Μίλησέ μου καταρχάς για την παράσταση που ανεβαίνει την επόμενη εβδομάδα στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών.
Το Era poVera είναι ένα έργο πόλης. Εμπνέεται από το αστικό τοπίο, τους νόμους και τους κανόνες του κι αναζητεί καινούργιους τρόπους κυκλοφορίας μέσα σε αυτό. Θέλει να καταδείξει τις εν δυνάμει ζυμώσεις που μπορούν να προκύψουν από κινήσεις, δράσεις κι αντιδράσεις των κατώτερων κοινωνικά στρωμάτων σε σχέση με την παρουσία και την ταυτότητά τους σε μια σύγχρονη πόλη. Αναφέρεται, έτσι, στους δυνητικούς τρόπους κίνησης κι έκφρασης μη ευνοημένων κοινωνικών ομάδων, προκειμένου να ορίσουν τον χώρο και το πλαίσιο μέσα από το οποίο θα προσδιορίζονται.
Θελήσαμε, ως ομάδα, να ερευνήσουμε τους δρόμους και τους τρόπους της αστικής συνθήκης, όπως παρουσιάζεται τώρα και στη μεταβολή της σε κάτι άλλο, καθώς και το πιθανό «πάντρεμα» του σύγχρονου χορού, με τον οποίο ασχολούμαστε, με τα διάφορα είδη χορού ή σωματικής έκφρασης που έχουν προκύψει από φτωχότερα κοινωνικά στρώματα στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Τι σημαίνει «Era poVera» σύμφωνα με το δικό σας σκεπτικό;
Ο τίτλος του έργου Era poVera (δηλαδή, φτωχή εποχή, αληθινή εποχή) είναι διττός κι εμπεριέχει την έννοια της φτώχιας αλλά και της αλήθειας. Η φτώχια σε καμία περίπτωση, είτε κυριολεκτικά είτε μεταφορικά, δεν θα μπορούσε να έχει θετική χροιά. Η αναζήτηση της αλήθειας, είτε συνειδητοποιούμε την πραγματικότητα είτε έχουμε την ανάγκη να επιστρέψουμε στις βασικές αξίες της ζωής με αυτογνωσία και αυτοκριτική, θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια φωτεινότερη περίοδο, κοινωνικά και πολιτικά. Επί πολλά χρόνια στην Ελλάδα, ειδικότερα στην αποκαλούμενη «εποχή του εκσυγχρονισμού», ζούσαμε σε μια φενάκη. Σήμερα ξέρουμε πια καλά πως όλο το σύστημα ήταν σαθρό κι ανεδαφικό. Μας δίνεται, έτσι, η δυνατότητα να επαναπροσδιορίσουμε ανάγκες κι επιθυμίες και να τις διεκδικήσουμε προσωπικά, κοινωνικά και πολιτικά.
Φτωχή εποχή σημαίνει και φτωχή τέχνη; Ποιά είναι η γνώμη σου;
Αν τη φτώχια την ορίζουμε σε σχέση με τους θεσμούς στήριξης της τέχνης, τότε θεωρώ ότι η αναγωγή είναι ρεαλιστική. Στην Ελλάδα, ένδεια θεσμική υπάρχει από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Από καμία κυβέρνηση δεν κατατέθηκε ποτέ κάποιο πρόγραμμα με όραμα και συνέχεια σε σχέση με τον πολιτισμό ή την παιδεία. Άρα, η τέχνη σε αυτό το επίπεδο ήταν ά-πορη πολύ πριν πτωχεύσουν όλοι οι υπόλοιποι τομείς.
Αν, πάλι, τη φτώχια την ορίσουμε σε σχέση με τη δημιουργικότητα και τη σύνθεση, τότε, σε κρίσιμες εποχές όπως η σημερινή, το δημιουργικό κομμάτι υποχρεωτικά τροφοδοτείται από τα κοινωνικά δρώμενα, αφού εντείνεται η ανάγκη για έκφραση και δράση. Ίσως ακούγεται κλισέ, ισχύει όμως ότι σε τέτοιες περιόδους η τέχνη αποκτά δυνατότερη φωνή.
Κατά πόσο η αλήθεια της τέχνης (αλλά και η αλήθεια του καθενός) μπορεί να διατηρήσει την αυτοτέλεια και τη καθαρότητά της μέσα σε πιεστικές συνθήκες, σαν αυτές που βιώνουμε;
Αυτό που βιώνουμε είναι τόσο δυνατό και σκληρό που στοχεύει κατευθείαν στον πυρήνα της οντότητάς μας. Αυτός ο πυρήνας αντιδρά με τα πιο αρχετυπικά συστατικά του και προσπαθεί να προβάλλει και να διατηρήσει την αλήθεια του, άλλοτε συνειδητά και άλλοτε ασυνείδητα, περισσότερο από κάθε άλλη εποχή.
