— Η πανδημία θα αλλάξει πολλά. Και ταχύτερα.
Η πανδημία οδήγησε στην εξοικείωση ευρέως κοινού με πρακτικές και έννοιες που αλλάζουν πολλά στην καθημερινή του ζωή. Έδωσε ώθηση σε όλο των κλάδο της καινοτομίας και των ψηφιακών εφαρμογών. Επενδύσεις στους τομείς αυτούς αυξάνονται και επισπεύδονται. Η τηλεργασία ήρθε για να μείνει. Πολίτες θα αλλάξουν καθημερινές συνήθειες και επιχειρήσεις θα συνεχίσουν να αναζητούν λύσεις που προσφέρουν ευελιξία και μειώνουν το κόστος τους.
— Το κράτος επιστρέφει
Δεξιοί και αριστεροί, πλούσιοι και φτωχοί, στα πολύ δύσκολα, όλοι στο κράτος προσφεύγουν. Η δημόσια υγεία αναδεικνύεται ακόμα περισσότερο ως κοινωνικό αγαθό. Το να κάνουμε τη διάκριση ανάμεσα στο δημόσιο και το κρατικό δεν είναι μέρος αυτής μίνι ανάλυσης, ούτε το ότι το δημόσιο αγαθό μπορεί να υπηρετηθεί αποτελεσματικά και μέσα από συμπράξεις δημόσιου-ιδιωτικού τομέα. Ως γενική διαπίστωση, όμως, η τάση ενίσχυσης του κράτους είναι εμφανής. Και αυτό θα είναι κεντρικό στοιχείο του κυρίαρχου δημόσιου λόγου, τουλάχιστον στο άμεσο μέλλον.
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος για τη χώρα θα είναι οι οικονομικές παρενέργειες της πανδημίας –που ακόμα δεν έχουν γίνει αντιληπτές στο σύνολό τους– να τροφοδοτήσουν μια νέα πολιτική και κοινωνική κρίση. Η κοινωνία και το πολιτικό σύστημα να εγκλωβιστούν σε έναν μικροπολιτικό κυκεώνα, αντί να εστιάσουν στην ταχύτερη δυνατή έξοδο από την κρίση, ειδικά σε μια φάση που φαίνεται ότι η στήριξη από την ΕΕ θα είναι αξιοσημείωτη.
— Η μετριοπάθεια αντεπιτίθεται
Η ριζοσπαστικοποίηση της περασμένης 5ετίας μοιάζει να υποχωρεί. Όχι θεαματικά, αλλά σίγουρα δεν έχει τον δυναμισμό του πρόσφατου παρελθόντος. Στην Ευρώπη, με εξαίρεση 2-3 χώρες, οι πιο meanstream πολιτικές δυνάμεις έχουν ανακτήσει τον πολιτικό έλεγχο.
Οι εκλογές των ΗΠΑ ήταν νίκη των μετριοπαθών, έστω και εξ αντανακλάσεως. Ο Τζο Μπάιντεν ήταν διαχρονικά κατεξοχήν εκπρόσωπος αυτής της τάσης. Οι «ακραίοι» της δημόσιας ζωής στις ΗΠΑ (Δημοκρατικοί ή Ρεπουμπλικανοί) κέρδισαν σε δημοσιότητα αλλά έχασαν στην κάλπη. Νέα «φρούτα», όπως τα identity politics –τα οποία συχνά λαμβάνουν παροξυσμική διάσταση– φάνηκε να καταλαμβάνουν περισσότερο χώρο στη δημόσια συζήτηση και στους προβληματισμούς κάποιων μάλλον εμμονικών ελίτ, από ό,τι στην πραγματικότητα τους αντιστοιχεί. Ενώ στοιχεία όμως ο χαρακτήρας, η ενσυναίσθηση, η ευπρέπεια απεδείχθησαν καταλυτικά στη διαμόρφωση πολιτικών συσχετισμών.
— Οι «ψεκασμένοι» είναι παντού. Και είναι πολλοί.
