Τα έργα – γλυπτά, ζωγραφικές συνθέσεις, εγκαταστάσεις και υφασμάτινες δημιουργίες – λειτουργούν σαν απομεινάρια ενός αποδομημένου κουκλόσπιτου. Η αισθητική τους, ντυμένη σε γήινες αποχρώσεις, φέρει έναν δερματί τόνο που συγχέεται με τη σάρκα, δημιουργώντας μια ανησυχητική αλλά μαγευτική οικειότητα. Σαν τοίχοι που φθείρονται από τον χρόνο και την υγρασία, τα έργα μαρτυρούν μια διαρκή πάλη μεταξύ της φθοράς και της αναγέννησης.
Τα γλυπτά, με τις φθαρμένες υφές τους, ενσωματώνουν αυτή τη δυαδικότητα. Κάθε μορφή μοιάζει να ταλαντεύεται ανάμεσα στον θάνατο και την αναγέννηση, αφήνοντας τον θεατή να αναρωτιέται για τη θέση του στη ροή του χρόνου. Το κερί, κυρίαρχο στοιχείο στις ζωγραφικές ενότητες, τονίζει τη σαρκικότητα, ενώ το μελισσοκέρι φέρει συμβολικές αναφορές στη θεραπεία και την επούλωση. Στα χέρια της Τσολάκη, τα υλικά γίνονται εργαλεία αφήγησης, με την υφή και τη διαφάνειά τους να μεταμορφώνουν το παλαιό σε κάτι νέο, σαν ένα σώμα που αναζητά να γιατρευτεί.
Η χρωματική παλέτα των έργων, εμπνευσμένη από τον κόσμο του μπαλέτου, ξεχειλίζει ευαισθησία. Ροζ και λευκά χρώματα, λαμπερά υφάσματα και δαντέλες διατρέχουν το σύνολο, υπενθυμίζοντας τη σημασία της γυναικείας δημιουργίας και της τέχνης της καθημερινότητας, όπως το ράψιμο. Το στρώμα και η κουβέρτα, κεντρικά στοιχεία της έκθεσης, επαναπροσδιορίζουν την έννοια της οικειότητας. Το στρώμα δεν είναι πια φιλόξενο· γίνεται σύμβολο της απόρριψης και της φθοράς. Η κουβέρτα, διάφανη και εύθραυστη, ισορροπεί ανάμεσα στην ασφάλεια και την έκθεση, γεμίζοντας τον θεατή με αμφίθυμα συναισθήματα.
Ο γυναικείος απόηχος των έργων δεν περιορίζεται στα στενά όρια της ταυτότητας. Η ευαισθησία που αναδύεται από τις συνθέσεις της Τσολάκη μιλά για την ανθρώπινη ψυχή στο σύνολό της. Θέτει ερωτήματα για την τρωτότητα, την επούλωση και τις φθαρτές πτυχές της ύπαρξης, διευρύνοντας το πεδίο του φεμινιστικού λόγου σε οικουμενικές διαστάσεις. Κάθε θραύσμα κουκλόσπιτου γίνεται μια κραυγή για ισότητα, φροντίδα και αναγνώριση της δύναμης που κρύβεται στην ευθραυστότητα.
Η εμπειρία της έκθεσης ενισχύεται από τον ήχο που διαχέεται στον χώρο, δημιουργώντας ένα φαντασιακό σκηνικό. Τα έργα μοιάζουν να αφηγούνται ιστορίες ενός ονειρικού κόσμου, όπου η φθορά μετατρέπεται σε στόχο και τα όνειρα γεννούν νέες πραγματικότητες. Μέσα σε αυτήν την ατμόσφαιρα, η Δανάη Τσολάκη μας καλεί να δούμε μέσα από τα μάτια της, αναδεικνύοντας μια τέχνη που, ενώ ξεκινά από το προσωπικό, αγγίζει το οικουμενικό.
Νιόβη Κρητικού
«Αυτό είναι το κουκλόσπιτό μου. Δεν είναι για μικρούς. Ούτε για μεγάλους είναι. Είναι πολύ μεγάλο, και χάνομαι μέσα σ’ αυτό. Είναι πολύ μικρό, δεν με χωράει. Ασφυκτικά μικρό. Και ενοχλητικά μεγάλο. Σωστό κουκλόσπιτο.»
Δανάη Τσολάκη
- Facebook
- Twitter
- E-mail
0