Έχουμε ξεπεράσει το στάδιο του αρχικού σοκ. Βρισκόμαστε καιρό πια μέσα στη δίνη. Τι σε προβληματίζει περισσότερο στην παρούσα πολιτικοκοινωνική κατάσταση;
To αμετανόητο των πολιτικών, ο κατακερματισμός κάθε κινήματος αντίστασης και το διαρκές πένθος που δεν μετασχηματίζεται σε κάτι άλλο.
Μπορεί, λες, η τέχνη να θεραπεύσει κάποια από τα συμπτώματα αυτής της κατάστασης;
Αν πεινάω, σαφώς και δεν θα με νοιάξει πρωτίστως το να κάνω τέχνη. Από την άλλη, η τέχνη είναι ικανή να μετουσιώσει διαφορετικά την αντίδραση. Να δυναμώσει την ένταση της φωνής. Δεν αντικαθιστά την κοινωνική δράση, μπορεί όμως να τη συμπληρώσει, να τη μετασχηματίσει, να την ενισχύσει.
Πώς θα μπορούσαμε, κατά τη γνώμη σου, να αντιπαρατεθούμε στο κατεστημένο;
Με τους ίδιους τρόπους που σε όλη τη διάρκεια της ιστορίας αντιστέκονταν οι απλοί άνθρωποι: δημιουργία, αγώνας, αλληλεγγύη. Το σύνθημα το Μάη του ’68 ήταν «η φαντασία στην εξουσία». Σήμερα θα μπορούσε να είναι: «η φαντασία στους δρόμους».
Οι καλλιτέχνες, οι χορευτές για να μιλήσουμε πιο συγκεκριμένα, πώς βιώνουν την κρίση;
Στην πλειονότητα του κόσμου στην Ελλάδα η κρίση έφερε αλλαγές. Στους ανθρώπους που ασχολούνται με τον χορό δεν συνέβη καμία αλλαγή. Τώρα δεν έχουμε τίποτα. Αλλά και πριν δεν είχαμε. Δεν υπήρχε υποστήριξη από θεσμούς, δομές, σωστή εκπαίδευση, προώθηση του «προϊόντος» στο εξωτερικό. Σκεφτείτε ότι και στην εποχή πριν από την κρίση το συνολικό ποσό της επιχορήγησης για τον χορό στην Ελλάδα ήταν 500.000 ευρώ. Μία ομάδα δεν μπορεί να κάνει παραγωγή με 10.000 ευρώ, ούτε βέβαια να στηρίξει μια περιοδεία. Όμως, παρά τις δυσκολίες, για κάποιον παράδοξο λόγο υπάρχουν πολλές αξιόλογες ομάδες χορού. Ισχύει, επίσης, ακόμα ένα παράδοξο σχετικά με αυτές τις ομάδες: πρώτα αναγνωρίζονται έξω και μετά εδώ.
Έχεις εμπειρία και από τα ελληνικά πράγματα αλλά και από το εξωτερικό. Ποια θεωρείς πως είναι η βασικότερη διαφορά μας σε ό,τι αφορά το έμψυχο υλικό;
Στην Ελλάδα, παρά την έλλειψη παιδείας και κρατικής στήριξης, το επίπεδο του χορού δεν είναι καθόλου χαμηλό. Δεν είναι τυχαίο πως πολλές ξένες διάσημες ομάδες έχουν σχεδόν πάντα στο δυναμικό τους έναν Έλληνα χορευτή. Ούτε και πως όσες ομάδες έχουν καταφέρει από μόνες τους να ταξιδέψουν και να δείξουν τη δουλειά τους στο εξωτερικό απέσπασαν βραβεία και διακρίσεις. Διότι μπορεί να μην υπάρχει παιδεία και στήριξη, αλλά φαίνεται ότι η ανάγκη και το πείσμα (για όσους, βέβαια, αντέξουν…) σε δυναμώνουν.
Έχει παρουσιαστεί ευκαιρία να μείνεις στο εξωτερικό και την απέρριψες;
Πράγματι. Αγαπάς την Ελλάδα; Απόδειξη!
Τι σε δελεάζει στην ελληνική πραγματικότητα;
Το γεγονός ότι όλα γίνονται με ακραίο και υπερβολικό τρόπο. Ό,τι γίνεται σε αυτήν τη χώρα είναι τόσο απόλυτο, που είναι σχεδόν αφοπλιστικό. Απόλυτα μας κλέβουν, απόλυτα αγαπάμε, απόλυτα αντιδρούμε.
Χορεύονται τελικά οι ψευδαισθήσεις; Και τι γίνεται όταν μας προσπεράσουν;
Μ’ αρέσει να πιστεύω ότι χορεύονται τα πάντα. Ακόμη και οι ειδήσεις. Άρα, ακόμη και εάν μας προσπεράσουν, ακολουθούμε με χορό.
σχόλια