Το πλήθος δικτύων επικοινωνίας και η ανεμπόδιστη διάδοση της κάθε πληροφορίας ευνοούν τους πιο εξωφρενικούς παραλογισμούς. Κινήματα όπως το QAnon είναι μόνο η αρχή. Το κοινό που είναι έτοιμο να καταναλώσει κάθε παράλογη θεωρία δεν είναι αμελητέο και μέσω το Διαδικτύου βρίσκει τους ταγούς που αναζητά. Η δε τάση θα εκδηλώνεται με διαφορετικές αφορμές. Τώρα είναι η πανδημία, αύριο θα είναι κάτι άλλο. Όποια θεωρία καλύπτει την ανάγκη –κυρίως ψυχολογική– μερίδας ανθρώπων να νιώσουν ξεχωριστοί μέσα από την αντίθεσή τους στο «σύστημα» και στην κυρίαρχη άποψη, θα αποκτά ένα προνομιακό ειδικό ακροατήριο, παγκοσμίως. Όποιος νομίζει ότι «ψεκασμένοι» υπάρχουν μόνο στην Ελλάδα, πλανάται οικτρά. Και όποιος νομίζει ότι το φαινόμενο αυτό αντιμετωπίζεται με σηκωμένο φρύδι και κουνώντας το δάχτυλο, πλανάται ακόμα οικτρότερα.
— Η βιωσιμότητα γίνεται mainstream
Τα ζητήματα προστασίας του περιβάλλοντος ανεβαίνουν συνεχώς στην ατζέντα. Πολίτες, πολιτικοί, αλλά και η επιχειρηματικη κοινότητα δείχνουν να συντονίζουν τον βηματισμό τους. Η ΕΕ φέρνει το Green Deal με τον περιορισμό εκπομπών ρύπου μέχρι το 2050. Οι επενδύσεις σε ΑΠΕ, η απολιγνιτοποίηση, η ηλεκτροκίνηση κερδίζουν έδαφος. Παγκοσμίως γίνονται κινήσεις περιορισμού των πλαστικών μίας χρήσης. Δημιουργούνται socially responsible funds για την προώθηση αρχών της βιωσιμότητας. Πολλές επιχειρήσεις προσαρμόζουν τα προϊόντα και τη φιλοσοφία τους, ενώ η περιβαλλοντική τους πολιτική γίνεται στοιχείο της αξιολόγησής τους. Πολιτικά δε, η Οικολογία ως κίνημα κερδίζει έδαφος, είτε αυτόνομα, όπου εκφράζεται, είτε ως ατζέντα η οποία διατρέχει οριζόντια αρκετούς πολιτικούς χώρους.
— Οι διεθνείς παίκτες αλλάζουν. Αλλά οι νέοι παίκτες δεν φαίνονται καλύτεροι από τους παλιούς.
Οι ΗΠΑ αποσύρθηκαν (έστω εν μέρει) από κάποιες περιοχές, την ώρα που άλλοι «παίκτες» μπαίνουν πιο δυνατά στο γεωπολιτικό παιχνίδι, είτε αξιοποιώντας το γεωπολιτικό και στρατιωτικό τους βάρος (Ρωσία) είτε εκμεταλλευόμενοι την οικονομική τους ισχύ (Κίνα). Μόνο που οι νέοι αυτοί παίκτες δεν φαίνεται να ειναι προτιμότεροι από τις ΗΠΑ. Η ενίσχυση της επιρροής αυταρχικών καθεστώτων, με τραγικές επιδόσεις στο ζήτημα του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, μάλλον ανησυχία πρέπει να προκαλεί. Πολλώ δε μάλλον όσο οι ΗΠΑ συνεχίσουν να υποχωρούν αφήνοντας χώρο για ανερχόμενες δυνάμεις –αν και με την αλλαγή ηγεσίας στης ΗΠΑ αυτό μάλλον θα αναθεωρηθεί– και όσο η Ευρώπη δεν διεκδικεί μεγαλύτερη γεωπολιτική ισχύ.
— Η Ευρώπη ψάχνεται. Και ως συνήθως κάνει δυο βήματα μπρος και ένα πίσω.
