Σε λίγο καιρό, όσοι γευματίζουν σε εστιατόρια της Βρετανίας, διαβάζοντας το μενού θα βλέπουν δίπλα σε κάθε πιάτο και τις θερμίδες του. Το μεγάλο ερώτημα όμως είναι κατά πόσο αυτό θα κάνει διαφορά στη μάχη κατά της παχυσαρκίας.
Από τον Απρίλιο, όλα τα καφέ και τα εστιατόρια επιχειρήσεων με πάνω από 250 εργαζομένους θα είναι υποχρεωμένα να αναφέρουν στο μενού τις θερμίδες κάθε πιάτου που σερβίρουν. Η βρετανική κυβέρνηση ελπίζει ότι με αυτό τον τρόπο θα ενθαρρύνονται οι πολίτες να κάνουν πιο υγιεινές επιλογές, όπως και ότι θα στρέψει τα εστιατόρια προς τέτοια πιάτα.
Όμως, πολλές μεγάλες αλυσίδες της χώρας δήλωσαν έχουν δηλώσει στον Observer ότι δεν θα αλλάξουν τα μενού τους λόγω των νέων κανονισμών, ενώ ειδικοί εκτιμούν ότι το μέτρο είναι απίθανο να έχει αντίκτυπο.
Ο Στιούαρτ Φλιντ, επίκουρος καθηγητής στο Leeds University και διευθυντής οργάνωσης που προσφέρει υποστήριξη σε υπέρβαρους ανθρώπους, λέει πως είναι ασαφές αν θα βοηθήσουν οι νέοι κανονισμοί.
«Μπορεί να μην βοηθήσει. Πρέπει να κατανοήσουμε πραγματικά πώς θα ασχοληθούν οι άνθρωποι με αυτό. Θα σημαίνει ότι θα κοιτάζουν μόνο τις θερμίδες; Μια σοκολάτα έχει λιγότερες από ένα ισορροπημένο γεύμα, αλλά δεν θέλουμε ο κόσμος να τρώει σοκολάτα και να προσπερνά το γεύμα. Το θέμα δεν είναι πάντα η μείωση της ποσότητας που τρώμε», εξηγεί.
Ο Γκρεγκ Γουάλας, παρουσιαστής του MasterChef και ιδρυτής ιστοσελίδες για την απώλεια βάρους, είναι πιο αισιόδοξος ότι η αλλαγή μπορεί να κάνει διαφορά. «Κάθε πληροφορία ή γνώση των θερμίδων που περιέχει το φαγητό μας- είτε σε takeaway μενού είτε σε εστιατόρια- είναι υπέροχη ιδέα», δηλώνει.
«Αυτό που μπορούμε να το μετρήσουμε, μπορούμε να το διαχειριστούμε. Και αυτό είναι ένα ακόμη βήμα προκειμένου να μπορούν οι άνθρωποι να κάνουν πιο ενημερωμένες επιλογές», συμπληρώνει.
Στις ΗΠΑ, η αναφορά των θερμίδων τέθηκε σε ισχύ το 2018 και μελέτη σε 59 αλυσίδες εστιατορίων πέρυσι διαπίστωσε ότι δεν υπήρχε καμία αλλαγή στο μέσο συνολικό άθροισμα των θερμίδων στα μενού. Όμως, τα πιάτα που προστέθηκαν μετά το 2018 είχαν κατά μέσο όρο λιγότερες θερμίδες.
Ο Φλιντ επισημαίνει ότι ζητήματα όπως η τοποθέτηση διαφημίσεων fast food, η έλλειψη χώρου πρασίνου για άσκηση και το στίγμα που συνδέεται με την παχυσαρκία είναι εξίσου σημαντικά.
Συνέκρινε την αναφορά των θερμίδων στα μενού με τη φορολόγηση των αναψυκτικών με την περισσότερη ζάχαρη με 24 πένες το λίτρο. Το εν λόγω μέτρο τέθηκε σε ισχύ το 2018, με την ελπίδα ότι οι καταναλωτές θα αγοράζουν λιγότερα τέτοια αναψυκτικά και ότι οι παρασκευαστές θα μειώσουν την ποσότητα ζάχαρης που περιείχαν. Μελέτη διαπίστωσε ότι αυτό οδήγησε σε μέση μείωση κατανάλωσης ζάχαρης κατά 30 γρ. ανά νοικοκυριό την εβδομάδα.
«Όμως, ποιος καταναλώνει λιγότερη ζάχαρη; Δεν υπάρχουν στοιχεία που να λένε ότι τα παιδιά με παχυσαρκία ή ότι οι μεγαλύτεροι παχύσαρκοι άνθρωποι καταναλώνουν λιγότερη ζάχαρη», επισημαίνει.
Η αλήθεια είναι, τονίζει, ότι τα τελευταία 20 χρόνια τέθηκαν σε εφαρμογή 20 πολιτικές που σχετίζονται με την παχυσαρκία, όμως αυτή δεν μειώθηκε, αλλά αυξήθηκε. «Ο λόγος είναι ότι οι περισσότερες από αυτές επικεντρώνονταν στην ατομική αλλαγή», τονίζει.
«Η παχυσαρκία είναι πολύ σύνθετη. Αν ήταν τόσο απλό όπως να τρως λιγότερο ή περισσότερο, οι άνθρωποι δεν θα έπαιρναν βάρος στην έκταση που συμβαίνει αυτή τη στιγμή και θα μπορούσαν να χάσουν βάρος πιο εύκολα», επισημαίνει.
Από την άλλη, εκπρόσωπος του υπουργείου Υγείας τονίζει ότι η ξεκάθαρη σήμανση των τροφών «παίζει σημαντικό ρόλο στο να βοηθηθούν οι άνθρωπο να κάνουν πιο υγιεινές επιλογές για τους ίδιους και τις οικογένειές τους».