιού και της επέτρεπε ελάχιστα τελετουργικά ταξίδια, ενδιαφερόταν να μαθαίνει για τις άλλες χώρες, τα έθιμα και τις μόδες, καλλιεργώντας μια έξυπνη στρατηγική κατανόησης του κόσμου. Σίγουρα πρόκειται για μια αξιόλογη γυναίκα, ήταν όμως εξίσου αδίστακτη.
Δεδομένου ότι δεν θα μπορούσε ποτέ να καθίσει η ίδια στον θρόνο, η διάρκεια της εξουσίας της εξαρτιόταν από το να είναι ο αυτοκράτορας ανήλικος. Η μοίρα φρόντισε γι' αυτό, όταν ο γιος της πέθανε το 1875 σε εφηβική ηλικία και ο τρίχρονος ανιψιός της ανακηρύχθηκε αυτοκράτορας Guangxu. Η Τσισί τον υιοθέτησε αμέσως και του έδωσε την παράδοξη εντολή να την αντιμετωπίζει ως τον «βασιλικό πατέρα» του. Ο θάνατος της πρώην αυτοκράτειρας Τζεν, τον οποίο πολλοί προσθέτουν στις «επιτυχίες» της Τσισί, την άφησε μόνη υπεύθυνη, μέχρι το 1889, οπότε και παρέδωσε με απροθυμία τα ηνία της εξουσίας, ξεκινώντας την κατασκευή ενός τόπου αναψυχής στα περίχωρα του Πεκίνου. Η ήττα από τους Ιάπωνες το 1894 υπήρξε το πρόσχημα για την επιστροφή της. Το επόμενο πραξικόπημά της ήταν απλώς θέμα λίγων ετών.
Το 1898, Guangxu, ο οποίος είχε καλό λόγο να αντιπαθεί τον «βασιλικό πατέρα» του, ξεκίνησε ένα ριζοσπαστικό μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα υπό την καθοδήγηση των δύο πρώην αυτοκρατορικών επιστημόνων, Kang Youwei και Liang Qichao, και ενάντια στην αντίσταση των πιο συντηρητικών στοιχείων της Αυλής. Ο Kang έπεισε τον αυτοκράτορα ότι η Τσισί ήταν ένα εμπόδιο που έπρεπε να εξουδετερωθεί. Η Τσισί κινήθηκε πρώτη: τον Σεπτέμβριο του 1898 καθαίρεσε και φυλάκισε τον Guangxu, αναλαμβάνοντας και πάλι την εξουσία της χώρας. Όσοι μεταρρυθμιστές δεν κατάφεραν να αποδράσουν, εκτελέστηκαν. Πώς, λοιπόν, μπορεί να υποστηριχθεί το μεταρρυθμιστικό πνεύμα που πιστώνει η συγγραφέας στην αυτοκράτειρα; Οι ρεφορμιστές στοχαστές Kang Youwei και Liang Qichao καταδικάστηκαν σε θάνατο για την αποτυχημένη προσπάθειά τους να επιφέρουν την πτώση της. Ωστόσο, δεν ήταν πεινασμένοι για εξουσία συνωμότες, όπως τους παρουσιάζει η Γιουνγκ Τσανγκ, αλλά δύο από τους πιο σημαντικούς πολιτικούς στοχαστές της εποχής στην Κίνα. Ο Kang, μάλιστα, έκανε σημαντικές προτάσεις σχετικά με το πώς ο κομφουκιανισμός θα μπορούσε να προσαρμοστεί στον σύγχρονο κόσμο.
Η αυτοκράτειρα, τελικά, ίσως δεν ήταν πολιτική προσωπικότητα. Ήξερε λίγο τον κόσμο πίσω από την Απαγορευμένη Πόλη και αντέδρασε στους εσωτερικούς και εξωτερικούς κινδύνους ενστικτωδώς. Ίσως είχε εντοπίσει την ανάγκη εκβιομηχάνισης της Κίνας, η προσκόλλησή της, όμως, στο πρωτόκολλο έκανε την πρόοδο περισσότερο θέμα τύχης, παρά επιλογής. Δεν μπήκε ποτέ σε αυτοκίνητο, γιατί ο οδηγός ήταν αδύνατο να οδηγήσει γονατισμένος μπροστά της, ως ώφειλε. Η τελευταία της πράξη, μία μέρα πριν από το θάνατό της το 1908, ήταν να δηλητηριάσει με αρσενικό τον Guangxu, αφήνοντας κενό τον θρόνο του Δράκου και σημαίνοντας την αρχή του τέλους της αυτοκρατορίας, που κατέρρευσε τελικά το 1911. Η Κίνα, μέχρι σήμερα, εξακολουθεί να προσπαθεί να γίνει σύγχρονο δημοκρατικό κράτος. Μπορεί η Γιουνγκ Τσανγκ να αγάπησε την ηρωίδα του βιβλίου της, τα χέρια της αυτοκράτειρας Τσισί, όμως, δεν παύουν να είναι βαμμένα με αίμα.