«Όταν ο Ηλίας με ρώτησε αν θα ήθελα να δοκιμάσω να γράψω κάτι για τη δουλειά του, είπα, ωραία, θα το δουλέψω σα να δουλεύω ένα ταξίδι. Ούτε εγώ ξέρω τι ακριβώς εννοούσα. Μπαίνεις μέσα στο καινούργιο τοπίο, όπως αυτή η πρώτη βουτιά στη θάλασσα, η στιγμή που ανοίγεις τα μάτια κάτω απ’ το νερό, κάθε φορά, η μυριοστή φορά, είναι πάντα σαν την πρώτη φορά, και την αμέσως επόμενη στιγμή, είναι όλες οι φορές μαζί. Σε κάθε επόμενο ταξίδι ανακαλύπτεις (ίσως είναι πιο ακριβές το ρήμα εφευρίσκεις) το προηγούμενο και ανάποδα. Το ίδιο και σε κάθε ζωγραφιά/εικόνα. Μια θάλασσα από σημάδια και αναφορές, ρίχνεις τα ζάρια, τα ταρώ, τα ξυλάκια, τα κόκκαλα, διαβάζεις κατακάθια, κόκκους, το ίχνος της φλόγας, τα ζώδια, πες το όπως θέλεις. Από κάπου πιάνεσαι, ο μίτος, ο λαβύρινθος, για να μάθεις όχι μόνο τι θα γίνει αλλά και τι έγινε. Τι είδες.
Στο στούντιό του κοιτάζω τις εικόνες του Ηλία και τον ακούω, μας ακούω, προσπαθώ να μην προσπαθώ να καταλάβω, μάθημα σχεδίου για αρχάριους, φτιάχνεις ό,τι βλέπει το μάτι σου, όχι ό,τι το κεφάλι σου ξέρει ότι είναι εκεί, έτσι ώστε να μπορεί και ένα άλλο μάτι να το δει. Μεγάλη κουβέντα βέβαια το τι βλέπει ο καθένας. Περιμένω το κλικ, το συνθηματικό, το “σουσάμι άνοιξε” που θα μου ανοίξει τον κώδικα για να ξεκινήσω. Τα κορίτσια του Miss July, 4 γύρω γύρω σαν σημεία του ορίζοντα, δεν είναι ανθρώπινα όντα, είναι προσομοιώσεις/μηχανές, ρομπότ, android, karakuri puppets, automata, πες το όπως θέλεις. Μου σκάει ο τίτλος Idoru. Είχα ταξιδέψει πολύ και πολλές φορές με τα βιβλία του William Gibson. Πριν αρχίσω επισήμως τα ταξίδια. Πριν φτάσω στην Ιαπωνία, πριν συνειδητοποιήσω ότι το idoru είναι η Γιαπωνέζικη προφορά του idol, πριν δω nerds μέσα στα χαρτόκουτα στη Σιντζούκου. Και όταν τα είδα ούτε που τα θυμήθηκα. Τα θυμήθηκα στο στούντιο του Ηλία. Μιλάμε για τις βιτρίνες [που παρουσιάζονται στην έκθεση] κι έχω déjà vu. Αυτό κάπου το ’χω ξαναδεί, το ξέρω. Σ’ ένα απ’ τα βιβλία της τριλογίας Bridge. Δεν ήταν στο Idoru, μάλλον στο All Tomorrow’s Parties. Δεν έχει καμία σημασία, δε θυμάμαι καμία απ’ τις υποθέσεις. Αλλά θυμάμαι σε ποιο σημείο του σπιτιού πρέπει να είναι το βιβλίο.
Σε μια σελίδα στα δεξιά κάπου προς τη μέση ήταν η φράση. ˜έει: “In those windows are small empty pedestals, formal absences of precious things, locked away for the night” [Σε αυτές τις βιτρίνες υπάρχουν μικρά άδεια βάθρα, επίσημες απουσίες πολύτιμων πραγμάτων που μαζεύονται μέσα τη νύχτα]. Επίσημες (ή καλύτερα σχεδιασμένες) απουσίες πολύτιμων πραγμάτων. Και αν και το “απουσία” δεν είναι η πρώτη λέξη που σου ’ρχεται στο μυαλό όταν κοιτάζεις τη δουλειά του Ηλία, και το τι λες πολύτιμο και τι όχι είναι σχετικό, κάτι υπάρχει εκεί.
Οι ζωγραφιές του, τα διπλωμένα μου χαρτιά είναι μοιραία αντιπροσωπείες/αντιπροσωπεύσεις του κόσμου, αλλά όταν το κάνουμε καλά καταφέρνουν –ελπίζουμε– να συγκρατήσουν και να αποδώσουν αυτό το λίγο παραπάνω που κρύβεται πίσω από τα πράγματα και όταν το κοιτάζεις κάτι γίνεται. Δεν μπορώ να αντισταθώ να αναφερθώ και στο “All Tomorrow’s Parties” το κομμάτι. Ευτυχώς, υπάρχει πλέον το Google, που ως σύγχρονη Πυθία όταν δε θυμάμαι πολύ αλλά θυμάμαι αρκετά για να κάνω τη σωστή ερώτηση, μου λέει: Ο Lou Reed έγραψε το κομμάτι εμπνευσμένος από την παρέα του Warhol, κοιτώντας τον Warhol να κοιτάζει τον κόσμο του. Στο Dreamtime, κοιτάζουμε τον καλλιτέχνη να κοιτάζει τον κόσμο της φουάρ, στα αντικείμενα στη βιτρίνα βλέπουμε πολλούς Ηλίες να μας κοιτάζουν.
Ο τίτλος της έκθεσης: “Impersonal Trainer”. Δεν είμαι σίγουρη τι ακριβώς σημαίνει. Απρόσωπος εκπαιδευτής; Ενδιάμεσος; Διαμεσολαβητής; Διευκολυντής; Μέντιουμ; Είναι από αυτούς τους τίτλους που νιώθω καλύτερα απ’ ό,τι καταλαβαίνω. Mου ’ρχεται στο μυαλό η φράση: Don’t Forget Το Βreath. Καλή συμβουλή σε κάθε περίπτωση και πολύ ρυθμική. Φαντάζομαι τον μικρό Ηλία να κάνει παρκούρ στα άδεια εργοστάσια στα Καμίνια. (Το παρκούρ το χρησιμοποιώ σχηματικά αλλά σ’ ένα σάιτ διαβάζω: “Έχει να κάνει με την πρόοδο σε μια ολοένα αυξανόμενη ικανότητα να μετακινηθείτε διαφορετικά και αποτελεσματικά μέσα στο περιβάλλον σας” και μ’ αρέσει.) Πολύ πυκνό και πηκτό urban σύμπαν που σε τυλίγει μέσα του. Το αναγνωρίζω στις εικόνες που φτιάχνει. Υπερκορεσμός χρωμάτων, σχημάτων και πληροφορίας, από κάποιο σημείο και μετά τα μάτια μου πονάνε, δε βλέπω πια, πλέον νιώθω την ενέργεια. Pattern Recognition (Gibson)».
—Ντόρα Οικονόμου, εικαστικός
- Facebook
- Twitter
- E-mail
0