Το Νερό μαθαίνεται απ' τη δίψα. Η Εκσταση από την οδύνη. Τα Πουλιά απ' το χιόνι. Κι η Ντίκινσον απ' τον καιρό. Οταν την πρωτοδιαβάζεις πέφτεις απ' το ένα αίνιγμα στο άλλο, αλλεπάλληλα. Πέφτεις όχι στην άβυσσο, αλλά σε έναν κόσμο κυριολεξίας του πόνου, πρωτοφανούς - απ' όπου, επίσημα, έχει παραλειφθεί το κεντρικό νόημα, έχει σβηστεί συνειδητά το κέντρο.
Είναι μια ποίηση της περιφέρειας, σπασμένη όπως τα αγάλματα, που μέσα από τις λεπιδιές του νοήματος μπορείς να δεις τα πάντα - σχεδόν τα πάντα.
Απ' το αχανές έργο της «παρθένας ερημίτισσας» (1.800 ποιήματα -τα περισσότερα σπουδαία, «φτασμένα κατ' ευθείαν με ένα άλμα στην κορυφή»- γραμμένα με μακρουλά λειασμένα γράμματα) λίγα έχουν μεταφραστεί στα ελληνικά - από συμπαθητικά έως άθλια. Στα αγγλικά, υπάρχουν όλα στο Ιντερνετ, με εξαιρετικές αναλύσεις και σχολιασμούς - είναι πολύ δημοφιλής στην εποχή μας η τρισμέγιστη Ντίκινσον, με τα μαλλιά «σαν του κάστανου το αγκάθινο κουκούλι» και τα μάτια της «σαν το σέρι στο ποτήρι, που αφήνει ο επισκέπτης» (λόγια δικά της). Συχνά οφείλεται σε λάθος λόγους (στο μύθο της ζωής της, τον εγκλεισμό της σε ένα σπίτι ή ορισμένες της εκκεντρικότητες), συχνότερα όμως στην αργή ζύμωση της ποίησής της μέσα μας - αινίγματα που τα λύνει το σώμα μας αντί για εμάς. Και μόνο το γεγονός ότι το βασικό έργο μιας τέτοιας ποιήτριας μένει ουσιαστικά αμετάφραστο ώς σήμερα, δείχνει πόσο ασήμαντη και πνευματικά οκνή είναι η Ελλάδα.
Μόλις 44 ποιήματά της και 3 γράμματα (που είναι ισάξια με ποιήματα) μετέφρασε ο Ερρίκος Σοφράς στις εκδόσεις Ροδακιό πριν 5 χρόνια -κι ακόμα αυτό έιναι ό,τι καλύτερο έχει γίνει στην Ελλάδα για αυτήν! Περιέργως, αρκούν για να φανερωθεί αυτή η ακριβή ποίηση, να λυθεί κάπως ο λευκός γρίφος της.
Είναι από τις καλύτερες μεταφράσεις ποίησης που έχω διαβάσει στην Ελλάδα - συγκρατημένη και ψυχρή, αφήνει τις ημιτελείς χειρονομίες ημιτελείς, την ειρωνεία αναπάντητη, διατηρεί την αμφισημία της ανοιξιάτικης ψύχρας που πνέει πάνω απ' όλα της τα ποιήματα. Οι λέξεις παραμένουν απόκρημνες, η έκσταση ελεγχόμενη - υπάρχει ακόμα και η κοριτσίστικη δροσιά, το χιούμορ της Νέας Αγγλίδας που μεγάλωσε σε μια μικρή, καλβινιστική κωμόπολη της Μασαχουσέτης του 1850, με τη Βίβλο και τον Σέξπιρ, ωστόσο έγραψε: «"Κοιτάξτε τα κρίνα" - είναι η μόνη Εντολή που υπάκουσα».
Ξαναδιαβάζω έκτοτε συχνά αυτό το εκδοτικό κατόρθωμα. Είναι μια κάποια λύση, στη παρακμή που μας κυκλώνει. Οταν η «πολιτική» κακοφορμίζει, βάζεις φωτιά ή στρέφεσαι στο πνεύμα. Η Ντίκινσον αγνόησε επιδεικτικά την πολιτική της εποχής της, παρ' ότι υπήρξε μέλος μιας οικογένειας με δύναμη. Ούτε τη δημοσιότητα ήθελε. Ούτε τα λεφτά. Οχι επειδή ήταν γυναίκα - ή μια αποσυνάγωγη. Ηθελε να αφήσει όσο μπορεί πιο καθαρό το βλέμμα της. Για να δει αυτο που διαρκεί, όταν το σώμα και οι κοινωνίες έχουν φύγει
Δυο ποίηματά της
1149
Μετά από χρόνια εκατό
Τον Τόπο αυτό κανείς δεν ξέρει
Η Τραγωδία που παίχτηκε εκεί
Τώρα Σιγή Ατάραχη
Χορτάρια αγριέψανε τριγύρω
Ξένοι διαβήκανε περαστικοί
Την έρημη συλλάβισαν Ορθογραφία
Που κράταγαν οι Αλλοτινοί Νεκροί
Το δρόμο τον αναθυμούνται
Ανεμοι σε Χωράφια Θερινά -
Το Ενστικτο μαζεύει το Κλειδί
Που πέταξε η μνήμη μακριά-
1338
Κι όμως, ο Χρόνος συνεχίζεται-
Το λέω χαρούμενη σ' όσους πονάνε τώρα-
Θα ζήσουν-
Υπάρχει ήλιος-
Δεν το πιστεύουν τώρα-
Μετάφραση: Ερρίκος Σοφράς, εκδ. Το Ροδακιό
σχόλια