Μια από τις αγαπημένες μου απαντήσεις στην ερώτηση «Τι κάνεις», είναι υπομονή και εντύπωση, άλλες φορές καλή άλλες φορές κακή.
Εκείνο φυσικά που δεν πρέπει να ξεχνάμε είναι πως η εντύπωση μοιάζει με νόμισμα, έχει δηλαδή δύο όψεις την καλή και την κακή. Όσο και να επιδιώκουμε την πρώτη και να πολεμάμε τη δεύτερη και οι δύο διηνεκώς θα υπάρχουν, πότε η μια πότε η άλλη. Οι πράξεις μας είναι αυτές που στρίβουν το νόμισμα της εντύπωσης και οι πράξεις μας αυτές που δυστυχώς ή ευτυχώς καθορίζουν και το αποτέλεσμα το αν δηλαδή το νόμισμα της εντύπωσης θα κάτσει από την καλή ή την κακή του πλευρά.
«Υπομονή και εντύπωση, άλλες φορές καλή άλλες φορές κακή» λοιπόν απάντησα και στον κο Γιώργο, όταν τυχαία συναντηθήκαμε και με ρώτησε «Τι κάνεις;» , με τον οποίο ειρήσθω εν παρόδω είχαμε να τα πούμε αρκετό καιρό. Η απάντηση μου εφόσον προκάλεσε το γέλιο του προκάλεσε συνάμα και τη μνήμη του.
«Μου θύμισες μια απάντηση της κόρης μου, όταν στην επιστροφή της από το τελευταίο της ταξίδι, στον έλεγχο του αεροδρομίου τη ρωτήσανε, εάν μεταφέρει κάτι μαζί της, με σκοπό να το δηλώσει και τότε αυτή τους απάντησε «θλίψη και οδύνη».
Εφόσον με την αφήγηση του αυτή κατάφερε και ισοφαρίσαμε στο θέμα γέλιου, χαιρετηθήκαμε και ενώ συνέχιζα το δρόμο μου σκεφτόμουνα πως η κόρη του κου Γιώργου ίσως να έδωσε την πιο πρωτότυπη και ειλικρινή απάντηση σε ένα κοινότοπο τυπικό -ελεγκτικής φύσης- ερώτημα, άθελα της όμως έσπρωξε τη σκέψη μου και τη βοήθησε να πάει ένα βήμα παρακάτω. Ένα ερώτημα όπως το παραπάνω είναι μέρος μιας ελεγκτικής μεθόδου – διαδικασίας, τι θα γινόταν όμως εάν το ερώτημα αυτό μπορούσε να αποκτήσει εθνική διαστάση αλλά και το σημαντικότερο τι θα σήμαινε σε αυτή την περίπτωση μια ανειλικρινής και ταυτόχρονα επιπόλαιη απάντηση.
Για να καταλαβαινόμαστε λοιπόν:
Έστω ότι τοποθετούμε στη θέση της κόρης του κου Γιώργου, τον Πρωθυπουργό μιας οποιασδήποτε Ευρωπαϊκής χώρας, ο οποίος μόλις έχει επιστρέψει από ένα ταξίδι δύσκολων αλλά και εξαιρετικά σημαντικών διαπραγματεύσεων που αφορούν στο παρόν και στο μέλλον της χώρα του. Έστω ότι ο Πρωθυπουργός υποβάλλεται στην ίδια ακριβώς ερώτηση και δίνει την ίδια ακριβώς απάντηση. Σε αυτή την περίπτωση οι τελευταίες κατηγορίες που τον βαραίνουν , και από τις οποίες κινδυνεύει να κατηγορηθεί είναι αυτές της ψευδούς δήλωσης και της απόκρυψη στοιχείων.
Εάν ο Πρωθυπουργός της ιστορίας μας παραδέχονταν πως μαζί με τα ρούχα του και τα λοιπά προσωπικά του αντικείμενα, στις βαλίτσες του μετέφερε επιπρόσθετα θλίψη και οδύνη, όχι μόνο για τον ίδιο αλλά και για έναν ολόκληρο λαό, αυτός ο Πρωθυπουργός θα είχε καταφέρει πραγματικά το αμίμητο.
Ένας τέτοιος Πρωθυπουργός δε θα έπεφτε θύμα του νομίσματος της εντύπωσης, ένας Πρωθυπουργός σαν και αυτόν δε θα κινδύνευε να κατηγορηθεί για εξαπάτηση ενός ολόκληρου λαού, και το κυριότερο ένας τέτοιος Πρωθυπουργός θα ήταν εντάξει απέναντι στο λαό που τον επέλεξε.