ΕΝΑ ΑΠΟ ΤΑ ΣΠΟΥΔΑΙΟΤΕΡΑ έργα τέχνης που ζωγράφισε ποτέ ο Τόμας Γκένσμπορο, ένας αριστουργηματικός και από τους πιο διάσημους πίνακες του κόσμου, το The Blue Boy, εκτίθεται στην Εθνική Πινακοθήκη του Λονδίνου έναν αιώνα μετά την αναχώρησή του έργου για την Καλιφόρνια.
Το The Blue Boy θεωρείται πορτρέτο του Τζόναθαν Μπατλ (1752-1805), του γιου ενός πλούσιου εμπόρου, αν και αυτό δεν έχει αποδειχθεί ποτέ. Το έργο είναι σαν ιστορική μελέτη κοστουμιού, αυτών που φορούσαν οι νέοι τον 17ο αιώνα και ένα πορτραίτο που θεωρείται αφιέρωμα του ζωγράφου στον Anthony van Dyck που είχε ζωγραφίσει ένα ανάλογο έργο, το πορτραίτο του Καρόλου Β΄ως αγόρι.
Κάτω από τον καμβά, ο Γκένσμπορο είχε ήδη σχεδιάσει κάτι πριν ξεκινήσει το The Blue Boy, το οποίο επιζωγράφισε. Ο πίνακας έχει μέγεθος 177.8 εκ. × 112.1 εκ.
Ο μύθος που περιβάλλει τον πίνακα λέει ότι ο Γκένσμπορο τον ζωγράφισε ως απάντηση στον αντίπαλό του σερ Τζόσουα Ρέινολντς, που του έδωσε συμβουλές για τη χρήση των χρωμάτων στα έργα του.
Ο διάσημος πίνακας εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο κοινό στην έκθεση της Royal Academy του 1770 ως «Πορτρέτο ενός νεαρού κυρίου», μέχρι το 1798 που απέκτησε το ψευδώνυμο The Blue Boy.
Ο διάσημος πίνακας εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο κοινό στην έκθεση της Royal Academy του 1770 ως «Πορτρέτο ενός νεαρού κυρίου», μέχρι το 1798 που απέκτησε το ψευδώνυμο The Blue Boy.
Ο πίνακας ανήκε στην κατοχή του Μπατλ μέχρι που υπέβαλε πτώχευση το 1796. Αγοράστηκε για πρώτη φορά από τον πολιτικό Τζον Νέσμπιτ και στη συνέχεια, το 1802, από τον ζωγράφο πορτραίτων Τζον Χόπνερ. Το 1809 περίπου, το Blue Boy μπήκε στη συλλογή του Δούκα του Γκρόσβενορ και παρέμεινε στους απογόνους του μέχρι την πώληση του από τον δεύτερο Δούκα του Γουέστμινστερ στον έμπορο Τζότζεφ Ντουβίν το 1921. Μέχρι τότε, είχε ήδη γίνει ένα πολύ δημοφιλές αγαπημένο έργο και είχε αναπαραχθεί και εκτυπωθεί πολλές φορές ενώ είχε εκτεθεί στο κοινό σε διάφορες εκθέσεις στο Βρετανικό Ίδρυμα, τη Βασιλική Ακαδημία και αλλού. Η δημοφιλία του έργου πέρασε στον κινηματογράφο με τον σκηνοθέτη Φρίντριχ Μουνράου, το 1919, να δημιουργεί την πρώτη του ταινία Knabe in Blau (The Boy in Blue).
Η πώληση του πίνακα στον Αμερικανό πρωτοπόρο σιδηροδρόμων Χένρι Έντουαρντς Χάντινγκτον για 728.800 δολάρια, προκάλεσε δημόσια κατακραυγή. Σύμφωνα με το φύλλο των The New York Times με ημερομηνία 11 Νοεμβρίου 1921, η τιμή αγοράς ήταν 640.000 δολάρια, που αντιστοιχούν σε 9,29 εκατομμύρια δολάρια το 2020.
Πριν από την αναχώρησή του στην Καλιφόρνια το 1922, το Blue Boy παρουσιάστηκε για λίγο στην Εθνική Πινακοθήκη, όπου το είδαν 90.000 άτομα. Σε σημείο στο πίσω μέρος του πίνακα ο διευθυντής της Εθνικής Πινακοθήκης Σερ Τσαρλς Χολμς έγραψε με μολύβι «Au revoir. C. Χ.»
Το έργο δανείζεται για πρώτη φορά από τη βιβλιοθήκη Χάντινγκτον, το Μουσείο Τέχνης και τους Βοτανικούς Κήπους στο Σαν Μαρίνο της Καλιφόρνια, όπου εκτίθεται από το 1928.
Από τις 25 Ιανουαρίου 2022, το The Blue Boy παρουσιάζεται στην Εθνική Πινακοθήκη του Λονδίνου, ακριβώς έναν αιώνα από την ημέρα που έφυγε από το Ηνωμένο Βασίλειο. Θα παραμείνει στην Εθνική Πινακοθήκη για πέντε μήνες πριν επιστρέψει μόνιμα στις ΗΠΑ.
Η επίδραση του πίνακα στον κόσμο της τέχνης είναι απίστευτη. Το Blue Boy ενέπνευσε τον καλλιτέχνη Ρόμπερτ Ράουσενμπεργκ να γίνει ζωγράφος. Στην ταινία του Ταραντίνο Django Unchained, ο κύριος χαρακτήρας φορά ένα κοστούμι παρόμοιο με αυτό που φορά ο νεαρός άντρας στον πίνακα του Γκένσμπορο. Στον Μπάτμαν του 1989, ο πίνακας είναι κρεμασμένος στο μουσείο Γκόθαμ ενώ στον Τζόκερ του 2019, ο πίνακας είναι κρεμασμένος στο διαμέρισμά του. Όταν ο πίνακας έφυγε για τις ΗΠΑ, ο συνθέτης Cole Porter έγραψε το Blue Boy Blues, θρηνώντας την απώλεια του πίνακα.
Ο Τόμας Γκένσμπορο γεννήθηκε το 1727 και έκανε σπουδές τέχνης από το 1740 στο Λονδίνο. Έζησε στο Μπαθ από το 1759 και άρχισε να εκθέτει έργα του στο Λονδίνο. Το 1769 έγινε ένα από τα ιδρυτικά μέλη της Βασιλικής Ακαδημίας, αλλά οι σχέσεις του ήταν πάντα τεταμένες και απέσυρε πολλές φορές έργα από τις εκθέσεις της.
Το 1774 εγκαταστάθηκε στο Λονδίνο και ζωγράφισε πορτρέτα του βασιλιά και της βασίλισσας, αλλά ο βασιλιάς τελικά υποχρεώθηκε να ονομάσει "βασιλικό ζωγράφο" τον ανταγωνιστή του Τζόσουα Ρέινολντς. Κατά την ύστερη περίοδό της καριέρας του, ο Γκένσμπορο ζωγράφισε σχετικά απλά τοπία και θεωρήθηκε ο ιδρυτής της βρετανικής τοπιογραφικής σχολής του 18ου αιώνα. Πέθανε το 1788.