Η Ευρώπη συνήθως κάνει αυτό που πρέπει. Αλλά το κάνει αργόσυρτα. Στο πεδίο της οικονομικής διαχείρισης της πανδημίας αυτήν τη φορά έδειξε ταχύτερα αντανακλαστικά από ό,τι την περίοδο της πρόσφατης οικονομικής κρίσης και αυτό είναι σίγουρα θετικό. Εξακολουθεί ωστόσο να αποτελεί έναν οικονομικό γίγαντα με δυσανάλογα μικρό, γεωπολιτικό εκτόπισμα. Τα συμφέροντα των κρατών-μελών συχνά αποκλίνουν. Διάφορες νεοεισερχόμενες χώρες συχνά λειτουργούν ως «πέμπτη φάλαγγα». Η Γερμανία, κυρίαρχη δύναμη στην ΕΕ, δυσκολεύεται να ηγηθεί πολιτικά της Ένωσης, επικεντρώνοντας συχνά στα στενά εθνικά οικονομικά της συμφέροντα. Η δε Γαλλία που δείχνει να έχει αντιληφθεί το κενό και να θέλει να ηγηθεί στον τομέα αυτό, δεν έχει την αναγκαία ισχύ.
Οι φωνές πάντως που μιλάνε για την ανάγκη κοινού βηματισμού μοιάζουν να αυξάνονται. Και αυτό για την Ελλάδα είναι θετικό καθώς, παρά τα κουσούρια και της δυναμίες της, η ΕΕ παραμένει το ισχυρότερο διπλωματικό και πολιτικό όπλο της χώρας μας στις σχέσεις της με τους δύσκολους γείτονές της. Αν η Ευρώπη αποδυναμωθεί περαιτέρω ή αν ο κοινός βηματισμός –που όλοι οι ευρωσκεπτικιστές ξορκίζουν– δεν επιτευχθεί, αυτό θα είναι σε βάρος μας.
— Και η Ελλάδα;
Η Ελλάδα φάνηκε, δυστυχώς, να ακολουθεί μια σισσύφεια διαδρομή. Πάνω που έβγαλε το κεφάλι από το νερό, μετά την οικονομική κρίση της περασμένης 10ετίας, μπήκε –όπως όλος ο πλανήτης– σε μια νέα περιπέτεια, που φέρνει μια νέα ύφεση και προκαλεί ένα πισωγύρισμα σε πολλά επίπεδα. Η κρίση όμως έδειξε και κάποια θετικά στοιχεία. Σε πολλά σημεία αυτής της χρονιάς –ειδικά στην πρώτη φάση της πανδημίας– το κράτος έδειξε να λειτουργεί αρκετά αποτελεσματικά, κάτι που αποτυπώθηκε στους δείκτες καταγραφής κοινωνικής και πολιτικής εμπιστοσύνης. Στην πορεία, ο βαθμός ικανοποίησης μειώθηκε, αλλά σε γενικές γραμμές η αίσθηση που υπάρχει είναι ότι ως χώρα είμαστε από εκείνες που τα πήγαν σχετικά και συγκριτικά καλύτερα στη διαχείριση της πανδημίας. Η προσαρμοστικότητα που επέδειξαν πολίτες, επιχειρήσεις, η ίδια η πολιτεία, η ταχύτητα και ο τρόπος με τον οποίο ενσωμάτωσαν στην καθημερινότητά τους, πρακτικές επιβεβλημένες λόγω της κρίσης, είναι ένα ελπιδοφόρο δείγμα για το μέλλον.
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος για τη χώρα θα είναι οι οικονομικές παρενέργειες της πανδημίας –που ακόμα δεν έχουν γίνει αντιληπτές στο σύνολό τους– να τροφοδοτήσουν μια νέα πολιτική και κοινωνική κρίση. Η κοινωνία και το πολιτικό σύστημα να εγκλωβιστούν σε έναν μικροπολιτικό κυκεώνα, αντί να εστιάσουν στην ταχύτερη δυνατή έξοδο από την κρίση, ειδικά σε μια φάση που φαίνεται ότι η στήριξη από την ΕΕ θα είναι αξιοσημείωτη. Αυτό είναι και το στοιχείο που θα καταδείξει αν η όποια ωριμότητα διεφάνηκε, δεν είναι συγκυριακή, αλλά απότοκος των βιωμάτων μια ταραγμένης εποχής.
σχόλια